Κινηματογραφος

Κριτική για τις νέες ταινίες της εβδομάδας

Κωνσταντίνος Καϊμάκης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Έρωτας μετ’ εμποδίων (Big sick) (*** ½ )

Σκηνοθεσία: Μάικλ Σοουγουόλτερ

Παίζουν: Κουμάιλ Ναντζιάνι, Ζόε Καζάν, Χόλι Χάντερ, Ρέι Ρομάνο

Κωμικός πακιστανικής καταγωγής στο Σικάγο ερωτεύεται νεαρή Αμερικανίδα. Το γεγονός πως δέχεται αδιαμαρτύρητα τα προξενιά της οικογένειάς του –η οποία ψάχνει να του βρει κατάλληλη νύφη από το Πακιστάν– γίνεται αιτία χωρισμού του ζευγαριού. Όμως μια ξαφνική βαριά ασθένεια της κοπέλας δοκιμάζει εκ νέου το ζευγάρι.

Οι πιθανότητες να βρεις σήμερα μια αισθηματική κομεντί της προκοπής, γεμάτη φρεσκάδα και πρωτοτυπία, είναι ίσως λιγότερες κι από εκείνες του να κερδίσεις το τζακ ποτ στο Τζόκερ. Να όμως που στην ντάλα του καλοκαιριού σκάει μύτη ο θαυμάσιος Κουμάιλ Ναντζιάνι (της κωμικής σειράς «Silicon Valley») που υποδύεται τον εαυτό του και κάνει όχι απλώς τη διαφορά αλλά και τη μεγάλη ανατροπή. Το πρωτότυπο «Big sick» (όπως είναι ο τίτλος του φιλμ) άλλαξε για ευνόητους –αλλά όχι και πειστικούς– λόγους τίτλο από το υπεύθυνο γραφείο διανομής. Στις αίθουσές μας θα βγει ως «Έρωτας μετ’ εμποδίων» και νομίζω ότι τα τελευταία χρόνια, τουλάχιστον άλλες 2 ταινίες (μια κομεντί με Κιούζακ και Μπεκινσέιλ κι άλλη μια)  είχαν τον ίδιο τίτλο-ορισμό της κοινοτοπίας. Το βασικό στόρι είναι βγαλμένο από την πραγματική γνωριμία του πακιστανού κωμικού και της αμερικανίδας συζύγου του Έμιλι Γκόρντον, η οποία συνυπογράφει το σενάριο. Η ιστορία θυμίζει μια άλλη γνωστή ρομαντική «διαφυλετική» κομεντί που οι ερωτευμένοι πρέπει να δώσουν πόλεμο για να πετύχουν το αυτονόητο: να ζήσουν μαζί και ευτυχισμένοι! Ενώ όμως το «Γάμος αλά ελληνικά» της Βαρντάλος ήταν απλώς μια διασκεδαστική –πλην ανούσια και ρηχή– σάτιρα της ελληνοαμερικανικής κοινότητας του Σικάγο, το «Big sick» (που έχει για σκηνικό δράσης και πάλι το Σικάγο) πάει την προβληματική του ένα-δύο βήματα παραπέρα και αφοπλίζει τις αντιστάσεις του θεατή. Αυθεντικοί χαρακτήρες κι όχι καρικατούρες, ρεαλιστικοί διάλογοι αντί «ανεκδότων», ερμηνείες δουλεμένες στην εντέλεια (θαυμάσιοι οι γονείς της ηρωίδας), αφοπλιστική γραφή και αφήγηση που ρέει χωρίς δυσκολία. Η στιβαρή σεναριακή γραμμή δεν εξωραΐζει τις κοινωνικές συνθήκες ούτε μαλακώνει την καυστική ματιά των δημιουργών –παραγωγός ο Τζαντ Απατόου– που ακροβατούν άψογα μεταξύ του κωμικού και του δραματικού. Οι δύο οικογένειες του Κουμάιλ και της Έμιλι κουβαλούν όλα τα κουσούρια του… κόσμου τους, δείχνοντας ότι όλα όσα τους χωρίζουν στην πραγματικότητα δεν είναι και τόσο ξένα στη «ανώτερη» νοοτροπία τους. Η ίδια στενομυαλιά, κοινές αφελείς προλήψεις και στερεότυπα, αλλά κυρίως οι εγωιστικές συμπεριφορές (που ουσιαστικά θέλουν να τονίσουν τη δική τους ιδιαιτερότητα ακόμη κι αν αυτό προκαλεί τη δυστυχία του παιδιού τους) για χάρη της μίας αγίας και ενωμένης οικογένειας, είναι το ιδεολογικό καύσιμο τούτης της σκεπτόμενης και ανθρώπινης κομεντί που δεν έχει όρια. Μπορεί το θέμα του φιλμ να είναι ο μεγάλος έρωτας και η δύναμή του (που τα βάζει ακόμη και με το θάνατο), αλλά οι αφοπλιστικές λεπτομέρειές του κάνουν την κωμική, σπαρταριστή διαφορά και το μετατρέπουν σε απρόσμενη ευχάριστη έκπληξη.


