Εικαστικα

Pop Up II: Μια έκθεση που τραγουδά σκοτεινά τραγούδια

Στην γκαλερί Donopoulos International Fine Arts, «ακούγονται» τραγούδια που κάποιοι τα χορεύουν ακόμα στο μπαρ Berlin
Στέφανος Τσιτσόπουλος
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Παρουσίαση της έκθεσης Pop Up II - The Crack Of Doom Is Coming Soon: Τραγούδια που κάποιοι τα χορεύουν ακόμα στο μπαρ Berlin! στην γκαλερί Donopoulos International Fine Arts.

Οι άσπροι τοίχοι της γκαλερί Donopoulos International Fine Arts, στον πεζόδρομο της Αγίας Θεοδώρας, δεν απέχουν πολύ από το μυθικό μπαρ-ξενυχτάδικο της Χρυσοστόμου Σμύρνης, σκέφτηκα. «Στο Berlin, όταν η μαύρη νύχτα πέσει για τα καλά, τα σκοτεινά τραγούδια που παίζουν μοιάζει σαν να συνομιλούν ευθέως με τα έργα αυτών των επτά καλλιτεχνών. Αυτό νομίζω πως τα συνδέει, πέρα από το ό,τι και οι επτά είναι καθηγητές της Σχολής Καλών Τεχνών της Θεσσαλονίκης. Το έργο του Βασίλη Βασιλακάκη, με το που το αντίκρισα, σκέφτηκα ότι άνετα θα μπορούσε να ταξιδεύει με τη βάρκα όπου τραβούν κουπί ο Νικ Κέιβ και οι Bad Seeds στο βίντεο του “The Weeping Song” και, ούτως ή άλλως, ο Χρήστος Βενέτης αποτίνει ευθέως φόρο τιμής στους Joy Division. Οι εξουσιαστικές εικόνες βίας του Μπάμπη Βενετόπουλου είναι σαν να έχουν ξεπηδήσει από το “Dominion” των Sisters of Mercy. Το “Play For Today” των Cure συνομιλεί με το έργο του Δημήτρη Ζουρούδη και η δουλειά του Άρη Κατσιλάκη ευθυγραμμίζεται ισότιμα με το “The Crack Of Doom” των Tiger Lillies, που πρόσφατα το έπαιξαν στη συναυλία τους στη Θεσσαλονίκη, καλεσμένοι των 59ων Δημητρίων. Στη δουλειά του Ιωάννη Μπελιμπασάκη, ο καφκικός αντίκτυπος του “I Cant Escape Myself” των The Sound είναι πανταχού παρών και ο Σωτήρης Πανουσάκης είναι σαν να δημιούργησε στο στούντιο με τα ηχεία να παίζουν στη διαπασών το “Cities In Dust” της Siouxsie και των Banshees». Ο γκαλερίστας Αλέξανδρος Ντονόπουλος ενθουσιάστηκε, οι επτά καλλιτέχνες συναίνεσαν κι έτσι η ιδέα του «The Crack Of Doom Is Coming Soon: Τραγούδια που κάποιοι τα χορεύουν ακόμα στο μπαρ Berlin!» ευοδώθηκε. Περάστε να σας ξεναγήσω στα ακόμα πιο ενδότερά  της…

Βασίλης Βασιλακάκης - Nick Cave and the Bad Seeds: The Weeping Song

Από το πραγματικό στο μη ανιχνεύσιμο, από το οικείο στο ανοίκειο, από το πνευματικό στο υλικό και από την ικεσία στη δοξολογία. «Go son, go down to the water and see the women weeping there, then go up to the mountain, men are weeping too». Με μια οικονομία και ταπεινότητα μέσων και υλικών, το έργο και η πορεία του Βασιλακάκη φλερτάρουν με την ανομοιομορφία. Υπό το καθεστώς αυτής της ενατένισης, ο χώρος και η μορφή των εικόνων χάνουν τη συνοχή τους, κατευθύνοντάς μας (το ζητούμενο) σε μια εμβάθυνση και μυστικιστική ένωση. Ο καλλιτέχνης μάς τοποθετεί ενώπιον αποριών, καθώς οι αινιγματικές και συνάμα γνώριμες εικόνες του μας εισάγουν σε μια πανσπερμία από οικείες μορφές που βρίσκονται σε μια διαρκή μετατόπιση. «This is a weeping song, a song in which to weep, while all these men and women sleep». Ευαισθησία και ένας εν εξελίξει χαρακτήρας που ωθεί το νόημα σε μυστικιστικές ατραπούς, δομούν ένα αναπαραστατικό πνευματικό παιχνίδι, διάστικτο με διφορούμενες λεπτομέρειες.

