- CITY GUIDE
- PODCAST
-
16°
Ο Θανάσης Δάπης είναι ένας από τους πιο σπαρταριστούς νέους Θεσσαλονικιούς visual artists
Ξεφυλλίζουμε το photobook του, ebnefsis
Θανάσης Δάπης: Συνέντευξη με τον visual artist για το photobook ebnefsis, την τέχνη, τη Θεσσαλονίκη.
Αν ζεις στην Αθήνα και αγαπάς την κουλτούρα και τον φετιχισμό των απτών photobooks, αναζήτησε το ebnefsis στο μανιακό με την αρχιτεκτονική, την ποπ κουλτούρα και το ντιζάιν βιβλιοπωλείο Hyper Hypo (Βορέου 10), όπως και στην εξτρίμ clothing μπουτίκ Dangerous Minds (Πλατεία Μητροπόλεως 11). Το ebnefsis είναι μια πολύ συγκινητική αυτοέκδοση που με το που την ξεφύλλισα το μυαλό μου φλάσαρε πίσω στα ηρωικά eighties και ninenties, τότε που όροι όπως alternative press και εναλλακτικές εκδόσεις τέχνης είχαν νόημα, αξία και σημασία.
Ακολουθεί μια κουβέντα με τον εκδότη του Θανάση Δάπη, ένα Gen Z μυαλό εκρηκτικά γρήγορο και πολυτάλαντο, ένα αγόρι που πολυδιασπά τις καλλιτεχνικές πρακτικές του στη ζωγραφική, τη φωτογραφία αλλά και κάθε τι που εμπεριέχει μέσα του υπόσχεση εικόνας, έκφρασης και δημιουργίας. Με τρόπους που δεν αυτοπεριορίζονται στις ψηφιακές πλατφόρμες, στις οποίες τόσο λατρεύει να δρα η γενιά του, ο Θανάσης Δάπης ατρόμητα επανεκτιμά, επανασυνθέτει και επεκτείνεται με τις τεχνικές του σε ένα τώρα και ένα αύριο που μοιάζει να επωάζονται με τα ιδανικότερα του χθες. Στη Θεσσαλονίκη το ebnefsis μπορείτε να το προμηθευτείτε από την γκαλερί της Λόλας Νικολάου (Τσιμισκή 52).
Πώς αυτοπροσδιορίζεσαι καλλιτεχνικά; Ζωγράφος απόφοιτος από τη θεσσαλονικιώτικη Καλών Τεχνών ή κάτι άλλο; Ρωτάω γιατί είδα μεν πίνακές σου, να όμως που στην κουβέντα μαθαίνω πως σπουδάζεις και φωτογραφία στη Stereosis, ενώ ταυτόχρονα κρατώ στα χέρια μου και ένα photobook που αυτοεξέδωσες με εικόνες ντυμένες με χειρόγραφες λέξεις-σκέψεις.
Αν αυτήν την ερώτηση μου την έκανες πέρυσι, κατά πάσα πιθανότητα θα αυτοπροσδιοριζόμουν ως εικαστικός - ζωγράφος. Επειδή όμως η τέχνη εμπεριέχει μέσα της την εξέλιξη και η εξέλιξη είναι κάτι που το βιώνω μέρα με τη μέρα, θεωρώ πως ο τίτλος του visual artist αυτή τη στιγμή με προσδιορίζει ακριβέστερα από τον περιοριστικό τίτλο του εικαστικού, καθώς καταπιάνομαι με πολλά διαφορετικά είδη τέχνης ταυτόχρονα, όπως διαπιστώνεις, και όχι μονάχα με τη ζωγραφική.
