Εικαστικα

Κύπρος 1974: Η μνήμη είναι η μόνη πατρίδα των ανθρώπων

Γιατί να δείτε τη συγκινητική έκθεση στο Καπνεργοστάσιο για τα 50 χρόνια από το πραξικόπημα και την τούρκικη εισβολή στην Κύπρο
Έλενα Ντάκουλα
ΤΕΥΧΟΣ 933
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Έκθεση «Κύπρος 1974: Η μνήμη είναι η μόνη πατρίδα των ανθρώπων» στο Καπνεργοστάσιο: Όσα είδαμε με αφορμή τα 50 χρόνια από το πραξικόπημα και την τούρκικη εισβολή

Στο «Χρυσοπράσινο φύλλο/ριγμένο στο πέλαγο, στην Κύπρο της αγάπης και του ονείρου», στο μαρτυρικό νησί της Αφροδίτης, με την πολυτάραχη και πολύπλοκη ιστορία, είναι αφιερωμένη η έκθεση «Κύπρος 1974. Η μνήμη είναι η μόνη πατρίδα των ανθρώπων», η οποία παρουσιάζεται ταυτόχρονα στην Αθήνα και στη Λευκωσία, 50 χρόνια μετά το πραξικόπημα και την τούρκικη εισβολή. Η εξαιρετική αυτή έκθεση, που θα φιλοξενείται στο Καπνεργοστάσιο μέχρι τον Ιούνιο, είναι συνδιοργάνωση του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων και της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας και προϊόν αρκετών μηνών προετοιμασίας, ανταλλαγής υλικού, αλλά και συνεργασίας μεταξύ ιδιωτών και φορέων των δύο χωρών. 

Όπως μας ανέφεραν κατά τη διάρκεια της ξενάγησης οι επιμελητές της έκθεσης, Άννα Ενεπεκίδου και Χρήστος Χρηστίδης

Ο τίτλος της έκθεσης είναι δανεισμένος από ένα δοκίμιο του ποιητή Κυριάκου Χαραλαμπίδη, Προέδρου της Επιστημονικής Επιτροπής. Τον επιλέξαμε γιατί αφορά το πώς εγγράφεται η μνήμη είτε στο προσωπικό ημερολόγιο κάποιου ανθρώπου, είτε στο κείμενο ενός λογοτέχνη, είτε σ’ ένα έργο τέχνης, είτε σε μια απλή φωτογραφία. Αυτή η έκθεση για την Κύπρο είναι κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος βιωματική. Όλοι οι άνθρωποι που μας μίλησαν είχαν μια ιστορία να πουν. Άλλος βούρκωνε, άλλος ήθελε να πάει να δει το σπίτι που άφησε πίσω, άλλος ήθελε να ξεχάσει… Μια ιδιαίτερα συναισθητικά φορτισμένη ατμόσφαιρα

Κύπρος 1974. Η μνήμη είναι η μόνη πατρίδα των ανθρώπων: Οι δύο ενότητες της έκθεσης

Όπως η Κύπρος έτσι και η έκθεση, η οποία έχει αφηγηματικό και ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα, χωρίζεται στα δύο μέσω ενός οδοφράγματος. Η μία πλευρά περιέχει τις ενότητες που αφορούν το πριν την εισβολή και την εισβολή καθ’ αυτή, με τα θλιβερά επακόλουθα (αιχμάλωτοι, αγνοούμενοι, εγκλωβισμένοι, πρόσφυγες) και τα σοβαρά πλήγματα στην οικονομία, στην ξενοδοχειακή βιομηχανία, στην υλική και άυλη πολιτιστική κληρονομιά. Η άλλη πλευρά περιέχει τις ενότητες που σχετίζονται με το μετά την εισβολή, τον αντικατοχικό αγώνα, την ανασυγκρότηση, τη μέριμνα για την πολιτιστική κληρονομιά και την εκπαίδευση, τη δημιουργία με τη ματιά στο μέλλον! 

Με το που μπαίνουμε στην ευρύχωρη αίθουσα απεικονίζεται σε μικρά τελάρα «Ο κόσμος της Κύπρου», ενώ παρακολουθώντας ένα ολιγόλεπτο ντοκιμαντέρ μπορούμε να πάρουμε μια γεύση από το πώς ήταν η ζωή πριν τα γεγονότα. Ένα ζευγάρι περιηγείται ανέμελα στο νησί, χωρίς να μπορεί να φανταστεί αυτό που έρχεται, αν και τα σημάδια είναι φανερά και το «πριν» κάθε άλλο παρά ιδεατό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. «Κάθε τεκμήριο είναι μια ιστορία», επισημαίνει η Άννα Επενεκίδου όταν το βλέμμα της πέφτει στην προθήκη στην οποία, μεταξύ άλλων, βρίσκεται ένας τηλεφωνικός κατάλογος. «Αυτός είναι ο τηλεφωνικός κατάλογος της Αμμοχώστου, ανοιγμένος στο γράμμα “Μ”. Μπορούμε να δούμε το επίθετο Μαραγκού, ήταν αδελφή της Άννας Μαραγκού, μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της έκθεσης».

Ένα εύληπτο και ολιγόλογο ημερολόγιο, που ξεκινά από την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και φτάνει στο ’74, μας παραθέτει τα γεγονότα του ’63-64, τις αντιπαραθέσεις και το πλαίσιο σύγκρουσης που διαμορφώθηκε, το οποίο προετοίμασε το έδαφος για το πραξικόπημα και έπειτα την τουρκική εισβολή. 

Για την τουρκική εισβολή, η οποία ξεκίνησε με το σύνθημα «Η Αϊσέ πάει διακοπές», δεν δίνονται πολλές πληροφορίες. Ένα βίντεο με βομβαρδιστικά αεροπλάνα εν ώρα αποστολής είναι αρκετό. «Γροθιά στο στομάχι» το κολάζ ενός πρόσφυγα μαθητή, που αποτυπώνει την κατάσταση με τρόπο αφοπλιστικό και σε αντιδιαστολή με το έργο του Φασιανού, φιλοτεχνημένο στις 23/07/74 – την ημέρα που πέφτει η Χούντα στην Ελλάδα, υπό το βάρος της εισβολής της Τουρκίας στην Κύπρο, στις 20/07/74. Τα δύο έργα συνομιλούν περιγράφοντας ένα ιδιότυπο δίπολο. Απ’ τη μία ο ένας λαός χαίρεται που απαλλάχθηκε από τη Χούντα, από την άλλη ο άλλος διακατέχεται από τη φρίκη και τον τρόμο της εισβολής και της επιστράτευσης. Λίγο πιο κάτω, ένα ηχητικό ντοκουμέντο με τον Μακάριο να απευθύνει μήνυμα στον Κυπριακό λαό ανακοινώνοντας ότι δεν είναι νεκρός, όπως οι φήμες τον ήθελαν, μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου.

Οι συνέπειες της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο

Προχωρώντας ερχόμαστε σ’ επαφή με τις συνέπειες της εισβολής, τους αιχμαλώτους, τους εγκλωβισμένους, αλλά και τους εκατοντάδες αγνοούμενους, οι οποίοι εξακολουθούν να αποτελούν την πιο τραγική πτυχή του κυπριακού προβλήματος – μια τραγωδία χωρίς τέλος. Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία και στα σπίτια που υπήρχε αγνοούμενος, τοποθετούσαν ακόμη ένα πιάτο στο τραπέζι. Μανάδες πέθαναν χωρίς να έχουν πάρει απάντηση για το πού βρίσκονται τα παιδιά τους.  

Οι ταυτοποιήσεις μέσω DNA άρχισαν στα τέλη της δεκαετίας του ’90, αλλά πρόκειται για αργές διαδικασίες που δεν φέρνουν γρήγορο αποτέλεσμα. Μέχρι στιγμής έχει γίνει ταυτοποίηση του 1/3 των αγνοουμένων. Κι όμως, η ιστορία της Μαρίας, που βλέπουμε να ξετυλίγεται σε μια προθήκη γεμάτη γραμμένες σελίδες τετραδίου, είναι απ’ αυτές που πραγματικά συγκινούν. Ο πατέρας της, ο οποίος πήγε στον πόλεμο όταν εκείνη ήταν 8 μηνών, ταυτοποιήθηκε το 2019. Το κοριτσάκι μεγάλωσε με το τραύμα της απουσίας, αλλά με την ελπίδα πάντα ζωντανή. Όλα αυτά τα χρόνια γνώρισε τον πατέρα της από φωτογραφίες και κατέγραφε τις σκέψεις της σε χαρτιά, τα οποία φύλαξε και σήμερα εκτίθενται σαν τεκμήρια. Όταν ο πατέρας της ταυτοποιήθηκε, ο φίλος και συνεργάτης του της είπε ότι είχε φυλάξει τον χαρτοφύλακά του για να της τον δώσει. Ανοίγοντάς τον, η Μαρία βρήκε την απόδειξη πληρωμής για την ιδιωτική ασφάλεια της κορούλας του, με ημερομηνία 8/7/74, καθώς και μια ομπρελίτσα που είχε αγοράσει για εκείνη. Ένα δώρο από τον πατέρα της που έφτασε στα χέρια της 49 χρόνια μετά!