Μπάμπης Βενετόπουλος - The Sisters of Mercy: Dominion

Μαρτυρικές φιγούρες, εξπρεσιονιστική πλαστικότητα, ακραίες και οριακές υπαρξιακές καταστάσεις, σοκαριστική βία. Εξουσιαστικές δομές, εγκλεισμοί, μεταμορφώσεις, συρρίκνωση των φυσικών και πνευματικών ορίων. «In the heat of the night, in the heat of the day, when I close my eyes, when I look your way, when I meet the fear that lies inside, when I hear you say in the heat of the moment, say, say, say, some day, some day, some day, dominion, come a time». Μηχανισμοί άσκησης και ακραίας τραγικής επιβολής επί του άλλου. Στις εικόνες του Βενετόπουλου αλλά και στο Dominion των Sisters of Mercy, οι ψυχικοί εκβιασμοί στους οποίους υπόκεινται τα θύματα, είτε προέρχονται από την κοινωνία, την οικογένεια, τη θρησκεία είτε την πολιτική, παράγουν μια συνθήκη αδυσώπητης συνύπαρξης βασισμένη σε πολυποικιλία από βίες και εξουσιαστικούς καταναγκασμούς. Ασφυκτικές και οι περιπλεγμένες, οι σχέσεις, προδιαγγεγραμένα σχεδόν, είναι αδύνατον να σπάσουν. Τα θύματα μάταια περιμένουν να αποδεσμευθούν από τον θύτη. Στους «Δεσμώτες», μια σειρά βίντεο, όπου ο καλλιτέχνης παρουσιάζει τη σχέση εξουσίας πατέρα-γιου, στρατιωτικού-στρατιώτη και εξουσιαστή-εξουσιαζόμενου, αυτή η μεταμόρφωση και η μετάλλαξη των συμπεριφορών καταλήγει στον δύσκολο, τραγικό και σχεδόν σαν επιβεβλημένο εναγκαλισμό των δύο οντοτήτων. Η ασφυκτικά περιπλεγμένη συνύπαρξη καταστά μάταιη την προσπάθεια αποδέσμευσής τους. Οι συμβολισμοί των εικόνων του Βενετόπουλου, οι ψυχωτικές εξαρτήσεις, τα μαζοχιστικά κατάλοιπα και οι βιωματικοί δεσμοί που καταγράφει στις «ιστορίες» του, με την κατάλληλη αναγωγή ξεφεύγουν από το βιωματικό πλαίσιο και τα υποκείμενα-πρωταγωνιστές των έργων του, συνδέονται με την παγκόσμια ιστορία των ψυχικών αδιεξόδων, των εντάσεων, των αποκλεισμών, των παραβιάσεων και όλων αυτών των βίαιων περιχαρακώσεων, που κατά Φουκώ σκοπός τους είναι να εξαφανίσουν το υποκείμενο.

