Φωτογραφια

Κατερίνα Καλούδη: «Αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου»

Έμπνευση αποτέλεσε η διαδικασία του αδειάσματος του σπιτιού των γονιών της καλλιτέχνη, μετά τον θάνατο της μητέρας της

A.V. Team
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

H Κατερίνα Καλούδη στο Mουσείο Μπενάκη: Η έκθεση φωτογραφίας με τίτλο «Αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου» και η ανάγκη να διαχειριστεί το πένθος

Μια συναισθηματικά φορτισμένη φωτογραφική έκθεση παρουσιάζει η Κατερίνα Καλούδη στο μουσείο Μπενάκη, με τίτλο «αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου». Πρόκειται για έργα που αναδύθηκαν και ολοκληρώθηκαν καθώς η καλλιτέχνης άδειασε το σπίτι των γονιών της, μετά τον θάνατο της μητέρας της.

Μια διαδικασία που της αφύπνισε θύελλα συγκινήσεων, αποτέλεσε μέρος της αυτοανάλυσής της, της αναδρομής στην μέχρι τότε ζωή της, σε αυτή των γονιών και των προγόνων της, που καταλήγει στη βαθύτερη συνειδητοποίηση ότι μετά τον θάνατο των γονιών, δεν απομένει πια κανείς πίσω. Πως η ζωή τρέχει και αλλάζει συνεχώς και πως, όπως και όλοι άλλωστε, θα κάνουμε τον κύκλο μας.

Έργο της Κατερίνας Καλούδη από την έκθεση «Αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου» στο μουσείο Μπενάκη.

«Συγχρόνως, κοιτώντας το παρελθόν, συνειδητοποίησα  τον σύνδεσμο με τους σημαντικούς άλλους, δηλαδή αυτούς που μου έδωσαν την πρώτη εικόνα του τι σημαίνει σπιτικό και οικογένεια. Ένοιωσα πως όσο περισσότερο γνωρίζουμε πράγματα για την οικογένεια μας και την ιστορία της, τόσο περισσότερο γνωρίζουμε τον εαυτό μας» αναφέρει η καλλιτέχνης.

Η ανάγκη της να διαχειριστεί το πένθος, τα ευάλωτα συναισθήματα και την ανασκόπηση του παρελθόντος, παράλληλα με την πανδημία του κορωνοϊού που της έδωσε απρόσμενο χρόνο, οδήγησαν την Κατερίνα Καλούδη να μετατρέψει την τραπεζαρία του πατρογονικού σπιτιού της σε φωτογραφικό στούντιο, και να δημιουργήσει εικόνες μέσα από τα  αντικείμενα, τα υφάσματα, τα ρούχα, τις παλιές φωτογραφίες, τις αναμνήσεις - τις κάθε λογής ιστορίες της οικογένειας και τους φανταστικούς εσωτερικούς διαλόγους της.

Έργο της Κατερίνας Καλούδη από την έκθεση «Αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου» στο μουσείο Μπενάκη.

«Η δημιουργία αυτών των έργων λειτούργησε σαν ένα καταφύγιο από το πένθος και την απώλεια και παράλληλα μου έδωσε τον χρόνο να συνειδητοποιήσω ακόμα βαθύτερα τον σύνδεσμο με αυτούς από τους οποίους προήλθα, να τους τιμήσω, να τους ευχαριστήσω και να τους συγχωρήσω, και … να αποσυνδεθώ».

Η έκθεση έχει δύο άξονες ύπαρξης. Ο ένας είναι ένας φωτογραφικός καλλιτεχνικός διάλογος, κι ο άλλος ένας συναισθηματικός διάλογος, ενός ανθρώπου που κοιτάει το παρελθόν του κι έρχεται αντιμέτωπος με τον θάνατο. Άξονες αόρατους, που φαίνονται σαν ένας.

Έργο της Κατερίνας Καλούδη από την έκθεση «Αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου» στο μουσείο Μπενάκη.

Υπάρχουν έργα μεμονωμένες φωτογραφίες και συνδυασμός πολλών μαζί καθώς και κάποια ασπρόμαυρα πορτραίτα προγόνων τυπωμένα σε παλιά διάφανα υφάσματα που βρήκε η καλλιτέχνης αδειάζοντας το σπίτι. Τις φωτογραφίες συνοδεύουν λεζάντες με σκέψεις και συναισθήματα που βίωσε η Κατερίνα Καλούδη και αποτέλεσαν κίνητρο για τη δημιουργία τους. Τα έργα θα εκτίθενται χωρίς τίτλους.