Γιατί ονόμασες την έκδοση ebnefsis και όχι Έμπνευση;
To ebnefsis είναι ένα project που, όταν ξεκίνησε, ήταν καθαρά για το instagram. Το instagram δεν επιτρέπει κάτι πέραν από λατινικούς χαρακτήρες, μου φάνηκε όμως εύηχο, μικρό, ελληνικό και πιασάρικο. Τα quotes ξεκίνησα να τα γράφω στα αγγλικά με σκοπό να κερδίσω περισσότερο κοινό, να μπορεί να ταυτιστεί με αυτά ή να εμπνευστεί περισσότερος κόσμος σε σχέση με όσους μιλούν ελληνικά. Βλέπω ξένες ταινίες, ακούω ξένη μουσική, διαβάζω ξένα βιβλία και περιοδικά, σκέφτομαι επομένως και στα αγγλικά, καθώς μεγάλο κομμάτι της επιρροής που δέχομαι είναι ξενόγλωσσο. Εφόσον λοιπόν το brand δημιουργήθηκε και απέκτησε το κοινό του, θεωρώ πως θα ήταν λάθος τώρα να αλλάξει αυτό. Εξάλλου και μέσα στο βιβλίο είναι γραμμένα όλα στα αγγλικά…
Πότε συνέλαβες την ιδέα του άλμπουμ και πώς το δούλεψες; Οι σκέψεις-μάντρα-χάικου συνδυάστηκαν με εικόνες δουλεμένες εν παραλλήλω, ή πρώτα κατέγραψες τα λόγια και μετά τα έντυσες με εικόνες από τυχόν στοκ που μάζευες;
Με συνέπαιρνε ανέκαθεν η ιδέα του βιβλίου, πόσω μάλλον ενός βιβλίου δικού μου με καταγραφή των ιδεών και εικόνων μου, δομημένα ακριβώς όπως εγώ θα ήθελα. Δεν σκέφτηκα ποτέ εξ αρχής του πρότζεκτ πως θα γίνει κάποτε βιβλίο, περισσότερο αυτό με οδήγησε από μόνο του. Ήταν μια διαδικασία που κράτησε καιρό, το να μπορέσω να αποφασίσω ποιες σκέψεις θα μπούνε και με ποιες εικόνες θα συνδυαστούν. Εικόνες που μαζεύτηκαν στο κινητό μου και έφτασαν περί τις 20 χιλιάδες από τα τελευταία 5 χρόνια. Αφού αποφάσισα να γίνει το βιβλίο, δεν φωτογράφισα κάτι με σκοπό να τυπωθεί καθώς έτσι θα έχανε τη ρομαντικότητά του το βιβλίο. Προσπάθησα να θυμηθώ τι μου κέντρισε την προσοχή την ώρα που απαθανάτιζα το κάθε τι και να το συνδυάσω με το πώς αισθάνθηκα όταν έγραψα κάτι και να τα παντρέψω, κάπως έτσι.
Αν έλεγα πως το ebnefsis είναι μια υπαρξιακή περιδίνηση ντυμένη με interior και exterior urban snapshots, θα το δεχόσουν; Και τι άλλο θα συμπλήρωνες προκειμένου να δελεάσεις ισχυρότερα τον πιθανό αναγνώστη- αγοραστή του;
Θα το δεχόμουν. Στην ουσία η σελίδα βασίστηκε, από την αρχή της μέχρι και σήμερα που μιλάμε, στις σκέψεις, τον γραπτό λόγο. Φωτογραφίες δεν ανέβασα ποτέ. Η φωτογραφία ήρθε να το ενισχύσει όταν αποφάσισα να γίνει η έκδοση, κι αυτό γιατί πέραν του ότι από μικρό μου αρέσανε περισσότερο τα βιβλία που είχαν εικόνες, θεωρώ πως η εικόνα σου δίνει τη δυνατότητα να δεις και μέσα από τα μάτια μου, αν πούμε ότι κάποιος διαβάζοντας αυτά που γράφω βλέπει μέσα από το μυαλό και την ψυχή μου.
Ας μιλήσουμε για τη ζωγραφική σου. Γιατί ζωγραφίζεις, τι ζωγραφίζεις, ποιες ιδέες-συναισθήματα αποδίδουν οι πίνακές σου. Και ανάμεσα στη μικρή και τη μεγάλη φόρμα και τις διαστάσεις των έργων σου, ποιες είναι οι διαφορές και ποιο μέγεθος αγαπάς περισσότερο;
Ζωγραφίζω με τρόπο τέτοιο που θέλω να δημιουργήσω από το μηδέν μια φαντασιακή εικόνα για το τι συμβαίνει γύρω μου και μέσα μου χωρίς αυτό να είναι εύκολα αντιληπτό στον θεατή, καθώς ναι μεν πολλές φορές υπάρχουν ρεαλιστικά στοιχεία στη ζωγραφική μου αλλά εντάσσοντάς τα σε μία συνολικά αφηρημένη εικόνα δημιουργείται έτσι για τον καθένα μια διαφορετική ιστορία. Με απασχολεί η φύση, τα καιρικά φαινόμενα, οι εποχές, το φως και το σκοτάδι, η μέρα και η νύχτα, πως όλα αυτά συμβάλλουν στην αλλαγή των συναισθημάτων μας και των ζωών μας. Δεν υπάρχει στο έργο μου μία και μόνο ανάγνωση, καθώς σε αντίθεση, για παράδειγμα, με τη φωτογραφία, η ζωγραφική μου δεν είναι ρεαλιστική. Θα έλεγα πως με ενδιαφέρει στη φάση αυτή το χρώμα, η σύνθεση και τα υλικά του έργου. Όσον αφορά την κλίμακα, αισθάνομαι πιο άνετα να δουλεύω σε μεγάλες επιφάνειες, μεγαλύτερες του ύψους, να με «αγκαλιάζει το έργο». Προκύπτουν και μικρής κλίμακας έργα, παρ’ όλα αυτά είναι συνήθως κομμάτια ενός παζλ και συνθέτουν όλα μαζί μια μεγαλύτερη εικόνα.
