Κινηματογραφος

Τόμας Άλφρεντσον

Από την (ακόμη χιονισμένη) Στοκχόλμη, ο σκηνοθέτης του «Άσε το κακό να μπει» μίλησε στην Athens Voice

Γιώργος Κρασσακόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 249
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σας εξέπληξε η επιτυχία της ταινίας;

Φυσικά. Είναι κάτι που συμβαίνει πολύ σπάνια σε ταινίες από τη χώρα μου, καθώς προσπαθούμε πολύ σκληρά να επιβιώσουμε στον κινηματογραφικό πλανήτη με την παράξενη γλώσσα μας και τις «μικρές» ταινίες μας.

Ποιο ήταν το στοιχείο που κέντρισε το ενδιαφέρον σας στο βιβλίο του Τζον Λίντκβιστ;

Ήταν ο τρόπος με τον οποίο απεικονιζόταν αυτό το αγόρι, δίχως κανένα συναισθηματισμό, και ο συσχετισμός που έκανα με δικές μου εμπειρίες. Όταν βρισκόμουν στην ηλικία του είχα κι εγώ ανάλογα προβλήματα με τα δικά του.

Η Σουηδία το χειμώνα είναι, υποθέτω, πολύ σκοτεινή, αλλά η νύχτα στην ταινία σας σχεδόν φωσφορίζει.

Το χιόνι έχει μια πολύ ειδική υφή. Αν το κινηματογραφήσεις τη μέρα είναι τόσο φωτεινό που δημιουργεί «τρύπες» στην εικόνα. Έτσι αποφασίσαμε να γυρίσουμε νύχτα και προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε το φεγγαρόφωτο με ηλεκτρικά φώτα. Θέλαμε το φως να είναι πολύ απαλό, δίχως σκιές, σχεδόν βελούδινο.

Και το μέρος που κάνατε τα γυρίσματα;

Μοιάζει απόκοσμο.

Είναι όντως ένα πολύ παράξενο μέρος.

Ξέρετε, η Σουηδία δεν συμμετείχε στον Β' Παγκόσμιο, οπότε είχαμε πολλά χρήματα μετά, κι ένα σοσιαλδημοκρατικό όραμα που πίστευε στην κοινωνική αρχιτεκτονική και προσπαθούσε να δημιουργήσει μια σειρά από ουτοπικά προάστια. Έτσι η Στοκχόλμη είναι περιτριγυρισμένη από αυτά τα προάστια, που έχουν ένα εντελώς ξεχωριστό αρχιτεκτονικό ύφος.

Το αποτέλεσμα είναι μια ποιητική σχεδόν ματιά, όχι ακριβώς η συνηθισμένη γλώσσα σε μια ταινία είδους. Από πού αντλήσατε την έμπνευσή σας;

Όταν προσπαθείς να εξερευνήσεις τι είναι τρομακτικό πρέπει να επιστρέψεις στην παιδική σου ηλικία, καθώς, καλώς ή κακώς, τώρα πια είναι πολύ λίγα τα πράγματα που με φοβίζουν. Έτσι σκέφτηκα να μελετήσω εικονογραφήσεις παιδικών βιβλίων για να βρω το ύφος του φιλμ, καθώς και πίνακες από την Αναγέννηση για να βρούμε την παλέτα των χρωμάτων και του φωτός μας.

Αναμφίβολα το φιλμ δεν είναι μια τυπική ταινία τρόμου. Πώς θα την περιγράφατε;

Για μένα είναι μάλλον μια ιστορία ενηλικίωσης. Το κορίτσι βρικόλακας είναι κάτι σαν τη φαντασία του αγοριού, είναι η ενσάρκωση του θυμού που κρύβει στην καρδιά και το μυαλό του. Είναι, λοιπόν, μια ιστορία για την αποδοχή του θυμού σου…

Η σεξουαλικότητα στο φιλμ είναι επίσης ιδιαίτερα ομιχλώδης.

Στο βιβλίο ο βρικόλακας είναι ένα ευνουχισμένο αγόρι, κάτι που στην ταινία υπονοείται μερικές στιγμές, αλλά ήταν κάτι που δεν θέλαμε να τονίσουμε ιδιαίτερα.

Πόσο δύσκολο ήταν να πετύχετε αυτές τις εξαιρετικές ερμηνείες από τους νεαρούς πρωταγωνιστές σας;

Χρειάστηκε πολλή προσπάθεια να βρω τα παιδιά. Αν διαλέξεις παιδιά που θέλουν να το κάνουν για τη δόξα ή τη λαμπερή πλευρά του σινεμά, έχεις κάνει λάθος επιλογή. Με τους πρωταγωνιστές συνδεθήκαμε πολύ γρήγορα, βρήκαμε τη σωστή αναλογία επαγγελματισμού, παιχνιδιού κι εμπιστοσύνης.

Οι σκέψεις σας για το επικείμενο αμερικάνικο ριμέικ;

Δεν έχω καμιά σχέση με αυτό. Η αλήθεια είναι πως όταν το πρωτάκουσα μου φάνηκε απαίσια ιδέα. Όταν δουλεύεις κάτι τόσο καιρό νιώθεις κτητικά... Στη συνέχεια σκέφτηκα πως η ιστορία δεν είναι δική μου και πάντα μπορούν να βρουν μια διαφορετική οπτική που δεν είχα σκεφτεί. Νιώθω πολύ τρυφερά απέναντι στο αρχικό υλικό κι ελπίζω η αμερικάνικη εκδοχή του να μην το μετατρέψει σε… χάμπουργκερ.