Εικαστικα

Μπλε με υπογραφή Χριστίνας Δάρρα

Έφυγε πριν από τρία χρόνια για να ζήσει στη Μελβούρνη επειδή «την κούρασαν η βία και ο φανατισμός της Αθήνας» και τώρα επιστρέφει για λίγο με την έκθεση «Τα Ble» και βάφει το Κολωνάκι.

Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 830
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Χριστίνα Δάρρα - Tα Ble: Συνέντευξη με τη ζωγράφο για την έκθεσή της στην γκαλερί Genesis

Το μπλε είναι ένα χρώμα μεταφυσικό και πανταχού παρόν. Στον ουρανό, όπως η Χριστίνα Δάρρα το έβλεπε από την πτήση της επιστροφής στην Αθήνα, αλλά και στη θάλασσα της Αυστραλίας, αφού εδώ και αρκετά χρόνια διακτινίστηκε μακριά από το μπλε του Αιγαίου, διαλέγοντας να πολιτογραφηθεί Aussie girl και Down Under lady. Ο πλανήτης μας από μακριά φαίνεται επίσης σαν ένας μπλε βόλος, το μπλε είναι το χρώμα της ψυχής, της ελπίδας, της μελαγχολίας και φυσικά της Χριστίνας, που αυτή την εβδομάδα φιλοτέχνησε το εξώφυλλο του τεύχους 830 της Athens Voice.

Χριστίνα Δάρρα, Masqued

Στην έκθεση «Τα Ble», που μπορείτε να δείτε στην γκαλερί Genesis του Γιώργου Τζανέρη, τα μπλε της Δάρρα είναι προεκτάσεις του μπλε των ονείρων και των σκέψεων που κουβαλούν άνθρωποι και έμβια όντα. Το μπλε μαρτυρά συναισθηματική εξέλιξη και βαθμούς σημάνσεων. Μιλήσαμε με τη διεθνή εικαστικό για όλα τα Ble των πινάκων και του εαυτού της.

Ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που έκανες όταν ήρθες και πάλι στην Αθήνα; Άλλαξε η πόλη από τότε που τη θυμάσαι ή όχι;
Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να πάω να δω τους γονείς μου, είχα να τους δω 3 χρόνια, και τους αδερφικούς μου φίλους που μου λείπουν πολύ! Μετά, με τα πόδια, από Μαβίλη στην Ξενοκράτους, η παλιά καθημερινή μου διαδρομή, στο εργαστήριο, σε κάθε βήμα το παρελθόν γίνεται πάλι παρόν, και μετά στη Χάρητος, στην γκαλερί του Γιώργου και το μαγαζί της Μαριάννας Πετρίδη, στο Jack in the Box, στο πωλητήριο Μπενάκη της Κριεζώτου, στα αγαπημένα μου μέρη με τους αγαπημένους μου συνεργάτες και φίλους. Κουλουράκι από τον δρόμο, η πόλη δεν άλλαξε καθόλου.

The snake whisperer

Μου αρέσει πολύ ο αυτοπροσδιορισμός σου ως interdisciplinary εικαστικού. Μπορείς να γίνεις πιο επεξηγηματική ως προς την πρακτική σου, και στο πεδίο της ζωγραφικής και στο κομμάτι της κοσμηματοποιίας σου;
Με τον όρο interdisciplinary εννοώ ότι χρησιμοποιώ κάθε υλικό και τεχνική για να υπηρετήσω αυτό που θέλω να πω καλύτερα. Η ομοιομορφία δεν είναι ελκυστική για μένα, ούτε σαν αποτέλεσμα ούτε σαν πρακτική. Η επιλογή των υλικών και των τεχνικών, οι διαδικασίες, είναι μέρος του έργου, έχουν σημασία. Το ίδιο και στο κόσμημα. Δεν με ενδιαφέρει το branding της εικόνας των έργων μου, αλλά το τι θέλουν να πουν. Επίσης, βαριέμαι να κάνω τα ίδια και τα ίδια. Μου αρέσει να πειραματίζομαι, ειδικά με παλιές τεχνικές χειροτεχνίας, και να συμπεριλαμβάνω την αποτυχία στη δημιουργική διαδικασία.

