Κινηματογραφος

Michael Fassbender

Ιρλανδέζικο αίμα, τευτονικό βλέμμα, θριαμβευτικές ερμηνείες. Γεννήθηκε στις 2 Απριλίου του 1977.

A.V. Guest
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κείμενο, Συνέντευξη: Τάσος Ρέτζιος

Το ότι ο Μάικλ Φασμπέντερ, από τότε που με την ολοκληρωτική ερμηνεία του στο «Hunger» του Στιβ Μακ Κουίν ανάγκασε όλα τα βλέμματα να στραφούν προς αυτόν, είναι ένας ηθοποιός που κερδίζει σταδιακά, με το σπαθί του και με βαρβάτους ρόλους τη θέση του στην κινηματογραφική βιομηχανία, δεν χρειάζεται παρά μια ματιά στις επιλογές του για να το διαπιστώσει κανείς. Το Φεστιβάλ της Βενετίας του 2011 έδωσε μερικούς λόγους παραπάνω, αφού με τον ένα ή άλλο τρόπο ο Φασμπέντερ ήταν ένα από τα κυρίαρχα πρόσωπά του.

Πρωταγωνιστής σε δύο ταινίες, σε ρόλους που κάποιοι άλλοι θα τους έλεγαν ρόλους ζωής, έφυγε τελικά με το Κύπελλο Βόλπι για την καλύτερη ανδρική ερμηνεία για τη μία από αυτές, το εκπληκτικό «Shame» του Στιβ Μακ Κουίν (απλή συνωνυμία με τον αείμνηστο), αλλά άφησε ισχυρό το χνάρι του και για την άλλη, την «Επικίνδυνη μέθοδο» του πολύ Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ.

Στο «Shame», μια από τις καλύτερες ταινίες του 2011, ο Φασμπέντερ είναι ένας άνδρας εθισμένος στο σεξ, αδύνατος να αντιμετωπίσει μια απλή ανθρώπινη επαφή με γυναίκα, ανίκανος να δεθεί συναισθηματικά και σχεδόν απροσάρμοστος, στα όρια της απομόνωσης. Ένας ρόλος σιωπηλός, απόλυτα σωματικός, που σου τρυπάει τον αμφιβληστροειδή όχι μόνο λόγω των αρκετών τολμηρών σκηνών του, αλλά εξαιτίας μιας οπτικής υγρασίας, ενός μουλιάσματος που στάζει κατευθείαν μέσα στην ψυχή σου που, μην ξεχνάς, σε αυτόν τον κόσμο της κοινωνικής ξεπέτας μεγάλωσε…

Στην «Επικίνδυνη μέθοδο», ο ρόλος πάλι στην ψυχή ακουμπάει, αλλά με εντελώς διαφορετικό τρόπο: ο Φασμπέντερ υποδύεται τον διάσημο ψυχαναλυτή Καρλ Γιουνγκ και σε μια στιγμή του, στις αρχές του 20ού αιώνα, όπου επηρεασμένος από τις σκέψεις, τις θεωρίες και την πρακτική του Ότο Γκρος περνάει σε σεξουαλικούς και άλλους πειραματισμούς, ανατρέπει πολλά δεδομένα των εργασιών του, καθώς κι αρκετών συζητήσεών του με τον Ζίγκμουντ Φρόιντ. Εδώ ο Φασμπέντερ έχει να κάνει με τον συνεχή λόγο, τον πυκνό διάλογο, και την bigger than life ερμηνεία την έχει αναλάβει ο Βίγκο Μόρτενσεν ως Φρόιντ. Αλλά ο Γιουνγκ είναι το επίκεντρο της ιστορίας, από αυτόν ξεκινάνε τα πάντα.

n

Δυο ρόλοι στα άκρα, ένας ηθοποιός ικανός για τα πάντα. Ποιος είστε πραγματικά, κύριε Μάικλ Φασμπέντερ; «Με κάθε ρόλο, αυτό που μου συμβαίνει και νομίζω πως είναι κάτι που πολλοί ηθοποιοί θα το έχουν παρατηρήσει, νιώθω αρκετά διαφορετικά, άγνωστα πράγματα. Πολλές φορές, μάλιστα, ενθουσιάζομαι με όλο αυτό που συμβαίνει, γιατί μου αρέσουν οι ταινίες που πατάνε σε ένα άγνωστο πεδίο, σε μια νέα γη. Εκείνη τη στιγμή νιώθω σαν πρωτοπόρος, σαν να είμαι ο πρώτος που πατάει σε αυτά τα εδάφη, λίγο πριν γίνουν κτήμα όλων. Είναι κάθε φορά σαν να γεννιέσαι εξαρχής και είναι μια φλόγα που πρέπει να έχει ένας ηθοποιός για να συνεχίζει να ξαφνιάζεται και να δημιουργεί».

