- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο εμποράκος (The salesman) **
Σκηνοθεσία: Ασγκάρ Φαραντί
Παίζουν: Σαχάμπ Χοσεϊνί, Ταρανέ Αλιντουστί
Νεαρό ζευγάρι καλλιτεχνών στη σημερινή Τεχεράνη μετακομίζει σε νέο σπίτι αλλά ένα τραγικό συμβάν (η γυναίκα πέφτει θύμα κακοποίησης από άγνωστο άντρα μέσα στο ίδιο το σπίτι τους) δοκιμάζει τη σχέση τους.
Την τελευταία δεκαετία μάθαμε ότι το νέο ιρανικό σινεμά διαθέτει κι άλλους δημιουργούς εκτός από τον Αμπάς Κιαροστάμι ή τον Τζαφάρ Παναχί. Ο Ασγκάρ Φαραντί έγινε από τη μια μέρα στην άλλη περιζήτητος σε όλα τα μεγάλα φεστιβάλ (Αργυρή Άρκτος στο Βερολίνο με το «Τι απέγινε η Έλι», δύο βραβεία φέτος στις Κάννες –σεναρίου και αντρικής ερμηνείας– για τον «Εμποράκο» κ.ά.), ενώ κατέκτησε μέχρι και το ξενόγλωσσο Όσκαρ με το «Ένας χωρισμός». Το σινεμά του, ένας συνδυασμός μοντερνισμού με δάνεια από τη Δύση (η αντονιονική «Έλι» δίνει τη θέση της εδώ στοn «Θάνατο του εμποράκου» του Άρθουρ Μίλερ) και μεθοδικής κριτικής στη σύγχρονη μεσοαστική τάξη της χώρας του, μοιάζει με αίνιγμα που δεν έχει εύκολη λύση. Κάτι που ισχύει ως ένα βαθμό και στον «Εμποράκο» παρότι η σύζευξη θεάτρου και πραγματικής ζωής δεν είναι τόσο πετυχημένη (προβληματική η δομή και η κυρίως η αλληγορική της χροιά στην καλύτερη των περιπτώσεων), ενώ σε πολλά σημεία της ιστορίας το μοτίβο της εκδίκησης που κινεί τη γραμμή δράσης του ήρωα είναι αποδυναμωμένο και ελάχιστα πειστικό. Με ένα storyline ανάλογο με κείνο του Βερχόφεν στο «Εκείνη» (μια γυναίκα κακοποιείται μέσα στο ίδιο της το σπίτι), ο Φαραντί μοιάζει να αδιαφορεί για τις ψυχολογικές προεκτάσεις του θέματος και μένει προσκολλημένος στις μόνιμες αναφορές του –οι ιρανοί μεσοαστοί, μια παρεξήγηση κλεισμένη στους 4 τοίχους ενός σπιτιού, μυστικά που δεν ομολογούνται, διπρόσωπες συμπεριφορές– και την ηθική διάσταση της ιστορίας. Πολλά από όσα βλέπουμε, αλλά κυρίως ακούμε, στη φορτωμένη από διαλόγους (σε σημείο υπερκόπωσης) ταινία σηκώνουν αρκετή κουβέντα, ενώ η περίφημη «οικουμενικότητα» του Ιρανού αποδεικνύεται ένα παραμύθι για δυτικούς που αρέσκονται σε εξωτικά παραμύθια της Χαλιμάς. Στον πυρήνα του έργου, το ανθρωποκεντρικό δράμα του «Εμποράκου» κρύβει βαθύ σκοταδισμό και μια ρηχή παραβολή πάνω στην έννοια της συγχώρεσης. Περισσότερο μοιάζει με ένα όχημα για τη χαμένη τιμή των ηρώων παρά με κοινωνικοταξική κριτική για το σημερινό Ιράν. Βέβαια, καθώς το ταλέντο δεν λείπει από τον Φαραντί, όλη η ταινία είναι χτισμένη με μεθοδικότητα και έξυπνα δραματικά τρικ, που κρατούν το θεατή σε εγρήγορση μέχρι και την τελευταία σεκάνς. Εκεί που ο «εμποράκος» του θα φτάσει στο τέλος της επώδυνης διαδρομής του με τον πλέον τραγικό τρόπο αλλά και την πιο προβλέψιμη κατάληξη για το μέλλον του ζευγαριού. Πρόκειται για ένα φινάλε που αφήνει ανάμεικτες εντυπώσεις στο θεατή, που σχετίζεται απόλυτα με την ηθική διάσταση της ταινίας.
Ο νόμος της νύχτας (Live by Ni ght) **
Σκηνοθεσία: Μπεν Άφλεκ
Παίζουν: Μπεν Άφλεκ, Ελ Φάνινγκ, Ζόε Σαλντάνα, Σιένα Μίλερ, Κρις Κούπερ
Στη Βοστώνη της Ποτοαπαγόρευσης ένας ιρλανδός γκάνγκστερ μετά την αποφυλάκισή του μετράει προσεκτικά τα επόμενα βήματά του και αναζητάει δουλειά στο αφεντικό της ιταλικής Μαφίας.
Με όχημα το μυθιστόρημα του κινηματογραφότατου Ντένις Λεχέιν («Σκοτεινό ποτάμι»), ο Μπεν Άφλεκ επιστρέφει στο σκηνοθετικό τιμόνι ύστερα από το θρίαμβο του «Επιχείρηση: Argo». Δεν επιδιώκει όμως ένα μεγαλόπνοο θέαμα που κόβει την ανάσα, παρά τις δυνατές στιγμές του, οι περισσότερες εκ των οποίων προέρχονται από τον οίστρο του συγγραφέα και τις θανατηφόρες ατάκες των αρχετυπικών νουάρ χαρακτήρων. Ο Άφλεκ, έχοντας την αντίληψη και την εξυπνάδα να καταλάβει ότι κάτι πιο επικό θα τον έφερνε σε αντιπαράθεση με ιερά τέρατα της 7ης τέχνης, κατεβάζει την κάμερα στο χαμηλότερο ύψος των ηρώων του και αφηγείται μια ιστορία προβλέψιμη μεν αλλά με τσαγανό, χορταστική δράση και συναίσθημα που «ντύνει» υποδειγματικά τη δραματουργία. Παρά την ανώδυνη θέασή της η ταινία έχει αρετές και κινηματογραφική αξία χάρη στο αλάνθαστο ένστικτο του Άφλεκ, που αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι είναι καλύτερος σκηνοθέτης από ό,τι ηθοποιός.
Bye bye man **
Σκηνοθεσία: Στέισι Τάιτλ
Παίζουν: Νταγκ Τζόουνς, Ντάγκλας Σμιθ, Φέι Ντάναγουεϊ, Κάρι-Αν Μος
Τρεις φοιτητές μετακομίζουν σε ένα παλιό σπίτι, όπου συνειδητοποιούν ότι έχουν γίνει στόχος μιας υπερφυσικής οντότητας.
Επιτραπέζια καλέσματα πνευμάτων. Μεταφυσικές οντότητες που σε κάνουν να τα «κάνεις πάνω σου». Ταλαίπωροι νέοι (τι τραβάει στα θρίλερ αυτή η εφηβεία) που, αντί να γλεντούν με την ψυχή τους, τρέχουν να γλιτώσουν από το Κακό. Μπορεί τίποτα από όσα συμβαίνουν εδώ να μην είναι πρωτότυπο (η ιστορία του καταραμένου «Bye Bye Man» θυμίζει αρκετά τον «Candyman» που δεν είχε βγει ποτέ στις ελληνικές αίθουσες) αλλά η συνταγή λειτουργεί μια χαρά. Σκηνοθεσία με δημιουργική άποψη πάνω στα κλισέ, χαρακτήρες με τσαγανό και στοιχειώδες δραματικό βάθος, αλληγορική διάσταση γύρω από το νόημα της αλήθειας (καλοχτισμένη πέρα ως πέρα η σκηνή της ανάκρισης του ήρωα από την αστυνομικίνα Κάρι - Αν Μος και η ανάλυση της φύσης της αλήθειας όταν αυτή αποκαλυφθεί και κάνει ζημιά), μα πάνω από όλα μια άψογη ενορχήστρωση του τρόμου σε όλα τα επίπεδα.