Tο μόνο αγόρι στη Νέα Υόρκη (The only living boy in New York) (**)

Σκηνοθεσία: Μαρκ Γουέμπ

Παίζουν: Κέιτ Μπέικινσεϊλ, Σίνθια Νίξον, Πιρς Μπρόσναν, Τζεφ Μπρίτζες, Κάλουμ Τέρνερ

Περιπλανώμενος στη Νέα Υόρκη, ο νεαρός Τόμας που φιλοδοξεί να γίνει συγγραφέας, ψάχνει να βρει ένα νόημα στη ζωή του. Και το βρίσκει στην ερωμένη του πατέρα του.

Ο σκηνοθέτης του «(500) μέρες με τη Σάμερ» κινείται στο ίδιο ράθυμο, αντισυμβατικό και μελαγχολικό τέμπο εκείνης της ταινίας. Πολλά γοητευτικά κομμάτια του χαρακτήρα του Τομάς έχουν βάθος και αιτία αλλά η επιτηδευμένη συμπεριφορά του κακομαθημένου πλουσιόπαιδου δεν γίνεται ποτέ ελκυστική. Το ψαχνό της ταινίας εντοπίζεται κυρίως στους μεσήλικες πρωταγωνιστές (οι γονείς αλλά και ο μυστηριώδης συγγραφέας που γίνεται ένα είδος μέντορα του ήρωα) και το καλά κρυμμένο μυστικό της ιστορίας τους, όμως αυτό δεν δικαιολογεί κάποιες σεναριακές υπερβολές ή τη στημένη μελαγχολία του ήρωα.


Η δικιά μας οικογένεια (Belles Familles) (* ½ )

Σκηνοθεσία: Ζαν-Πολ Ραπενό

Παίζουν: Ματιέ Αμαλρίκ, Μαρίν Βακτ, Ζιλ Λελούς, Νικόλ Γκαρσιά, Καρίν Βιάρ

Ο Ζερόμ μένει στη Σαγκάη. Περαστικός από το Παρίσι, μαθαίνει πως στον τόπο όπου μεγάλωσε έχει ξεσπάσει μια διαμάχη γύρω από το οικογενειακό του σπίτι. Αποφασίζει να πάει εκεί για να βρει μια λύση αλλά το παρελθόν ζωντανεύει και πάλι μπροστά στα έκπληκτα μάτια του...

Η καλή ιδέα (η παιδική ηλικία μας ακολουθεί για πάντα) δεν απουσιάζει από το φιλμ του Ραπενό. Εκείνο που απουσιάζει είναι ο πειστικός χαρακτήρας του κεντρικού ήρωα –μάταια ο φιλότιμος Αμαλρίκ τρέχει να βουλώσει τα κενά της πλοκής–, το βαθύτερο νόημα της ιστορίας και κυρίως το κωμικό στοιχείο για χάρη του οποίου αποφασίστηκε η δημιουργία του εν λόγω φιλμ. Εκτός κι αν η «Οικογένεια» αυτή είχε σκοπό να γίνει απλώς ένα οικογενειακό δράμα οπότε παίρνουμε πίσω και το τελευταίο ενάμισi αστεράκι της αξιολόγησης.