Ενδιαφέρουσα προσέγγιση, αλλά ο Φασμπέντερ, βλέποντας ίσως έναν μικρό θαυμασμό να δραπετεύει από το μικρό του ακροατήριο, σπεύδει να μας προσγειώσει: «Ξέρετε, δεν είμαι και πολύ έξυπνος και, όταν μου δίνονται μερικές τέτοιες ευκαιρίες σαν αυτή που μου έδωσε ο ρόλος του Γιουνγκ, είναι σαν να είμαι ο τυχερότερος άνθρωπος του κόσμου. Από τη μια, έχω μια συνεργασία με το σινεμά που κάνει ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ και, από την άλλη, ερμηνεύω έναν άνθρωπο με τόση σκέψη και τέτοιο μυαλό… Ποτέ δεν μου είχε δοθεί μια τέτοια ευκαιρία, ένα τέτοιο υλικό για να βουτήξω και να βρω θησαυρούς. Κι έπειτα, ήταν όλο αυτό το πυκνό κομμάτι των διαλόγων που δεν μπορούσα, με τα λίγα μέσα που έτσι κι αλλιώς διαθέτω, να το αντιμετωπίσω ως μια μεγάλη πρόκληση». Εννοεί, λοιπόν, ότι δεν φοβήθηκε με αυτήν την αναμέτρηση; «Δεν προλαβαίνεις να φοβηθείς! Σου έρχεται ένα σενάριο, σαν αυτό που έγραψε ένας άνθρωπος όπως ο Κρίστοφερ Χάμπτον, και μένεις αποσβολωμένος! Στις μέρες μας, στη συντριπτική πλειοψηφία των σεναρίων νιώθεις ότι κάπου τα ξέρεις όλα αυτά, με κάποιον τρόπο είσαι σίγουρος ότι γνωρίζεις πώς θα καταλήξουν, τι θα γίνει στις επόμενες σελίδες και γρήγορα, πολύ γρήγορα, χάνεις το ενδιαφέρον σου. Αυτό δεν ήταν ένα τέτοιο σενάριο».

Και για το «Shame»; Τι σενάριο είχε εκεί; «Θα σας φανεί παράξενο, αλλά και σε αυτήν την ταινία ένιωθα την ίδια πυκνότητα». Λιγάκι περίεργο, βέβαια, αυτό, μιας και πρόκειται για μια ταινία με εξαιρετικά λιτή χρήση του λόγου και με μεγάλη έμφαση στις σωματικές ερμηνείες… «Ναι, είναι αλήθεια πως δεν έχω πολλούς διαλόγους και, αν το δει κανείς από αυτήν τη σκοπιά, έχω πολύ λιγότερα να μάθω και πολύ λιγότερο χρόνο να ξοδέψω γι' αυτό - δεν είμαι από αυτούς που μαθαίνουν γρήγορα τους ρόλους τους, άλλο ένα δείγμα ότι δεν είμαι και τόσο έξυπνος! Από την άλλη, όμως, αυτό που κάνω είναι να δημιουργώ εγώ τις δικές μου καταστάσεις και, το λέω συνέχεια αυτό, ερμηνεύω ρόλους, μιλάω από μέσα μου, ακόμα και στις πιο σιωπηλές σκηνές: Πώς θα κινηθώ, τι σκέψη πρέπει να κάνω για να δω τι έκφραση θα πάρω, οτιδήποτε συμβαίνει σε αυτόν το χαρακτήρα και στο περιβάλλον του μεταφράζεται εντός μου σε έναν πυκνό διάλογο με τον εαυτό μου».

Το «Shame», πάντως, είναι, μετά το «Hunger» όπου η σωματική ερμηνεία με τα βασανιστήρια είχε φτάσει στα όριά της, μια άλλη έκφραση τέτοιας μεθόδου. Μόνο που εδώ το σώμα απλώνεται στις πεδιάδες της διαρκούς σεξουαλικής ικανοποίησης ή, μάλλον, μη ικανοποίησης, αφού αυτό είναι το point της ταινίας. «Φυσικά το να ερμηνεύεις με το σώμα σου έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον από το να περιγράφεις με τις λέξεις μια κατάσταση, είναι ένας πιο κινηματογραφικός τρόπος για έναν ηθοποιό. Δεν με φοβίζει αυτή η έκθεση, τη βρίσκω ως έναν διαφορετικό τρόπο ερμηνείας μιας ιδέας, μιας σκέψης, μιας κατάστασης. Πολλές φορές νιώθω ότι με μια τέτοια σωματικότητα έχω μεγαλύτερο έλεγχο των σκέψεων και των συναισθημάτων μου».

Βλέποντας κανείς τον Φασμπέντερ στους ρόλους του και… live, δύσκολα κάνει την απαραίτητη σύνδεση. «Αυτό είναι κάτι που με έχει προβληματίσει κι εμένα αρκετά, αλλά μπορώ να πω ότι είμαι σίγουρος πως γίνεται με έναν απόλυτα φυσιολογικό τρόπο. Ίσως μου αρέσει να ζω πολλές ζωές, αλλά πάλι όλοι δεν ζούμε πολλές ζωές;» Όχι σαν αυτές που ερμηνεύετε, κύριε Μάικλ Φασμπέντερ...

Η συνέντευξη του Μάικλ Φασμπέντερ δημοσιεύτηκε στο SOUL #60.

Και μια τηλεοπτική συνέντευξη από το 2009: