Εικαστικα

Κώστας Πανιάρας

Ένα παλιότερο κείμενο του γνωστού εικαστικού στην A.V.

A.V. Team
ΤΕΥΧΟΣ 319
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μου φαίνεται αδιανόητο το ότι οι άνθρωποι θέλουν να φαίνονται άλλο πράγμα από αυτό που είναι.  -Jean  Millet

Η σκυτάλη της νεοελληνικής τέχνης, που καταϊδρωμένη γίνεται οικουμενική, είναι στα χέρια των σημερινών νεωτεριστών. Η κληρονομική «ελληνοπρέπεια», όπως και η εθνική κλάψα, είναι ένα τελειωμένο παραμύθι που δεν εξαργυρώνεται πια έξω από τα στενά σύνορά της… Βέβαια, σε εποχές σαν τη δική μας, ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια και αμέτρητοι νεόκοποι  καλλιτέχνες-οπορτουνιστές. Πολλές φορές το κοινό ξεγελιέται. Αλλά πόσες επίδοξες μεγαλοφυΐες μπορεί να χωρέσει η κάθε γενιά; Ποια μπιενάλε και ποιος αδέκαστος θεωρητικός της τέχνης θα καθορίσουν αυτούς που θα γίνουν γνωστοί στα 25 τους και πλούσιοι στα 30; H καλοπέραση δεν φέρνει πίσω ούτε την παραμικρή χαμένη στιγμή τέχνης. Η λεγόμενη καλή ζωή είναι το μοναδικό αγαθό των φαύλων.

Στα εικοσιπέντε μου, το 1956, εγκαταστάθηκα στο Παρίσι, όπου έμεινα τα καλύτερά μου, είκοσι ολόκληρα χρόνια. Τι είδα, τι άκουσα, τι έζησα! Η μυθική αυτή πόλη μού έδωσε όλα τα μέσα της καλλιέργειας της εκλεκτικότητάς μου. Για το ότι ίσως ήταν δύσκολο να τη διατηρήσω, ευθύνομαι εγώ ο ίδιος και όχι η Αθήνα της επιστροφής και της νοσταλγίας. Τουλάχιστον νομίζω ότι κατάφερα να κρατήσω την τέχνη μου μακριά από το γούστο των πολλών. Οι «πολλοί» είναι έννοια ασυμβίβαστη με την έννοια της δημιουργίας και της «αριστοκρατικότητας» της αυθεντικής τέχνης.

Την ίδια εποχή πηγαινοερχόμουν και στη Νέα Υόρκη, την άλλη επίσης μαγική μεγαλούπολη, και άρχισα τα μεγάλα ταξίδια στην Ανατολή. Όλα αυτά τα χρόνια έκανα αρκετά έργα, που μέχρι σήμερα δεν λογάριασα ένα-ένα ξεχωριστά, ούτε μέτρησα τον αριθμό τους. Στον όγκο της παραγωγής τους σίγουρα θα υπάρχουν αρκετά που θα ήταν καλύτερο να μην είχαν γίνει. Πάντως, αν κάποια έργα δεν μου «έφταναν», αντί να προσπαθήσω να τα διορθώσω δεν δίσταζα ποτέ να τα καταστρέψω. Τα ζωγραφικά έργα δεν διορθώνονται. Όταν έχουν κάτι να πουν, θα το πουν από την αρχή. Ο καλός ζωγράφος ξέρει ποια είναι τα καλά του έργα.

Δεν είναι λίγες οι φορές που μου ζητούν έργα έξω από την κλίμακά μου, μικρότερα, πιο «ευανάγνωστα»… Από όλους αυτούς που θέλουν και ένα μικρό Πανιάρα, προτιμώ τους μετρημένους που διαλέγουν ένα μεγαλύτερο, πιο δύσκολο έργο. «Θα το πάρω» μου είπε κάποιος συλλέκτης τελευταία. «Δεν έχω χώρο, αλλά θα χτίσω ένα νέο τοίχο!» Δεν ρώτησε τίποτε για το έργο. Κοντά 4 μέτρα μακρύ, επιθετικά χρωματισμένο, φαίνεται πως εκείνου κάτι του «είπε»… Η εντελώς αντίθετη διαδικασία από τη γνωστή, έχω έναν τοίχο, για να τον γεμίσω αγοράζω ένα πίνακα, τελείωσα…

Η αναγκαιότητα της τέχνης είναι περιστασιακή, έως ανύπαρκτη. Όταν κλείνει ένα θέατρο, ένα βιβλιοπωλείο ή μια γκαλερί, ούτε που θα το πάρουν χαμπάρι οι Αθηναίοι. Ένα μαγαζί με ρούχα ή ένα εστιατόριο της μόδας που κλείνει, προξενεί αμηχανία. Κάτι σαν ένα μικρό κοινωνικό κενό…

Αν με ρωτούσαν τι κέρδισα τόσα χρόνια από την πείρα μου, θα έλεγα χωρίς δισταγμό: τίποτα! Οι αποκτημένες γνώσεις στην τέχνη γίνονται αμέσως άχρηστες, σαν πεθαμένες. Η ζωγραφική δεν εξασφαλίζεται με αυτές. Ξανα-εφευρίσκεται κάθε μέρα.