Όταν μένεις ορφανός, ακόμη και σ’ ένα προχωρημένο στάδιο της ζωής σου, αναγκάζεσαι να αντιληφθείς διαφορετικά τον εαυτό σου. Είναι η διαδικασία του πένθους, που θα μπορούσε επίσης να αποκαλεστεί και το τελετουργικό της μετάβασης, μεταμόρφωση.

Είναι γεγονός πως μετά τον θάνατο των παππούδων μας και στην συνέχεια των γονιών μας, δεν απομένει πιά κανένας πίσω από μας. Απομένει μόνο μία διπλή απουσία, κάτι σαν ανατριχιαστικό και κρύο ρεύμα στην πλάτη μας.

Με την αποχώρησή τους, οι γονείς μας παίρνουν μαζί τους ένα μέρος του εαυτού μας και καθώς τους συνοδεύουμε στον τάφο τους, ενταφιάζουμε ταυτόχρονα και την παιδική μας ηλικία.

Έργο της Κατερίνας Καλούδη από την έκθεση «Αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου» στο μουσείο Μπενάκη.

Κατερίνα Καλούδη: Ολόκληρο το κείμενο της φωτογράφου για την έκθεση «Αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου»

Μεταμορφώνοντας την απουσία σε παρουσία

Αυτή η φωτογραφική δουλειά αναδύθηκε και ολοκληρώθηκε καθώς άδειαζα το σπίτι των γονιών μου. Σχετίζεται με την ψυχολογική και την πρακτική διεργασία που όλοι, κάποια στιγμή στη ζωή, καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε. Και για όποιον δεν την έχει περάσει, αυτή η δοκιμασία-διεργασία στέκεται μπροστά του. 

Η μητέρα μου πέθανε ξαφνικά. Δεν μπόρεσα να την αποχαιρετήσω.  Η αναχώρησή της  ήταν κάτι πολύ ιδιαίτερο, και δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα από όσα έχω ζήσει. Αφύπνισε  μέσα μου συγκινήσεις που δύσκολα μπορώ να συλλάβω και να εκφράσω με λόγια.  

Το σπίτι έμεινε. Όπως το ήξερα επί πενήντα χρόνια… Η μυρωδιά, τα έπιπλα, τα αγαπημένα  αντικείμενα. Σε κάθε γωνιά μια ανάμνηση. Ένα ολόκληρο σύμπαν παλλόμενο από νοσταλγία.

Τον πρώτο καιρό δεν ήθελα να ακουμπήσω τίποτα μέσα στο σπίτι.Το τακτοποιούσα και  ο καθάριζα. Σαν κάτι ιερό, που ούτε είχα  δικαίωμα να το αγγίξω αλλά που ούτε το ήθελα. Προσπαθούσα να συμφιλιωθώ με την απώλεια, χωρίς να ξέρω από πού να πιαστώ.

Όμως να που έπρεπε να προχωρήσω σε μια από τις πιο οδυνηρές εμπειρίες της ζωής, να εκτελέσω το πιο βαρύ ψυχολογικό έργο που μπορεί κανείς να φανταστεί, με τις πιο περίπλοκες και αντιφατικές επιπτώσεις:  να το αδειάσω. Αδειάζω, ένα ρήμα που σε μένα ακούγεται κάπως άσχημο και επιθετικό, αλλά που δεν βρίσκω άλλο συνώνυμό του για να το μαλακώσω.  Αδειάζω σημαίνει, επίσης, και το εσωτερικό άδειασμα: ρίχνω τα πέπλα, τις μάσκες, αποκαλύπτομαι. Αδειάζω από τις δυνάμεις μου, χάνω για λίγο την ενεργητικότητά μου, αφήνομαι, όπως ποτέ άλλοτε: σαν να προσπαθώ να περπατήσω στο άπειρο.

Το άδειασμα με οδήγησε στο άνοιγμα και το άνοιγμα στην απελευθέρωση.  Άνοιξα, όχι μόνο πρακτικά, τα ντουλάπια, τα συρτάρια, τα ντοσιέ, την αποθήκη,  αλλά και μεταφορικά το  παρελθόν τους, που είναι και δικό μου παρελθόν. Η ζωή και η ιστορία των οικογενειών από τις οποίες προερχόμαστε μας έχουν επηρεάσει και σχηματίσει. Έμαθα, συνειδητοποίησα και αποδέχτηκα περισσότερα πράγματα για τις σχέσεις μου με τους γονείς και για τις σχέσεις των γονιών με τους παππούδες και άλλους προγόνους. Γνώρισα τον εαυτό μου βαθύτερα.

Η γενιά των γονιών μου δεν αποχωριζόταν τίποτα.  Όλα τα χρόνια της ζωής τους στοιβαγμένα  εκεί. Τόσα  πράγματα… Κι απ’ αυτά ξεπηδούσαν όχι μόνο οι μορφές τους αλλά και η προσωπικότητα, ο χαρακτήρας τους, οι λογής ιστορίες τους και οι αξίες της  εποχής που έζησαν. 

