- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο Γιώργης Γερόλυμπος φωτογραφίζει το ΚΠΙΣΝ
30 συναρπαστικές εικόνες τραβηγμένες από 120μ. ύψος και μια συζήτηση με τον ταλαντούχο φωτογράφο
Ένα μήνα έχω το βιβλίο που μου έστειλε ο Γερόλυμπος, σχεδόν μόλις το πήρε και ο ίδιος στα χέρια του. Ένα μήνα και ακόμα το ξεφυλλίζω. Δεν με εκπλήσσει. Πάντα έτσι αντιμετώπιζα τις εικόνες αυτού του «εξωφρενικού φακού». Είτε πρόκειται για τα μπαλκόνια μιας πολυκατοικίας στην Πενσακόλα, είτε για τα θαμπά τοπία στην ομίχλη της Θεσσαλονίκης, είτε πρόκειται, όπως τώρα, για τα πάνελ φεροτσιμέντου στα στέγαστρα του ΚΠΙΣΝ. Κάθομαι με τις ώρες και τις κοιτάω. Έχουν άγνωστες ιστορίες να μου διηγηθούν, ταξιδεύουν τη μνήμη μου, μου θυμίζουν το παιδί που υπήρξα, τα ταξίδια μου, μερικές στιγμές που έζησα στην άκρη του μη γραμμικού χρόνου... και πάντα μα πάντα γιατί θαυμάζω την πάγια θέση ζωής που αποπνέει η δουλειά του Γερόλυμπου: Να είσαι προσηλωμένος σ’ αυτό που κάνεις, να το αγαπάς, να το υπηρετείς με συνέπεια και να το σέβεσαι.
Το καινούργιο του βιβλίο, «Ορθογραφίες» το ονόμασε, στην ουσία αποτελεί την αφήγηση της πορείας κατασκευής του ΚΠΙΣΝ με αεροφωτογραφίες κατόψεων που σου κόβουν την ανάσα, όχι απαραίτητα από την κλίμακα και τα μεγέθη όσο από το θρίαμβο της φωτογραφικής αισθητικής. Έχω μια υποψία ότι κάθε φορά που ο Γερόλυμπος από την άκρη μιας μπούμας σήκωνε τη μηχανή για να φωτογραφήσει κατόψεις του εργοτάξιου, έφερνε στη μνήμη του τη συμβουλή του F. Evans: «Try for a record of an emotion rather than a piece of topography».
Σε όλες τις λήψεις διακρίνεται η φροντίδα ενός μεθοδικού, προσηλωμένου και επίμονου ανθρώπου που ενώ βρίσκεται μπροστά σε ένα χαώδες σύμπαν, κοινότοπο και αφιλόξενο για τους πολλούς, καταφέρνει όχι απλά να ιεραρχήσει και να πειθαρχήσει αυτό το αταξινόμητο υλικό, αλλά να δώσει ένα εικαστικό αποτέλεσμα που συναρπάζει και συμπυκνώνει όλη την ιστορία της Τέχνης σε ένα μόνο καρέ.
Κανάλι, σκυρόδεμα κοίτης, κατασκευαστικοί αρμοί
Είναι τόσο απίστευτο το ύψος (κυριολεκτικά και μεταφορικά) αυτών των φωτογραφιών, τόσο πολλοί οι διαφορετικοί συνδυασμοί υλικών, σχημάτων και χρωμάτων, τόσο λεπτομερέστατες οι περιγραφές, που δίνουν στο ανθρώπινο μάτι την ευκαιρία να φτιάξει εύκολα το δικό του παραμύθι. Εγώ που δεν είμαι ούτε ζωγράφος, ούτε γλύπτης, ούτε φωτογράφος, ούτε, πολύ περισσότερο, κριτικός τέχνης, βλέπω π.χ. τις φωτογραφίες που έχει τραβήξει από τις στεγανοποιήσεις των στεγών στο πάρκινγκ των αυτοκινήτων και αυτόματα από το μυαλό μου περνά ο Tinguely, το «Paravent» του Τanguy, ένα γλυπτό του Joan Miro, ένα κεραμικό της Βερναδάκη, ένα φόρεμα του Kansai Yamamoto. Οι φωτογραφίες που δείχνουν το μεταλλικό πλέγμα των φωτοβολταϊκών πάνελ μού θυμίζουν το «Cutting Mat» που έχω στο σπίτι και γράφω. Οι φωτογραφίες από την κάτοψη των μονώσεων στη στέγη της Βιβλιοθήκης, με αυτές τις υπέροχες μπλε ράβδους, μου φέρνουν στο μυαλό μια χούφτα σοκολατάκια Υγείας Παυλίδη. Τις πανοραμικές αεροφωτογραφίες από τις χωματουργικές εργασίες του λόφου θαρρώ τις έχω ξαναδεί στον Εμπειρίκο, όταν φωτογράφιζε τα Γιάννενα και τη Σαντορίνη τη δεκαετία του ’50. Και, φυσικά, οι άνθρωποι. Πρόσεξα πως σε καμία από τις 67 φωτογραφίες του άλμπουμ δεν λείπει ο άνθρωπος. Θα έλεγα, καλύτερα, ο άνθρωπος και η σκιά του. Η μεγάλη τεράστια σκιά του, που τον ξεπερνά, τον μικραίνει, τον εξαφανίζει. Ο άνθρωπος. Βρίσκεται εκεί, στο κέντρο ή στην άκρη της εικόνας, σιωπηλός και ευθυτενής σαν γλυπτό του Giacometti.
