- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ανδρέας Γεωργιάδης: Ένα καβαφικό εικοσιτετράωρο στην Αλεξάνδρεια
Ο ζωγράφος μιλάει για την εκθεσή του «Επέστρεφε - Αναφορά στον Κ.Π. Καβάφη» στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη
Ο ζωγράφος Ανδρέας Γεωργιάδης μιλάει για την εκθεσή του «Επέστρεφε - Αναφορά στον Κ.Π. Καβάφη» που παρουσιάζεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη και διαρκεί μέχρι τις 5 Αυγούστου
Κάποτε ένας λογοτέχνης, ο Νίκος Καζαντζάκης αποφάσισε να γράψει μια αναφορά σ’ έναν ζωγράφο, τον «Γκρέκο», τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο. Για πολλούς, αυτό το τελευταίο κείμενο του Καζαντζάκη είναι και το κορυφαίο του, καθώς ο συγγραφέας αυτοβιογραφείται με τρόπο μοναδικό. Πολλά χρόνια αργότερα, ένας ζωγράφος, ο Ανδρέας Γεωργιάδης αποφασίζει να… ζωγραφίσει μια αναφορά σ’ έναν λογοτέχνη, τον Κωνσταντίνο Καβάφη. Και έτσι όπως αναζητά τα εσωτερικά νήματα που συνδέουν τον ποιητή με την πόλη του, την Αλεξάνδρεια, έτσι όπως μπαίνει σε διάλογο με το φως και τη σκιά του καβαφικού τοπίου, πιθανότατα όχι «εν γνώσει» του, αυτοβιογραφείται και ο ίδιος. Έτσι όπως οι διαχωριστικές γραμμές λιώνουν μέσα στη ζέστη της Αλεξάνδρειας, μοιάζει τελικά σαν η ποίηση του Καβάφη, η πραγματικότητα της πόλης και η ζωγραφική του Γεωργιάδη να αποτελούν στο τέλος μία αδιαίρετη ενότητα. Το φως και η σκιά αυτής της έκθεσης δημιουργούν βαθιά συγκίνηση. Η Αλεξάνδρεια -παρούσα σε όλες τις ώρες της ημέρας και της νύχτας- μοιάζει την ίδια στιγμή απόλυτα πραγματική και τη ίδια στιγμή τοπίο ονείρου. Όπως ακριβώς παρουσιάζεται δηλαδή και στην ποίηση του Καβάφη, όπως ακριβώς τη νιώθουν όσοι -μέσω του Καβάφη- την αγάπησαν.
Πότε θυμάσαι για πρώτη φορά τον εαυτό σου να διαβάζει Καβάφη; Μπορείς να ανακαλέσεις κάποια από τα συναισθήματα που είχες τότε;
Πρωτοδιάβασα Καβάφη όπως όλοι μας, στο σχολείο. Θυμάμαι πολύ καθαρά την εντύπωση που μου έκανε, όχι τόσο η «Ιθάκη», όσο το “Che fece… il gran rifiuto”, το ποίημα για το «μεγάλο Ναι κι εκείνο τ’ όχι - το σωστό». Σύντομα ξεκίνησα να διαβάζω και ποιήματα εκτός σχολικής ύλης. Με άγγιξε πολύ η ευαισθησία με την οποία προσεγγίζει τον ερωτισμό, μ’ έκανε να νιώθω λιγότερο μόνος.
