- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το έπος του 1940 στον καμβά του Τάσου Δήμου
Λίγο πριν την παρουσίαση της ατομικής του έκθεσης στο φουαγιέ του Πολεμικού Μουσείου ο έλληνας ζωγράφος μιλάει για τη νέα σειρά έργων του
Ο εικαστικός Τάσος Δήμος μιλάει για την ατομική του έκθεση «Το Έπος του ‘40» που παρουσιάζεται στο Πολεμικό Μουσείο στις 28 Οκτωβρίου.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που σου κάνουν εντύπωση στα νέα έργα μεγάλων διαστάσεων του Τάσου Δήμου είναι ο τρόπος με τον οποίο τοποθετεί τους ανθρώπους στα έργα του. Αποτυπώνοντας τους ήρωές του -και ήρωες μίας εποχής- ως πρωταγωνιστές και όχι ως απλές φιγούρες, με τη γνώριμη ιμπρεσιονιστική τεχνοτροπία που χαρακτηρίζει τη ζωγραφική του, σε κάνει να μεγεθύνεις τις εικόνες αν κοιτάς την οθόνη σου ή να πλησιάσεις πιο κοντά σε αυτές αν τις παρατηρείς στο εργαστήριό του.
Χωρίς να πέφτει στην παγίδα της προγονοπληξίας, ο Τάσος Δήμος εμπνευσμένος από φωτογραφικό υλικό της εποχής, δημιούργησε τους πίνακες που απαρτίζουν την έκθεση «Το Έπος του ‘40», η οποία θα παρουσιαστεί με αφορμή την επέτειο του «ΟΧΙ», στις 28 Οκτωβρίου, στο φουαγιέ του Πολεμικού Μουσείου.
Ο Τάσος Δήμος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960, μεγαλώνοντας με ανθρώπους που υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες και μέτοχοι των γεγονότων. Μαθήτευσε στο εργαστήρι του Γιώργου Βακιρτζή και σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ), με καθηγητές τους Δημοσθένη Κοκκινίδη, Δημήτρη Μυταρά και Βαγγέλη Δημητρέα. Πήρε υποτροφίες του Ι.Κ.Υ. και αποφοίτησε με άριστα. Συνέχισε τις σπουδές του στο Hochschule der Künste του Βερολίνου στο εργαστήριο του Marwan Kassab-Bachi με υποτροφία από την εταιρεία Bosch.
Η πρώτη του έκθεση έγινε στο Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο «Ώρα» του Ασαντούρ Μπαχαριάν το 1989, ενώ μια από τις πρώτες σημαντικές του εκθέσεις ήταν αυτή στη γκαλερί «Titanium» το 1995. Έχει συνεργαστεί με δεκάδες γκαλερί και μουσεία σε όλη την Ελλάδα. Έργα του υπάρχουν στο Μουσείο Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή, το Καλλιτεχνικό Αρχείο του ΕΜΣΤ, τη συλλογή της ΑΣΚΤ, τη Δημοτική Πινακοθήκη Αθηνών, τη Βουλή των Ελλήνων, τη συλλογή του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός», κ.α., ενώ έχει εκθέσει σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Γενεύης το 2003, όπου η έκθεσή του με τίτλο «Communicative Art» πραγματοποιήθηκε στο Château de Coudrée με χορηγία από την εταιρεία Lockheed Martin.
Η μάχη, η πολεμική σύγκρουση και η νίκη της ελληνικής κοινωνίας και των ελληνικών όπλων απέναντι στον φασισμό και τον συνασπισμό Ιταλίας και Αλβανίας, μετά τη συνομολόγηση του Χαλύβδινου Συμφώνου, απασχολεί τον Τάσο Δήμο σε κάθε πίνακα της νέας ατομικής του έκθεσης «Το Έπος του ‘40»: φαντάροι που πολεμούν στο χιονισμένο τοπίο, στην πρώτη γραμμή, μέχρι τις Ηπειρώτισσες γυναίκες, που τους φέρνουν εφόδια και από τους δημοσιογράφους που έχουν σταλεί από τις εφημερίδες τους στο ορεινό μέτωπο, μέχρι τον τορπιλισμό της «Έλλης». Ο δημιουργός μάς μίλησε για τα νέα έργα που φιλοτέχνησε, την έμπνευση πίσω από τη ζωγραφική και τη ζωγραφική του πορεία.