Oι «Ορθογραφίες» του Γιώργη Γερόλυμπου αφηγούνται με ευφυία και αισθαντικότητα τον τρόπο ολοκλήρωσης ενός τεράστιου κατασκευαστικού έργου. Αλλά για τον ίδιο, οι φωτογραφίες αυτές πιστεύω ότι αποτελούν απόδειξη σ’ ένα δικό του στοίχημα: «Να μεταφέρουν το ελάχιστο απαραίτητο ίχνος των μεγάλων αλλαγών που έλαβαν χώρα στο τοπίο αυτό, πριν η δυναμική του τελικού αποτελέσματος τις καταστήσει αυτονόητες και δεδομένες».
Δέκα χρόνια μετά το πρώτο κλικ στο ΚΠΙΣΝ, ο Γιώργης Γερόλυμπος κυκλοφορεί σήμερα για τους αναγνώστες και θαυμαστές του Κέντρου μια παραδομένα καλαίσθητη έκδοση-μαρτυρία για το πώς φτιάχτηκε κάποτε μια Ακρόπολη για την εποχή μας. Tι κράτησε για τον εαυτό του; Το ωραίο ταξίδι.
Μπορείτε να θυμηθείτε από τι ύψος τραβήξατε την πρώτη σας φωτογραφία και τι φωτογραφίσατε;
Από το ύψος του παραθύρου ενός αυτοκινήτου. Τράβηξα από τη θέση του συνοδηγού. Περιμέναμε τον πατέρα μου να επιστρέψει από μια επίβλεψη (ήταν αρχιτέκτονας) και η μητέρα μου μού δάνεισε τη μηχανή της. Ήταν μια φωτογραφία ενός δρόμου...
Ποιο ήταν το θέμα της πρώτης σας δημοσιευμένης φωτογραφίας; Θυμάστε;
Απεικόνιζαν κτίρια της δεκαετίας του ’60 από όλη την Ελλάδα. Με είχε επιλέξει ο Γιώργος Σημαιοφορίδης για να συμμετάσχω στην Τριενάλε Αρχιτεκτονικής του Μιλάνου το 1995.
Πώς αναλάβατε ως επίσημος φωτογράφος του ΚΠΙΣΝ;
Το 2007 δέχτηκα την τιμητική πρόσκληση του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος να καταγράψω φωτογραφικά την εξέλιξη των εργασιών για τη δημιουργία του Κέντρου Πολιτισμού. Πιστεύω ότι στην απόφαση του αυτή συνέβαλε και το γεγονός ότι εκτός από φωτογράφος είμαι και αρχιτέκτων. Εκείνη την εποχή είχα μόλις ολοκληρώσει την αντίστοιχη φωτογραφική παρακολούθηση της κατασκευής της Εγνατίας Οδού. Το Ίδρυμα έκρινε ότι είχα την απαραίτητη εμπειρία και επάρκεια για την ανάληψη αυτής της μεγάλης ευθύνης. Ελπίζω ότι η επιλογή του απεδείχθη ορθή.
Αναρωτιέμαι τι ενδιαφέρον μπορεί να έχει για ένα φωτογράφο ένα... εργοτάξιο;
Ένα εργοτάξιο είναι ένας ολόκληρος κόσμος. Κλειστός και ως επί το πλείστον ιδιωτικός. Τον βλέπουν λίγοι, αυτοί που δουλεύουν μέσα. Πρόκειται για έναν κόσμο που αλλάζει διαρκώς, ημέρα με την ημέρα, και παρόλα αυτά παραμένει για μεγάλο διάστημα ένα ενδιάμεσο τοπίο, ένας τόπος ημιτελής. Θεωρώ ότι για ένα φωτογράφο, αυτές οι ποιότητες καθιστούν το εργοτάξιο θέμα συναρπαστικό.
