Εικαστικα

Χρήστος Μαρκίδης: «Μοίρα μου ήταν και παραμένει η αιώνια επιστροφή»

Έρωτας και Θάνατος θα μας ξεπερνούν εις το διηνεκές

Villy Calliga
ΤΕΥΧΟΣ 845
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Προτζέκτορας: Μια συζήτηση με τον Χρήστο Μαρκίδη για την τέχνη και την ποίηση

Με σπουδές στη Ζωγραφική, στη Νωπογραφία, στην Ιστορία Τέχνης, στη Ρυθµολογία και στην Παιδαγωγική-Ψυχολογία στην ΑΣΚΤ, δεκατέσσερις ατοµικές εκθέσεις, συµµετοχές σε περισσότερες από εβδοµήντα οµαδικές σε Ελλάδα και εξωτερικό, τρεις ποιητικές συλλογές και µία συλλογή δοκιµιακών πεζογραφηµάτων, ο Χρήστος Μαρκίδης δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Βαθιά ποιητικός και απροκάλυπτα ειλικρινής, µέσα από το έργο του ακουµπά µε γενναιότητα τις βαθύτερες πληγές της ανθρώπινης ύπαρξης, ξεδιπλώνει χωρίς αναστολές την αδυναµία της απέναντι στο ανέφικτο αποκαλύπτοντας µας οδυνηρές µα διαχρονικές αλήθειες. Με τον Χρήστο Μαρκίδη συζητήσαµε µε αφορµή την τελευταία του έκθεση µε τίτλο «Η οντολογία της ρευστότητας», όπου παρουσιάστηκαν 32 επιλεγµένα έργα του, της τελευταίας δεκαετίας.

Παρόλο που δεν σταµατήσατε ποτέ να ζωγραφίζετε, µετρήσαµε δεκαπέντε χρόνια απουσία σας από εκθέσεις.
Μια προσωπική κρίση, στο γύρισµα του αιώνα, µε οδήγησε να στραφώ στην προσωπική ενδοσκόπηση µε διαφορετικούς όρους. Διέθετα σηµειώσεις σε τετράδια από τα 25 µου, ήµουν πλέον 45 χρόνων και τo γράψιµο µού προσφέρθηκε ως υπαρξιακό καταφύγιο - ένας νέος πόλος δηµιουργικότητας είχε ήδη ανοίξει. Στη ζωγραφική δεν ήθελα επ΄ ουδενί να επαναλαµβάνοµαι, η γραφή µου άνοιξε διαστάσεις άγνωστες έως τότε: δοκιµιακό πεζογράφηµα στην αρχή, µεταφορική αφήγηση (πεζο-ποιήµατα) στη συνέχεια και αργότερα δοκιµές σε ελεύθερο στίχο. Δεν εγκατέλειψα όµως ποτέ απόλυτα τη ζωγραφική. Απαρνήθηκα το τεφρό χρώµα, σχεδιάζοντας κατά καιρούς µε σκληρά υλικά. Το κάρβουνο, το µολύβι και το παστέλ στάθηκαν έκτοτε τα υλικά της ζωγραφικής µου. Και το µελάνι, κατά τον κινεζικό τρόπο. Το σχέδιο, δηλαδή, ως πρωτογενής και αυτόνοµη εικαστική οντότητα.

«Μνήµοιρα». Μια λέξη που εσείς δηµιουργήσατε. Τι θέλατε να εκφράσετε µε αυτή τη λέξη που καµία από τις ήδη υπάρχουσες δεν κατάφερνε να το κάνει;
Μνήµοιρα ή µνηµοίρα είναι µια σύνθετη λέξη που καταργεί τον χρόνο. Δηµιούργησα και δύο κύρια ονόµατα, όπως το Ώρψη και το Ελάτιος. Κυρίως όµως προσπάθησα να συνδυάσω τη λόγια µε τη δηµοτική παράδοση, το βίωµα µε το όνειρο, την καθ’ ηµάς µεταφυσική παράδοση µε τον υπερρεαλισµό του ασυνειδήτου σε ολιστικό κύκλο. Και παρότι κινούµαι φιλοσοφικά άλλοτε στον κυκλικό, άλλοτε στον εσχατολογικό χρόνο, στην ποίηση υπερίσχυσε ο κυκλικός. Πιστεύω βαθιά ότι δίχως µνήµη δεν υπάρχει παρόν µήτε µέλλον, µοίρα µου ήταν και παραµένει η αιώνια επιστροφή. Οι δυο αντιθετικές έννοιες, λοιπόν, στην προσωπική µου µυθολογία ταυτίζονται.

Έχουν χαρακτηρίσει τη ζωγραφική σας «ανθρωποκεντρική».Προσωπικά, εισπράττω από τα έργα σας µια αίσθηση απουσίας, σαν να µην είναι αυτό που βλέπουµε ολόκληρη η ανθρώπινη µορφή.
Σπαράγµατα της ανθρώπινης µορφής διέτρεχαν πάντοτε τα έργα µου. Η ολοκληρωµένη ανθρώπινη µορφή (η οποία έφτασε, κατά τη γνώµη µου, στο απόγειό της στην αρχαία ελληνική γλυπτική και την Παλαιολόγεια αναγέννηση), ανατράπηκε οριστικά και δίκαια από τον επαναστατικό µοντερνισµό, ο οποίος συνέτριψε τη δυτικοευρωπαϊκή ακαδηµαϊκή αντίληψη αναβαπτίζοντας την τέχνη στις αρχαϊκές πηγές της Ανατολής και της Αφρικής. Καθάρισε στιγµιαία το βλέµµα, αλλά ταυτόχρονα ανοίχτηκε ο ασκός του Αιόλου στην αποδόµηση του µεταµοντερνισµού, ο οποίος άδειασε σταδιακά την ύπαρξη από κάθε προηγούµενο υπαρξιακό νόηµα. Στα έργα µου η µορφή είναι εντέχνως ανολοκλήρωτη πατώντας όµως γερά σε κλασικές βάσεις. Ποτέ δεν µε ενδιέφερε η αφαίρεση πέρα από ένα όριο, ούτε, βεβαίως, και η ρεαλιστική αναπαράσταση.

Θα επανέλθω στην ποίηση µε έναν στίχο σας: «Η βούληση από το συµβάν έτη φωτός απέχει». Σε τι αναφέρεστε;
Έρωτας και Θάνατος θα µας ξεπερνούν εις το διηνεκές. Φαντασιώσεις, παραφιλολογία και όνειρα θερινής νυχτός αποτελούν οι ψευδαισθήσεις της παντοδυναµίας. Υπάρχουν δραµατικές εµπειρίες στο πέρασµα των αιώνων, που έπρεπε να µας είχαν κάνει σοφότερους. Στον συγκεκριµένο στίχο αναφέροµαι στις αρχέγονες δυνάµεις της Φύσης. Χρειάζεται να παρατεθεί ολόκληρο το ποίηµα για να γίνει κατανοητό το απόσπασµα: «Ξύπνησα µε βροχή/ κρατούσα λέει στα χέρια µου/ ένα µεγάλο αίνιγµα φαιό ακίνητο/ ωσάν τον ουρανό που αντίκρισα/ ανοίγοντας µε βιάση τα παραθυρόφυλλα. Δύο εικοσιτετράωρα ο Θεός/ καταδέχτηκε να συνωµοτήσει στο νόηµα/ εκείνο των σαράντα ηµερών, το µέγα./ Μα τα φαινόµενα ως είθισται απατούν/µέχρι το ποίηµα να τραφεί/ ήλιος ανέτειλε χλωµός, δεν συµφωνεί η φύσις./ Η βούληση από το συµβάν έτη φωτός απέχει». Εδώ η Φύση ξεπερνά τον Θεό. Σε όλη µου την εργασία, εικαστική και ποιητική, παλεύει η ύλη µε το πνεύµα. Αυτό ακριβώς ορίζει και την έννοια του Τραγικού.