Χρήστος Βενέτης - Joy Division: Passover

Σχεδιάζοντας ένα έργο εν εξελίξει βασισμένο πάνω στο πασίγνωστο εξώφυλλο του δίσκου Closer των Joy Division, ο Βενέτης μιλά για το πένθος. «Turning around to the next set of lives, wondering what will come next». Οικειοποίηση, προέκταση και διαμεσολάβηση μέσω πολλαπλής ιδιοποίησης: Ο επιτάφιος θρήνος στο εξώφυλλο του εμβληματικού δίσκου, από όπου ξεπηδούν και οι στίχοι του τραγουδιού «Passover», προέρχεται από μια αφήγηση σμιλεμένου θανάτου του γλύπτη Demetrio Paernio. Μετέπειτα ο Bernard Pierre Wolf φωτογράφισε τη σύνθεση. Οικειοποιούμενος το καρέ του, ο εμβληματικός γραφίστας και καλλιτέχνης Peter Saville δημιούργησε το στοιχειωμένο εξώφυλλο των Joy Division, που πάνω του σχεδιάζει ο Βενέτης. Στην πρώτη εικόνα, το παιδικό τραύμα ισοδυναμεί με ισόβιο πένθος, μύηση στην απώλεια και την πενθητική διάσταση της ζωής. Στη δεύτερη εικόνα, ο θάνατος παρουσιάζεται ως γενεσιουργή αιτία του ερωτισμού ή του ηδονοθηρικού πεσιμισμού κατά τον Εκκλησιαστή. Η εικόνα θα μπορούσε να θεωρηθεί βέβηλη καθώς στη θέση του νεκρού Ιησού βρίσκεται μια γυναίκα σε υπονοούμενη έκσταση, όμως ο σκοπός του καλλιτέχνη δεν είναι αυτός. Ο Βενέτης θεωρεί την κουλτούρα μας αρχικά ή εν τέλει πενθητική, επεκτείνοντας ακόμη περισσότερο: μας διατρέχει και μας διαπερνά ένα είδος χαροποιού πένθους. «Can I go on with this train of events disturbing and purging my mind». «Στο χαροποιό πένθος, η ψυχή δεν παύει να αναζητεί αυτό για το οποίο είναι διψασμένη. Και όσο δεν το κατορθώνει τόσο τρέχει πίσω του. Η επιθυμία και η απόλαυση εξαρτώνται από μία έλλειψη» είπε ο Λακάν. «Αυτή είναι η Juissance, η έκσταση, η απόλαυση, η χαρά και η ικανοποίηση που προκύπτουν από την οδύνη…». «Moving along in our God-given ways, safety is sat by the fire».

Δημήτρης Ζουρούδης - Cure: Play for today

«Its not a case of doing things right, its just the way I feel that matters, tell me Im wrong, I dont really care»:Ατέρμονες βελονιές και ραφές, ποτάμια από ρέουσες κλωστές μοιάζει να συνδέουν τα κομμάτια του έργου οριοθετώντας ζώνες και περιοχές υπό μορφή χαραγμένων συνόρων. Θα μπορούσαν όμως και να συνιστούν έναν χάρτη διαφυγής, μια διόδο για δραπέτευση. Όπως στο τραγούδι Play For Today των Cure, στο έργο του Ζουρούδη δεν υπάρχουν κανόνες, νόμοι και συγκεκριμένη ερμηνεία. Υπάρχει μόνο η εσωτερική επιθυμία του καλλιτέχνη.Αυτοαναφλεγόμενος, μέσα από διαρκείς κινήσεις επανάληψης και υπερβατικότητας, με τις συνεχείς παλλινδρομήσεις και διακλαδώσεις του, ο Ζουρούδης παράγει μια ολότελα προσωπική γεωγραφία ανάγνωσης του κόσμου. Μέσα από τις κρυπτικές πολλαπλότητες και τις ατελεύτητες συναρμογές ετερογενών στοιχείων, όπως γράφει ο Ρολάν Μπαρτ στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του Ο Ρολάν Μπαρτ από τον Ρολάν Μπαρτ, ο καλλιτέχνης, τελώντας εν εγρηγόρσει, και εν εξάρσει, παραδίνεται στην ατέρμονη κίνηση. Στην απόλυτη διασπορά, στην ατέλειωτη χαρά και σαγήνη. Στην αέναη παραγωγή του, που καμιά θεματική αποκρυστάλλωση δεν μπορεί να αναστείλει και να ερμηνεύσει, ο καλλιτέχνης εμβυθίζεται στην εργασία και συνεχίζει δίχως σταματημό: «Σε κάθε στιγμή της εργασίας, νιώθω χαμένος, αποτρελαμένος και ερεθισμένος, δεν μπορώ παρά να λέω τη λέξη με την οποία τελειώνει το Κεκλεισμένων των θυρών του Sartre: ας συνεχίσουμε» λέει ο Ρολάν Μπαρτ. «Its not a case of telling the truth, some lines just fit the situation, you call me a liar, I dont really care» συμπληρώνει ο Robert Smith.