Στέγαστρο Εθνικής Λυρικής Σκηνής, άνω επιφάνεια, φωτοβολταϊκά πάνελ
Ο Renzo Piano, προλογίζοντας το βιβλίο σας, γράφει ότι εξαιτίας του πατέρα του, που ήταν κατασκευαστής, αγάπησε τα εργοτάξια. Τα θεωρεί μάλιστα «την ωραιότερη περιπέτεια ενός κτιρίου». Εσείς είχατε επίσης κάποια σχέση από μικρός;
Ναι, αντίστοιχη με εκείνη του Renzo Piano. Έχω μεγαλώσει σε σπίτι αρχιτεκτόνων. Από πολύ μικρός «εκτέθηκα» στη θέα των εργοταξίων και στις ποιότητες αυτού του ιδιαίτερου κόσμου.
Η συγκεκριμένη ανάθεση ανήκει μ’ έναν τρόπο στις λεγόμενες «δύσκολες αποστολές»; Ουσιαστικά σας ζητήθηκε να τεκμηριώσετε φωτογραφικά την πορεία της κατασκευής ενός έργου. Δεν φοβηθήκατε ότι αυτό θα περιόριζε κάπως τον καλλιτεχνικό σας ορίζοντα;
Ο φόβος υπήρξε πράγματι υπαρκτός. Για να τον καταπολεμήσω προσπάθησα, πέραν των συγκεκριμένων παραμέτρων που έπρεπε να απαντηθούν φωτογραφικά, να επεκτείνω τη φωτογραφία μου στη σφαίρα της εικαστικής αποτίμησης του έργου. Προσπάθησα να κάνω πράξη μια φράση του περίφημου φωτογράφου Lewis Baltz: «η καλή φωτογραφία οφείλει να ισορροπεί ανάμεσα σε δύο συνέπειες, τη συνέπεια προς τον κόσμο που αποτελεί τη βάση της επιστήμης και τη συνέπεια προς τον εαυτό της που αποτελεί τη βάση της τέχνης».
Υπάρχει η αρχαιολογική, η εμπορική, η ενάλιος φωτογράφιση, αλλά η εργοταξιακή (!) ακούγεται λίγο, πώς να το πω, εκκεντρικό. Τι λέτε;
Δεν είμαι σίγουρος ότι θα συμφωνήσω. Η φωτογραφία κατασκευής συμβαδίζει με την τέχνη της φωτογραφίας σχεδόν από τη γέννησή της. Στις δυτικές χώρες, όπως στις ΗΠΑ, τη Βρετανία, τη Γερμανία και τη Γαλλία, η φωτογραφία παρακολούθησε κτίρια και υποδομές κατά τη δημιουργία τους, ήδη από τον 19ο αιώνα. Φωτογράφοι στις ΗΠΑ φωτογράφισαν τη δημιουργία της σιδηροδρομικής σύνδεσης των δύο ακτών, ενώ ιδιαίτερα γνωστές είναι οι φωτογραφίες κατασκευής του Empire State Building και του Rockefeler Center, τις δεκαετίες 1920 και 1930. H φωτογραφική αυτή πρακτική είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στο δυτικό κόσμο, εμείς, απλώς, την αντιγράψαμε κάπως αργά.
Στέγαστρο, άνω επιφάνεια, προστατευτική επάλειψη
Στην εποχή μας, όπου τα drones οργώνουν τους ουρανούς του κόσμου, εσείς προτιμήσατε να σκαρφαλώνετε στους πυργογερανούς. Πώς το εξηγείτε;
Πράγματι. Τα drones έχουν επικρατήσει σε μεγάλο βαθμό στη σημερινή τεχνολογική εξέλιξη του φωτογραφικού μέσου. Η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στο να ανεβαίνεις ο ίδιος ή να φωτογραφίζεις με τηλεκατευθυνόμενη μηχανή είναι η φυσική παρουσία. Όταν φωτογραφίζεις με drone κοιτάς μια μαυρόασπρη οθόνη πολύ χαμηλής ανάλυσης. Φωτογραφίζεις χωρίς να αντιλαμβάνεσαι τις λεπτομέρειες. Αντίθετα, όταν βρίσκεσαι εσύ ο ίδιος σε ύψος, η επιλογή είναι δική σου. Φωτογραφίζεις μόνο όταν κρίνεις ότι αυτό που βρίσκεται μπροστά στα μάτια σου, αξίζει τη λήψη.
Ανήκουν τα drones στη φωτογραφική τέχνη; Τι λέτε;
Κάθε νέα τεχνολογία, όταν εμφανίζεται, χρησιμοποιείται στην αρχή χωρίς μέτρο και σιγά σιγά ωριμάζει. Με τον καιρό, μαθαίνουμε να χρησιμοποιούμε τα νέα μέσα με οικονομία. Η ιστορία της φωτογραφίας είναι μια συνεχής εξέλιξη της τεχνολογίας και του σταδιακού μέτρου στη χρήση της.