Πώς φανταζόσουν την Αλεξάνδρεια διαβάζοντας τον Καβάφη πριν την επισκεφθείς; Πόσο κοντά ήταν αυτό που είχες πλάσει στην πραγματικότητα που συνάντησες φτάνοντας εκεί;
Η πρώτη επαφή μου με την πόλη, έγινε από τον Καβάφη. Στη συνέχεια, μπήκε στα διαβάσματά μου ο Τσίρκας, και, κυρίως, ο Λώρενς Ντάρελ με το «Αλεξανδρινό Κουαρτέτο». Η ανάγνωση του κόσμου και των ανθρώπινων σχέσεων από τον Ντάρρελ χάραξε μέσα μου μια διαφορετική ανθρωπογεωγραφία. Με βοήθησε να γνωρίσω σε βάθος, αλλά -κυρίως- να πλησιάσω περισσότερο στην ποίηση του Καβάφη.Στα 22 μου επισκέπτομαι για πρώτη φορά την Αλεξάνδρεια, και θυμάμαι ακόμα πολύ ζωηρά την καθηλωτική συγκίνηση του συναισθήματος ότι ο κόσμος είναι (ή μπορεί και να είναι) αλλιώς. Ό,τι είχα πλάσει στη φαντασία μου, το συναντούσα σε κάθε μου βήμα. Η πραγματική πόλη όχι μόνο δεν με απογοήτευσε, αντιθέτως με ενέπνευσε ακόμα περισσότερο.
Πώς θα μπορούσες να συνοψίσεις την αίσθηση που έχεις για την Αλεξάνδρεια μετά από επτά ταξίδια που έχεις κάνει εκεί;
Η μαγεία της Αλεξάνδρειας «των πέντε φυλών και πέντε γλωσσών» είναι αυτή η διήθηση του πραγματικού στο φανταστικό και αντίστροφα, χιλιάδες χρόνια τώρα. Μόλις κάτω από την κουρασμένη επιδερμίδα του επίπονου σήμερα, νιώθει κανείς αμέσως τις φλέβες του χθες να κυλούν ασταμάτητα, ενεργοποιώντας ταυτόχρονα τη μνήμη.
Τι σε οδήγησε να δημιουργήσεις μια έκθεση με σημείο αναφοράς τον Καβάφη;
Αναζητώ πολύ συχνά την έμπνευση στην λογοτεχνία για τη ζωγραφική μου περιπέτεια. Ο Καβάφης παρέμενε για χρόνια μια τέτοια πηγή έμπνευσης, άμεσα ή έμμεσα. Το πρώτο έργο που ζωγράφισα βασισμένο σε ένα ποίημά του, πριν 12 χρόνια, ήταν το «Απολείπειν ο θεός Αντώνιον». Έκτοτε, επανήλθα στην ίδια πηγή, ενώ τα τελευταία 5 χρόνια αποφάσισα να αφιερώσω μια ολόκληρη ενότητα στο καβαφικό σύμπαν.
Τα χρώματα που συναντάμε στην έκθεση είναι κατά κύριο λόγο χρώματα γήινα. Τι σε έκανε να τα επιλέξεις;
Δεν επιλέγω τη χρωματική γκάμα, μάλλον σε επιλέγει εκείνη. Παραμένει για μένα και τη ζωγραφική μου πιο σημαντική η επιλογή του φωτός και της σκιάς, και λιγότερο των χρωμάτων.
Πράγματι, το φως και η σκιά παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην έκθεσή σου. Πώς έφτασες σε μια τόσο λεπτομερειακή ανάπτυξή τους;
Με ενδιαφέρει όντως πολύ. Στην πραγματική αλλά και τη συμβολική τους διάσταση, Το φως δημιουργεί όλες τις προϋποθέσεις να ορίσεις κάτι με ακρίβεια, ένταση και καθαρότητα. Η σκιά πάλι, αφήνει αναπάντητα ερωτήματα, καλλιεργεί τον υπαινιγμό και την αμφιβολία, στοιχεία καθοριστικά για τη σχέση ενός έργου με το θεατή του. Είναι σαν να αφήνει ανοιχτά περάσματα να εισέλθει ο θεατής που επιθυμεί να συμπληρώσει αυτά τα κενά με τη δική του συναισθηματική εκδοχή. Από την άλλη, προσπαθώντας να αρθρώσω ένα ποιητικό περιβάλλον (το καβαφικό), με βάση ένα πραγματικό (την Αλεξάνδρεια), νιώθω έντονη την ανάγκη να σκηνοθετήσω κάθε δέσμη φωτός που υπάρχει στα έργα, κατευθύνοντας έτσι ευκολότερα τον θεατή στις προθέσεις μου.