Χριστίνα Δάρρα, The meadow

Ακούς Τζόνι Μίτσελ; Η εσάνς που κυριαρχεί καθώς κοιτώ τους πίνακές σου μου φέρνει στο μυαλό όλο τον δίσκο της με τίτλο «Blue», αλλά είναι σαν να ακούω κι άλλα μπλε, τους στίχους από το «Blue Hotel» του Chris Isaac ή το «Blue» των Fine Young Cannibals. Τι άλλες μουσικές θα μπορούσαν να ντύσουν αυτή την έκθεση; Τι βιβλία, ταινίες και ποιήματα: γνωρίζω πως αρκετές φορές η έμπνευσή σου πηγάζει από κάποια ποιήματα ή ατάκες.
Δεν ακούω μουσική όταν δουλεύω. Η μουσική είναι έντονα ψυχοτρόπα και την αποφεύγω. Έχει μια περίεργη μαγεία και με αποπροσανατολίζει. Προτιμώ την απόλυτη ησυχία, γι’ αυτό ξυπνάω στις 3 και δουλεύω όταν όλοι κοιμούνται. Αγαπημένος συγγραφέας Χοσέ Σαραμάγκου, «Η πέτρινη σχεδία». Οι στίχοι είναι συνήθως ποιητικές εμμονές που γίνονται εικόνες. Χαίρομαι όταν η εικόνα προκαλεί παραπάνω από εικαστικά ερεθίσματα. Η μουσική επένδυση είναι μια προσωπική βιωματική εμπειρία του θεατή.

Jellyfish

Πιο μπλε δεν γίνεται! Γιατί όμως όλα είναι μπλε μονόχρωμα σε έναν τόνο μελαγχολίας και όχι (τυχαίο σκρολ στην παλέτα) πράσινα (ελπίδα) ή κόκκινα (πάθος); Μπορεί και να λαθεύω στην κρίση μου. Τι είδους συναίσθημα, επομένως, ήθελες να αποδώσεις με τη νέα σου δουλειά; Τι κρύβουν ή τι ψιθυρίζουν οι εικόνες των ανθρώπων και ζώων που με κοιτούν όταν τα κοιτάζω;
Το ultramarine blue είναι ένα πολύ ιδιαίτερο μπλε, με ρίζες στην Αναγέννηση, ένα πολύτιμο υλικό φτιαγμένο, τότε, από Lapis Lazouli. Ένα μεταφυσικό χρώμα που είναι παντού γύρω μας, στον ουρανό και τη θάλασσα, που όμως δεν μπορούμε να το κρατήσουμε στα χέρια μας, γιατί εξαφανίζεται. Έχει την ιδιότητα να είναι ταυτόχρονα ψυχρό και θερμό, να είναι το χρώμα της ελπίδας αλλά και της μελαγχολίας. Στα έργα αυτά χρησιμοποιώ μόνο ultramarine blue και λευκό και προσπαθώ να λύσω την πλαστικότητα της εικόνας μέσα από τη γραφή και τον τόνο, είναι δηλαδή πιο πολύ σχέδιο παρά ζωγραφική. Παρ’ όλα αυτά, τα έργα δεν είναι μελαγχολικά, αντιτίθενται στη μελαγχολία και τη νοσταλγία. Όταν μεταναστεύεις εθελοντικά, η νοσταλγία δεν είναι καλός τόπος, γιατί πολύ απλά δεν σ’ αφήνει να ζεις στο παρόν, ούτε να προσαρμοστείς. Η προσαρμογή είναι τρόπος επιβίωσης χωρίς να σβήνει τις μνήμες. Οι χαρακτήρες μου, αν κι ονειροπόλοι, αναζητούν την ειλικρίνεια να κοιτάς τον άλλο στα μάτια και να είσαι ο πιο πραγματικός σου εαυτός.