Γράφετε στο βιβλίο σας ότι θεωρείτε αυτό το πρότζεκτ την «καλύτερη συνεργασία που είχα στην επαγγελματική μου ζωή». Θέλετε να μας εξηγήσετε τους λόγους;
Είναι πολλοί και αρκετά σύνθετοι. Πρώτον γιατί έζησα την απίστευτη εμπειρία να παρακολουθήσω ένα έργο μεγάλης σημασίας, υψηλής ακρίβειας και εξαιρετικής ποιότητας. Επί δέκα χρόνια, εργάστηκα δίπλα σε ανθρώπους από όλο τον κόσμο, μαθαίνοντας νέα πράγματα, όχι μόνο για τη δική μου φωτογραφική πρακτική, αλλά και για την κατασκευή, το σχεδιασμό και τη ζωή γενικότερα. Και δεύτερον γιατί υπήρξα τυχερός να απολαμβάνω την υποστήριξη και την εμπιστοσύνη του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, που μου παρείχε απόλυτη δημιουργική ελευθερία και συνθετική πρωτοβουλία σε ό,τι καινούργιο επιθυμούσα να προτείνω.
Βιβλιοθήκη, μόνωση στέγης
Τι ποσοστό του δικού σας γούστου βρίσκουμε στις λήψεις σας;
Η αισθητική, η σύνθεση και το περιεχόμενο των λήψεων αποτελούν απολύτως δικές μου επιλογές. Οι φωτογραφίες του βιβλίου, 64 από τις πολλές χιλιάδες που τραβήχτηκαν, επελέγησαν ακριβώς γιατί εκφράζουν την προσωπική αισθητική.
Υπάρχουν λήψεις που λογοκρίθηκαν;
Ούτε στο ελάχιστο. Η μόνη «αυτολογοκρισία» που υπήρξε είναι ότι δεν παρέδωσα όσες φωτογραφίες θεώρησα μετριότατες.
Ποια ήταν τα «εργαλεία» σας; Με τι μηχανή τραβούσατε; Χρησιμοποιήσατε φίλτρα; Κάνατε παραμορφώσεις;
Δουλεύω με δύο μηχανές. Μία αρχιτεκτονική φωτογραφική μηχανή μεγάλου format με ψηφιακή πλάτη, υψηλής ακρίβειας, και μία DSLR με ιδιαίτερα φωτεινούς φακούς. Δεν έχω χρησιμοποιήσει ποτέ φίλτρο και προσπαθώ πάντοτε να αποφύγω την οποιαδήποτε παραμόρφωση.
Πάνελ φεροτσιμέντου έτοιμα για τοποθέτηση
Πόσο χρόνο σάς έπαιρνε η κάθε λήψη από τη στιγμή που φθάνατε στο Κέντρο;
Οι φωτογραφίσεις πολλές φορές διαρκούσαν όλη τη μέρα, από το πρωί έως αργά τη νύχτα, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, πιο στοχευμένων αποστολών, περιορίζονταν σε λίγες ώρες: τρεις με τέσσερις κατά μέσο όρο.
Σε τι ύψη ανεβαίνατε και πόσο χρόνο παραμένατε εκεί;
Τα ύψη ποίκιλλαν. Από το ελάχιστο των 35 μ. ως το μέγιστο των 120 μ. Η παραμονή μου διαρκούσε από 15 έως 90 λεπτά.
Γιατί γράφετε ότι σε έναν πυργογερανό είναι πιο επικίνδυνη η κάθοδος από την άνοδο;
Κυρίως γιατί έχεις μόλις ολοκληρώσει το σκοπό για τον οποίο ανέβηκες, χαλαρώνεις την προσοχή σου και κατεβάζεις τις άμυνές σου. Όταν αποσπάσαι, οι πιθανότητες λάθους πολλαπλασιάζονται.
Κτήριο Στάθμευσης Αυτοκινήτων, στεγανοποίηση στέγης
Είχατε πάντα τόσο καλή σχέση με το ύψος; Δεν νιώσατε ποτέ το αίσθημα του φόβου;
Δεν είχα καλή σχέση με το ύψος όταν ξεκίνησα αυτή τη δουλειά, αλλά οι επαναλαμβανόμενες άνοδοι αποτέλεσαν σταδιακή εκπαίδευση. Σιγά-σιγά εξοικειώθηκα με το ύψος και όταν αυτό συνέβη κατάφερα να δουλεύω απερίσπαστος, μειώνοντας την όποια αίσθηση ανησυχίας στο ελάχιστο.
