Κινηματογραφος

Σταυρούλα Τόσκα: Μια Ελληνίδα (σκηνοθέτρια) στη Νέα Υόρκη

Το ντοκιμαντέρ της «Beneath the olive tree» σκίζει στα φεστιβάλ και η ιστορία της μοιάζει σαν παραμύθι. Όχι εύκολο, αλλά εμπνευστικό.

Μανίνα Ζουμπουλάκη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ζούσε ήδη κάμποσα χρόνια στην Αμερική και δούλευε μάνατζερ σε έναν κινηματογράφο όταν έμαθε ότι η Ολυμπία Δουκάκη θα μιλούσε σε μια εκδήλωση. Αμέσως η Σταυρούλα προσφέρθηκε για εθελοντική εργασία στην εκδήλωση (να βάφει τα σκηνικά) και βρέθηκε σε μια τεράστια αίθουσα με άλλα 500 άτομα. Για να πλησιάσει τη Δουκάκη, την ακολούθησε στην τουαλέτα και της ζήτησε να πιούνε ένα καφέ κάποια μέρα… η οποία μέρα, ήρθε δύο μήνες αργότερα.

Συμπάθησαν αμέσως η μία την άλλη και συναντήθηκαν πολλές φορές από τότε. Η Σταυρούλα ήθελε να κάνει κάτι πέρα από αυτά που έκανε, αλλά δεν ήξερε τι ακριβώς. Σε κάποια φάση η Δουκάκη της έδωσε ένα βιβλίο, «Οι Ελληνίδες στην Αντίσταση».

«Συνειδητοποίησα ότι δεν ξέρω τίποτα για την Αντίσταση, έπαθα πώρωση κι άρχισα να διαβάζω τα πάντα (σχετικά), να παραγγέλνω βιβλία συνέχεια. Βρήκα το αυθεντικό βιβλίο με τα επτά ημερολόγια, το “Στρατόπεδα γυναικών”, και τον Ιούνιο του ’10 πήγα στο Τρίκερι. Η ταινία ολοκληρώθηκε σε πεντέμισι χρόνια, γιατί ερχόμουν στην Ελλάδα κι έκανα γυρίσματα όποτε είχα λεφτά…»

Η ταινία, λοιπόν: ένα ντοκιμαντέρ για μια κρυφή πλευρά της Αντίστασης, για τις γυναίκες που βρέθηκαν εξόριστες στο νησί Τρίκερι, απέναντι από τον Βόλο, και τα ημερολόγια που κρατούσαν στη διάρκεια της εξορίας τους. Τα οποία έκρυβαν κάτω από ένα ελιόδεντρο για να μην τα κατάσχουν οι φρουροί. Αρκετές από τις πρώην εξόριστες, ηλικιωμένες πια, μιλάνε στην κάμερα με ζωηράδα 20χρονων κοριτσιών – όλες έχουν φωτογραφικό υλικό, εκτός από ολοζώντανες αναμνήσεις. Η Ολυμπία Δουκάκη είναι η αφηγήτρια, η (μαγνητική) φωνή πίσω από τις εικόνες. Η ταινία δεν είναι νοσταλγική, είναι ειλικρινής και απλή, με ένα καλοκαιρινό χρώμα και μια νησιώτικη αίσθηση που σε κερδίζει πριν ακόμα μπεις στην Ιστορία την ίδια.

image

«Βρέθηκα από το χωριό μου, τη Σίνδο που δεν είναι χωριό πια, στην Νέα Υόρκη με ελάχιστα χρήματα και χωρίς κανέναν γνωστό, με δύο μονόλογους που είχα ετοιμάσει στα αγγλικά και τους έλεγα ακόμα και στον ύπνο μου… πέρασα οντισιόν στην American Academy of Dramatic Arts, με πήρανε, και έφτιαξα ψεύτικα χαρτιά για να με δεχτούν ως φοιτήτρια – το χειρότερο που μπορεί να συμβεί, έλεγα, είναι να με στείλουν πίσω. Παράλληλα δούλευα σε εστιατόρια, παντού…. Αλλά σιγά-σιγά βαρέθηκα να τρέχω από οντισιόν σε οντισιόν, με ψηλά τακούνια και στενά παντελόνια, με άλλες 75 γκόμενες ντυμένες σαν κι εμένα να περιμένουν μαζί μου στην ουρά, μου πέρασε η καψούρα με την υποκριτική. Βρήκα δουλειά σε ένα μεγάλο κινηματογράφο, το Paris Theater στην 5η Λεωφόρο. Σε ένα χρόνο έγινα η πρώτη γυναίκα γενική διευθύντρια του ParisTheater. Και μετά, το καλοκαίρι που έκλεινα τα 30 συνειδητοποίησαότι ότι έψαχνα κάτι άλλο, ότι δεν θέλω να κοιτάζω πίσω κάποια στιγμή και να λέω “έπρεπε να είχα κάνει εκείνο και το άλλο”...»

Κι έτσι έκανε αυτό που ήθελε – την ταινία. Την έστειλε σε 15 Φεστιβάλ και πήρε 5 βραβεία. «Μας δέχτηκαν σχεδόν αμέσως στα Φεστιβάλ, αλλά δεν το άφηνα έτσι, έστελνα προσωπικά μέiλ σε διευθυντές εξηγώντας γιατί γύρισα αυτή την ταινία…», λες και μπορεί να πιστέψει κανείς, όταν την γνωρίσει, ότι υπάρχει κάτι που θέλει να πετύχει η Σταυρούλα Τόσκα και το «αφήνει έτσι».

image