Χρειάστηκε χρόνος και ενέργεια, και πολλές συναισθηματικές διακυμάνσεις,  για να ξεδιαλέξω, να αποτιμήσω, να ταξινομήσω, να πετάξω, να χαρίσω, να πουλήσω, να φυλάξω. Είχα την τύχη να συμπέσει το άδειασμα του σπιτιού με την πανδημία του κορωνοϊού, κι έτσι μου δόθηκε απρόσμενος  χρόνος για να διαχειριστώ το συναισθηματικό κομμάτι, να ολοκληρώσω το διαδικαστικό, αλλά και να δημιουργήσω.

Ως αντίβαρο στη συναισθηματική και πρακτική διεργασία του αδειάσματος άρχισα να  φωτογραφίζω.  Μετέτρεψα την τραπεζαρία του σπιτιού σε στούντιο κι άρχισα να αποκτώ μια άλλη σχέση, μια εικαστική σύνδεση με τα  αντικείμενα, τα  υφάσματα, τα ρούχα, τις παλιές φωτογραφίες,  τις αναμνήσεις , τις ιστορίες της οικογένειας, τους  φανταστικούς εσωτερικούς διαλόγους και τα συναισθήματά μου.  Οι  φωτογραφίες έγιναν το καταφύγιο μου από το πένθος και με βοήθησαν να ανταπεξέλθω σ’ αυτό, τις ώρες και τις στιγμές που βούλιαζα στις μνήμες και την οδύνη τους.

Επιπλέον έμπνευση για τα έργα μου αποτέλεσαν και τα κείμενα από το βιβλίο Αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου, της Λίντια Φλέμ (εκδ. Μελάνι). Δούλεψα  πάνω σε διαφορετικές φωτογραφικές ιδέες  μέχρι να αισθανθώ  πως είχα βρει τη «λύση» που απέδιδε  οπτικά  κάποιες  φράσεις  του βιβλίου.  Για παράδειγμα, έκανα πολλές απόπειρες να εκφράσω την πρόταση  «συνοδεύοντας τους γονείς  στον τάφο, ενταφιάζουμε ταυτόχρονα και την παιδική μας ηλικία». Έθαψα φωτογραφίες στο χώμα, σχημάτισα τα γράμματα του ΤΕΛΟΣ και FIN με όλες τις ασπρόμαυρες  παιδικές φωτογραφίες μου, μετάλλαξα  άλλες καίγοντας, βρέχοντας, τρυπώντας τες, αλλά τελικά η λύση ήρθε όταν βρήκα ένα μικρό πεθαμένο πουλί μπροστά στην πόρτα του σπιτιού. Ταύτισα συμβολικά αυτό το  μαύρο πουλάκι με τον θάνατο που με είχε αποκόψει μια για πάντα από την παιδική μου ηλικία και δημιούργησα μια εικόνα που δεν την είχα  καθόλου φανταστεί.  Αυτό είναι εξάλλου και το μαγικό ενδιαφέρον της τέχνης: ότι ο καλλιτέχνης ψάχνει και πειραματίζεται  πάνω στις σκέψεις και τα συναισθήματα που κυριαρχούν  σε συγκεκριμένες περιόδους  της ζωής του, κι όταν έχει βρει κάτι που τα απηχεί όλα αυτά το μοιράζεται προς τα έξω.

Η δουλειά που παρουσιάζεται εδώ έχει δύο άξονες ύπαρξης. Ο ένας  είναι η ενδεχόμενη καλλιτεχνική της σημασία, κι ο άλλος μια υποκειμενική σημασία, μέρος της  αυτοανάλυσής μου και της αντίδρασης προς τον θάνατο. Άξονες αόρατους, που φαίνονται σαν ένας.

Η δημιουργία των έργων μεταμόρφωσε την όλη εσωτερική κι εξωτερική διεργασία για το άδειασμα του πατρογονικού σπιτιού και μου έδωσε τη δύναμη και τον τρόπο να συνειδητοποιήσω βαθύτερα τον σύνδεσμο με αυτούς από τους οποίους προήλθα, να τους τιμήσω, να τους ευχαριστήσω, να τους συγχωρήσω. Και, κατά κάποιο τρόπο, να αποσυνδεθώ.


Info
«Αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου» φωτογραφική έκθεση της Κατερίνας Καλούδη
Μουσείο Μπενάκη 
Εγκαίνια
: 30/3/22
Διάρκεια έκθεσης 31/3-22/5/22
Η έκθεση θα είναι ανοιχτή τις ημέρες & ώρες λειτουργίας του μουσείου
Εισιτήρια: € 6, € 3