- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Στρατηγούλα Γιαννικοπούλου - Εγγύς Χώρος: «Τα χέρια μας είμαστε εμείς»
Δισδιάστατη ζωγραφική που ενώνει το σώμα με τον χώρο
Στρατηγούλα Γιαννικοπούλου: Συνέντευξη με τη ζωγράφο για την έκθεση Εγγύς Χώρος, που φιλοξενείται στην Genesis Gallery.
Οι χώροι, οι άνθρωποι και τα αντικείμενα στους πίνακές της γίνονται ένα. Τόπος, ψυχές, σώματα, χέρια, πουλιά, φρούτα, ψάρια, πιάτα, κίνηση και ακινησία δημιουργούν μια γεωμετρική κατάσταση αλληλοεπικάλυψης, αδύνατον το σημαίνον να διακριθεί από το σημαινόμενο. Αλήθεια, τι συμβαίνει στην έκθεση «Εγγύς Χώρος»; Η Στρατηγούλα Γιαννικοπούλου μας μιλά για όλα τα σχετικά της νέας της δουλειάς που παρουσιάζεται στην Genesis Gallery στο Κολωνάκι.
Γιατί όλα στην έκθεση Εγγύς Χώρος δείχνουν μοναχικά, ερημικά και παγωμένα;
Στη νέα μου δουλειά προσπαθώ να διερευνήσω εικαστικά τη σχέση του ανθρώπου με τον χώρο σε δύο κυρίως συνθήκες: Από τη μια, ανθρώπινες φιγούρες συνδιαλέγονται με αυστηρά γεωμετρικά περιβάλλοντα, και αγωνίζονται να βρουν τη θέση τους μέσα σε αυτά. Προσπαθούν δηλαδή να βολευτούν σε τοπία που φαντάζουν δεδομένα, άκαμπτα και παγιωμένα, σε μια προσπάθεια να μετατρέψουν το ανοίκειο σε οικείο και το ξένο σε φιλικό. Μαζί τους κουβαλούν και εναποθέτουν ό,τι τους ενδιαφέρει και τους αφορά: πρόσφορα, πουλιά, αγωνίες, επιθυμίες, όνειρα. Και καθώς τα αφήνουν δίπλα τους, ο χώρος εξανθρωπίζεται και αποκτά το σχήμα το δικό τους.
Από την άλλη, χώροι φιλικοί αναδεικνύουν την τέλεια αρμονία με τον άνθρωπο, ώστε στο τέλος να μην ξεχωρίζουν τα εξωτερικά τοπία από το εσωτερικό των ανθρώπων. Φύλλα κιτρινίζουν και λουλούδια ανθίζουν μέσα και έξω από το περίγραμμα της φιγούρας, που διεισδύει αρμονικά στον χώρο που την περιβάλλει.
Οι ήρωες και οι ηρωίδες δεν έχουν βλέμμα, το κρύβεις, το προσπερνάς, αδύνατον να εντοπίσω την ψυχική τους διάθεση. Μόνα καθαρά διατυπωμένα σημεία είναι τα χέρια, αυτά τα δείχνεις γυμνά, λεπτομερειακά, ακάλυπτα, σαν επί τούτου να κατευθύνεις το βλέμμα μου εκεί, προκαλώντας με να μαντέψω από την κινησιολογία τους τον χρόνο και την ψυχική διάθεση που βιώνουν τα υποκείμενα: νεότητα, γηρατειά, άγχος, ηρεμία, απορία, στοχασμός, ρεμβασμός. Κι αυτό, νομίζω, δε συμβαίνει μόνο στη νέα σου δουλειά, αλλά και σε προηγούμενες. Γιατί επικεντρώνεις στα χέρια;
Πραγματικά, τα χέρια είναι πάρα πολύ σημαντικά στο σύνολο της δουλειάς μου και όχι μόνο σε αυτήν την έκθεση. Σε προηγούμενες εκθέσεις μου μάλιστα η έμφαση στα χέρια ίσως ήταν μεγαλύτερη, αφού αναλάμβαναν εξ ολοκλήρου τη διήγηση της ιστορίας. Γιατί είναι αλήθεια ότι τα χέρια έχουν τη δυνατότητα να πουν συναρπαστικές προσωπικές ιστορίες, άλλοτε με λέξεις, σαν το ομώνυμο μικροαφήγημα του Μιχάλη Γκανά, και άλλοτε με εικόνες. Άλλωστε τα χέρια αποκαλύπτουν τα πάντα για τον άνθρωπο: Ποιος είναι, τι έκανε στη ζωή του, τι επιθυμεί, ακόμη και τι πιστεύει ή τι εύχεται.Όπως αναφέρει ο Γιάννης Τσαούσης, «τα χέρια μπορεί να γίνουν ‘μάτια’ για την ανίχνευση-αναγνώριση των άλλων, ενώ το σμίξιμο των χεριών μπορεί να είναι πιο ουσιαστικό από το σμίξιμο των κορμιών. Όλες σχεδόν οι ψυχοσωματικές καταστάσεις -ακόμη και οι πιο μύχιες- διαθέτουν το χειροποίητο ισοδύναμό τους». Και ακόμη τα χέρια του καθενός μας, αν λίγο τα προσέξεις, είναι πολύ διαφορετικά, και γι’ αυτό μοναδικά και αναγνωρίσιμα, αποτελώντας ένα ουσιαστικό στοιχείο της ταυτότητας μας. Τα χέρια μας είμαστε εμείς.
