Κινηματογραφος

5 εύκολα κομμάτια

Το ερώτημα είναι: «Θέλω να πορεύομαι μόνος στη ζωή μου ή θέλω να είμαι μόνος μου;»

Δέσποινα Κουτσομητροπούλου
ΤΕΥΧΟΣ 652
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ένα βενζινάδικο. Στη μέση του πουθενά. Η Ρεϊέτ πάει να πάρει καφέ. Ο Μπόμπι της έχει δώσει το πορτοφόλι του. Έτσι ξαφνικά ο άνδρας αποφασίζει να φύγει. Ανεβαίνει σε ένα φορτηγό με ξυλεία και εγκαταλείπει την αγαπημένη του, με αυτό τον σκληρό τρόπο. Ο οδηγός του φορτηγού απορεί που ο Μπόμπι δεν έχει μπουφάν. Εκεί που πάμε, του λέει, κάνει πιο κρύο κι απ’ την κόλαση. Αλλά ο Μπόμπι δεν νοιάζεται, θέλει μόνο να φύγει. Η δική του κόλαση είναι εκεί. Δεν θέλει δεσμεύσεις. Παρατάει τη μάλλον απλοϊκή Ρεϊέτ χωρίς καμία προειδοποίηση. Κι εκείνη, όταν γυρίζει και δεν τον βρίσκει, πηγαινοέρχεται αναζητώντας τον. Με σκηνικό έναν καταθλιπτικό αυτοκινητόδρομο, μια πινακίδα να αναβοσβήνει πίσω από τις αντλίες της βενζίνης και με την άσφαλτο βρεγμένη από τη βροχή. 

«Πέντε εύκολα κομμάτια» (Five Easy Pieces). Είναι ο τίτλος της ταινίας του 1970 με τον Τζακ Νίκολσον και την Κάρεν Μπλακ, στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Πριν από 18 χρόνια, η ταινία επιλέχθηκε από τη Βιβλιοθήκη του Αμερικάνικου Κογκρέσου ως τμήμα του Εθνικού Μητρώου Κινηματογράφου. Και η σκηνή όπου ο Τζακ δίνει παραγγελία (φωτό) έχει μείνει κλασική στην ιστορία του αμερικανικού σινεμά. Ο χαρακτήρας που έχει χτίσει ο Νίκολσον πάνω στο σενάριο της Κάρολ Ίστμαν, σε σκηνοθεσία Μπομπ Ράφελσον, έχει απίστευτο βάθος και διαχρονικότητα. 

Γεννημένος σε μια εύπορη, προνομιούχα οικογένεια, ο Bobby Eroica Dupea είναι καλός πιανίστας. Το μεσαίο όνομα του παραπέμπει στην 3η Συμφωνία του Μπετόβεν, γνωστή και ως Ηρωϊκή Συμφωνία (Sinfonia Eroica). 

Ο ηρωικός Μπόμπι τα παρατάει όλα και πιάνει δουλειά σε μια πετρελαιοπηγή... Σε όλα τα στιγμιότυπα της κοινωνικής του ζωής, προσπαθεί να καταπνίξει την αστική του καταγωγή. Αλλά προδίδεται. Ακόμα και όταν ανοίγει ένα μπουκάλι μπίρας. Είναι cool, αλλά πάντα νιώθει υπεράνω και με αυτό τον αέρα συμπεριφέρεται. 

Σε κάποια σκηνή παίζει Σοπέν για τα μάτια μιας άλλης γυναίκας, μορφωμένης με «ειδικότητα» στην υπερανάλυση. Εκείνη δεν βρίσκει καμία συναισθηματική σύνδεση του πιανίστα με τα μουσικά κομμάτια, ενώ η δική της αντίδραση είναι εκ διαμέτρου αντίθετη. Κλαίει γοερά. Ο Τζακ Νίκολσον, ως Μπόμπι, της απαντά με μια αυθόρμητη τρέλα στο μάτι «εγώ προσποιήθηκα Σοπέν κι εσείς προσποιηθήκατε μια έντονη αντίδραση». 

Περιπλανώμενος ασκόπως, ο ήρωας αναζητά την ευτυχία και το πραγματικό νόημα στη ζωή του. Μια περιπλάνηση ενδεχομένως παντοτινή. Γιατί είναι μοναχικός. Γιατί επιλέγει ένα κορίτσι που θεωρεί κατώτερό του. Και το οποίο εγκαταλείπει χωρίς ούτε μια κουβέντα. Κι εκείνη πώς αντιδρά; Πιθανόν να κλαίει. Πιθανόν να ανάβει το ένα τσιγάρο πίσω από το άλλο. Δεν το βλέπουμε στην ταινία. Κι όμως είναι μια εγκατάλειψη επική, που είναι βέβαιο ότι πολλοί άνθρωποι ονειρεύονται αλλά δεν θα τολμούσαν ποτέ. Αρκεί να μη σε αφορά. Να μην είσαι εσύ η Ρεϊέτ. 

Όσον για τον Μπόμπι... Είναι ο άνδρας που όταν κοιτάζεται στον καθρέφτη δύο ερωτήσεις κάνει στον εαυτό του, την εξής μία: Θέλω να πορεύομαι μόνος στη ζωή μου ή θέλω να είμαι μόνος μου; 

O Νίκολσον βγάζει τη σύγχυση και την αγωνία του ανθρώπου που τα όνειρά του έχουν πεθάνει και ο ίδιος βρίσκεται σε ένα αδιέξοδο. Αλλά συνεχίζει να αναζητά την απάντηση στο ερώτημα: «Ποια είναι η ζωή μου;». Και έχει την πολυτέλεια να περιπλανιέται ώσπου να τη βρει.