- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Τι θέλει ο Κάρολος Ντίκενς στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας;
Ο Έιντριαν Γούτον για τον Κάρολο Ντίκενς
Με αφορμή τη συμπλήρωση 200 χρόνων από τη γέννηση του Κάρολου Ντίκενς (1812-1870), το Βρετανικό Συμβούλιο διοργανώνει πολλές εκδηλώσεις στη Βρετάνια και σε περισσότερες από 50 χώρες σε όλο τον κόσμο για τον εορτασμό αυτής της επετείου στο πλαίσιο του προγράμματος Ντίκενς 2012 (https://www.dickens2012.org).
Στο πλαίσιο του αφιερώματος θα παρουσιαστεί μια επιλογή από δεκατρείς κινηματογραφικές μεταφορές του Ντίκενς, ξεκινώντας από το 1913 και φθάνοντας στο 2005, από τις οποίες οι έξι προβάλλονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Στα σπάνια αριστουργήματα του αφιερώματος συγκαταλέγονται ο οκτάλεπτος βωβός «Ντέιβιντ Κόπερφιλντ» (1913) του Τόμας Μπέντλεϊ, ο βωβός «Όλιβερ Τουίστ» (1922) του Φρανκ Λόιντ, «Το μυστήριο του Έντουιν Ντρουντ» (1935) του Στιούαρτ Γουόκερ, το «The Pickwick Papers» (1952) του Νόελ Λάνγκλι, βασισμένο στο αμετάφραστο στην Ελλάδα μυθιστόρημα, και το «Η ζωή και οι περιπέτειες του Νίκολας Νίκλεμπι» (1947) του βραζιλιάνικης καταγωγής παραγνωρισμένου αλλά πολύ σημαντικού κινηματογραφιστή Αλμπέρτο Καβαλκάντι.
Ο Έιντριαν Γούτον, επικεφαλής του Film London και συνεπιμελητής του αφιερώματός «Ο Ντίκενς στον Κινηματογράφο», μας εξήγησε τι είναι αυτό που κάνει το συγγραφέα επίκαιρο, δημοφιλή και ιδιαίτερα κινηματογραφικό.
Οι πάντες, από τον Ντέιβιντ Λιν ως τα Μάπετς, έχουν διασκευάσει έργα του Κάρολου Ντίκενς. Τι θα λέγατε πως είναι αυτό που τον κάνει τόσο εύκολα «διασκευάσιμο»;
Ο Ντίκενς έχει έναν τρόπο να γράφει που κάνει τη δουλεία του ιδανική για να μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη και την τηλεόραση. Δημιουργούσε τους χαρακτήρες του παίζοντας τους σαν ρόλους μπροστά σε έναν καθρέφτη, βρίσκοντας κυριολεκτικά τη φωνή του καθενός πριν τους βάλει στο χαρτί. Έτσι κατά κάποιον τρόπο, ήταν γραμμένοι ώστε κάποτε κάποιος να τους υποδυθεί. Ο τρόπος που δομούσε τα έργα του, ενώνοντας μεγαλύτερες ή μικρότερες ιστορίες, διαφορετικές τοποθεσίες, θυμίζει πάνω απ’ όλα τη λογική του κινηματογραφικού μοντάζ. Δεν είναι τυχαίο ότι πρωτοπόροι σκηνοθέτες όπως ο Γκρίφιθς ή ο Αϊζενστάιν μιλούν για την ιδιαίτερη επιρροή του στην κινηματογραφική γλώσσα. Ακόμη, η εξαιρετική του ικανότητα στην περιγραφή, σήμαινε ότι μπορούσε να δημιουργήσει τόσο ζωντανές εικόνες με τις λέξεις του, που να θυμίζουν κάτι αντίστοιχο των storyboards στο σύγχρονο σινεμά και την τηλεόραση. Ο συνδυασμός όλων των παραπάνω, μαζί με την ιδιαίτερη σημασία που έδινε στους διαλόγους και στον τρόπο με τον οποίο μιλούσαν οι ήρωές του, καθώς και η επεισοδιακή φόρμα που είχαν οι ιστορίες του, μεταμόρφωσαν από νωρίς τα έργα του σε κάτι σαν δώρο σε όποιον ήθελε να τα διασκευάσει, αρχικά στο θέατρο, στη συνέχεια για τους μαγικούς φανούς, μετά στο σινεμά και τέλος στην τηλεόραση.
Είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν πολλοί που θεωρούν ότι τα έργα του θα έπρεπε να διαβαστούν ως βιβλία. Παρουσιάζοντας αυτή την κινηματογραφική ρετροσπεκτίβα του Ντίκενς, υποθέτω ότι δεν συμμερίζεστε αυτή την άποψη; Τι θα λέγατε ότι οι κινηματογραφικές αυτές διασκευές προσφέρουν στα έργα του; Οι ταινίες κατορθώνουν να μεταδώσουν σε καινούργιες γενιές την ατμόσφαιρα και την ουσία τού τι είναι αυτό που τον έκανε τόσο σπουδαίο, τόσο δημιουργικό καλλιτέχνη. Και μας επιτρέπουν να αντιληφθούμε τη συναισθηματική ένταση: να έρθουμε κοντά με το εξαίρετο χιούμορ του, να καταλάβουμε το πάθος του και να μοιραστούμε το θυμό του απέναντι στην κοινωνική αδικία.
Γιορτάζουμε 200 χρόνια από τη γέννησή του. Τι θα λέγατε ότι είναι το στοιχείο που τον κρατά ακόμη επίκαιρο;
Περισσότερο απ’ οποιονδήποτε πριν από αυτόν από τους συγχρόνους του της Βικτοριανής εποχής υπήρξε ανανεωτής. Ένας επαναστάτης του οποίου τα γραπτά ξεπερνούν την εποχή του. Οι χαρακτήρες και οι ιστορίες που δημιούργησε αγγίζουν ακόμη τις καρδιές και το μυαλό μας και τα θέματα για τα οποία μίλησε παραμένουν ακόμη επίκαιρα.