Πώς είναι τα εικαστικά της Θεσσαλονίκης; Υπάρχει σκηνή και πεδίο, γίνονται ωσμώσεις, παράγονται δράσεις σε μουσεία, γκαλερί και αλτέρνατιβ πρότζεκτ spaces ή είναι δική μου ιδέα πως επικρατεί μια κατάσταση χρώματος, το εκρού του νεκρού; Δε ζητώ να μου τη συγκρίνεις με την Αθήνα, ζητώ να μάθω αν το μέρος είναι φιλικό για τους καλλιτέχνες ή απαιτείται εκρίζωση και ξενιτιά για όσους επιθυμούν κάτι περισσότερο από το να υπάρχουν απλώς και ευπρεπώς…
Πράγματα γίνονται, αν και πλέον οι γκαλερί που έχουν απομείνει είναι ελάχιστες. Είναι δύσκολο για νέους καλλιτέχνες να βρουν εκπροσώπηση και χώρο να εκθέσουν, πράγμα που γεννά την ανάγκη δημιουργίας πολυχώρων που εξυπηρετούν τους καλλιτέχνες αυτούς. Μετά τον covid-19 βλέπω μια άνθηση στους χώρους και τις δράσεις αυτές και είναι ενθαρρυντικό, θα ήθελα όμως και τα μουσεία της πόλης να στραφούν περισσότερο σε νεότερες γενιές καλλιτεχνών παρά στο να ανακυκλώνουν τα ίδια και τα ίδια. Η αλήθεια είναι πως έχουν απομείνει λίγοι νέοι καλλιτέχνες στην πόλη σε σχέση με το παρελθόν, για να εξελιχθεί η σκηνή της πόλης θέλει αυτούς, αλλιώς τα βήματα που θα κάνει θα είναι πάντα μικρά. Φεύγουν για να πάνε στην Αθήνα, από την Αθήνα δε βλέπω κάποιον να έρχεται εδώ…
Όμως προσωπικά εσύ, γεννήθηκες μέσα σε ένα περιβάλλον γεμάτο τέχνη, άλλωστε το ebnefsis το αφιερώνεις στη γιαγιά σου, την γκαλερίστα Λόλα Νικολάου. Πώς ήταν να μεγαλώνεις δίπλα, ας πούμε, στον Λαζόγκα ή τους άλλους μεγάλους της ελληνικής τέχνης που πρακτόρευε η Λόλα; Κι αλήθεια υπάρχουν κάποιοι δημιουργοί από το «ντεπόζιτο» της Λόλας που τους συναναστράφηκες και σε επηρέασαν;
Αν έχω ένα ταλέντο σε αυτό που κάνω, τότε αυτό καλλιεργήθηκε σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό μέσω της επαφής που είχα από μικρό παιδί με κάποιους από τους σπουδαιότερους, Έλληνες κυρίως, καλλιτέχνες. Συνεχίζω να συναναστρέφομαι, πλέον ως συνάδελφος, και σίγουρα η επιρροή. Παραδείγματος χάριν, του Γ. Λαζόγκα, του Μ. Χάρου, του Α. Παλαβράκη ή του δασκάλου μου Γ. Τσακίρη υπάρχει σαφέστατα στο έργο μου. Θεωρώ απλά τυχερό τον εαυτό μου που μπορώ με τους ανθρώπους αυτούς να είμαι σε άμεση επαφή χωρίς αυτό να το έχω επιδιώξει ιδιαίτερως…
Αν δεν ζούσες στη Θεσσαλονίκη και αν μπορούσες να διαλέξεις με αποκλειστικά το καλλιτεχνικό κριτήριο, ποια είναι η πόλη ή η χώρα που θα ήθελες να υπάρχεις και σε ποια εποχή της θα ήθελες να δημιουργείς;
Από όλα τα κινήματα στην τέχνη της ζωγραφικής το αγαπημένο μου είναι αυτό των Αφηρημένων Εξπρεσιονιστών, που ευδοκίμησε στην Αμερική των 60s και κυρίως τη Νέα Υόρκη. 50s, 60s, 70s μαζί και η Pop Art. Να συναναστρεφόμουν με το Rothko, το Motherwell, τον Kline, αργότερα στα 80s με τον Warhol, τον Basquiat, τον Haring… Από τα απόνερα που άφησε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και την έκρηξη της Αφηρημένης Ζωγραφικής, σε ένα συνεχές πάρτι και τον καλλιτέχνη ως superstar. Μαγικό.
