- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο Πάνος Φαμέλης και οι σκοτεινοί ουρανοί της έκθεσης «My Caves»
Μια εντυπωσιακή έκθεση στην γκαλερί Citronne
Πάνος Φαμέλης: Συνέντευξη με τον εικαστικό για την έκθεση My Caves, που φιλοξενείται στην γκαλερί Citronne.
Τοπία από ορίζοντες-ουρανούς και επιτοίχια γλυπτά από χαρτί, που ο ίδιος τα ορίζει ως «γλυπτικά σχέδια», είναι τα παράδοξα μαύρα αποτυπώματα του Πάνου Φαμέλη και του My Caves στη Citronne στο Κολωνάκι. Η έκθεσή του είναι η αφορμή για να γνωρίσετε έναν εκρηκτικά πολυσύνθετο εικαστικό, που η πορεία του αλλάζει συνεχώς φόρμες και κατηγορίες, ακολουθώντας στην ουσία μονοπάτια μιας σκέψης και μιας πρακτικής που τελεί σε διαρκή ανησυχία.
Γεννημένος το 1979, ο Φαμέλης είναι καλλιτέχνης, ανεξάρτητος επιμελητής και ιδρυτικό μέλος της ομάδας Under Construction Group. Δουλεύοντας με πληθώρα μέσων όπως ζωγραφική, γλυπτική, περφόρμανς και θέατρο, έχει επιμεληθεί ατομικές και ομαδικές εκθέσεις, ενώ ταυτόχρονα έχει συμμετάσχει σε πληθώρα ατομικών και ομαδικών εκθέσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έργα του ανήκουν σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές.
Ρεαλιστικός αλλά και υπερβατικός κόσμος, γλυπτική και ζωγραφική, χώρος και τόπος, άσπρο και μαύρο, αφαίρεση και αναπαράσταση, μέρα και νύχτα, φως που μπορεί και να έρχεται από τον ήλιο, μπορεί όμως η χλωμάδα του να εκπέμπεται και από το πρόσωπο μιας σελήνης. Στη νέα δουλειά σου το αμφίσημο και το διφορούμενο είναι συνεχώς παρόντα. Ποιο είναι το μήνυμα του My Caves και υπό ποια συναισθηματική αλλά και πνευματική κατάσταση τελούσες, ώσπου να το φέρεις εις πέρας;
Τα διφορούμενα νοήματα έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην πορεία της δουλειάς και αυτό είναι κάτι που το διαβάζεις και στους διπλούς τίτλους. Τα έργα μου στο σύνολό τους βρίσκονται μεταξύ παράστασης και αφαίρεσης, δισδιάστατης και τρισδιάστατης φόρμας. Επίσης, προθεσιακά δεν θέλω να συγκεκριμενοποιώ αυτό που δημιουργώ. Με αυτόν τον τρόπο θεωρώ ότι αφήνω πιο ανοιχτά όρια στην υποκειμενική κατανόηση ή το βίωμα των έργων.
Δεν ξέρω αν υπάρχει κάποιο τελικό μήνυμα σε αυτήν τη δουλειά, αυτό που ξέρω είναι ότι εδώ εκφράζω τις πιο «σκοτεινές» στιγμές της ζωής μου. Η έκθεση «Οι Σπηλιές μου» ουσιαστικά διαπραγματεύεται τη στιγμή που αποφασίζεις να αφεθείς στο πιο δύσκολο, βίαιο, τραυματικό βίωμά σου. Εάν μπορέσεις να το διαχειριστείς, αναπόφευκτα θα βρεθείς στο φως, αν όχι... εσύ ξέρεις.
Η σπηλιά υπό συνθήκες μπορεί να αποτελέσει ένα φυσικό κέλυφος ικανό να σε προστατέψει από εξωτερικούς κινδύνους και, κατά το λεξικό, είναι ένα σκίσιμο που οδηγεί στο «εσωτερικό» (της γης).