Υπάρχουν όμως και χρώματα διαφορετικά, χρώματα-εξαιρέσεις ας πούμε, που εμφανίζονται ελάχιστα στους πίνακες της έκθεσής σου. Τι σ’ έκανε να διαλέξεις λίγο πράσινο στον ένα πίνακα ή λίγο μπλε στον άλλο; Τι νιώθεις να κομίζουν αυτά στη συνολική εντύπωση που προκαλεί η έκθεση;
Ο ίδιος ο ποιητής αναφέρει συχνά στα ποιήματά του, διάφορα χρώματα. Είτε με το όνομά τους (κανελλιά φορεσιά, κίτρινα βάζα, πράσινο δωμάτιο) είτε μέσω πολύτιμων λίθων (οπάλιο γκρίζο, αμέθυστος, σαπφείρινο μαβί και άλλα). Θυμάμαι πολύ καθαρά την επιθυμία μου να δημιουργήσω ένα «σαπφείρινο μαβί» πορτρέτο βασισμένο στο ποίημα «Μακρυά». Ή να τονίσω τη φθαρμένη κανελλιά φορεσιά του νεαρού από το ποίημα «Μέρες του 1908». Δεν ξέρω γιατί τα διάλεξα κι εγώ. Ίσως ήθελα να έρθω πιο κοντά στην εικόνα που είχε καρφωθεί στο μυαλό μου από την πρώτη ανάγνωση αυτών των ποιημάτων. Είναι αλήθεια πάντως ότι, η ζωγραφική διαδικασία δεν προϋποθέτει εγκεφαλική διεργασία. Για να το πω πιο απλά, δεν επιλέγω τα πάντα εν γνώσει μου όσο δουλεύω. Αφήνομαι στο ένστικτο, στο υποσυνείδητο, αποφεύγοντας να αναλύσω την κάθε μου επιλογή. Έτσι ανάμεσα στο νου και την χειρονομία, αφήνω χώρο να μεσολαβήσει η συγκίνηση.
Μοιάζει σαν να περπάτησες την Αλεξάνδρεια όλες τις ώρες της ημέρας και της νύχτας. Η έκθεση μοιάζει να περιλαμβάνει μια γκάμα που ξεκινάει από νωρίς το πρωί μέχρι τη βαθιά νύχτα. Συνέβη πραγματικά έτσι;
Χαίρομαι πολύ για την παρατήρηση αυτή! Δεν το είχα αντιληφθεί μέχρι που μου το ανέφερες. Θα μπορούσε όντως η έκθεση να είναι ένα καβαφικό εικοσιτετράωρο στην Αλεξάνδρεια. Και πάλι με τη διττή έννοια του πραγματικού και του ποιητικού. Τίποτε δεν συνέβη εν γνώσει μου, θα επαναλάβω. Όμως είναι αλήθεια ότι περπάτησα πολύ, όλες τις ώρες τις ημέρας και της νύχτας στις αγαπημένες γειτονιές του ποιητή, αναζητώντας τον ίδιο ή την ποίησή του.
Θα ήθελες να μου πεις δυο επιπλέον λόγια για τον «Ήλιο του Απογεύματος»; Ως ποίημα αλλά και ως πίνακα;
Είναι το δεύτερο ποίημα που ζωγράφισα, κι ένα από τα αγαπημένα μου. Με συγκινεί πάντα αυτή η περιγραφή μιας αγαπημένης «κάμαρης», ενός εσωτερικού χώρου, έξοχα σκηνοθετημένου, με τρόπο τέτοιο ώστε να συντείνει στην ενεργοποίηση του αισθήματος της απώλειας. Ειδικά ο ήλιος που απογεύματος πού ’φθανε το κρεβάτι ως τα μισά, που το χωρίζει ουσιαστικά στα δυο. Ο πίνακας αφήνει το φως να εισβάλει στο δωμάτιο συνδέοντας το μέσα με το έξω, το πριν με το μετά, το φως με το σκοτάδι.