Πρόσεχε τι εύχεσαι (Wish upon)  (*)

Σκηνοθεσία: Τζον Ρ. Λεονέτι

Παίζουν: Τζόι Κινγκ, Ράιαν Φελίπε, Κι Χονγκ Λι, Μίτσελ Σλάγκερτ, Σάνον Πέρσερ

Η 17χρονη Κλερ προσπαθεί να επιβιώσει από την «κόλαση» του Λυκείου. Όταν ο πατέρας της τής χαρίζει ένα μουσικό κουτί με μία επιγραφή που υπόσχεται πως εκπληρώνει τις ευχές του κατόχου, σκέφτεται πως δεν έχει τίποτα να χάσει. Κάνει την πρώτη της ευχή και αυτή προς μεγάλη της έκπληξη πραγματοποιείται. Σύντομα, τα έχει όλα: χρήματα, δημοτικότητα και το αγόρι των ονείρων της.

Ο σκηνοθέτης του «Άναμπελ» κατέχει τα του κινηματογραφικού τρόμου αλλά εδώ φαίνεται ξεκάθαρα ότι στη νέα δουλειά που ανέλαβε, το μέλημά του είναι κυρίως η γρήγορη και ανώδυνη διεκπεραίωση. Πολλά κλεισίματα του ματιού σε κλασικές ταινίες τρόμου προσπαθούν να σώσουν το φιλμ από την αποτυχία αλλά οι φτηνές τεχνικές, τα αναμενόμενα τρικ, και κυρίως η αδύναμη ιστορία (όσα φαντάζεστε ότι θα συμβούν στην Κλερ είναι ακριβώς όσα συμβαίνουν στην απόλυτα προβλέψιμη πλοκή) δεν πετυχαίνουν να αντιστρέψουν το αρνητικό κλίμα. Η σωτηρία ίσως να ερχόταν μόνο μέσω της ύπαρξης ενός τέτοιου κουτιού αλλά και πάλι αμφιβάλουμε…


ΑΚΟΜΗ

»»» Η επανέκδοση του «Λιμανιού της αγωνίας (On the waterfront) (*****) μας δίνει την ευκαιρία να θαυμάσουμε όχι μόνο το υποκριτικό μεγαλείο του Μπράντο αλλά και τη σκηνοθετική ικανότητα του Ελία Καζάν που μέσω της ιστορίας του άτυχου λιμενεργάτη έδωσε την  άποψή του γύρω από την αντικομμουνιστική υστερία της εποχής –βρισκόμαστε στα 1954– μαζί με ένα είδος συγγνώμης για τη δική του ομολογία μεταμέλειας και κατάδοσης των πρώην συντρόφων του, φέρνοντας το Χόλιγουντ στα αφιλόξενα λημέρια του τραχύ κοινωνικού ρεαλισμού.

»»» Σε ανάλογο ασπρόμαυρο φόντο ο Βιμ Βέντερς υπογράφει το πρώτο σημαντικό road movie της καριέρας του με την «Αλίκη στις πόλεις» (*****) από το 1974 όπου ένας φωτογράφος μαζί με ένα 9χρονο κορίτσι ταξιδεύουν από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη σε αναζήτηση της οικογένειας της μικρής. »»» Το ιταλικό «Perfetti Sconosciuti» είναι η πρωτότυπη ταινία στην οποία πάτησε ο Θοδωρής Αθερίδης για τη διασκευή του «Τέλειοι ξένοι» που έκοψε 200.000 εισιτήρια στις αίθουσες.

»»» Το «Επιχείρηση Καζίνο» είναι η νέα κωμωδία του Γουίλ Φέρελ που εδώ γίνεται ζευγάρι με την Έιμι Πόλερ και τζογάρει προκειμένου να βρει τα χρήματα που απαιτούνται για τις σπουδές της κόρης του.