Τι μουσική θα μπορούσε να ακούγεται μέσα σ’ αυτά τα τοπία-χώρους; Κι αν απέναντι ή δίπλα τους έπαιζαν οι εικόνες μιας τηλεόρασης, τι θα έδειχνε ο δέκτης; Χιόνι ή σκηνές από κάτι και ποιο;
Ο Εγγύς Χώρος θα μπορούσε να περιηγηθεί με τη συνοδεία της μουσικής του Γάλλου συνθέτη Erik Satie και ειδικότερα ενός έργου του που αγαπάω πολύ, το Gnossiennes No. 5. Οι μελωδίες του, διαφανείς και «λευκές», όπως τις χαρακτηρίζει ο ίδιος, δίνουν χώρο στη σιωπή και τη μελαγχολία της φθοράς, ενώ τα επαναλαμβανόμενα μουσικά μοτίβα του συνομιλούν με τα γεωμετρικά περιβάλλοντα των έργων μου. Άλλωστε, τα εικαστικά έργα συχνά συνδιαλέγονται με άλλες μορφές τέχνης, μερικές φορές με τρόπους ορατούς και συνειδητούς και άλλοτε λιγότερο φανερά. Δίπλα στον Εγγύς Χώρο θα μπορούσε, για παράδειγμα, να παίζει μια ασπρόμαυρη ταινία ιταλικού νεορεαλισμού, γυρισμένη σε πραγματικές τοποθεσίες από μη επαγγελματίες ηθοποιούς, αντανακλώντας μια μη ωραιοποιημένη ατμόσφαιρα και αναδεικνύοντας τον αγώνα του ανθρώπου που πασχίζει να χωρέσει σε προϋπάρχοντα, σκληρά περιβάλλοντα.
Ένα Memento mori, μια συνεχής υπενθύμιση της θνητότητας είναι άτυπα, αλλά συνεχώς παρούσα στα έργα σου, ή τουλάχιστον αυτό θεωρώ πως προκύπτει εξαιτίας των ηλικιακών κοντράστ των πρωταγωνιστών σου. Τα οποία «μοντέλα» σου, παρεμπιπτόντως, είναι άτομα του κοντινού σου περιβάλλοντος ή τυχαίοι άνθρωποι που τους ζήτησες να σου ποζάρουν;
Είναι αλήθεια ότι η μεγάλη αντίθεση ανάμεσα στις ηλικίες των δικών μου ανθρώπων που έγιναν τα μοντέλα των έργων μου παραπέμπει στο πέρασμα του χρόνου και τον κύκλο της ζωής, που αναπόφευκτα φέρνει και τη φθορά. Ο Εγγύς Χώρος αποτελεί μια μελέτη πάνω στον χώρο, που όμως δεν υπάρχει ανεξάρτητα από τον χρόνο. Γι’ αυτό και δίπλα στα μεγαλύτερα έργα μου, τοποθετήθηκαν, σαν σύντομες υποσημειώσεις, μικρά τελάρα με έντονα σημάδια σήψης, για να προειδοποιούν για το πέρασμα του χρόνου και τη φθορά που αφήνει στα γνώριμα τοπία. Οπτικά στοιχεία ενός κλασικού Memento mori – Θυμίσου ότι πρέπει να πεθάνεις, όπως αναφέρει η Ίρις Κρητικού, «θυμίζουν στον θεατή την ευθραυστότητα του ατομικού και κοινού βίου, του υπενθυμίζουν, κυρίως, ότι προηγουμένως θα ζήσει. Και το ζητούμενο του τρόπου ζωής του, καλείται, εδώ και τώρα, ο ίδιος να το αποφασίσει και να το διαχειριστεί».