Σ’ ένα βίντεο που προβάλλεται στον τοίχο, ο επισκέπτης παρακολουθεί 38 ανθρώπους, προερχόμενους από διαφορετικές αφετηρίες και καταβολές, να απαντούν σε δύο ερωτήσεις που τους έχουν τεθεί: «Τι θυμούνται από το 1974» και «Πώς βλέπουν το μέλλον της Κύπρου». Πολύτιμες μαρτυρίες που συγκροτούν τη συλλογική και ατομική ταυτότητα αυτών που ξεριζώθηκαν, που βίωσαν την απώλεια, αλλά και που βρήκαν τη δύναμη να δημιουργήσουν ξανά.

Στην έκθεση υπάρχουν τεκμήρια, με το καθένα να διηγείται τη δική του ιστορία – το κλειδί ενός σπιτιού, ο κατάλογος με τα συσσίτια, οι οδηγίες για το πώς να διπλώνουν οι πρόσφυγες τις κουβέρτες ώστε να μην μπαίνουν μέσα ζωύφια, γράμματα αιχμαλώτων προς τους γονείς τους. Με αφορμή αυτά, ζητήθηκε από τους συγγενείς να γράψουν κάτι για την έκθεση ή για τις επιστολές που είχαν λάβει, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια ιδιότυπη συνομιλία μεταξύ του αιχμαλώτου και αυτού που έμεινε πίσω.

Μια σκακιέρα που έφτιαξαν οι αιχμάλωτοι από τα πουκάμισά τους για να παίζουν σκάκι, αλλά και για να καταγράψουν το ταξίδι της αιχμαλωσίας και τα ονόματα των συγκρατουμένων, χρησιμοποιώντας σαν πιόνια τα χαρτάκια από τα τσιγάρα, είναι η τρανταχτή απόδειξη ότι ο άνθρωπος, σε όποια συνθήκη κι αν βρίσκεται, προσπαθεί πάντα να βρει διεξόδους για να μην τρελαθεί. Οι εν λόγω αιχμάλωτοι είναι ήδη στην Τουρκία και γνωρίζουν πολύ καλά ότι θα είναι οι επόμενοι νεκροί, αυτό είναι αρκετό για να τους κάνει να χάσουν το μυαλό τους. 

Στην πορεία της έκθεσης το κλίμα αλλάζει. Ο επισκέπτης μπορεί να διαισθανθεί μια διάχυτη αισιοδοξία διαβάζοντας τα κείμενα και βλέποντας στα ταμπλό τις φωτογραφίες ή τις λεζάντες/δημοσιεύματα των εφημερίδων. Όπως επίσης και να συνειδητοποιήσει την αλήθεια του λατινικού ρητού «de malo bonum» (από το κακό καλό) ή του αρχαιοελληνικού «ουδέν κακό αμιγές καλού» (δεν υπάρχει κακό που να μη γεννάει και κάποιο καλό). 

Η συμπαράσταση στον κυπριακό λαό

Στη μαυρίλα και την καταστροφή της περιόδου εκείνης, κινητοποιήθηκαν κράτη και φορείς και εμφανίστηκαν άνθρωποι με αρετές, αξίες και ευαισθησίες, οι οποίοι με τις ενέργειές τους μερίμνησαν ώστε να διασώσουν πολιτιστικά στοιχεία, αλλά και να συμπαρασταθούν παντοιοτρόπως στον δοκιμαζόμενο λαό της Κύπρου. Μεταξύ αυτών, η διάσωση 195 εμβληματικών εκθεμάτων του Κυπριακού Μουσείου, χάριν των προσπαθειών τού διευθυντή τού τμήματος αρχαιοτήτων Β. Καραγιώργη, ο οποίος φρόντισε εγκαίρως να αδειάσει το μουσείο, στέλνοντας τα εκθέματα για φύλαξη στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας. 

Η συμπαράσταση προς τον κυπριακό λαό και τους πληγέντες ήταν μεγάλη σε παγκόσμιο επίπεδο. Στις 31 Ιουλίου 1974 ιδρύεται το Ταμείο Ανακουφίσεως Εκτοπισθέντων και Παθόντων στο οποίο καταθέτουν χρήματα οργανώσεις, φιλανθρωπικά ιδρύματα, δήμοι και κοινότητες, ιδιώτες και φορείς από την Κύπρο και το εξωτερικό. Πολλές χώρες στέλνουν ανθρωπιστική βοήθεια, ενώ καλλιτέχνες οργανώνουν σειρά συναυλιών με σκοπό την ενίσχυση του Ταμείου των Προσφύγων. Ποιητές και λογοτέχνες γράφουν για την Κύπρο, αφυπνίζοντας τον κόσμο και την κοινή γνώμη.

Πολλά παιδιά φεύγουν από το νησί για να φιλοξενηθούν στην Ελλάδα. Διαβάζοντας το γράμμα ενός μαθητή της Δ’ Δημοτικού από την Ίο, συνειδητοποιούμε για ακόμη μια φορά πως ο απλοϊκός κι αυθόρμητος τρόπος σκέψης των παιδιών βάζει τα γυαλιά στους μεγάλους, παραδίδοντας μαθήματα ανθρωπιάς. Το αγοράκι αυτό προσκαλεί ένα προσφυγόπουλο στο σπίτι του, γράφοντας «ο πατέρας μου έχει καΐκη και ψαρεύη, ήμαστε 5 αδέλφια, κοντά μας θα περάση πολύ καλά δεν θα υστερηθή τίποτα, θα είναι όπως ήμαστε και εμείς. Θα το φροντίζωμαι όλοι μαζί, οι γονείς μου και όλα μου τα αδέλφια».

Η στέγαση των προσφύγων ήταν ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπίσει η Κυπριακή Δημοκρατία. Όπως δύσκολη ήταν και η προσαρμογή των ανθρώπων στη νέα αυτή κατάσταση, «σε σπίτια που βρήκαν μεν, αλλά δεν είναι δικά τους», όπως γράφει σ’ ένα ποίημα ο Φοίβος Σταυρίδης. Η νέα πραγματικότητα εμπλέκεται με τη νοσταλγία της παλιάς ζωής, με τον πόθο της επιστροφής να παραμένει άσβεστος. 

Παρ’ όλα αυτά, οι άνθρωποι βρήκαν τη δύναμη να επουλώσουν τα τραύματά τους, να σταθούν στα πόδια τους αποφασισμένοι να ανταπεξέλθουν των δυσκολιών και να αναδείξουν την ανθεκτικότητα και την προσαρμοστικότητα της κυπριακής οικονομίας. «Τώρα χρειάζεται καρτερία. Με τον καιρό θα διορθωθούν όλα» έγραφε ο Οδυσσέας Ελύτης προς τον Κώστα Σερεζή, τον Σεπτέμβριο του 1974. Λόγια σοφά και προφητικά. Η Κύπρος σταδιακά κατορθώνει να ξεπεράσει τις δυσκολίες και να θέσει τις βάσεις για περαιτέρω οικονομική ανάπτυξη. Οι επιχειρήσεις που υπήρχαν στα κατεχόμενα, μεταφέρθηκαν και στήθηκαν ξανά, ο τουρισμός παρουσίασε άνοδο, το ίδιο και το εξωτερικό εμπόριο. Το πνεύμα της εποχής αποτυπώνεται επακριβώς στον πίνακα του Νίκου Χατζηκυριάκου Γκίκα: Ένα λαβωμένο παιδί στέκει, σε πρώτο πλάνο, μπροστά σε εικόνες καταστροφής (αίματα, τραυματισμένα σώματα, αντίσκηνα, γκρεμισμένες εκκλησιές), αλλά με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον. Μέσω μιας σειράς φωτογραφιών του σήμερα ο θεατής μπορεί να δει αρκετά από τα έργα ανοικοδόμησης.