Χριστίνα Δάρρα, The Bandit

Πώς ήταν εκεί; Νομίζω πως ξεκίνησες από μηδέν. Αλλά και πώς είσαι σήμερα; Θυμάμαι τα ημερολόγια της ενότητας «One Thing a Day, the Australian Way». Θα ήθελα να επιστρέψεις σε εκείνες τις μέρες της αρχής, όταν ήταν τέσσερις το πρωί και μαζί με τον καφέ σου ζωγράφιζες μια εικόνα και εμείς τη βλέπαμε από την άλλη άκρη του κόσμου. Κάποιες εκτέθηκαν παλιότερα στην γκαλερί του Γιώργου και κάποιες άλλες ανέβηκαν στα σόσιαλ. Λοιπόν, πώς βρήκες βηματισμό, από πού κρατήθηκες και πώς έσκασαν «Τα Ble»; Με την ίδια διαδικασία του «One thing a day», ή αλλιώς;
To «One Thing a Day» είναι ένα project στο Instagram που έχει ζωή 9 χρονών, κάθε μέρα ένα σχέδιο. Είναι ένα ειλικρινές ημερολόγιο που περιλαμβάνει καλά και λιγότερα καλά σχέδια, ο σκοπός του, όπως για κάθε ημερολόγιο, είναι η ενδοσκόπηση. Είναι μια εσωτερική συζήτηση που τη μοιράζομαι με όποιον θέλει να τη μοιραστεί.
Η αρχή, όπως κάθε αρχή, ήταν δύσκολη. Αγαπώ ιδιαίτερα τη Μελβούρνη, και αυτό που με συναρπάζει είναι ότι κάθε άνθρωπος γύρω μου έχει τη δική του ιστορία μετανάστευσης κι επιβίωσης μέσα από την προσαρμογή του σε διαφορετικές συνθήκες. Η μετανάστευση είναι μια μόνιμη κατάσταση μέσα μου. Πού ανήκω, ποια είναι η ταυτότητά μου, και λοιπά. Η μη πατρίδα είναι η δική μου πατρίδα. Το να μην ανήκω κάπου σημαίνει ότι διαρκώς ανακαλύπτω, κρατάω τη σκέψη μου ανοιχτή, εξακολουθώ να μαθαίνω. Γι’ αυτό και «Η πέτρινη σχεδία» του Σαραμάγκου είναι το αγαπημένο μου βιβλίο, γιατί περιγράφει αυτό ακριβώς. Σκοπός μου δεν είναι να επιτύχω αλλά να ευχαριστιέμαι κάθε μέρα αυτό που κάνω, καλό, μέτριο ή κακό.

Χωρίς να θέλω να γίνομαι αδιάκριτος, καλωσήρθες, αλλά στ’ αλήθεια, γιατί έφυγες; Σε θυμάμαι σχετικά «τακτοποιημένη»: συνεχής παρουσία με εκθέσεις και κολακευτικά σχόλια από τους κριτικούς, τα κοσμήματά σου ήταν talk of the town όχι μόνο εδώ· θυμάμαι μια φορά στο Παρίσι που τα είχα δει στην Colette. Οπότε, ειλικρινά αναρωτιέμαι γιατί τα άφησες όλα πίσω. Επίσης γιατί ειδικά στην Αυστραλία; Έπαψε η Αθήνα να σου δίνει έμπνευση, ένιωσες κάπως, τι συνέβη;
Έφυγα γιατί με κούρασαν η βία, ο φανατισμός κι ένιωθα πως δεν ανήκα στην πόλη μου. Και δεν είναι σνομπισμός ή υπεροψία, αλλά διαφωνούσα με πολλά πράγματα και ήθελα να αλλάξω τη ζωή μου αντί να την αποδέχομαι όπως όπως. Και πάλι θα πω, η επιτυχία δεν είναι το ζητούμενο, γιατί έχει πολύ ναρκισσισμό πάνω της, όταν γίνεται αυτοσκοπός. Ήθελα να πάω κάπου μακριά, και η Αυστραλία είναι αρκετά μακριά, κι όπως λέει κι ο σύντροφός μου ο Νίκος, μοιάζει με τη μυστηριώδη νήσο των παιδικών μας χρόνων.

Forever


Περισσότερες πληροφορίες για την έκθεση στο City Guide της Athens Voice