Πολεοδομικά; Πού βρίσκονται αυτά τα δωμάτια; Σε ποια σπίτια, σε ποια περιοχή της πόλης; Ή υπάρχει μια καθολικότητα, να την πω, και οι ήρωες κατοικούν σε απροσδιόριστους τόπους, είτε κάπου στην ύπαιθρο είτε σε οποιοδήποτε μικρό ή μεγάλο άστυ;
Οι ανθρώπινες φιγούρες των έργων μου τοποθετούνται σε έναν εσωτερικό αχαρτογράφητο χώρο, από τον οποίο απουσιάζουν όλα εκείνα τα στοιχεία που θα επέτρεπαν σε κάποιον να τον ταυτίσει με συγκεκριμένα μέρη, αστικά ή αγροτικά. Ο χώρος στην καινούργια μου δουλειά είναι τόσο Εγγύς, που ο καθένας μας μπορεί να τον ανακαλύψει πολύ πολύ κοντά του ή ακόμη και μέσα του.
Πού μένεις στην Αθήνα και από πού αντλείς προσλαμβάνουσες; Κινείσαι στην πόλη, έχεις ανάγκη από τη φαντασμαγορία της ή προτιμάς μια πιο εσωστρεφή διαβίωση; Αν σου ζητήσω να μου περιγράψεις την πιο αγαπημένη σου συνοικία, βόλτα, στέκι και διαδρομή, ποια θα ήταν;
Ως κάτοικος της Δυτικής Αθήνας και λάτρης του ιστορικού κέντρου, μου αρέσει να είμαι πάντα σε στενή επαφή με την πόλη μου και τους ανθρώπους της. Με γοητεύει να περιπλανιέμαι ξανά και ξανά στις ίδιες γειτονιές και να βλέπω πώς ο χρόνος αλλάζει τα γνώριμα τοπία. Πώς εναλλάσσεται η παλιά με τη νέα όψη της πόλης και πώς η ιδιαίτερη ανθρωπογεωγραφία κάθε περιοχής επηρεάζεται από τις αλλαγές στο αστικό τοπίο. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον να παρατηρείς πώς η ίδια βόλτα στον Κεραμεικό, την Αθηνάς, τη Βύσσης και την Αιόλου, με τα χρόνια γίνεται αλλιώτικη. Βιοτεχνίες μετατρέπονται σε καφέ, πλατείες γεμίζουν με τουρίστες, καινούργιες οικοδομές ξεφυτρώνουν δίπλα σε ετοιμόρροπα νεοκλασικά, καθώς οι νέες συνθήκες καταγράφονται σε έναν χώρο που παραμένει εκεί για αιώνες.
Είχες δασκάλους τον Νίκο Κεσσανλή και τον Δημήτρη Μυταρά. Πώς θυμάσαι τον εαυτό σου στην Καλών Τεχνών, τι πήρες από τον ένα και τι έμαθες από τον άλλο; Ρωτώ γιατί οι διαφορές ανάμεσα τους καλλιτεχνικές πρακτικές τους ήταν υπολογίσιμα μεγάλες.
Στα χρόνια της Σχολής Καλών Τεχνών μαθήτευσα για έναν χρόνο κοντά στο Νίκο Κεσσανλή, έναν ζωγράφο κοσμοπολίτη με πάθος για τη ζωή και την τέχνη. Πολιτικοποιημένος, ακτιβιστής ενθάρρυνε τη συνεργασία αναδεικνύοντας την κοινωνική διάσταση της τέχνης. Ως δάσκαλος ο Κεσσανλής ήταν ανήσυχος, πρωτοπόρος και πάντα σε στενή επαφή με τα διεθνή καλλιτεχνικά ρεύματα που αφομοίωνε δημιουργικά. Γι’ αυτό και μας δίδαξε το θάρρος του πειραματισμού με γραφές, τεχνικές και υλικά. Τα υπόλοιπα χρόνια ήμουν κοντά στον Δημήτρη Μυταρά, έναν ακαταπόνητο σχεδιαστή που λάτρεψε την ανθρώπινη μορφή. Ο Μυταράς είναι ο κατεξοχήν ανθρωποκεντρικός ζωγράφος, ακόμη και όταν η ανθρώπινη μορφή… απουσιάζει. Και σε αυτά τα έργα του ο άνθρωπος αποτελεί μια διαρκή αναφορά, αφού όλο το εικαστικό του σύμπαν κινείται γύρω από αυτόν. Ως δάσκαλος ο Μυταράς μας δίδαξε την αγάπη για το σχέδιο και την ανθρώπινη φιγούρα, η οποία εξακολουθεί να προσδιορίζει τον κόσμο ακόμη και μέσω της απουσίας της, ολικής ή μερικής.