Και για το «Κάτω απ’ το Σπίτι»;
Εδώ τα πράγματα λειτούργησαν ανάποδα… Σε έναν από τους ατέλειωτους νυχτερινούς μου περιπάτους στην Αλεξάνδρεια, στάθηκα μπροστά στην αντανάκλαση ενός κλειστού σπιτιού στους νερόλακκους της ασφάλτου. Μαγεύτηκα από την ποίηση της εικόνας, την βρήκα πολύ καβαφική. Το άλλο πρωί, έπεσα πάνω στο ποίημα “κάτω από το σπίτι”. Το μόνο που έμενε ήταν να τη ζωγραφίσω όσο πιο πιστά στο αίσθημα που μου γέννησε.
Και πιο πολύ απ’ όλα για το «Επέστρεφε». Τι μαγικό συμβαίνει μ’ αυτόν τον άνεμο που γίνεται φανερός μέσα από την κίνηση των φοινίκων; Είναι άραγε ο άνεμος της «αγαπημένης αισθήσεως»;
Η πρώτη εικόνα που έρχεται στο μυαλό μου ακούγοντας τη λέξη «Αλεξάνδρεια», είναι αυτή: το λιμάνι, στη δύση, με τους φοίνικες να χορεύουν στο θρόισμα του θαλασσινού αέρα, τη μυρωδιά της θάλασσας, τη ζέστη και τη φασαρία της Κορνίς, και τον αγέρα στιλβωμένο από την αύρα της Μεσογείου. Και τα ατέλειωτα μαβιά χρώματα. Δεν θυμάμαι να έχω δει αλλού τόσα πολλά διαφορετικά μαβιά.
Έχοντας παρακολουθήσει το έργο σου ως ένας απλός θεατής, νιώθω ότι η αναφορά σου στον Καβάφη σε οδηγεί πολύ πιο ψηλά στον κόσμο της τέχνης αλλά και πολύ πιο βαθιά στη σχέση με τον εαυτό σου; Νιώθεις κι εσύ κάπως έτσι;
Είναι αλήθεια η πιο αυτοβιογραφική, η πιο βιωματική μου έκθεση. Ο Καβάφης μου επέτρεψε να κολυμπήσω βαθύτερα εντός μου, και να ανασύρω αισθήματα, κι εμμονές, όχι απαραίτητα εν γνώσει μου. Κι αυτό, το διαπίστωσα εκ των υστέρων. Θά ΄θελα μόνο να είχα τολμήσει παραπάνω.
Ζεις και εργάζεσαι στην Αθήνα. Ποιες είναι οι πιο αγαπημένες σου διαδρομές στην πόλη; Τι αγαπάς περισσότερο στην Αθήνα;
Λατρεύω την Αθήνα, τη βρίσκω αναντικατάστατη. Οργώνω καθημερινά τους δρόμους της με τη βέσπα μου, φτάνοντας εύκολα και γρήγορα σε όλα τα αγαπημένα μου μέρη: το ιστορικό κέντρο, τον Υμηττό με τα δάση του, την παραλία με τη μυρωδιά της θάλασσας. Αγαπώ περισσότερο τον άναρχο εαυτό της, το μοναδικό της φως, την συναρπαστική ιστορία της. Έχω την τύχη να ζω στον Υμηττό, μια πανέμορφη προσφυγική γειτονιά- χωριό, και να έχω το εργαστήριό μου στο Σύνταγμα στην καρδιά της πόλης. Αυτό το δίπολο δεν παύει ποτέ να με εμπνέει.
Ποια θα είναι τα επόμενα βήματά σου;
Είναι μια ατομική έκθεση στην υπέροχη Istanbul Concept Gallery, της Isik Gencoglu, τον Ιανουάριο του 2023 στην Κωνσταντινούπολη.
«Επέστρεφε - Αναφορά στον Κ.Π. Καβάφη»
Επιμέλεια Έκθεσης: Μαρία Γεωργοπούλου
Διάρκεια έκθεσης: 23 Ιουνίου - 5 Αυγούστου 2022
Ώρες Λειτουργίας: Τετάρτη – Κυριακή 12.00-18.00
Είσοδος ελεύθερη
Επικοινωνία για ξεναγήσεις: Μαρία Σμάλη: 210 7210536 (εσ. 301)
Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα
Γεννάδειος Βιβλιοθήκη
Σουηδίας 61, 10676 Κολωνάκι