Εδώ θέλω να τονίσω κάτι πολύ ουσιαστικό για εμένα. Είπες άσπρο και μαύρο, στα συγκεκριμένα έργα δεν υπάρχει ίχνος άσπρου και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Το φως (αυτό που διακρίνεται στις φωτογραφίες ως άσπρο) είναι το πιο πυκνό μαύρο του γραφιτή από το μολύβι που, λόγω της αντανάκλασης του φυσικού φωτός, δημιουργούνται λάμψεις. Εδώ δεν αναπαρίσταται το φως, γεννιέται μέσα από το μαύρο, και αυτή είναι όλη η ουσία των έργων.
Τις ορίζεις σαν ουρανογραφίες, Skyscapes, όμως εμένα οι περίεργες και απόκοσμες τοπιογραφίες σου με παραπέμπουν και σε ανταριασμένες σταχτιές θάλασσες. Ακόμα και με μυστηριώδη έγκατα, που μέσα τους κυλούν ταραγμένες ροές ποταμιών, δείχνει όλη αυτή η σειρά από γραφίτες και μολυβοκάρβουνα, σε διαρκή περιδίνηση. Αλήθεια, τι πλάσματα κατοικούν μέσα σε αυτά τα έργα;
Η συγκεκριμένη ενότητα αποτελείται από τοπιογραφίες με κεντρικό θέμα τον ουρανό, που απο εμένα ορίζονται ως ουρανογραφίες. Με μια πιο ζωγραφική προσέγγιση, δεν είναι τίποτα άλλο από αφηρημένες φόρμες και μια ευθεία (ορίζοντας), που δημιουργει το όριο μεταξύ επίγειου και επουράνιου, γειωμένου και υπερβατικού.
Σε διάλογο με την αναπαραστατική απεικόνιση των συγκεκριμένων τοπίων βρίσκονται κάποιες γλυπτικές «αφηρημένες» επίτοιχες φόρμες. Λειτουργούν σαν θραυσματικές εικόνες μιας συνολικής αφήγησης με έντονες αναφορές στη φύση και στην έννοια του υψηλού (sublime).
Οι ανταριασμένες θάλασσες, που πολύ εύστοχα διέκρινες, είναι η ψυχολογική ένταση που είχα όταν έκανα αυτά τα έργα και χαίρομαι που γίνεται ευδιάκριτη.
Όσον αφορά τα πλάσματα που ανέφερες, σίγουρα κάτι κατοικεί εντός των έργων και δεν είναι οι Πλατωνικες σκιές (κάνω αυτήν την αναφορά λόγω του τίτλου). Στον Πλάτωνα θίγεται το ζήτημα της υποκειμενικής και αντικειμενικής αντίληψης· το δικό μου αφήγημα συνομιλεί περισσότερο με την κόλαση του Δάντη (Dante's inferno), όπου τα επίπεδα που κατεβαίνουμε αντιπροσωπεύουν και μας φέρνουν αντιμέτωπους με τις φοβίες και τις παθήσεις μας. Σε κάθε επίπεδο υπάρχει ένα τέρας, ένα φύλακας, αυτά είναι τα πλάσματα που κατοικούν μέσα στα έργα μου, οι μεγαλύτερες σκιές, που είναι και οι φυλακές μου. Στο τέλος όμως μετατρέπονται σε πολύ βίαια γραμμένα, οριακά ξεσκισμένα φώτα. Μέσα στη γραφή του φωτός θα δεις το δράμα του έργου μου και η σκιά είναι εκεί για να σε ρουφήξει. Αυτές οι δύο αντιθετικές συνθήκες δημιουργούν χώρους που είτε έρχονται να λάμψουν επιβλητικά μπροστά σου είτε σε ρουφάνε μέσα στο μαύρο. Αν θες, αρνητικούς και θετικούς χώρους.