Η απαίτηση των άλλων να πλησιάσουν εύκολα το έργο τέχνης, ρωτώντας και τούτο και κείνο, (ακόμη και στην εποχή μας!), είναι όχι μόνο αδιάκριτη, αλλά κυρίως ανώφελη. Ποιος θα τους απαντήσει, η τέχνη μου δεν σημαίνει αυτό αλλά εκείνο; Τι σημασία έχει η οποιαδήποτε «σημασία»; Ένας πίνακας έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να μένει ένα αναπάντητο ερωτηματικό. Το μόνο που μπορεί κανείς να διακρίνει πίσω απ’ αυτό το ερωτηματικό είναι η αντανάκλαση της ανεξήγητης μυστικής ζωής του καλλιτέχνη.

Η ζωγραφική απασχολεί τη σκέψη μου διαρκώς, αλλά τα έργα μου δεν τα θέλω «εννοιολογικά». Δεν είναι μεταφορικά οχήματα μυστικών εννοιών… Δεν είμαι ούτε φιλόσοφος ούτε μυστικός πράκτορας. Είμαι μόνο ζωγράφος και τα κάνω χωρίς πλοκή και συμβολισμούς. Τα μεγάλα, καθαρά χρώματα, ακρογωνιαίοι λίθοι της ζωγραφικής μου, είναι η επιφάνεια και το βάθος της τέχνης μου. Είναι τα καθημερινά προσωπικά μου φυσικά φαινόμενα. Το απόλυτο κόκκινό μου είναι δικό μου. Όχι «της φωτιάς»… Τα καταπράσινά μου δεν ξεκινάνε από την «άνοιξη και τα λιβάδια» αλλά από μένα τον ίδιο. Αν ένα τριανταφυλλί έργο, που μου προκύπτει, είναι ψέμα για τους άλλους, τόσο το χειρότερο για εκείνους. Πάντως, ένα «ψεύτικο» τριανταφυλλί έργο είναι πιο αληθινό από την ψεύτικη αλήθεια ενός (ρεαλιστικά!) ζωγραφισμένου τριαντάφυλλου…

Η πιο αληθινή, η μόνη ιδιωτική μου πραγματικότητα, αυτή που μου επιτρέπει να μπαίνω-βγαίνω στον εαυτό μου, είναι τα έργα μου. Αυτή την πραγματικότητα δεν θέλω να την περιορίζουν και να την αποδυναμώνουν τα δεκανίκια κανενός τίτλου. Αν κάποιοι θέλουν να βλέπουν σε ό,τι κάνω κύματα και θάλασσες, εγώ επιμένω ότι δεν έχω σκοπό να γίνω με το ζόρι θαλασσογράφος! Ευχαρίστως αφήνω σε ειδικότερα χέρια από τα δικά μου την επιδέξια απομίμηση της θάλασσας… Η εξειδίκευση και συνεπώς η ακατάσχετη επανάληψη στην τέχνη οδηγεί σε αδιέξοδο. Αποδείχτηκε βλαβερή σε πάρα πολλούς. Ακόμη και ο Βολανάκης, ο εξαίρετος maître της τέχνης και της τεχνικής του, που τα τελευταία χρόνια συλλέγεται σε ιλιγγιώδεις τιμές, πιστεύω ότι από θαλασσογραφία σε θαλασσογραφία στένεψε τις δυνατότητές του (όχι, δυστυχώς, σε αριθμό έργων, γιατί  όπως φαίνεται θα πρέπει να ζωγράφιζε μέρα νύχτα και με τα δυο χέρια!)…

Ατυχέστερες ανάλογες περιπτώσεις υπάρχουν και στη σύγχρονη καλλιτεχνική σκηνή. Πολλοί καλλιτέχνες αρκούνται στην αναγνωρισιμότητά τους και στη δεκτικότητα ενός κοινού που αναζητά εύπεπτα έργα τέχνης. Άκουγα προ ημερών ένα γνωστό, ογδοντάρη, ομότεχνό μου να κομπάζει σε κάποια εμβρόντητη κυρία της τηλεόρασης, «ξέρω (!) ότι προετοιμάζω το μέλλον της Ελλάδας…». Εγώ πάντως δεν έχω μεγάλα σχέδια για το μέλλον. Ποτέ δεν είχα. Ευτυχώς που το μέλλον αρχίζει όταν το σήμερα και το αύριο θα έχουν τελειώσει…

Αν ζήσω περισσότερο, αυτό που θα με διασκέδαζε πολύ θα ήταν να μπορούσα να ζωγραφίζω με spray, παρέα με τους νεότερους, επάνω στους νυχτερινούς τοίχους της πόλης…