Πώς προέκυψε η σειρά έργων που περιλαμβάνονται στην έκθεση «Το Έπος του ‘40»;
Η σειρά αυτή είναι για εμένα ένα μικρό «πείραμα». Ήθελα να καταπιαστώ με ένα τέτοιο θέμα, τόσο σημαντικό για την Ελλάδα, που το διδασκόμαστε από μικρά παιδιά στο σχολείο και να το κάνω «δικό μου», χρησιμοποιώντας τα χρώματα και τις τεχνοτροπίες που με χαρακτηρίζουν ως εικαστικό. Από την άλλη, σημαντικός εδώ είναι, όπως συνήθως στη δουλειά μου, ο ρόλος της φωτογραφίας. Οι πίνακες της έκθεσης είναι εμπνευσμένοι από φωτογραφικό υλικό της εποχής, το οποίο μοιράστηκε μαζί μου ο καλλιτεχνικός επιμελητής του Πολεμικού Μουσείου και καλός φίλος, Κώστας Σπυριούνης, δίνοντάς μου το έναυσμα να ξεκινήσω αυτό το ταξίδι στο χρόνο. Από την άλλη, το θέμα αυτό είναι σημαντικό για εμένα, ως προς τον τόπο όπου διαδραματίζεται, καθώς η καταγωγή μου και από τη μεριά της μητέρας μου, αλλά και από την πλευρά του πατέρα μου είναι από την Ήπειρο.
Θυμάστε την πρώτη σας επαφή με τη ζωγραφική; Πώς εξελίσσεται η σχέση σας με τη ζωγραφική όσο περνάει ο χρόνος;
Ξεκίνησα να ζωγραφίζω κυριολεκτικά από μικρό παιδί. Είναι παράξενο, όμως νομίζω πως η κλίση για τη ζωγραφική είναι κάτι απαραίτητα έμφυτο και κανείς δεν την αποκτά πραγματικά στη συνέχεια της ζωής του. Δεν ασχολούνται, βέβαια, όλοι όσοι διαθέτουν μια τέτοια κλίση με τα εικαστικά ως επάγγελμα. Και ο δικός μου ο πατέρας, όσο ανοιχτόμυαλος και αν ήταν για την εποχή του, ήθελε να με αποτρέψει από μία τέτοια καριέρα. Φαίνεται, θεωρούσε πως δεν θα μπορούσα να υποστηρίξω την οικογένειά μου κάνοντας αυτό, κάτι το οποίο τον απασχολούσε καθώς έφυγε νωρίς από την καρδιά του. Εγώ, από την άλλη επέμεινα και το προχώρησα. Σήμερα είμαι πολύ ευτυχισμένος που ακολούθησα αυτή την πορεία, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελα να ξεκινήσω πάλι από την αρχή. Η αρχή είναι εξαιρετικά δύσκολη. Όχι μόνο για να εδραιωθείς. Εγώ περνούσα δεκάωρα καθημερινά στο εργαστήριο, όταν είχα μόλις βγει από τη σχολή, μέχρι να βρω το προσωπικό μου στυλ και να αποδώσω τις ιδέες που είχα στο μυαλό μου επάνω στον καμβά. Η ζωγραφική μου, όχι μόνο έχει εξελιχθεί, αλλά έχει αλλάξει σχεδόν άρδην. Μπορεί, όμως να βρει κανείς στοιχεία από τους σημερινούς μου πίνακες ακόμα και στα πρώτα μου, νεανικά έργα. Έτσι είναι και στη ζωή μου. Έχω αλλάξει τελείως σαν άνθρωπος, όμως κάτι μένει ακόμα από εκείνο το φιλόδοξο παιδί, που ήθελε να κάνει το δικό του.
Γεννηθήκατε στην Αθήνα του 1960. Πώς σας καθόρισαν οι αφηγήσεις των μεγαλύτερων για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την ταραγμένη περίοδο που ακολούθησε;
Ο Πόλεμος, σίγουρα, είναι ένα πολύ παλιό γεγονός σήμερα. Από την άλλη είναι ένα θέμα που, δυστυχώς, είναι συνέχεια στην επικαιρότητα. Πάρε για παράδειγμα αυτά που συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή. Πάντως, τον Β’ Παγκόσμιο δεν τον έζησε πραγματικά ούτε η μητέρα μου, η οποία τότε ήταν στην Άρτα και ήταν μικρό κορίτσι. Μου λέει συχνά τις ιστορίες με τους Ιταλούς στρατιώτες που τους έφερναν εικόνες της Παναγίας και τους Γερμανούς, που όταν περνούσαν από την πόλη, όλοι είχαν κρυφτεί στα σπίτια τους και είχαν κλείσει τα παντζούρια για να μην τους δουν. Εκείνο που έζησαν όλοι οι παλιότεροι είναι οι τραγικές επιπτώσεις αυτής της αιματηρής σύγκρουσης. Τη φτώχεια που επήλθε τόσο στην επαρχία, όσο και (σε χειρότερη μορφή) στην Αθήνα.
