Εικαστικα

Σαν σήμερα: Πώς ο Νικόλαος Γύζης επηρέασε την πορεία της ελληνικής τέχνης

Τα σπουδαία έργα μίας σπάνιας καλλιτεχνικής προσωπικότητας

A.V. Team
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Σαν σήμερα 1η Μαρτίου η γέννηση του Νικόλαου Γύζη - Πώς επηρέασε την πορεία της ελληνικής τέχνης

Ο Νικόλαος Γύζης ήταν χωρίς αμφιβολία μια σπάνια καλλιτεχνική προσωπικότητα, που με τη ζωγραφική του εξέφραζε την αλήθεια του και δεν έχει πάψει να θαυμάζεται και να συγκινεί. Γεννήθηκε μία ημέρα σαν σήμερα, 1η Μαρτίου το 1842 και ήταν κορυφαίος ζωγράφος της λεγόμενης «Σχολής του Μονάχου», διακεκριμένος τόσο σε ελληνικό τόσο και σε πανευρωπαικό επίπεδο.

Ο πίνακας του Νικόλαου Γύζη, που είναι σήμερα γνωστός ως «Το Κρυφό Σχολειό» εκτέθηκε για πρώτη φορά στην Αθήνα το 1888 με τίτλο Έλληνικόν Σχολείον έν καιρώ δουλείας © Wikimedia Commons

Η ζωή, η προσωπικότητα και το έργο του Γύζη συμπυκνώνουν συμβολικές αξίες που τον ανάγουν σε εθνικό πρότυπο υπέρβασης.Οι ηθογραφικές συνθέσεις του αποκαλύπτουν σπάνιες σκηνοθετικές, σκηνογραφικές και ψυχογραφικές ικανότητες.

Ο Γύζης επηρέασε την πορεία της ελληνικής τέχνης με το ζωγραφικό του έργο, ενώ σημαντική είναι η θέση του και στη γερμανική ιστορία της τέχνης του 19ου αιώνα. Στις ηθογραφίες του κατόρθωσε να υπερβεί το επίπεδο της απλής διήγησης, ενώ το διαμέτρημά του αναδεικνύεται στο ιδεαλιστικό, αλληγορικό και θρησκευτικό του έργο, τομείς στους οποίους συμβάδισε με τις αναζητήσεις του πρωτοποριακού κινήματος Jugendstil.

Παιδικοί αρραβώνες, 1877 © Εθνική Πινακοθήκη

Παρακολουθώντας τα πρώτα βήματα του σπουδαίου Νικόλαου Γύζη

Έζησε τα πρώτα παιδικά του χρόνια στην Τήνο και αυτό ήταν ίσως το μεγάλο δώρο που έκανε η ζωή στον Γύζη. Η καταγωγή του. Γεννήθηκε σε έναν τόπο όχι μόνο σπάνιας ομορφιάς, λαμπρού φωτός και γοητευτικής θάλασσας, αλλά και μεγάλης παράδοσης στο σμίλεμα της πέτρας. Το 1850 ο Γύζης εγκαταστάθηκε με τον πατέρα του στην Αθήνα, προκειμένου να του δοθεί η δυνατότητα να καλλιεργήσει συστηματικά την κλίση του προς τη ζωγραφική.

Αποκριά στην Αθήνα, π. 1892 © Εθνική Πινακοθήκη

Λόγω του νεαρού της ηλικίας του, παρακολούθησε μαθήματα στο Πολυτεχνείο ως ακροατής. Ενεγράφη επισήμως πια το 1854 και φοίτησε έως το 1864 με δασκάλους τους Φίλιππο Μαργαρίτη, Αγαθάγγελο Τριανταφύλλου, Raffaelo Ceccoli, Ludwig Thiersch, Πέτρο Παυλίδη – Μινώτο και Βασίλειο Καρούμπα – Σκόπα. Το 1859 έλαβε μέρος στην έκθεση των Ολυμπίων. Το 1862, με σύσταση του συμπατριώτη και στενού του φίλου Νικηφόρου Λύτρα, γνώρισε τον εύπορο Τηνιακό και μετέπειτα πεθερό του Νικόλαο Νάζο, ο οποίος τον βοήθησε να λάβει υποτροφία από το Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.

Ο μικρός Σάτυρος, π. 1895 © Εθνική Πινακοθήκη

Οι σπουδές στο Μόναχο και η φιλία με διακεκριμένους ζωγράφους της εποχής

Στα μέσα του 1865 αναχώρησε για το Μόναχο, όπου μαθήτευσε κοντά στον Hermann Anschutz και τον Alexander von Wagner στην Ακαδημία Καλών Τεχνών, πριν γίνει δεκτός, το 1868, στην τάξη του Karl von Piloty. Στο Μόναχο μυήθηκε στην καλλιτεχνική ζωή από τον Λύτρα, που ήταν εγκατεστημένος εκεί ήδη από το 1860, και γρήγορα έγινε δεκτός στον κύκλο του Leibl, ενώ συνδέθηκε φιλικά με τους ζωγράφους Franz von Defregger, Eduard Kurzbauer και, αργότερα, με το Franz von Lenbach.