Εκεί ψηλά, λοιπόν, απλωνόταν ένα θέαμα πρωτόγνωρο ενδεχομένως για εσάς αλλά κυρίως χαώδες. Πώς καταφέρνατε με το φακό σας να βάζετε τάξη σ’ αυτό το χάος;
Ο τρόπος που βρήκα ήταν να φωτογραφίσω το εργοτάξιο σε κάτοψη. Ακολουθώντας τις συνθετικές γραμμές του κτιρίου, το χάος της μεγάλης κλίμακας εξαφανίζονταν. Οργανώνονταν και ακολουθούσε συγκεκριμένους κανόνες. Η φωτογραφική μηχανή με βοήθησε στο να οργανώσω τις σκέψεις μου μέσα σε αυτό το απέραντο τοπίο.
Πώς μοιάζει η Αθήνα από ψηλά;
Μοιάζει με κτισμένα κύματα.
Δεν είναι άλλος καιρός εκεί πάνω;
Τελείως. Το ύψος έχει πάντοτε αέρα, ακόμα και αν στο έδαφος υπάρχει απόλυτη νηνεμία. Όσο ψηλότερα πηγαίνεις, τόσο δυνατότερες οι ριπές. Και πάλι, με τον καιρό, συνηθίζεις.
Λυρική Σκηνή, ενίσχυση φρεατίου σκηνής και πλάκα δαπέδου ισογείου
Θα μπορούσε αυτό το πρότζεκτ να είχε φωτογραφηθεί από το έδαφος και να είχε το ίδιο ενδιαφέρον;
Θα είχε άλλο ενδιαφέρον, εξίσου σημαντικό ενδεχομένως, αλλά σίγουρα διαφορετικό.
Οι άνθρωποι τι ρόλο έπαιξαν στις λήψεις σας;
Πρωταγωνιστικό! Η παρουσία τους έδωσε την ξεκάθαρη αίσθηση της κλίμακας και μετέτρεψε τα τοπία που φωτογράφισα σε αποτέλεσμα της ανθρώπινης εργασίας και προσπάθειας.
Ένα εργοτάξιο αλλάζει εικόνα κάθε μέρα. Πώς χειριστήκατε αυτό το «πρόβλημα»;
Ακριβώς ανάποδα, μη θεωρώντας το ποτέ «πρόβλημα». Ήταν το προτέρημα αυτού του τοπίου, η συνεχής αλλαγή του. Οι δυσκολίες που δημιουργούσε ήταν ασήμαντες μπροστά στις προοπτικές που έδινε. Ο ίδιος τόπος, το ίδιο σημείο, ήταν τελείως διαφορετικό λίγες ημέρες μετά. Οι δυνατότητες ήταν ατελείωτες. Θύμιζα και συνεχίζω να θυμίζω στον εαυτό μου ότι οι φωτογραφίες που παρήχθησαν διασώζουν το ελάχιστο ίχνος των μεγάλων αλλαγών που έλαβαν χώρα σε αυτό το τοπίο, πριν η δυναμική του τελικού αποτελέσματος τις καταστήσει δεδομένες. Ελπίζω ότι παρήχθη ένα αρχείο που θα κρατήσει διά παντός στη μνήμη τα ενδιάμεσα στάδια αυτού του μοναδικού για τα ελληνικά δεδομένα εργοταξίου.
Συνέβη κάτι όλα αυτά τα χρόνια άξιο να μας το διηγηθείτε;
Έχω αναρίθμητες προσωπικές αναμνήσεις και ιστορίες από τα δέκα χρόνια της παρουσίας μου στο εργοτάξιο. Κέρδισα φίλους, δούλεψα δίπλα σε ανθρώπους, παρακολούθησα ανθρώπους να δουλεύουν στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο ποιότητας. Αν θα θυμάμαι κάτι έντονα, είναι ο Χορός των Γερανών.
Κανάλι, αδιάβροχη μεμβράνη
Ποιο σημείο, ποια γωνία, ποιο κομμάτι του Κέντρου σάς άρεσε να φωτογραφίζετε περισσότερο;
Την Κεντρική Σκηνή της Λυρικής. Το μέγεθος, ο όγκος και οι ποιότητες της κατασκευής της παρέπεμπαν σε ένα μοναδικό σκηνικό, που θύμιζε ταινία επιστημονικής φαντασίας. Σε όλα της τα στάδια, παρήγαγε εικόνες, είτε από το έδαφος είτε από ύψος, που θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελέσουν σκηνικά διαφορετικών εποχών.
Φωτογραφήσατε το ΚΠΙΣΝ όλες τις ώρες της ημέρας και όλες τις εποχές. Ποια είναι η καλύτερη φωτογραφική του στιγμή;
Αργά το απόγευμα, λίγο πριν και λίγο μετά τη δύση του ηλίου.
Δουλέψατε σχεδόν μια δεκαετία αυτό το πρότζεκτ. Μπορείτε να μας δώσετε τις λήψεις που τραβήξατε με έναν αριθμό;
Πάνω από 75.000, παραδίδοντας μία στις δέκα.
Στο παρόν βιβλίο επιλέξατε αποκλειστικά από την ενότητα των αεροφωτογραφιών. Γιατί;
Από όλες τις πολλές χιλιάδες φωτογραφίες που τραβήχτηκαν και παραδόθηκαν, η ενότητα των κατόψεων ξεχωρίζει ως προς την εικαστικότητα και την αφαιρετικότητά της. Στην παλέτα των εκδόσεων που κυκλοφορούν και θα κυκλοφορήσουν στο μέλλον για το κτίριο, το βιβλίο «Ορθογραφίες» έρχεται να καλύψει το τμήμα της καλλιτεχνικής μονογραφίας, ενώ οι υπόλοιπες φωτογραφίες κοσμούν τις άλλες εκδόσεις για το κτίριο, που εστιάζουν στο ενδιαφέρον της αρχιτεκτονικής αλλά και της αρχιτεκτονικής θεωρίας.
Λυρική Σκηνή, ενίσχυση πλάκας στέγης
Γιατί δεν βλέπουμε στο βιβλίο φωτογραφίες από το ολοκληρωμένο έργο; Δεν θα «έγραφαν» κάπως τέτοιες εικόνες ένα είδος «επιλόγου»;
Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο αποτελείται από τις φωτογραφίες των κατόψεων και είναι το εικαστικό κομμάτι του βιβλίου, ενώ το δεύτερο παρουσιάζει ένα χρονολόγιο των εργασιών, από την πρώτη εικόνα που τραβήχτηκε στο χώρο, τον Ιούνιο του 2007, ως την τελευταία με ολοκληρωμένο το κτίριο, στο θερινό ηλιοστάσιο στις 20 Ιουνίου 2016. Το δεύτερο αυτό τμήμα λειτουργεί ως το απαραίτητο πληροφοριακό και τεχνικό σκέλος του βιβλίου και ενέχει θέση επιλόγου του πολυετούς αυτού πρότζεκτ.
Τι σκέψεις κάνετε τώρα που παραδόθηκε το έργο στο ελληνικό Δημόσιο;
Εύχομαι οι άνθρωποι που το παραλαμβάνουν να το αγαπήσουν όσο το αγαπήσαμε εμείς, που βρισκόμασταν εκεί κατά τη διάρκεια της κατασκευής του.
Είστε από αυτούς που πιστεύουν ότι θα ήταν καλύτερα να έμενε η διαχείριση στους δωρητές;
Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό, καθώς πρόκειται για δημόσια γη. Οι έγνοιες που εκφράζονται από το κοινό εδράζονται σε μια παρανόηση: ο κόσμος νομίζει ότι το κτίριο παραδόθηκε άδειο. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Το Κέντρο Πολιτισμού παραδόθηκε στην ελληνική κοινωνία με μία ολιγάριθμη αλλά εξαιρετικά ικανή και εργατική ομάδα νέων ανθρώπων, που έχουν υψηλή αίσθηση καθήκοντος. Αν το κοινό τούς γνώριζε όπως τους γνωρίζω εγώ, δουλεύοντας δίπλα τους όλα αυτά τα χρόνια, θα αντιλαμβανόταν ότι είμαστε σε καλά χέρια. Όλα θα πάνε καλά.
Ποιο είναι το επόμενο μεγάλο πρότζεκτ που σας ενδιαφέρει; Ή δεν υπάρχει;
Έχω αποκτήσει την απαραίτητη τεχνογνωσία και εμπειρία πια, ώστε να μπορώ να φέρω εις πέρας έργα αντίστοιχου μεγέθους και πολυπλοκότητας. Τέτοιοι χώροι και ανάλογα πρότζεκτ θα είναι πάντοτε στα άμεσα ενδιαφέροντά μου. Αλλά προς το παρόν προσβλέπω σε λίγες ημέρες ξεκούρασης....
Βιβλιοθήκη, πράσινο δώμα, δημιουργία εδάφους για φύτεψη
ΜΕΡΙΚΕΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ Ο ΓΙΩΡΓΗΣ ΓΕΡΟΛΥΜΠΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ
Γιατί διάλεξε να δείξει μόνο αεροφωτογραφίες
«...Διαθέτοντας το προνόμιο να είμαι θεατής ενός κλειστού ακόμη κόσμου, έχω περάσει σχεδόν μια δεκαετία της ζωής μου μέσα στο εργοτάξιο. Το έχω φωτογραφίσει ημέρες και νύχτες, χειμώνες και καλοκαίρια, με κρύο και με καύσωνα, μόνος ή μέσα σε πλήθος εργατών. Από όλες τις εικόνες που έχουν τραβηχτεί, μία αυτόνομη ενότητα ξεχωρίζει: οι φωτογραφίες κατόψεων της κατασκευής του Κέντρου Πολιτισμού, εικόνες που δημιουργήθηκαν κατά τις εναέριες περιφορές μου στην άκρη των πυργογερανών του εργοταξίου. Θεωρώντας ότι οι τελευταίες αποτελούν την πλέον εμβληματική καταγραφή των διαρκώς μεταβαλλόμενων όψεων του τοπίου και ότι ανταποκρίνονται με τον πιο περιεκτικό τρόπο στην πολυπλοκότητα του μεγάλου αυτού έργου, επέλεξα να συμπεριλάβω στην παρούσα έκδοση εικόνες αποκλειστικά από το εν λόγω σώμα φωτογραφιών…»
Πώς είναι το τοπίο σήμερα
«…Οδηγώ νότια, στη μεγάλη λεωφόρο που συνδέει την Αθήνα με τη θάλασσα, περνώντας δίπλα από την Ακρόπολη. Είναι ήδη αργά το απόγευμα και κατευθύνομαι αυτός το εργοτάξιο στο Φαληρικό Δέλτα για νυχτερινές λήψεις.
Βγαίνω από το αυτοκίνητο και παρατηρώ το Κέντρο Πολιτισμού ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Το έδαφος υψώνεται σταδιακά από το πάρκο έως το κτίριο, με τον ήλιο να δύει ακριβώς πίσω του, πάνω από το λιμάνι του Πειραιά. Το στέγαστρο αυτός Εθνικής Λυρικής Σκηνής μοιάζει να ίπταται πάνω από το κτίριο σαν φτερό αεροπλάνου, ραδινό και απέριττο, ενώ στην κάτω πλευρά του αντανακλώνται τα φώτα των διερχόμενων αυτοκινήτων στην παραλιακή λεωφόρο. Το πάρκο είναι έτοιμο, οι φυτεύσεις ολοκληρώνονται και το κανάλι γεμίζει νερό. Παρατηρώ αυτός κερκίδες, αυτός φαντάζομαι γεμάτες με παρέες κάτω από τα πλατάνια και την ίδια στιγμή έρχεται στο μυαλό μου ο χώρος αυτός άδειος, χρόνια πριν…».
Πώς ήταν το τοπίο τότε
«…Επισκέφτηκα τον χώρο του Φαληρικού Δέλτα για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 2007. Στην πρώτη μου επίσκεψη το έδαφος ήταν καλυμμένο με άσφαλτο από τη μία άκρη έως την άλλη. Ο τόπος λειτουργούσε αυθαίρετα ως χώρος στάθμευσης μεγάλων οχημάτων το πρωί και ως πίστα αγώνων το βράδυ. Ανύπαρκτη θέα και βλάστηση, όπου κι αν την αναζητούσες, περιμετρικά πολύβουες λεωφόροι, όλα απομάκρυναν την ανθρώπινη παρουσία και κλίμακα, καθιστώντας την περιοχή “no man’s land”. Από τότε, αργά και σταθερά, χωρίς θόρυβο και εντάσεις, το τοπίο έχει αλλάξει ριζικά. Εκατοντάδες εργάτες και μηχανικοί εγκαταστάθηκαν στο εργοτάξιο και βαριά μηχανήματα άρχισαν τη δουλειά τους, αναπλάθοντας για πάντα αυτόν τον τόπο, μετατρέποντάς τον σταδιακά από εγκαταλελειμμένο αστικό κενό σε πολιτιστικό και καλλιτεχνικό κέντρο της πόλης..».