Υπήρξατε μαθητής στο εργαστήρι του Γ. Βακιρτζή και σπουδάσατε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ), με καθηγητές τους Δ. Κοκκινίδη, Δ. Μυταρά και Β. Δημητρέα. Πήρατε υποτροφίες του Ι.Κ.Υ. και αποφοιτήσατε με άριστα. Συνεχίσατε τις σπουδές σας στο Hochschule der Künste του Βερολίνου στο εργαστήριο του M. Kassab-Bachi με υποτροφία από την εταιρεία Bosch. Ποια ήταν τα πιο σημαντικά διδάγματα που πήρατε;
Κάθε ένα από αυτά τα «σχολεία» όπως τα λέω εγώ, διαμόρφωσαν τη γραφή και την προσωπικότητά μου με τον τρόπο τους. Ο Βακιρτζής, το 1979 όταν μαθήτευσα κοντά του, με έμαθε όχι μόνο να σχεδιάζω, αλλά και να διαβάζω Μοντέρνα λογοτεχνία, όπως Έσσε, Τζόυς και άλλους μεγάλους. Ο Βακιρτζής δεν ήταν της Σχολής, αλλά δεν με απέτρεψε από το να πάω. Αντίθετα με ενθάρρυνε. Εκεί έδωσα εξετάσεις και μπήκα με τα ταλέντα. Ο Μυταράς, ο Δημητρέας, η Λαμπράκη (στα θεωρητικά) και φυσικά ο Κοκκινίδης με προέτρεψαν και με ανέδειξαν. Τότε δούλευα πάρα πολύ. Τόσο, που μερικές φορές δεν πήγαινα στο μάθημα για να δουλέψω. Εκείνοι το ήξεραν και δεν τους πείραζε. Η Καλών Τεχνών με βοήθησε πάρα πολύ στο να πάρω τη ζωγραφική εντελώς στα σοβαρά. Ύστερα πήγα στο Βερολίνο, σε μία πολύ σημαντική περίοδο της πόλης. Το Τείχος είχε μόλις πέσει και ακόμα το Ανατολικό Βερολίνο (όπου έμενα με τη γυναίκα μου) ήταν πολύ διαφορετικό από το Δυτικό. Τόσο το ταξίδι μου εκεί, όσο και το επόμενο στη Νέα Υόρκη, όπου έμεινα για κάποια χρόνια, με έκαναν να κοιτάξω τάσεις πέρα από αυτές που κυκλοφορούσαν τότε στην Ελλάδα. Ακόμα θεωρώ πως είμαι επηρεασμένος από αυτά μου τα πρώτα ταξίδια.
Ποιοι εικαστικοί σας έχουν επηρεάσει και γιατί; Με ποιο από τα εικαστικά κινήματα αισθάνεστε μεγαλύτερη συγγένεια και ποιο θεωρείτε ότι είναι το ζωγραφικό στίγμα που προσθέσατε και κατέστησε τη ζωγραφική σας πρωτότυπη και προσωπική;
Τα κινήματα που με επηρέασαν περισσότερο θα έλεγα πως είναι εκείνα του Ιμπρεσιονισμού και του Εξπρεσιονισμού. Αυτά τα δύο έχω προσπαθήσει να «παντρέψω» στο έργο μου από όταν ξεκίνησα, τη δεκαετία του 1980. Στην αρχή, που οι πίνακές μου διακρίνονταν περισσότερο από την άγρια πινελιά και την κίνηση, νομίζω πως υπερίσχυε το εξπρεσιονιστικό στοιχείο. Μετά, με τις φιγούρες, υπερίσχυσε το ιμπρεσιονιστικό. Όσο αφορά συγκεκριμένους καλλιτέχνες, σίγουρα με έχει επηρεάσει ο Σεζάν, ο Μονέ, ο Πικάσο ακόμα σε μερικά του έργα, ο Κοκόσκα, ο Ρεντόν, είναι όμως τόσοι πολλοί που σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσα να τους θυμηθώ όλους και να τους αναφέρω σε μία πρόταση.
