Κινηματογραφος

Κριτική για τις νέες ταινίες της εβδομάδας

Μικροί άντρες, Η βοηθός, Βασιλιάς Αρθούρος: Ο θρύλος του σπαθιού, Η ενοχή των αθώων και 4 ακόμη ταινίες

Κωνσταντίνος Καϊμάκης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μικροί άντρες (***) («Little men»)

Σκηνοθεσία: Άιρα Σακς.

Παίζουν: Τίο Πάπλιτζ, Μάικλ Μπαρμπιέρι, Γκρεκ Κινίαρ, Τζένιφερ Ιλ, Άλφρεντ Μολίνα, Πολίνα Γκαρσία

Ο Τζέικ, ένα ευαίσθητο γυμνασιόπαιδο που ονειρεύεται να γίνει καλλιτέχνης, μετακομίζει με την οικογένειά του στο Μπρούκλιν και τη γειτονιά του πατέρα του με αφορμή την κηδεία του παππού. Εκεί γνωρίζει τον Τόνι και σύντομα γίνονται αχώριστοι, αλλά η φιλία τους δοκιμάζεται όταν οι γονείς του Τζέικ, που νοικιάζουν ένα επαγγελματικό χώρο στη μητέρα του Τόνι, απαιτούν μεγαλύτερο ενοίκιο.

Little men. Δηλαδή μικροί άνθρωποι. Μικροί όπως οι δύο βασικοί ήρωες του φιλμ, ο ευαίσθητος 13χρονος Τζέικ που θέλει να γίνει ζωγράφος, αλλά και ο νέος του φίλος Τόνι που έχει όνειρα για ηθοποιός. Τα δύο παιδιά με την αγνότητα και την ειλικρίνεια που τα διακρίνει, πετυχαίνουν να βρουν κώδικα επικοινωνίας και να χτίσουν μια αληθινή φιλία. Το αντίθετο από τους γονείς τους δηλαδή. «Μικροί άνθρωποι» είναι κι εκείνοι που, όμως, δεν μπορούν να δουν πιο πέρα από το οικονομικό φράγμα που τους περιορίζει το βλέμμα. Όλοι αυτοί θα συνευρεθούν όταν πεθάνει ο παππούς του Τζέικ και η οικογένεια μετακομίζει από το Μανχάταν στο Μπρούκλιν για να τακτοποιήσουν τα κληρονομικά αλλά και για να αλλάξει (με σαφώς πιο οικονομικά ανεκτούς όρους) η ζωή τους. Το θύμα αυτής της κατάστασης όμως δεν είναι μόνο η μητέρα του Τόνι, που διατηρεί μια μπουτίκ με γυναικεία ρούχα (που τη νοίκιαζε σε χαμηλή τιμή λόγω της φιλίας της με τον μακαρίτη) κάτω από το πατρικό της οικογένειας, αλλά κυρίως η φιλία των δύο αγοριών. Στεγνό από κινηματογραφικά στολίδια αλλά όχι κι από συναίσθημα, το μινιμαλιστικό φιλμ του Σακς («Η αγάπη είναι παράξενη») μιλά για το οικονομικό αγκάθι που λειτουργεί ως καταλύτης, ή καθοδηγητής καλύτερα, για μια ολόκληρη γενιά που βλέπει την πραγματοποίηση των ονείρων της μέσω του χρήματος. Παρά το άλλοθι της καλλιτεχνικής ευαισθησίας και δημιουργίας (ο πατέρας του Τζέικ είναι ένας μέτριος θεατρικός ηθοποιός που ανεβάζει το «Γλάρο» του Τσέχωφ στο σανίδι), η αλήθεια είναι πικρή. Όπως πικρή είναι και η διαπίστωση του Άιρα Σακς για την κατάντια της γενιάς των σημερινών 40-50άρηδων αλλά και για το μέλλον της νεότερης. Για τα παιδιά τους δηλαδή. Όσο κι αν η ιστορία δείχνει μικρή, καθημερινή ή ασήμαντη, τόσο πιο μεγάλο είναι το συναισθηματικό εκτόπισμά της και έντονο το στίγμα που αφήνει. Με τα βέλη του σκηνοθέτη να εκτοξεύονται κατά της νεοϋορκέζικης ιντελιγκέντσια, της ψυχανάλυσης («άσε με να σε βοηθήσω επειδή γνωρίζω πώς επιλύονται οι διαφορές σε τέτοιο επίπεδο» λέει η ψυχαναλύτρια μητέρα του Τζέικ στη μητέρα του Τόνι πριν την... επιπλήξει άγρια) και του νέου άνεμου αλλαγής που φυσάει πάνω από τον Δυτικό κόσμο, που έχει ως απόλυτο θεό της το χρήμα και το υπερτροφικό Εγώ. 