Εντυπωσιακά τα αποτελέσματα και στον τομέα της εκπαίδευσης, ο οποίος είχε πληγεί σοβαρά από την τουρκική εισβολή κατά την οποία καταστράφηκαν σχολικές υποδομές, καταργήθηκαν οι 190 σχολικές βιβλιοθήκες και έπαψαν να είναι διαθέσιμα 113.000 βιβλία. Αρκετοί μαθητές, δάσκαλοι και καθηγητές ακολούθησαν τον δρόμο της προσφυγιάς. Το Πανεπιστήμιο της Κύπρου αποτελεί το πρώτο δημόσιο ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα που λειτουργεί στο νησί από τον Σεπτέμβριο του 1992. Μεγάλο ενδιαφέρον προξενούν οι απαντήσεις μαθητών στην ερώτηση που τους έκανε ο δάσκαλός τους «γιατί θέλω να επιστρέψω;» Ο ένας μαθητής ήθελε να πάει να βρει τα παιχνίδια του, άλλος τον κήπο με τις λεμονιές του, άλλος να δει τον γάιδαρό του.

Συγκινητικό είναι ένα βιντεάκι γυρισμένο από την Ελληνοκύπρια τραγουδίστρια Αλέξια, η οποία ήθελε να γιορτάσει τα 60ά της γενέθλια στην περίκλειστη πόλη, την πόλη φάντασμα. Βλέπουμε ανθρώπους να περπατάνε ή να κάνουν ποδήλατο στην άλλη πλευρά της Πράσινης Γραμμής, κάτι που φάνταζε αδιανόητο πριν τις 23 Απριλίου του 2003, που έγινε, από την τουρκική πλευρά, μερική άρση των παράνομων περιορισμών που επέβαλε ο κατοχικός στρατός από το 1974.

Η έκθεση αυτή είναι πολύ σημαντική, γιατί εκτός από το πολύτιμο και πλούσιο αρχειακό υλικό που διαθέτει, επιχειρεί να διατηρήσει τη συλλογική μνήμη. Περιέχει πολλές προσωπικές ιστορίες και μαρτυρίες οι οποίες με την πάροδο των χρόνων θα χάνονταν, αν δεν καταγράφονταν. Οι σημερινοί 60άρηδες είναι οι τελευταίοι που έχουν μνήμες από τη συνύπαρξη με τους Τουρκοκύπριους, μια και οι περισσότεροι εξ αυτών (κοσμικοί και αστοί Τουρκοκύπριοι), αρνούμενοι να ζουν υπό το καθεστώς του τουρκικού στρατού και των εποίκων, επέλεξαν να φύγουν, γεγονός που έχει επιφέρει πλήρη ανατροπή του δημογραφικού. Τα παιδιά των εποίκων δεν έχουν καμία σχέση με τις ιστορίες του τόπου.  

50 χρόνια μετά την εισβολή, η Κύπρος, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την 1η Μαΐου 2004, έχει κάνει τεράστια βήματα, επαληθεύοντας τα λόγια του Γιώργου Σεφέρη ότι «είναι ένας τόπος όπου το θαύμα λειτουργεί ακόμη». Ο λαός δεν έπαψε ν’ αγωνίζεται για την πρόοδό του, την ειρηνική συμβίωση ανάμεσα στις δύο κοινότητες (Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων) και την επανένωση της πατρίδας του, ώστε να μην προβληματίζεται κανείς όπως η Νεσιέ Γιασίν «Η δική μου η πατρίδα έχει μοιραστεί στα δύο. Ποιο από τα δύο μισά κομμάτια πρέπει ν’ αγαπώ;»

Η έκθεση θα πλαισιωθεί με εκπαιδευτικά προγράμματα, ξεναγήσεις και παράλληλες εκδηλώσεις. Θερμές ευχαριστίες στους επιμελητές της έκθεσης, Α. Ενεπεκίδου και Χ. Χρηστίδη, για την εξαιρετική ξενάγηση!

Εκθεσιακός Χώρος Πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο, Λένορμαν 218, ώρες λειτουργίας Δευτέρα με Παρασκευή 9:00-16:00, Σάββατο 10:00 με 15:00. Μέχρι 18/6/2025.