Άρης Κατσιλάκης - The Tiger Liilies: The Crack Of Doom

«And so your life’s been a success, and you have pleasure in excess. Don’t worry it will end soon, the crack of doom is coming soon». Οι μεταμοντέρνες νεκρές φύσεις του Άρη Κατσιλάκη, με σουρεαλιστικές καταβολές, ντανταϊστικά ελεύθερες και γοτθικά περίοπτες στον χώρο, συνθετικά απαρτίζονται από ένα σύμπλεγμα φυσικών μορφών: Τα φυτά, τα κουκούλια, οι καρποί και κάποιοι ζωντανοί οργανισμοί, μέσα στο έργο του Κατσιλάκη συμπλέκονται με απολιθώματα και μιμήσεις ζωτικών ανθρώπινων οργάνων. Στο φόντο διακλαδώνονται, συρράπτονται και επικολλούνται βιομηχανικά αντικείμενα και κατάλοιπα από εργαλεία, νάρκες βυθού, αντιασφυξιογόνες μάσκες και μάσκες με μυτερές απολήξεις που θυμίζουν(σαν ράμφη πουλιών)εκείνες που χρησιμοποιούσαν στον Μεσαίωνα οι θεραπευτές γιατροί στις περιόδους των θανατηφόρων επιδημιών. Ο Κατσιλάκης συνθέτει μια απροσδόκητη συνάντηση του χθες με το σήμερα, τελώντας ένα διαρκές memento mori, ένα vanitas, μια συνεχή υπενθύμιση του υπαρξιακού ζητήματος της ζωής, του θανάτου, της αποσύνθεσης και του τέλους. Το «The Crack Of Doom» των Tiger Lillies είναι ιδανικό για σάουντρακ: «And every dream, hope and desire, is just a flicker in the fire, and that fireit will consume, the crack of doom is coming soon».

Γιάννης Μπελιμπασάκης - The Sound: I Cant Escape Myself

Η σειρά «Ανυπεύθυνες δηλώσεις» ξεκίνησε την εποχή του κορονοϊού και της καραντίνας. «So many feelings pent up here, left alone Im with the one I most fear». Κατασκευαστικά απαρτίζεται από τρεις παρατεταγμένες και χοντρές μεταλλικές πλάκες, μια χάλκινη, μια μπρούτζινη και μια αλουμινένια, που στη γυαλισμένη τους όψη φέρουν χαραγμένη την τυπική φόρμα της κοινής Υπεύθυνης Δήλωσης, ανάποδα. Αμέσως γίνεται κατανοητό πως οι αποχρώσεις των μετάλλων είναι αυτές που προσομοιάζουν με τα ευγενή μέταλλα χρυσό, ασημένιο και χάλκινο, των μεταλλίων των Ολυμπιακών Αγώνων. Η ανάποδη χάραξη επί τούτου έγινε έτσι ώστε οι πλάκες να καταστούν λειτουργικές από κάθε υποψήφιο κάτοχο που θα θελήσει να τις χρησιμοποιήσει για εκτύπωση και έντυπη αναπαραγωγή προς χρήση. Κάτι τέτοιο, βέβαια, θα έβαζε τον επίδοξο τυπογράφο σε μεγάλη περιπέτεια, καθώς η βαθυτυπική φύση των πλακών προϋποθέτει πρέσα υψηλής πίεσης και χαρτί μεγάλου βάρους, καταστώντας τη διαδικασία της εκτύπωσης αργή, ασύμφορη και κοπιώδη. Την ίδια στιγμή οι πλάκες, σχεδόν «μονολιθικά» και με το νοερό θεολογικό τους βάρος με τις μίνι δέκα εντολές, στηρίζονται κόντρα στον τοίχο, φέροντας την ίδια πληροφορία-χάραξη, με μόνη διαφοροποίηση το είδος του μετάλλου-μεταλλείου, εισάγοντας αναπόφευκτα το ερώτημα για την έννοια της φαινομενικής και της αντικειμενικής αξίας: Σε τι θα διέφερε μίαν εκτυπωμένη Υπεύθυνη Δήλωση με τη «χρυσή πλάκα» από μια τυπωμένη με την «ασημένια»; Οι The Sound προεκτείνουν: «All my problems loom larger than life, I cant swallow another slice, seems like my shadow mocks every stride». Το έργο που περιστρέφεται γύρω από τις συμπλεγματικές σχέσεις Αξία-Εξουσία-Αρχή ενεργοποιεί το νοητό πεδίο του (αντ-)αγωνισμού και της ανθρώπινης φιλαυτίας, όπως διαχέονται στον σύγχρονο πολιτισμό. Οι δηλώσεις εδώ δεν είναι ανεύθυνες αλλά αν-υπεύθυνες... «I cant escape».