Πώς προέκυψαν οι αεροφωτογραφίες από το ύψος των γερανών
«…Οι γερανοί δεν ήταν πάντα εκεί. Τα πρώτα χρόνια η φωτογράφιση επικεντρώθηκε στις εργασίες υποδομής και προετοιμασίας για τις κατασκευές μεγάλου μεγέθους που θα ακολουθούσαν. Η εμφάνιση των πυργογερανών άλλαξε το τοπίο εντελώς. Ξαφνικά ο χώρος διεκδίκησε την τρίτη διάσταση. Πήρε ύψος και, παίρνοντας ύψος, οδήγησε στην εξής διερώτηση: Πως άραγε φαίνεται από ψηλά; Υπάρχει λόγος να ανέβει κανείς εκεί και, αν ναι, με ποιον τρόπο;
Η άνοδός μου στους γερανούς απαίτησε λίγο καιρό μέχρι να τη συνηθίσω. Στην αρχή επέλεξα να ανεβαίνω από την κεντρική τους κολόνα, όπως οι χειριστές, οι οποίοι με βοήθησαν υποδεικνύοντάς μου τον τρόπο. Ανέβαινα σταδιακά, στηριζόμενος και με τα δυο χέρια στις κουπαστές, και με αρκετές στάσεις, για να εξοικειωθώ με το ύψος. Όταν απέκτησα την απαραίτητη εμπειρία, άρχισα να βγαίνω στην μπούμα, την οριζόντια δοκό που εξέχει από τον γερανό και σηκώνει τα φορτία. Κοιτάζοντας ωστόσο προς τα κάτω, το μεγαλύτερο μέρος του κάδρου, όπως κι αν φωτογράφιζα, το καταλάμβανε ο ίδιος ο γερανός.
Η λύση ήταν να απομακρυνθώ όσο περισσότερο μπορούσα από τον κάθετο άξονα, βγαίνοντας ακριβώς στην άκρη της μπούμας. Οπότε, φόρεσα τη ζώνη ασφαλείας, δέθηκα στο μεταλλικό καλάθι και, παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, ζήτησα από τον χειριστή να με οδηγήσει όσο πιο ψηλά και όσο πιο μακριά μπορούσε. Και εκεί, να τη! Μπροστά στα έκπληκτα μάτια μου εμφανίστηκε η κάτοψη του εργοταξίου! Με το ένα μάτι στο σκόπευτρο της μηχανής και με το άλλο στο αλφάδι, για να ελέγχω την παραλληλία με το έδαφος, άρχισα να φωτογραφίζω ασταμάτητα, ώστε να μη δώσω στον εαυτό μου το χρόνο να σκεφτεί που βρισκόταν. Παρακολουθούσα τους εργάτες ιπτάμενος ακριβώς από πάνω τους – σε ύψος 35, 80 ή 115 μέτρα – αόρατος, καθώς όλοι εργάζονταν · κανείς δεν σήκωνε το βλέμμα προς τα πάνω. Κάθε φορά κρατούσα ως άξονες της σύνθεσής μου τις βασικές γραμμές του υπό ανέγερση κτιρίου που βρισκόταν μπροστά στο φακό μου.
Σε κάθε «πτήση» συνειδητοποιούσα ότι η θέαση του εργοταξίου από ψηλά, σε κάτοψη, υπήρξε για μένα τόσο αποκάλυψη όσο και ανακούφιση: αποκάλυψη γιατί το θέαμα συνεπήρε το βλέμμα του φωτογράφου, δίνοντάς του μοναδικές εικόνες· και ανακούφιση γιατί η ταξινόμηση του χώρου μέσω της κάτοψης οργάνωσε τα πάντα στη σκέψη του αρχιτέκτονα. Ξαφνικά όλα πήραν τη θέση τους και η κεντρική ιδέα της προσέγγισης έγινε ξεκάθαρη: καταγραφή και ερμηνεία των εν εξελίξει τοπίων του εργοταξίου, οι οποίες ακολουθούσαν το αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο και συγχρόνως αποτυπώνονταν με φωτογραφική γλώσσα…».
ΙΝFO: Το φωτογραφικό λεύκωμα «Οrthographs» του Γιώργη Γερόλυμπου (αγγλικά - ελληνικά κείμενα) αποτελεί την πρώτη έκδοση Έλληνα φωτογράφου από τον Εκδοτικό Οίκο Yale University Press. Την παραγωγή της έκδοσης υπογράφει o εκδοτ. οίκος Μelissa. Εκτυπώθηκε στη Βερόνα της Ιταλίας. Την Πέμπτη 30/3 στις 19.30 θα γίνει η επίσημη παρουσίασή του στον Φάρο του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Θα μιλήσουν ο Philip Blackwell, Ιδρυτής του Ultimate Library, Μεγάλη Βρετανία, ο Τάκης Θεοδωρόπουλος, συγγραφέας, δημοσιογράφος, η Κατερίνα Κοσκινά, διευθύντρια Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, και ο Ηλίας Κωνσταντόπουλος, αρχιτέκτονας, καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών. Τη συζήτηση θα συντονίσει η δημοσιογράφος της «Καθημερινής» Μαργαρίτα Πουρνάρα.
Περισσότερα για τον Γιώργη Γερόλυμπο εδώ.