Ποιος ήταν ο στόχος σας στο αφιέρωμα αυτό που επιμεληθήκατε από κοινού με τον Πίτερ Ίτον εκτός από το να αναδείξετε τον πλούτο και το εύρος του κινηματογραφικού και τηλεοπτικού Ντίκενς;
Υπήρχαν αρκετοί λόγοι για να κάνουμε την κινηματογραφική και τηλεοπτική μεταγραφή των έργων του Ντίκενς ένα βασικό κομμάτι των εορτασμών των διακοσίων χρόνων του. Ένας από αυτούς ήταν να κάνουμε σαφή τη σύνδεση των έργων του Ντίκενς με την εξέλιξη της γλώσσας του σινεμά. Ένας άλλος ήταν ότι κοιτάζοντας πίσω, στις μεταφορές των έργων του στην οθόνη, είναι σαν να κοιτάζεις στην ίδια την ιστορία του σινεμά, αφού είναι ο συγγραφέας με τις περισσότερες διασκευές και στα δύο μέσα. Ένας τρίτος ήταν να γνωρίσουμε στο κοινό όλα αυτά τα σπουδαία έργα στο σινεμά και στην τηλεόραση που προέκυψαν από τη δουλεία του, κάποια από τα οποία δεν είναι τίποτα λιγότερο από αριστουργήματα, που ίσως να μην είχαν κερδίσει την αναγνώριση που τους άξιζε. Όλοι αυτοί οι λόγοι, βέβαια, εξυπηρετούν μια μεγαλύτερη, σπουδαία φιλοδοξία μας, να επιβεβαιώσουμε πως είναι σπουδαίος καλλιτέχνης, τα έργα του οποίου οφείλουν να διαβάζονται ξανά και ξανά.
Υπάρχει κάποια ταινία που θα λέγατε ότι είναι αγαπημένη σας από όλες αυτές τις διασκευές έργων του Ντίκενς; Ποια θα διαλέγατε και γιατί;
Υπάρχει μια ομάδα ταινιών που τόσο εγώ όσο και ο Μάικλ Ίτον τις θεωρούμε αληθινά αριστουργήματα. Μετράω σε αυτές τη βουβή εκδοχή του «Όλιβερ Τουίστ» από τον Φράνκ Λόιντ το 1933, την «Ιστορία Δύο Πόλεων» του Στιούαρτ Κόνγουεϊ του 1935, τον «Νίκολας Νίκλεμπι» του Καβαλκάντι του 1947, το «Όλιβερ!» του Κάρολ Ριντ του 1968 και το «Little Dorrit» της Κριστίν Έντζαρντ του 1987. Φυσικά πάνω απ’ όλα αυτά υπάρχει η σκιά των δύο διασκευών του Ντέιβιντ Λιν κι οφείλω να ομολογήσω ότι οι «Μεγάλες Προσδοκίες» του 1946 παραμένει η πιο αγαπημένη διασκευή έργου του Ντίκενς. Ήταν το πρώτο βιβλίο του Ντίκενς που είδα στο σινεμά και από την άποψη της ατμόσφαιρας, του εντυπωσιακού σκηνοθετικού χειρισμού και του συναισθηματικού αντίκτυπου, δεν νομίζω ότι έχω δει ποτέ τίποτα καλύτερο.
info Το αφιέρωμα θα λάβει χώρα από τις 29 Μαρτίου έως τις 3 Απριλίου στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος στην Αθήνα. Οι καθημερινές προβολές πλαισιώνονται από πέντε συζητήσεις στρογγυλής τραπέζης με την επιμέλεια του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ), με αφορμή τις διαφορετικές πτυχές του λογοτεχνικού του έργου (η κοινωνική κριτική της εποχής του, η πόλη, η παιδική ηλικία), τη λογοτεχνική του πρόσληψη στην Ελλάδα, αλλά και την κινηματογραφική διασκευή του. Σκηνοθέτες και άνθρωποι του κινηματογράφου, συγγραφείς, μεταφραστές και πανεπιστημιακοί, τόσο από την Ελλάδα όσο και από τη Μεγάλη Βρετανία, συζητούν μεταξύ τους αλλά και μοιράζονται με το κοινό σκέψεις και απόψεις για το πολυδιάστατο έργο του Ντίκενς.
Ανάμεσα στους ομιλητές θα είναι και ο Έιντριαν Γούτον, o διευθυντής του ιστορικού γραφείου Film London, μέλος της BAFTA και της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Ακόμα, στις συζητήσεις θα συμμετάσχει ο διακεκριμένος Βρετανός σεναριογράφος και συγγραφέας Μάικλ Ίτον και ο πρώην πρέσβης της Μεγάλης Βρετανίας στην Ελλάδα Σερ Ντέιβιντ Μάντεν, ο οποίος πρόσφατα ολοκλήρωσε τη συνέχεια του ημιτελούς μυθιστορήματος του Ντίκενς «Το μυστήριο του Έντουιν Ντρουντ».
Στη συνέχεια το αφιέρωμα θα ταξιδέψει στη Θεσσαλονίκη και θα φιλοξενηθεί από τις 5 έως τις 8 Απριλίου στην Αίθουσα Παύλος Ζάννας και στο Μουσείο Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Περισσότερες πληροφορίες για το αφιέρωμα, τις ώρες προβολών και τις εκδηλώσεις που περιλαμβάνει στο www.tainiothiki.gr