Θα έλεγα ότι η ζωγραφική σας έχει ποίηση και η γραφή σας τη διεισδυτικότητα της µατιάς ενός ζωγράφου.
Μάλλον έτσι είναι όπως το λέτε. Παραµένω ο ίδιος άνθρωπος µε διαφορετικά εργαλεία, η ποιητική δεν άλλαξε, µεταµορφώθηκε. Η ζωγραφική µου είχε ανέκαθεν δύο θέµατα, την µοναχική ανθρώπινη φιγούρα και τη νεκρή φύση. Η γραφή, και εδώ βρίσκεται το παράδοξο, µου άνοιξε πεδία ελευθερίας απροσδόκητα. Συνοµίλησα µε νεκρούς και ζωντανούς, άνοιξαν προς στιγµήν οι πύλες του Άδη, διέτρεξα κορυφογραµµές, πλήρωσα το αντίτιµο µε εκστάσεις αλλά και ολοκληρωτικό πένθος. Διάµεσο, εν τέλει, αισθάνοµαι ότι υπήρξα, εγγόνι των µεγάλων ποιητών του µοντερνισµού και παιδί της καθ’ ηµάς γενιάς  του Μεσοπολέµου, απόγονος των αρχαίων Τραγικών, των Μυστικών της Ορθοδοξίας, των Σούφι, της απω-ανατολίτικης  σοφίας του Λάο Τσε. Και, βεβαίως, του Αντρέι Ταρκόφσκι.

Εκτός από τη ζωγραφική, τη συγγραφή και την ποίηση, έχετε ασχοληθεί µε τη φωτογραφία και την εικονογράφηση.
Αγαπώντας το βιβλίο, αγάπησα και την εικονογράφησή του. Φιλοτέχνησα αρκετά εξώφυλλα και προµετωπίδες σηµαντικών συγγραφέων και ποιητών, από τον Θουκυδίδη, τον Ακάθιστο Ύµνο, τα Εγκώµια του Επιταφίου, την Κασσιανή ως τον Καβάφη, τον Γκάτσο, τη Δηµουλά, τον Δάλλα, τον Βαγενά, τον Μπράβο. Ασχολήθηκα πυρετικά µε την µαυρόασπρη φωτογραφία για ένα διάστηµα, προς χάριν της φόρµας, που µε απασχολεί διαχρονικά, και κατ’ ουσίαν αποτελεί ανάγκη για τη σύνθεση του φωτός και του σκότους, της ύπαρξης και της ανυπαρξίας. Συµπληρωµατικές είναι όλες µου οι προσπάθειες είτε στον εικαστικό είτε στον γραπτό λόγο.

Πρόσφατα παρουσιάσατε το βιβλίο των στοχαστικών δοκιµίων σας «Κατάµατα», σε 3η συµπληρωµένη έκδοση. Τι θα ακολουθήσει;
Το «Κατάµατα» κυκλοφόρησε το 2005 από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδης (η 2η έκδοση έγινε στον ίδιο οίκο το 2014). Η παρούσα, 3η έκδοση στον Αρµό περιέχει 54  συνολικά κείµενα για τον την τέχνη και τον πολιτισµό και ταυτοχρόνως στέκεται κριτικά στο κυρίαρχο ρεύµα της εποχής. Όσον αφορά στο τελευταίο ερώτηµά σας, κάθε φορά που κλείνει ένας κύκλος µετεωρίζοµαι στο κενό, ποτέ δεν έβλεπα ψυχαναγκαστικά την δηµιουργική εργασία, εποµένως δεν γνωρίζω τι πρόκειται να ακολουθήσει. Αν υπάρξουν ευνοϊκές συγκυρίες, ίσως µια αναδροµική έκθεση µε ταυτόχρονη συγκεντρωτική έκδοση των ποιηµάτων µου.

Ο Χρήστος Μαρκίδης. © Κώστας Γουδής

Βρείτε το εικαστικό και συγγραφικό έργο του Χ. Μαρκίδη, εδώ.