Μετά τις συμμετοχές του σε εκθέσεις στο Μόναχο και τη Βιέννη, αναχώρησε το 1872 για την Ελλάδα, όπου παρέμεινε δύο χρόνια. Το ταξίδι στην Ανατολή, που πραγματοποίησε ενδιαμέσως, το 1873, μαζί με το Λύτρα, επηρέασε καθοριστικά την αντίληψη και την απόδοση του χρώματος και του φωτός στο έργο του.

Η χαρτομάντισσα, 1885 © Εθνική Πινακοθήκη

Επέστρεψε, οριστικά πλέον, στο Μόναχο το 1874, όπου μετείχε συστηματικά στις ετήσιες και τις διεθνείς εκθέσεις του Glaspalast. Το 1875 έγινε μέλος του καλλιτεχνικού συλλόγου «Αllotria». Στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού το 1878, όπου συμμετείχε στο γερμανικό τμήμα, απέσπασε το τρίτο βραβείο, και το 1879 ήταν μέλος της κριτικής επιτροπής στη Διεθνή Έκθεση του Μονάχου. Στα 1878 – 1880 εκτέλεσε την οροφογραφία του Μουσείου Διακοσμητικών Τεχνών στο Kaiserslautern.

Μετά την καταστροφή των Ψαρών, π. 1896-1898 © Εθνική Πινακοθήκη

Το 1877 επέστρεψε στην Αθήνα και νυμφεύτηκε την εκλεκτή της καρδιάς του Άρτεμη Νάζου, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά: τρεις κόρες κι ένα γιο, τον γλύπτη Τηλέμαχο Γύζη (1880-1955). 

Τα θέματα που επιλέγει ο Νικόλαος Γύζης ως εκφραστής του νέου πνεύματος

Το 1880 έγινε επίτιμο μέλος της Ακαδημίας των Ωραίων Τεχνών, το 1882 αναπληρωτής καθηγητής στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου και έξι χρόνια αργότερα, το 1888, τακτικός καθηγητής. Εκτός από την ηθογραφία, τη νεκρή φύση και το πορτρέτο, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1880 ο Γύζης θα στραφεί προς τα ιδεαλιστικά – αλληγορικά θέματα, που είχε προσεγγίσει ήδη από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, και θα αναδειχθεί έτσι σε εκφραστή ενός νέου πνεύματος που εκείνη την εποχή καλλιεργείτο στο Μόναχο προαναγγέλλοντας το Jugendstil.

Ψυχομάνα, 1882-1883 © Εθνική Πινακοθήκη

Το 1887 σχεδίασε τη σημαία του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου της Αθήνας.

Το τελευταίο ταξίδι του Γύζη στην Ελλάδα 

Από το 1888 με το «Πνεύμα της Τέχνης» για την 3η Διεθνή Έκθεση του Μονάχου,ο Γύζης στράφηκε προς τον τομέα της καλλιτεχνικής αφίσας. Το 1892 κέρδισε χρυσά μετάλλια στη Διεθνή Έκθεση του Μονάχου και στη Μαδρίτη, εξελέγη δε μέλος της κριτικής επιτροπής της Διεθνούς Έκθεσης του Σικάγου του 1893, χρονιά κατά την οποία εικονογράφησε και το διήγημα του Δημητρίου Βικέλα «Φίλιππος Μάρθας». Το 1895 πραγματοποίησε το τελευταίο του ταξίδι στην Ελλάδα, την οποία ποτέ δεν ξέχασε και πάντα νοσταλγούσε. Προσβεβλημένος από λευχαιμία, πέθανε στο Μόναχο στις 4 Ιανουαρίου 1901 σε ηλικία 58 ετών.  Λέγεται ότι τα τελευταία του λόγια ήταν: «Λοιπόν ας ελπίζωμεν και ας ζητούμεν να είμεθα εύθυμοι

Οι ελεύθερες τέχνες με τα πνεύματά τους, 1878-1880 © Εθνική Πινακοθήκη

Έργα του σπουδαίου ζωγράφου βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη και σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές της Ελλάδας και του εξωτερικού.

Το 1928 η Εταιρεία Φιλοτέχνων οργάνωσε στο Ιλίου Μέλαθρον αναδρομική έκθεση, που περιελάμβανε τετρακόσια εξήντα τρία έργα του. Το 2001 η Εθνική Πινακοθήκη Αθηνών παρουσίασε μεγάλη αναδρομική έκθεση του έργου του με τη συμπλήρωση εκατό ετών από το θάνατό του.

Με πληροφορίες από την Εθνική Πινακοθήκη