Aν σου ζητούσα την all star λίστα των επιρροών σου ως καλλιτέχνη από όλο το φάσμα της δημιουργίας (μουσική, fine arts, φιλοσοφία, λογοτεχνία, δάσκαλοι στη σχολή), ποιους θα έβαζες υπό μορφή thanks giving και γιατί;
Από πού να ξεκινήσω… Μουσικά ο Mac Miller, the XX, ο Frank Ocean, ο Post Malone· ταινίες του Ταραντίνο αλλά και του Γουές Άντερσον· η φωτογραφία του Wolfgang Tillmans και του Juergen Teller· βιβλία του Μπουκόφσκι και ποιήματα της Λένας Δημουλά και του Καβάφη· το έργο της Coco Capitan, της Barbara Kruger, της Tracey Emin. Κι αυτοί που αναφέρω είναι ελάχιστοι. Για εικαστικούς, η λίστα είναι τεράστια! Με όλους τους παραπάνω ταυτίζομαι με το έργο τους. Με ιντριγκάρει, με προβληματίζει, με συγκινεί… Όπως και η αισθητική τους.
Πού και πώς βλέπεις τον εαυτό σου σε δέκα χρόνια; The future is unwritten ή νομίζω πως θα…
Αυτό που πραγματικά έχει σημασία είναι το «πώς» και το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να δουλέψω σκληρά τώρα για να είμαι άνετος τότε να κάνω πράξη ό,τι ιδέα έχω στο μυαλό μου. Θέλω να είμαι καλά με τον εαυτό μου, να νιώθω γεμάτος όσον αφορά το παρελθόν μου και να βλέπω το μέλλον μου σαν ένα λευκό καμβά. Το «πού» είμαι σίγουρος πως θα βρεθεί στην πορεία και θα είναι τότε το ιδανικότερο μέρος για να βρίσκομαι δεδομένων των συνθηκών.
Εκτός από την γκαλερίστα Λόλα Νικολάου, τυχαίνει να είσαι και γιος του Χρήστου Δάπη. Αυτό το αναφέρω γιατί ο πατέρας σου μαζί με τον θείο σου, Λίνο, από τη δεκαετία του ’90 ως και σήμερα, είναι υπεύθυνοι για μερικά από τα ωραιότερα κλαμπ και εστιατόρια όπου η Θεσσαλονίκη έζησε και ζει τα καλύτερά της χρόνια. Εσύ ο ίδιος προσωπικά, απ’ ό,τι γνωρίζω, εμπλέκεσαι με το Flying Carpet, το κλαμπ πάνω από το Kitchen Bar στο λιμάνι. Πώς συνδυάζονται οι δύο ιδιότητες, του καλλιτέχνη και του σκληρά εργαζόμενου νυχτερινού εργάτη και άραγε πόσο κόπο και θυσίες απαιτούνται για να κρατάς ενεργές και τις δυο αυτές «ζωές»;
Δε θεωρώ πως η δουλειά μου είναι δύσκολη. Αντίθετα, νιώθω τυχερός διότι πουλάμε διασκέδαση και μέσα από τη δουλειά μου διασκεδάζω κι εγώ. Αντιμετωπίζω τη νύχτα σαν έργο τέχνης και δημιουργώ γι’ αυτό και βλέπω τη δουλειά μου περισσότερο ως έκφραση. Από το design του χώρου, τα ρούχα του προσωπικού, το σερβίρισμα των ποτών, τους καταλόγους, τη δημιουργία θεματικών βραδιών σε συγκεκριμένα μουσικά πλαίσια μέχρι και τα γραφιστικά ή τα βίντεο που ανεβαίνουν στα social media, όλα τα αναλαμβάνω εγώ, γιατί σκοπός μου είναι να υπάρχει μια ταυτότητα και αυτή να μην αλλοιώνεται.
Τι φάση φέτος στο κλαμπ; Ποια είναι η ταυτότητα, ο κόσμος και η ιδέα του μουσικά, αισθητικά και κοινωνικά επί του υπάρχοντος χάρτη της πόλης; Καλλιτεχνικά αλλά και εμπoρικά, πόσο κοντά στα Λαδάδικα και πόσο κοντά στο Factory και τον Andy Warhol θα ήθελες να είναι;
Φέτος που πλέον τα μέτρα δεν είναι αυστηρά και φαίνεται πως και ο κόσμος έχει χαλαρώσει, το vibe είναι σαφώς καλύτερο. Στην πόλη μας οι επιλογές είναι πολλές, η ποιότητα όμως δυστυχώς είναι είδος προς εξαφάνιση κι αυτό γιατί το να διαφοροποιείται κανείς μουσικά και αισθητικά πλέον θεωρείται επιχειρηματικό ρίσκο. Ελάχιστοι αυτοί που το τολμούν και με σεβασμό πάντα απέναντι στον πελάτη, και είμαι περήφανος που ανήκουμε σε αυτούς. Καλλιτεχνικά το Factory στις μέρες μας θα φάνταζε ουτοπικό, έχει αλλάξει δυστυχώς εντελώς ο τρόπος που ο κόσμος διασκεδάζει σήμερα. Ούτε θεωρώ πως θα στεκόταν εμπορικά. Όσον αφορά τα Λαδάδικα, τα αποφεύγω διότι αυτού του είδους η διασκέδαση δε με εκφράζει.
Πέντε μέρη στη Θεσσαλονίκη που τα τιμάς για φαγητό, ποτό, μουσική και σοσιαλάιζιν, ο δικός σου δηλαδή οδηγός απόλαυσης για την πόλη, όταν δε δουλεύεις στο Kitchen Flying Carpet.
Για καφέ και γλυκό στο Piece of Cake, για ποτό και μουσική στο Romantzo, street food στο Salento, στη Διαγώνιο για σουτζουκάκια ή στα Δέκα Τραπέζια για φαγητό με φίλους. Θα με πετύχεις στη Stereosis στη Ζεύξιδος ή στο bord de l’eau στην Εγνατία να δουλεύω.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Όλοι οι καταξιωμένοι Έλληνες καλλιτέχνες έχουν εκπροσωπηθεί με έργα τους
Μέσα από τα έργα, καλλιτέχνες και επιστήμονες εμβαθύνουν σε πολλά ζητήματα
Τι θα δούμε σε γκαλερί και σε χώρους τέχνης της Αθήνας;
Είναι το μεγαλύτερο ποσό που έχει δοθεί ποτέ για σουρεαλιστικό πίνακα
Ο καλλιτέχνης μάς μυεί στη βεξιλολογία μέσα από την έκθεση Waving Through Folklore
Μεταξύ άλλων, θα πραγματοποιηθεί εκδήλωση με αφορμή την επέτειο των 100 ετών από την έκδοση του πρώτου «Μανιφέστου του Σουρεαλισμού
Η έκθεση φιλοξενείται στο MOMus-Μουσείο Άλεξ Μυλωνά, στην Αθήνα
Μιλήσαμε με την εικαστικό για το δαιδαλώδες ασπρόμαυρο installation που εγκαινιάζει αύριο
Ποιες εκθέσεις κάνουν εγκαίνια αυτές τις μέρες σε μεγάλα μουσεία και γκαλερί της Αθήνας
«Η αρχαία ελληνική τέχνη διδάσκει την αρμονία, που είναι το ζητούμενο στη ζωή και την τέχνη»
Oκτώ τουλάχιστον συντηρητές εργάζονται για χρόνια
Εκτίθενται έργα των Ηλία Μακρή, Ανδρέα Πετρουλάκη και Στάθη Σταυρόπουλου («Στάθης»)
Γνωστός για τα πορτρέτα του και για τις σκηνές από το Camden Town στο βόρειο Λονδίνο
Στην γκαλερί Donopoulos International Fine Arts, «ακούγονται» τραγούδια που κάποιοι τα χορεύουν ακόμα στο μπαρ Berlin
Παρουσιάζονται περισσότερα από 100 έργα του δημιουργού που αγαπούσε τον σουρεαλισμό
Ο καλλιτέχνης που έχει χαρακτηριστεί ως το «Φάντασμα της Παλιάς Αμερικής»
Οι εκθέσεις που ξεχωρίσαμε σε 3 γκαλερί και ένα μεγάλο μουσείο της Αθήνας
Επιλεγμένοι ελληνικοί μύθοι, συναντούν τα ακραία ξεσπάσματα της φύσης
Η μόνιμη συλλογή εμπλουτίζεται, ενώ έχουν προγραμματιστεί σημαντικές περιοδικές εκθέσεις
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.