Προφανώς και οι ζωγραφικές χειρονομίες σου διαθέτουν έναν ρυθμό αλλά και μια ποιητικότητα και ως προς την κίνηση, τη φορά και τους στροβιλισμούς των μολυβιών σου, αλλά και μια αδιαμφισβήτητη μουσικότητα: ενώπιον των σκοταδιών του My Caves, θυμάμαι στίχους και μελωδίες του Nick Cave. Ολόδική μου και η ανάγνωση αλλά και η εμπειρία, οπότε μπορείς να με διαψεύσεις ή όχι…
Αυτό ακριβώς. Ό,τι έχω να πω και το πώς θα ειπωθεί, τελικά, το ορίζει η συνολική σύνθεση και η γραφή μου. Αν δεν υπήρχε η μουσική και η ποίηση (ποιήματα και στίχοι μουσικών κομματιών), σίγουρα δεν θα είχε δημιουργηθεί αυτή η δουλειά. Εσένα τα έργα σου παίζουν Cave (ωραία σύμπτωση με τον τιτλο), εμένα μου τα γέννησε η ποίηση του William Blake και η βαριά, άγρια μέταλ μουσική, αλλά κυρίως η σκηνή της doom, οι Swans, οι στίχοι του Corey Taylor κ.α. Το θέμα είναι ότι μέσω του παλμού της γραφής τους αναπαράγουν συχνότητες που εμείς τις μεταφράζουμε σε ήχους, ίσως τους ήχους που καθόρισαν αυτά τα έργα εξαρχής. Δημιουργείται έτσι ένας αέναος κυκλος μεταξύ εικόνας και ήχου που για τον καθένα λειτουργεί και μεταφράζεται με βάση τα βιώματά του. Τέχνη απλά...
Είσαι πολυδιάστατος: το καλοκαίρι στον Πόρο παρουσίασες μια εγκατάσταση από κιβώτια μεταφοράς μιας χρήσης, που πάνω τους ο θεατής μπορούσε να δει μουτζουρωμένες κάποιες λέξεις ή φράσεις κρυπτικού περιεχομένου. Εδώ βλέπω ζωγραφική και γλυπτά. Το αεικίνητο και οι συνεχείς εικαστικές μετατοπίσεις σου βασίζονται επάνω σε ποιο ακριβώς art statement ή ανησυχία που σε κρατά εν εξάρσει;
Δεν ξέρω αν είναι δημιουργική έξαρση ή εργασιομανία. Η έννοια της έμπνευσης σπάνια υπάρχει στην πρακτική μου, μόνο δουλειά. Σε ό,τι αφορά τα έργα που έδειξα στις δύο τελευταίες εκθέσεις, με τίτλο undentified selfhoods με την γκαλερί Citronne, θεωρώ πως υπάρχει μια συνέπεια σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της φόρμας και των εννοιών που διαχειρίζομαι. Δηλαδή, στις προηγούμενες εκθέσεις παρουσιάζω πολύ λεπτές, βιομηχανοποιημένες και εύθραυστες ξύλινες επιφάνειες που χρησιμοποιούνται για μεταφορές εμπορευμάτων και μετά τις πετάνε, ο ορισμός της οικολογικής συνείδησης...
Η αίσθησή τους παραπέμπει σε πάπυρο και ορίζω τα συγκεκριμένα έργα ως γλυπτά γιατί πολύ απλά έχουν τρεις διαστάσεις και πλευρές θέασης. Γράφω επάνω τους στίχους ποιημάτων και τραγουδιών με μια γραφή που τελικά αποκρύπτει αντί να αναδεικνύει. Τέλος, σπάω τα έργα, τα ξαναενώνω με «αποστάτες» και τα ράβω. Η συγκεκριμένη ενότητα ονομάζεται «σιγαστήρες», «silencers», και αποτελούν μια σιωπηλή μου διαμαρτυρία απέναντι στην έννοια της προσωπικής και κοινωνικής οργής.
Στη συνέχεια πήγα στο χαρτί, αποφάσισα να αφαιρέσω οποιοδήποτε ίχνος αφήγησης των στίχων, να πυκνώσω τη γραφή μου εντείνοντας τη χειρονομία και να τσαλακώσω το εκάστοτε σχέδιο που έκανα. Έτσι δημιουργήθηκαν τα συγκεκριμένα μαύρα χάρτινα γλυπτά. Προθεσιακά δεν είναι τίποτα άλλο από ένα κατάμαυρο σχέδιο σε τσαλακωμενο χαρτί, ένα χάρτινο γλυπτό που δημιουργείται από μια σχεδιαστική διαδικασία. Η συνολική αφήγηση αυτής της πορείας ξεκινάει γράφοντας ένα «κρυμμένο» κείμενο που μετά μουτζουρώνεται (κρύβεται ακόμη περισσότερο), τσαλακώνεται και πετιέται. Φαντάσου το όμως σε «μνημειακή» διάσταση, να δώσεις αξία στο τίποτα.
Η ουσία όμως του όλου εγχειρήματος συμπυκνώνεται στην αντιφατική συνθήκη που ένα φως, μια λάμψη, παράγεται από το μαύρο ίχνος της γραφής του μολυβιού. Έτσι η ίδια συνθήκη υλοποιείται με δύο εκφάνσεις, αναπαραστατικά με τις ουρανογραφίες και αφηρημένα μέσω των χάρτινων γλυπτών, δημιουργώντας δύο τελείως διαφορετικούς κόσμους. Παρ' όλα αυτά, για εμένα, όλα τα εργα λειτουργούν ως απεικονίσεις συναισθηματικών μου τόπων, οι συναισθηματικές μου προσωπογραφίες/ τοπιογραφίες.
Πού μένεις στην Αθήνα και πού βρίσκεται το εργαστήριό σου; Το ρωτώ προσπαθώντας να μαντέψω πόσο η πόλη και η κατάστασή της επηρεάζει τη διάθεση και το έργο σου. Εκτός και αν το έξω δεν παρεισφρέει στον κόσμο σου, οπότε πληροφορείσαι- καταναλώνεις τα νέα ή δέχεσαι ερεθίσματα μόνο από τη ροή των δικτύων…
Το εργαστήριό μου είναι στην Κυψέλη, όπου έμενα για πολλά χρόνια. Τον τελευταίο χρόνο έφυγα από το κέντρο και μένω στην Παλλήνη μέσα σε ένα δάσος. Παρ' όλα αυτά, τις καθημερινές σχεδόν όλο μου τον χρόνο τον περνάω στο κέντρο, κατά κύριο λόγο στο στούντιό μου, στη σπηλιά μου.
Την Αθήνα τη λατρεύω, αλλά όσο περνάει ο καιρός αποστασιοποιούμαι από αυτήν, αλλάζει και δεν μου ταιριάζει.
Συμπυκνώνοντας, η δουλειά μου γενικότερα πλάθεται πολύ από τα εξωτερικά κοινωνικά ερεθίσματα αλλά τα έργα ξεκινάνε από το εσωτερικό μου, που όμως και αυτό είναι αποτέλεσμα κάποιου βιώματος. Θα έλεγα ότι αυτά τα έργα έχουν να κάνουν μόνο με την εσωτερική μου συνθήκη, αλλά αυτό δεν γίνεται. Δεν γίνεται ό,τι ζεις να μην υπάρχει κάπου εκεί μέσα... Και τι ζούμε! Φτώχια, πολέμους, εξαθλίωση κοινωνικές ανισότητες, πίεση. Πώς είναι δυνατόν όλα αυτά που είναι καθημερινά βιώματα να μην εκφραζονται μέσα στα έργα, όχι όμως στρατευμένα, αλλά όσο πιο αλληγορικά και ποιητικά μπορώ να το κάνω.
Το αθηναϊκό τοπίο είναι κατακερματισμένο μεν, αλλά οργασμικά παρόν: πλήθος εκθέσεων σε μουσεία ή γνωστές αλλά και νέες γκαλερί που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια, σουαρέ, κυκλώματα, μέντορες, ινστρούχτορες, επιμελητές και εκατοντάδες καλλιτεχνών, φτιάχνουν μια κατάσταση που, ειδικά οι δημοσιεύσεις του ξένου Τύπου, την περιγράφουν σαν εικαστική έκρηξη. Ασπάζεσαι τον ενθουσιασμό;
Αυτό θα σου το απαντήσω με βάση τις εικαστικές ποιότητες που παράγονται γιατί τελικά μόνο αυτό με ενδιαφέρει. Φαινομενικά, είναι πολύ ευχάριστο το γεγονός ότι επιτέλους γίνονται τόσα πράγματα. Μια απάντηση στη χρόνια συζήτηση περί κέντρου και περιφέρειας, που εμείς δεν είμαστε τίποτα από τα δύο, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να σταθούμε στην παγκόσμια εικαστική σκηνή. Αλλά αναλογικά η ελληνική τέχνη περισσότερο βλέπει τους άλλους, ενώ ελάχιστα τη βλέπουν. Μετά την documenta πολλά άλλαξαν και γίναμε παγκόσμιος πόλος έλξης, κυρίως λόγω του κλίματος και των χαμηλών ενοικίων, που αυτό πια δεν ισχύει.