Σωτήρης Πανουσάκης - Siouxsie and the Banshees: Cities in Dust

«Water war running, children were running, you were running out of time». Από τη Siouxsie του Cities In Dust στον Σαρλς Μποντλέρ και τον Κορνήλιο Καστοριάδη, που το 1993 προσδιόρισε την οικολογία ως τη συνειδητοποίηση της αρχής ότι η κοινωνική ζωή δεν μπορεί να αγνοεί το φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο εξελίσσεται. Πίσω από τον Έντουαρντ Χόπερ και τη φαινομενικά ποπ γουορχιλική προσέγγιση της μητρόπολης, ένα άνυδρο μέλλον αλά Blade Runner καραδοκεί στο έργο του Πανουσάκη. «Whoa, oh, our city lies in dust my friend». Με αμφίσημες εικόνες που αποπνέουν μια απόκοσμη μελαγχολία και μια δραματική ένταση που δονείται από τη μοναξιά, ο Πανουσάκης φωτογραφίζει βιτρίνες, χώρους διασκέδασης και εσωτερικούς χώρους κατανάλωσης. Στη συνέχεια το πρωτογενές υλικό ζωγραφίζεται στον καμβά με μια τεχνική που επί τούτου επιδιώκει και καταφέρνει να παγώνει τον χρόνο. Αποτέλεσμα: Η άχρονη περιπλάνηση εντός της φλανερί δείχνει να υμνεί το μεγαλείο της αστικής καθημερινότητας. Μόνο που δεν είναι καθόλου έτσι: Αν επικεντρώσεις πιο προσεκτικά στο κάδρο όχι σαν ανέμελος φευγαλέος διαβάτης με επιπόλαιο βλέμμα, θα αντιληφθείς πόσο οι μαγνητικά μεγεθυμένες αντανακλάσεις των επιγραφών και το γκλάμορ των αντικατοπτρισμών που παράγουν οι υγρασίες των νυχτερινών ουρανών και το λαμπύρισμα των διαφημίσεων αδυνατούν να αποσοβήσουν την ανησυχητική κοινωνική, οικονομική και πολιτική πραγματικότητα των δρόμων που διασχίζεις. Οι πίνακες του Πανουσάκη έχουν χαρακτήρα ντοκουμέντου. Είναι ένα καταγραφικό ημερολόγιο της ρήξης του ανθρώπου με τη φύση. Πίσω από τις φαινομενικά αθώες αντανακλάσεις της ποπ κουλτούρας, προοιωνίζεται και προοικονομείται ένα μέλλον ζοφερό. «We found you hiding, we found you lying»: Τα απόκοσμα τοπία που σε λίγο καμιά φωτεινή επιγραφή και καμιά χαρωπή βοή από μουσικές και χαρούμενα τυπάκια που διασχίζουν τους πολυσύχναστους δρόμους δεν θα μπορεί να τα απαλύνει, έχουν για σάουντρακ τους δυστοπικούς στίχους των Banshees του Cities in Dust.

Donopoulos International Fine Arts, Αγίας Θεοδώρας 3, έως 25 Νοεμβρίου

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου