Μιλήσαμε με τον φωτογράφο για την τέχνη της φωτογραφίας, τα ασπρόμαυρα και έγχρωμα καρέ και τον ρόλο της τεχνολογίας
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
12°
Η Ντένη Θεοχαράκη δίνει νέα ζωή στο εργοστάσιο ΤΕΟΚΑΡ ΑΒΕΕ
Η Ντένη Θεοχαράκη παρουσιάζει την έκθεση «Assembling memories» στο Κέντρο Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος», με θέμα το εργοστάσιο ΤΕΟΚΑΡ ΑΒΕΕ (1980-1995).
Ένα μνημονιακό σύμπαν, αποτελούμενο από ζωγραφικά και φωτογραφικά έργα, αντικείμενα, εγκαταστάσεις και οπτικοακουστικά μέσα όπου μέσω αυτών ανασυστήνεται και ανασταίνεται το Έργοστάσιο συναρμολόγησης ιαπωνικών οχημάτων Datsun - Nissan στη χώρα μας, με την επωνυμία ΤΕΟΚΑΡ ΑΒΕΕ, μαζί με τις μνήμες και με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Όλα αυτά συναντάμε στην έκθεση «Assembling memories» της Ντένης Θεοχαράκη στο Κέντρο Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος», στην αίθουσα «Μηνά & Αγάπης Εφραίμογλου», ενώ ταυτόχρονα το project αυτό ανακεφαλαιώνει τη δουλειά της καταξιωμένης καλλιτέχνιδας, με την επιτυχημένη παρουσία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
ΤΕΟΚΑΡ ΑΒΕΕ: Η ιστορία του εργοστασίου και η έκθεση της Ντένης Θεοχαράκη
Το εν λόγω εργοστάσιο, ιδιοκτησίας της οικογένειας της Ντένης Θεοχαράκη, κατασκευάστηκε στον Βόλο και υπήρξε για 15 χρόνια (1980 - 1995) μία από τις σημαντικότερες επιχειρηματικές επενδύσεις στη βιομηχανική ανάπτυξη της Ελλάδος και μία από τις πιο σύγχρονες βιομηχανίες αυτοκινήτων στην Ευρώπη. Ήταν ένα Έργοστάσιο υπόδειγμα για την εποχή του, βραβευμένο με το «Μεγάλο 10 στην ποιότητα», τιμητική διάκριση που έλαβε για την υψηλή στάθμη ποιότητας των παραγομένων αυτοκινήτων, σε επίπεδα ανάλογα με τα ιαπωνικά standards.
Μέσα στα χρόνια λειτουργίας του, σ' ένα οικόπεδο έκτασης 264 στρεμμάτων και στεγασμένων χώρων 35.000 τ.μ., συναρμολογήθηκαν συνολικά 175.000 αυτοκίνητα (πρώτα το ελαφρύ φορτηγό Datsun Pick Up 1600, και αμέσως μετά το επιβατηγό Datsun Cherry), έγιναν τεράστιες επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό και την επέκτασή του, εργάστηκαν 800 περίπου άτομα, σε άριστες εργασιακές συνθήκες. Το εργοστάσιο διέθετε αθλητικές εγκαταστάσεις (γήπεδα τένις, μπάσκετ, βόλεϊ, ποδοσφαίρου), τραπεζαρία με μάγειρα για το προσωπικό, φαρμακείο, λεωφορείο για την μεταφορά των εργαζόμενων προς και από τη Λάρισα.
Το 1995 έφτασε το τέλος και η ΤΕΟΚΑΡ μπήκε στη λίστα των θυμάτων της μεγάλης αποβιομηχάνισης της Ελλάδος. Ο χώρος άδειασε από μηχανήματα και ανθρώπους, το Έργοστάσιο βανδαλίστηκε, συλήθηκε, λεηλατήθηκε, απογυμνώθηκε. Σήμερα, το άλλοτε καμάρι της ελληνικής αυτοκινητοβιομηχανίας είναι ένα «κουφάρι», έρμαιο της φθοράς του χρόνου, των φυσικών και καιρικών φαινομένων, που μαζί με γειτονικά εργοστάσια της Β’ Βιομηχανικής Περιοχής Βόλου αποτελούν απομεινάρια του πάλαι ποτέ ένδοξου παρελθόντος της ελληνικής βιομηχανίας.
Η Ντένη Θεοχαράκη βρέθηκε για πρώτη φορά στον χώρο που θα κτιζόταν το εργοστάσιο, στην τελετή της θεμελίωσής του, στις 27 Ιανουαρίου 1979, μέρα που δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσει όπως μας ανέφερε κατά την διάρκεια της ξενάγησης στους χώρους της έκθεσης.
Έκτοτε δέθηκε συναισθηματικά μαζί του, αν και το νεαρό τότε της ηλικίας της δεν της επέτρεπε να συλλάβει το μέγεθος και τη σημασία του όλου εγχειρήματος και τον ρόλο του στη βιομηχανική ιστορία της χώρας μας.
Το εργοστάσιο υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι των νεανικών της χρόνων. Μεγάλωσε μαζί μ' αυτό, ένιωθε περήφανη για την υποδειγματική του οργάνωση και τα εντυπωσιακά του επιτεύγματα. Το επισκεπτόταν συχνά και ως εργαζόμενη στις οικογενειακές επιχειρήσεις προκειμένου να ενημερώνεται για την λειτουργία του, τα νέα προϊόντα και τις νέες επενδύσεις. «Έμπαινες μέσα στο εργοστάσιο και φοβόσουνα μην το λερώσεις με τα παπούτσια σου. Επί 14 χρόνια είμαστε οι πρώτοι στις πωλήσεις και με μεγάλο πόλεμο από τον ανταγωνισμό», λέει χαμογελώντας, αναφερόμενη στις μέρες της δόξας της εταιρείας.
Το αναγκαστικό κλείσιμο και τα όσα ακολούθησαν ήταν σοκαριστικά γι' αυτήν. Χρειάστηκε να περάσουν 29 ολόκληρα χρόνια, μέσα στα οποία σπούδασε, ταξίδεψε σε πολλά μέρη του κόσμου, έκανε οικογένεια, καταξιώθηκε ως επαγγελματίας αλλά και ως καλλιτέχνης, μέχρι να βρει την δύναμη να ξαναγυρίσει στον αγαπημένο, γεμάτο όμορφες αναμνήσεις χώρο, έχοντας όμως πλήρη επίγνωση της καταστροφής που επρόκειτο ν' αντικρύσει και τις εικόνες που με δυσκολία θα θύμιζαν το παρελθόν.
Επιθυμία της ήταν να περιπλανηθεί ξανά μέσα σ' αυτό και να σώσει ό,τι μπορούσε να σώσει, δίνοντάς του μία καινούργια ζωή. Και το κατάφερε… Άρχισε να επισκέπτεται το εργοστάσιο ξανά και ξανά. Σε ένα βίντεο που προβάλλεται, με φωτογραφίες από εκείνες τις επισκέψεις, ο θεατής συγκινείται ακούγοντάς την να τις περιγράφει: «Μπαίνοντας στον χώρο του εργοστασίου ανατριχιάζεις, ως επισκέπτης, πόσο δε ως μέλος της οικογένειας που αγωνίστηκε για να δημιουργηθεί μία απαράμιλλη βιομηχανική μονάδα. Αλλά, ενώ βλέπεις την εγκατάλειψη, νιώθεις ακόμη μία γλυκιά αύρα γύρω σου. Είναι η ανάμνηση των ανθρώπων που δούλευαν, που κόπιαζαν με αγάπη και ζήλο, είναι η θύμηση μέσα από τα δικά μου μάτια, είναι ο χρόνος που στο πέρασμά του σβήνει την πίκρα και αφήνει μόνο όμορφες αναμνήσεις...»
Με τον φωτογραφικό της φακό «πάγωσε» την εικόνα της σημερινής κατάστασης του εργοστασίου. Δέντρα πεσμένα που κλείνουν την κεντρική είσοδο, το λεωφορείο που μετέφερε τους εργαζόμενους, σκισμένα κιβώτια συσκευασίας ανταλλακτικών, ξεχαρβαλωμένα γραφεία εργασίας, ξεσκισμένες καρέκλες, ταμπέλες, σκουριασμένες επιγραφές, πεταμένα υφάσματα, σπασμένες πόρτες, σπασμένα τζάμια, λεηλατημένοι χώροι γραφείων, αναποδογυρισμένα ντουλάπια, κατεστραμμένα δάπεδα...
Οι φωτογραφίες της διακρίνονται για την υψηλή εικαστικότητά τους. Είναι εμφανές ότι πρόκειται για φωτογραφίες τραβηγμένες από μία ζωγράφο που διαθέτει ματιά με συναίσθημα αλλά και γνώση της τεχνικής. Σωστός φωτισμός, γεωμετρία, ισορροπία του θέματος είναι τα χαρακτηριστικά αυτών και όλες μαζί αποτελούν μία σημαντική καταγραφή τεκμηρίων μίας εποχής. Επιθυμία της είναι, τα έσοδα από την πώληση των φωτογραφιών να διατεθούν στη «Φλόγα Μαγνησίας - Σύλλογος γονιών παιδιών με νεοπλασματική ασθένεια». Όπως επισημαίνει «Ο Βόλος έχασε μία βιομηχανία, ας ευεργετηθεί τώρα με κάποιον άλλον τρόπο».
Σε μία από τις πολλές επισκέψεις της, μία μέρα με καταρρακτώδη βροχή, το βλέμμα της έπεσε πάνω σε κάτι παρατημένα ριζόχαρτα, πεταμένα σε βρώμικα νερά. Ανοίγοντάς τα διέκρινε κάποια σχέδια ανάπτυξης του εργοστασίου. Τα τράβηξε και τα μάζεψε, σαν να ήταν πολύτιμοι λίθοι, με την επιθυμία να μετατρέψει τις μνήμες σε έμπνευση. Και αυτό ακριβώς άρχισε να κάνει δέκα περίπου χρόνια πριν.
Τα ριζόχαρτα, όπως και τα blue prints (παλιά σχέδια συναρμολόγησης), τα προσαρμόζει σε καμβά και αποτελούν το υλικό πάνω στο οποίο δημιουργεί χρησιμοποιώντας μελάνι, χρωματιστό κάρβουνο ή λαδοπαστέλ, πολυδιάστατες συνθέσεις, που ακροβατούν ανάμεσα στον ρεαλισμό και την φαντασία ή αποτελούν έναν συγκερασμό του πριν και του μετά μέσα στο ίδιο έργο. Η γραφή της είναι εύγλωττη και ασυμβίβαστη και δεν ακολουθεί συγκεκριμένους κανόνες ή τεχνοτροπίες.
Ο πατέρας της, Βασίλης Θεοχαράκης, έπαιξε καταλυτικό ρόλο για την αγάπη της προς την ζωγραφική. Υπήρξε μαθητής του Σπ. Παπαλουκά και παράλληλα με την επιχειρηματική του δραστηριότητα ασχολείτο συστηματικά με τη ζωγραφική και εκείνη από μικρό κοριτσάκι πήγαινε στο ατελιέ του και τον χάζευε να ζωγραφίζει με τις ώρες, κουβεντιάζοντας μαζί του. Παρ' όλα αυτά, αποφάσισε να δώσει εξετάσεις στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών πολύ αργότερα, αφού είχε τελειώσει τις μεταπτυχιακές της σπουδές και εργαζόταν στις οικογενειακές επιχειρήσεις, και επίσης ήταν μητέρα τριών παιδιών.
Στον χώρο της έκθεσης, τον αρχιτεκτονικά διαμορφωμένο από την εικαστικό, ο επισκέπτης εισέρχεται στο παρελθόν, που υπήρξε η έμπνευση για αυτήν. Γύρω του, αντικείμενα από το εργοστάσιο (επιγραφές, πινακίδες ασφαλείας, ντοσιέ, παλιοί υπολογιστές, καρέκλες, κάρτες χριστουγεννιάτικες κ.ά.) που η Ντένη, σαν μία βιομηχανική αρχαιολόγος, ανέσυρε από τα ερείπια και τα τοποθέτησε στον χώρο, δίνουν την αίσθηση ότι βρίσκονται σε έναν άμεσο διάλογο με το εικαστικό αποτύπωμα. Ταυτόχρονα όμως αυτά τα σπαράγματα μνήμης από τον χώρο του εργοστασίου αποκτούν μία «νέα ζωή» ως εκθέματα σε ένα εικαστικό project που προκαλούν στον θεατή μία αισθητηριακή εμπειρία.
Φεύγοντας, ο επισκέπτης κατακλύζεται από διάφορα και αντικρουόμενα συναισθήματα. Κατ' αρχάς, νιώθει έναν θαυμασμό για την ιδέα που είχε η Ντένη Θεοχαράκη, μία ιδέα που υλοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία, παρουσιάζοντας ένα άρτιο από κάθε άποψη αποτέλεσμα. Η έκθεση δεν περιορίζεται στα στενά όρια του περιβάλλοντός της, αλλά αφορά όλους μας και αποτελεί τροφή για σκέψη.
Αναπόφευκτα, η λύπη και η αγανάκτηση διαδέχονται τον θαυμασμό όταν κανείς σκεφτεί πώς είναι δυνατόν οι πολιτικές ηγεσίες των περασμένων δεκαετιών να μην κατάφεραν να θωρακίσουν την ελληνική βιομηχανία, έναν κλάδο που μεσουρανούσε στην μεταπολεμική Ελλάδα, και τον άφησαν να καταρρεύσει με πάταγο, οδηγώντας σε λουκέτο ή μεταφορά στο εξωτερικό εμβληματικές εταιρείες με αξιοσημείωτη πορεία στον χώρο; Τι φταίει, άραγε, και συνέβη αυτό; λάθος πολιτικές αποφάσεις, η νοοτροπία μας, η εχθρική στάση της πολιτείας απέναντι στην επιχειρηματικότητα; Πολλά ερωτήματα που ζητούν απαντήσεις, που μάλλον δεν πρόκειται να δοθούν...
«Ακόμη θυμάμαι τον θυμό μου όταν έγινε όλο αυτό» λέει αναφερόμενη στο κλείσιμο του εργοστασίου η Ντένη Θεοχάρακη, και συνεχίζει «όχι μόνο για την οικογένειά μου, αλλά και για την Ελλάδα».
Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την έκθεση στο City Guide της Athens Voice
Δειτε περισσοτερα
Τα κοσμήματα με τα γράμματα και την περίτεχνη τέχνη της Charlotte Chesnais
Aγόρια ντυμένα γυναίκες, με εξαιρετικό μπρίο και αριστοτεχνική θηλυκότητα, προσέφεραν ένα εκρηκτικό show
Η καθημερινότητα της πόλης αλλάζει, μαζί και η ζωή μας
Η έκθεση φιλοξενείται στο MOMus-Μουσείο Άλεξ Μυλωνά, στην Αθήνα
Ιστορικά ντοκουμέντα από το ξέσπασμα εναντίον του δικτατορικού καθεστώτος