Όπως πολύ σωστά τοποθέτησες αυτή η φρενίτιδα, θεωρώ πως απευθύνεται και εξυπηρετεί κυρίως εξωγενείς ανάγκες και έναν συγκεκριμένο αριθμό ανθρώπων της χώρας μας, που όμως επηρεάζει αρκετά την εικαστική σκηνή. Θεωρώ ότι διαμορφώνεται μια αισθητική τάση κυρίως κάτω από επενδυτικές αξίες και όχι αισθητικές ή αξιοκρατικές, κάτι που εν τέλει μειώνει την τέχνη αλλά και κατά συνέπεια τις ίδιες τις επενδύσεις.
Ένα μεγάλο μέρος της τέχνης που γεννιέται εγχώρια δεν αφορά την εντοπιότητά μας, ούτε προσπαθεί να ενταχθεί στα δεδομένα του τόπου, απλά αντιγράφει, αναπαράγει αυτό που γίνεται έξω.
Σε γενικές γραμμές νομίζω ότι αυτό εξυπηρετεί μια συνθήκη που μου φαίνεται πολύ επιφανειακή, εφήμερη και καθόλου ειλικρινής, αλλά αυτό ζητάμε και αυτό παίρνουμε. Όχι όλοι, είναι πολλοί οι καλοί καλλιτέχνες που κάνουν σοβαρά έργα, έργα που εμπρός τους μπορείς να «στοχαστείς» και νιώθουν ότι η σύγχρονη εικαστική μας πραγματικότητα δυστυχώς δεν τους αφορά.
Ο καθένας θα κάνει τη δουλειά του όπως μπορεί καλύτερα και με βάση τις ανάγκες του που, εν τέλει, έτσι αρθρώνουμε τον εικαστικό μας λόγο. Πάντως νομίζω ότι η τέχνη αντί να επηρεάζει επηρεάζεται και ζούμε μια περίοδο γρήγορης αισθητικής (fast esthetic), που τελικά μας κάνει να θέλουμε να κάνουμε καριέρα και όχι σοβαρή τέχνη, κάτι που φαίνεται κυρίως στους νεότερους καλλιτέχνες.
Πού σε πετυχαίνω στην πόλη; Σε ποια στέκια και σε ποιες γειτονιές. Και να άλλη μια ερώτηση που έχει να κάνει και με την πόλη αλλά και με την κατάστασή της. Γίνονται ωσμώσεις; Υπάρχει διάλογος μεταξύ των νέων καλλιτεχνών ή ο καθείς στον κόσμο του και ο σώζων εαυτόν σωθείτω; Το τελευταίο έχει να κάνει με τους συλλέκτες και το κυνήγι τους.
Στην πόλη θα με πετύχεις κυρίως στο εργαστήριό μου. Δεν κινούμαι σε συγκεκριμένα μέρη αλλά ανάλογα με το τι θέλει η παρέα. Mε ενδιαφέρει περισσότερο το φαΐ της πόλης, τα μέρη είναι πολλά και κατά βάση πολύ απλά. Δεν έχω στέκια, αλλά τα μέρη που θα έλεγα στέκια είναι το Aurevoir και ο Κύριος, επειδή τον έχουν φιλοι. Πάντως σε όλο αυτό έχω ένα θεμα, πολύ τατουάζ και μούσι παντού, δεν έχω επιλογές πια και αυτό νομίζω ότι γίνεται πραγματικά πρόβλημα.
Σε σχέση με τη δραστηριότητα της πόλης και τις οσμώσεις που αναφέρεις, όπως είπαμε και πριν, υπάρχει πολλή κινητικότητα, ανάγκη και ζήτηση. Η «αγορά» (γιατί τελικά όλα εκεί μετριούνται) βράζει, οπότε υπό τέτοιες συνθήκες πάντα θα υπάρχουν συζητήσεις που θα δημιουργούν πυρήνες, προφανώς προς διαφορετικές αξίες και κατευθύνσεις.
Όσον αφορά το κυνήγι που ανέφερες, νομίζω σε κάλυψα. Όπως σου είπα, η ουσία για μένα είναι η ποιότητα και μόνο.
Σπούδασες στην Καλών Τεχνών της Θεσσαλονίκης. Επιστρέφεις στα παλιά λημέρια του βορρά ή την ξέχασες εντελώς την πόλη;
Η Θεσσαλονίκη είναι μεγάλο κομμάτι μου, αλλά η Θεσσαλονίκη με έναν μαγικό δικό της τρόπο ανθρώπους με τα ενδιαφέροντά μας, μας κάνει να την ξεχναμε.
Πάντα ψάχνω μια αφορμή να ανέβω πάνω, λατρεύω τα χωριά γύρω από την πόλη.
Υπάρχουν άνθρωποι του εικαστικού χώρου που αγαπώ πάρα πολύ, σαν την Πέπη Χρηστίδου κα την Αλίκη Τσιρλιάγκου που τις νιώθω οικογένεια. Από τους συμφοιτητές μου, κάποιοι είναι καλλιτεχνάρες, τους θαυμάζω, αλλά υπάρχουν και φίλοι καθηγητές στη σχολή καλών Τεχνών. Άντε, κανονίστε τίποτα!
Πίσω στο My Cave αλλά και μετά από αυτό: Πόσο καιρό σου πήρε να το ολοκληρώσεις και τι ετοιμάζεις μετά, αφού γνωρίζω πως είσαι 24 ώρες το 24ωρο καλλιτέχνης, φουλ απασχόλησης, και πάντα κάτι δουλεύεις παράλληλα με κάτι άλλο…
Εδώ πέτυχες φλέβα. Πολλά πράγματα είναι σε δρόμο να δειχτούν. Τα τελευταία τρία χρόνια γεννήθηκαν πολλές ενότητες που δουλεύονται παράλληλα και η μία εισβάλλει στην άλλη, σαν το my caves.
Άμεσα ολοκληρώνεται ένα μεγάλο σώμα δουλειάς με τους σιγαστήρες, μετά θα δείξω πιο ολοκληρωμένα τα μαύρα χάρτινα γλυπτά και, συγχρόνως, δουλεύεται μια ενότητα που τη θεωρώ ό,τι πιο σοβαρό και ώριμο έχω κάνει σχετικά τη «βαριά» ζωγραφική της λαδομπογιάς.
Τέλος, μέσω αυτής της έκθεσης είχα την τύχη και την τιμή (το εννοώ) να συνεργαστώ με μια τεράστια προσωπικότητα που λέγεται Δημοσθένης Βαρίκος και είναι ο μπασίστας των Acid Mammoth, τη μόνη ελληνική μπάντα doom αναγνωρισμένη στην παγκόσμια σκηνή, μαγικός απλά!!! Ψάχνουμε πολύ σοβαρά τον πυρήνα της τέχνης που δημιουργεί ο καθένας μας, αλλά μέσα από τη δουλειά του άλλου. Το μόνο που θα σου πω για την ώρα είναι ότι ανοίγει μια τεράστια σελίδα στη ζωή και στην πρακτική μου, τόσο ουσιαστική που νιώθω ότι θα με εξελίξει, όχι σαν καλλιτέχνη αλλά σαν άνθρωπο. Είμαι σε πάρα πολύ δημιουργική στιγμή και είμαι πολύ τυχερός που μπορώ να δουλεύω με ανθρώπους σαν τον Δημοσθένη και γενικότερα τους ανθρώπους που συνεργάζομαι. Επίσης ασχολούμαι με το design χώρων και επίπλων, γιατί απλά μου αρέσει πολύ, είναι το hobby μου.
Πάνος Φαμέλης, My Caves, Gallery Citronne (Πατριάρχου Ιωακείμ 19, 4ος όροφος), έως 26 Νοεμβρίου