Η βοηθός (**) («Personal shopper»)

Σκηνοθεσία: Ολιβιέ Ασαγιάς.

Παίζουν: Κρίστεν Στιούαρτ, Λαρς Έιντινγκερ, Άντερς Ντάνιελσεν Λίε

Η αμερικανίδα Μορίν ζει και εργάζεται στο Παρίσι ως προσωπική βοηθός αγορών μιας διάσημης και εκκεντρικής γυναίκας, ενώ διαθέτει (;) την ικανότητα να επικοινωνεί με πνεύματα, όπως ο δίδυμος αδερφός της, Λούις, τον οποίο έχασε πρόσφατα. Σύντομα, η Μορίν θα αρχίσει να λαμβάνει διάφορα αινιγματικά μηνύματα.

Ψυχολογικό θρίλερ, στιλιζαρισμένο και ατμοσφαιρικό, που επιχειρεί αποτυχημένα να συνδυάσει το μεταφυσικό φιλμ τρόμου με το υπαρξιακό δράμα. Ο άνισος Ολιβιέ Ασαγιάς, όπως ξέρει να κάνει καλά, πασπαλίζει με χρυσόσκονη τις ανερμάτιστες ιστορίες του και ενίοτε κερδίζει τις εντυπώσεις. Όπως εδώ που κατάφερε –χάρη και στη σημαντική ερμηνεία της Στιούαρτ (ξανασυνεργάζονται ο Γάλλος με την Αμερικανίδα μετά από τα «Σύννεφα του Σιλς Μαρία») που υπερέβαλλε εαυτόν– να συγκινήσει κοτζάμ επιτροπή των Καννών δίνοντάς του το βραβείο σκηνοθεσίας. Σκόρπιες ιδέες, ένας αχταρμάς γύρω από τη σύγκρουση ύλης και πνεύματος κι ένα ελάχιστο κινηματογραφικό ενδιαφέρον για τα δάνεια του μεταφυσικού τρόμου που άδικα προσπαθεί με νύχια και με δόντια ο σκηνοθέτης να χτίσει πάνω τους μια πειστική ιστορία μυστηρίου. 


Βασιλιάς Αρθούρος: Ο θρύλος του σπαθιού ( ½ ) («King Arthur: Legend of the sword»)

Σκηνοθεσία: Γκάι Ρίτσι.

Παίζουν: Τσάρλι Χάναμ, Τζουντ Λο, Αστρίντ Μπερζέ-Φρίσμπι, Ντζιμόν Χονσού, Έρικ Μπάνα

Ο νεαρός ατίθασος Αρθούρος, κυρίαρχος των δρόμων του Λοντόνιουμ με τη συμμορία του, αγνοεί την πραγματική ταυτότητά του και κυρίως τον σκοπό για τον οποίο βρίσκεται στη ζωή, ώσπου παίρνει στα χέρια του το θρυλικό ξίφος Εξκάλιμπερ.

Από την πρώτη στιγμή καταλαβαίνουμε πού το πάει ο Γκάι Ρίτσι. Χαβαλές, μεταφυσικές νύξεις –είναι κι ο μύθος, βλέπετε– χλιαρά αστειάκια (ένδειξη τού πόσο αντιπαθητικός κωλοπαιδαράς είναι ο παλιός Αρθούρος), καράτε (!), μαγείες και το αναγκαίο σαιξπηρικό άγγιγμα πάνω στο περίφημο μεσαιωνικό έπος, κάνουν το φιλμ έναν ορυμαγδό από ειδικά εφέ και φρενήρη σκηνοθεσία. Φυσικά η ιστορία, παρότι κρατά τα βασικά πρόσωπα-κλειδιά στις θέσεις τους, δεν αντέχει κριτικής και το ζητούμενο είναι να ανακαλύψει τον αληθινό εαυτό του ο ήρωας μέσα από μια σειρά δοκιμασιών που ξεκινούν από τη μαγεία και τερματίζουν στην... υπερβολική μαγεία! Στο ενδιάμεσο όμως τίποτε δεν δείχνει «μαγικό» παρά την ακραία σπατάλη χρήματος, ταλέντου και εργατοώρας, ενώ ο πρωταγωνιστής θέλει πολλή δουλειά ακόμη για να γίνει ο σούπερ ήρωας που τον προορίζουν. Κακή και η ερμηνεία του Λο που μοιάζει σαν συνέχεια του «Νεαρού Πάπα» του Σορεντίνο υπό επήρεια ναρκωτικών.