Μια πρώτη ιδέα από τη νέα σου δουλειά πήρα στην πρόσφατη Art Athina, στο περίπτερο της γκαλερί Genesis. Υποθέτω πως περιπλανήθηκες κι εσύ εκεί, οπότε θα ήθελα να μάθω τι (και ποιος) νέος σε εντυπωσίασε ή τι (και ποιος) παλιός σε κράτησε σε έξαψη.
Είναι αλήθεια ότι η συμμετοχή μου στην Art Athina με τους πολύ σημαντικούς καλλιτέχνες Γιώργο Λουλούδη, Κωνσταντίνο Έσσλιν, Κωνσταντίνο Μάσσο και Κυριακή Μαυρογεώργη μου έδωσε πολύ μεγάλη χαρά. Ειδικά τα μικρής κλίμακας γλυπτά από πορσελάνη της Κυριακής Μαυρογεώργη, που ήταν τοποθετημένα ακριβώς δίπλα στα δικά μου έργα, συνομιλούσαν μαζί τους και κάποιες φορές έμοιαζαν να διηγούνται συμπληρωματικές ιστορίες: για όσα μοιάζουν γνώριμα αλλά συνειδητά ανοικειώνονται, για αυτά που φαντάζουν αόρατα αλλά αποδεικνύονται σπουδαία, για τον χώρο και πώς αυτός καταλαμβάνεται από μεγάλες ή μινιμαλιστικές παρουσίες. Επίσης ξεχώριζε για μένα η σύνθεση του Τάσου Μισούρα που παραπέμπει στην ανοικτότητα της τέχνης και του κόσμου, αλλά και ο νεότερος Αντρέας Τζούροβιτς, που πειραματίζεται με την υλικότητα του εικαστικού έργου.
Επιστρέφω στον «Εγγύς Χώρο» αλλά και στο μεγαλύτερο μέρος της έως τώρα δουλειάς σου: Γιατί προτιμάς να εκφράζεσαι ασπρόμαυρα;
Το χρώμα έχει συχνά συνδεθεί με τον εύκολο εντυπωσιασμό, το περιττό και το προφανές. Ίσως για αυτό μου φαίνεται ότι σε κάποια έργα το χρώμα πλεονάζει, καθώς το σχέδιο από μόνο του μοιάζει να αναδεικνύει ευκολότερα το ουσιώδες και το αναγκαίο. Γιατί αν το έγχρωμο είναι η πραγματικότητα, το ασπρόμαυρο, ως μία διεισδυτική ματιά κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων, δείχνει να είναι η ερμηνεία της. Άλλωστε, έχω την εντύπωση ότι τις φορές που επιχειρούμε να επαναπραγματευτούμε θέματα παλιά, αλλά πάντα επίκαιρα, η έλλειψη χρώματος δίνει μια χροιά διαχρονικότητας, δείχνοντας ότι οι αναζητήσεις παραμένουν πάντα οι ίδιες, και εκείνα που αλλάζουν είναι οι εποχές, οι άνθρωποι και ως εκ τούτου οι απαντήσεις. Και ειδικά για την τωρινή μου δουλειά η έλλειψη του χρώματος θεωρώ ότι συμβάλλει στη δημιουργία πολύ αυστηρών χρονοτόπων, όπου ο άνθρωπος έχει εγκαταλειφθεί μόνος στον σκληρό αγώνα της συμφιλίωσης μαζί τους, αφού εκείνα παραμένουν πάντα απαιτητικά και, παρά την εγγύτητά τους, σταθερά απόμακρα.
Στρατηγούλα Γιαννικοπούλου, Εγγύς Χώρος, Genesis Gallery, Χάριτος 35. Έως 5 Νοεμβρίου
Καλλιτεχνική επιμέλεια-διεύθυνση: Γιώργος Τζάνερης