Ποια από τα στοιχεία της ζωγραφικής σας θεωρείτε πρωτότυπα και σύγχρονα;
Η «πρωτοτυπία» μου, σε προσωπικό τουλάχιστον επίπεδο, είναι το πέρασμά μου από την αφηρημένη ζωγραφική στη φιγούρα και δη στην παιδική φιγούρα. Είναι δύσκολο ένας οργισμένος έφηβος (όπως ήμουν όταν έκανα αφηρημένη ζωγραφική) να δεχτεί τον κόσμο γύρω του για αυτό που είναι και να φτάσει να «βλέπει» ανθρώπους και όχι τρομερά πρόσωπα σε δέντρα και βράχους. Ύστερα, έχει σημασία το τι ανθρώπους βλέπει. Αρχικά ήταν η γυναικεία φιγούρα, το θηλυκό, αντικείμενο πόθου. Μετά σιγά-σιγά το θηλυκό γίνεται σύζυγος, μητέρα. Ύστερα έρχονται οι παιδικές φιγούρες που «μεγάλωναν» σύμφωνα με την ηλικία των παιδιών μου. Τώρα φαίνεται πως βρίσκομαι σε μία επόμενη φάση: Εκείνη όπου με ενδιαφέρει το σύνολο της ανθρωπότητας, με μεγάλα και σημαντικά γεγονότα, όπως ένας Παγκόσμιος Πόλεμος. Νομίζω πως κάτι σηματοδοτεί κάθε φορά η επιλογή των θεμάτων μου.
Έχει διατυπωθεί πως η τέχνη θέτει ερωτήματα. Ποια είναι τα δικά σας;
Αν και δεν μου αρέσει ο δογματισμός στην τέχνη και δεν πιστεύω πως τα έργα μου έχουν κάποιο συγκεκριμένο μήνυμα, θέλω πάντα να ευαισθητοποιώ με τα θέματά μου και να κάνω το κοινό να σκέφτεται. Όταν βλέπουμε στις ειδήσεις γεγονότα όπου βλάπτονται μικρά παιδιά, θέλω οι θεατές να αναλογιστούν, για μία στιγμή έστω, πόσο άδικο είναι να συμβαίνει αυτό σε αθώα πλάσματα όπως είναι τα μικρά παιδιά. Έπειτα η καλλιτεχνική έκφραση, θεωρώ, πως είναι ο μόνος τρόπος για να μεταδώσει κανείς τέτοια ευγενή συναισθήματα και ιδέες, που δεν χωράνε σε προϋπολογισμούς κρατών ή στρατιωτικές ατζέντες. Χρειαζόμαστε περισσότερη τέχνη στη ζωή μας, αυτό το πιστεύω ακράδαντα.
H Aθήνα είναι μια πόλη που μπορεί να εμπνεύσει έναν ζωγράφο;
Η Αθήνα είναι μία ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που δεν μοιάζει με καμία άλλη στην Ευρώπη. Είναι ένας πολύ ιδιαίτερος τόπος. Είναι ο τόπος όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα. Την Αθήνα την αγαπώ κι ας με πληγώνει όπως λένε και οι ποιητές. Την έχω δει τόσα χρόνια να αλλάζει, αλλά και να μένει ίδια όπως όταν ήμουν παιδί. Θα ήθελα να τη δω να ομορφαίνει ακόμα περισσότερο και τελευταία έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες, αλλά βλέποντας κανείς αυτή την πολύπαθη, αρχαία πόλη, δεν μπορεί να μην αναλογιστεί την μεγάλη ιστορία της. Ίσως και η ασχήμιες της να είναι μέρος αυτής της ιστορίας. Αυτός είναι μάλλον και ο λόγος που συνεχίζει και αποτελεί πηγή αστείρευτης έμπνευσης για έναν καλλιτέχνη.
«Το Έπος του ‘40»
Διάρκεια έκθεσης: 23 Οκτωβρίου – 1 Νοεμβρίου 2023
Διεύθυνση: Πολεμικό Μουσείο, Βασ. Σοφίας & Ριζάρη 2, Αθήνα
Ώρες λειτουργίας: Έως 31 Οκτωβρίου: 09:00-19:00
Από 1 Νοεμβρίου: 09:00-17:00