Η ενοχή των αθώων (**) («Les innocentes»)

Σκηνοθεσία: Αν Φοντέιν

Παίζουν: Λου ντε Λαάζ, Αγκάτα Μπουζέκ, Αγκάτα Κουλέζκα, Βενσάν Μακέιν

Πολωνία, 1945. Η Ματίλντ, μια γαλλίδα γιατρός του Ερυθρού Σταυρού, προσπαθεί να βοηθήσει κάποιες μοναχές-θύματα της βαρβαρότητας των σοβιετικών στρατιωτών, που έπεσαν θύματα βιασμών.

Η ταινία έχει αφηγηματικές αρετές και ρεαλιστική υπόσταση, με τον δεσμό πίστης - πολέμου - θρησκείας να λειτουργεί παραπάνω από ικανοποιητικά. Το δε ιστορικό πλαίσιο ενισχύει την ψαγμένη ματιά της Φοντέιν που αποδεικνύεται ικανότατη στο να αφηγηθεί μια συνταρακτική, δυσοίωνη περιπέτεια, όπου ο εξωτερικός τρόμος (το τέλος του πολέμου δεν αποτελεί και το φινάλε της φρίκης για τις γυναίκες του μοναστηριού) συναντά την εσωτερική αγωνία θέτοντας καίρια ερωτήματα γύρω από το θέμα της θρησκευτικής πίστης. Όμως εκεί που η γαλλίδα σκηνοθέτρια δείχνει έτοιμη να κάνει το άλμα καριέρας, προβαίνει σε μια εικαστική μεγαλοπρέπεια που θαμπώνει το μάτι (τέλειο κοντράστ το ασπρόμαυρο χιονιού και ράσων) αλλά στερείται σε βαρύτητα της ιστορικής μαρτυρίας. Η άποψή της γύρω από τις θηριωδίες των σοβιετικών είναι, εκτός από πονηρή, και ελλειπτική. Πολύ πριν από τα νέα κεφάλαια των αναθεωρητών της ιστορίας, υπήρξε η πραγματική ιστορία (οι θηριωδίες των ναζιστών) που ήταν, αν μη τι άλλο, ακόμη πιο φρικαλέα και απάνθρωπη από τη «βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα» ιστορία της.


Ακόμη...

»»»Στο γαλλοκαναδικό «Μαμά ξανά» (*) η γαλλίδα κωμικός Κορίν Βιάρ («Οικογένεια Μπελιέ») καλείται να τα βγάλει πέρα με μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη που θα φέρει άνω-κάτω τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας και, παρά το κωμικό προφίλ της, έχει αρκετές δόσεις αχρείαστης και εύκολης συγκίνησης.

»»» Η «Πράξη του φόνου» (****) είναι το προ 5ετίας πρίκουελ του ντοκιμαντέρ η «Όψη της Σιωπής» που βγήκε στις αίθουσές μας πριν από 2 βδομάδες, σε σκηνοθεσία και πάλι Τζόσουα Οπενχάιμερ, και με το ίδιο θέμα να σοκάρει ξανά, γύρω από τις βαρβαρότητες στην Ινδονησία του 1965.

»»». Το παιδικό animation «Ο πολικός αρκούδος και οι ανίκητοι» (* ½ ) έχει για πρωταγωνίστρια μια πολική αρκούδα που συνομιλεί με τους ανθρώπους, όταν δεν τους διασκεδάζει χορεύοντας σουίνγκ.

»»»». Στο θρίλερ «Η ένατη ζωή του Λουί Ντραξ» (* ½) του πάλαι ποτέ σπλατερά Αλεξάντρ Αζά, το μυστήριο προκαλείται γύρω από τη σκοτεινή περιπέτεια ενός αγοριού που πέφτει σε κώμα, και τις τραβηγμένες α λα ντετέκτιβ προσπάθειες ενός γιατρού να ανακαλύψει την αλήθεια.