- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η Λελλέ Δεμερτζή, οι εγγύτητες, οι αποστάσεις και η νέα έκθεση της γκαλερί Citronne
«Η μεγαλύτερη απόσταση στην εποχή μας είναι ότι δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε απλά επιστημονικά, ιστορικά, οικολογικά δεδομένα. Στον αντίποδα η τέχνη πάντα προσπαθεί να συνδέσει και να συνδεθεί»
Η Λελλέ Δεμερτζή μιλά στην ATHENS VOICE για την έκθεση «Εγγύτητες και αποστάσεις» στην γκαλερί Citronne στον Πόρο και στην Αθήνα
Μια έκπληξη μας περίμενε κοιτάζοντας το πρώτο καλοκαιρινό κάλεσμα της γκαλερί Citronne για φέτος. Όχι μόνο επειδή συστεγάζει πιο πολλούς καλλιτέχνες από κάθε άλλη φορά αλλά και γιατί ανοίγεται σε νεότερους εικαστικούς και επιδιώκει, επιπλέον, προσβάσεις σε αφηγήσεις που αντικατοπτρίζουν την παγκοσμιοποιημένη μας κοινωνία. Δώδεκα δημιουργοί, στην πλειοψηφία τους εικοσάρηδες και τριαντάρηδες, δίνουν το παρόν μέσα από τα έργα τους στον Πόρο (από τις 4 Ιουνίου) και στο Κολωνάκι στην έκθεση με τίτλο «Εγγύτητες και αποστάσεις» που επιμελείται η 28χρονη Λελλέ Δεμερτζή. Έχοντας τις ρίζες και τις βάσεις τους στην Αφρική, την Αμερική και την Ευρώπη εμπλέκονται σε έναν διάλογο που εστιάζει σε ζητήματα ταυτότητας και συλλογικότητας, από το τοπικό στο παγκόσμιο και από το ατομικό το συλλογικό.
«Η πανδημία και τα lockdown έφεραν τον άνθρωπο απέναντι στον εαυτό του και ταυτόχρονα μετακίνησαν το συλλογικό υποσυνείδητο. Είχαμε την δυνατότητα να στραφούμε προς τα μέσα, να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε σε τοπικό επίπεδο, εφόσον τα γεωγραφικά σύνορα ήταν κλειστά. Αναπόσπαστο χαρακτηριστικό της ταυτότητας αποτελεί αυτή η αμφίδρομη κίνηση: στρέφω το βλέμμα προς τα μέσα (αυτογνωσία), ενώ στρέφομαι προς το κόσμο (ανήκειν).
Οι καλλιτέχνες συνομιλούν μέσα από τη δική τους πραγματικότητα και αναρωτιούνται πού ανήκουν και με ποιους όρους. Μέσα από ένα εύρος καλλιτεχνικών μέσων, που περιλαμβάνουν ζωγραφική, φωτογραφία και εγκαταστάσεις, η έκθεση δίνει έμφαση στα σημεία συνάντησης της συλλογικής εμπειρίας και τιμά τις διαφορετικές πτυχές μεταξύ πολιτισμών, γεωγραφικών θέσεων, ατομικοτήτων και καλλιτεχνικών προσεγγίσεων» μου εξηγεί το σκεπτικό η νεαρή καλλιτέχνις και επιμελήτρια.
Ερωτήματα που προκύπτουν από την τοπικότητα, την υπερ- και δια-τοπικότητα χαρακτηρίζουν τη Citronne, υποστηρίζει, κάτι που θα μπορούσε ίσως κάποιος να συμπεράνει και για την ίδια καθώς το βιογραφικό της μαρτυρά μια αέναη κίνηση ανάμεσα σε διαφορετικούς χώρους, γνωστικούς και γεωγραφικούς. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο ΕΜΠ αλλά και στη δραματική σχολή του Ωδείου Αθηνών, η κατοπινή της πορεία την έφερε να ζει από το Βερολίνο ως τη Νέα Υόρκη και τη Γκάνα, ενώ το επόμενο διάστημα θα βρεθεί στο Λονδίνο για να εργαστεί σε ένα ερευνητικό πρόγραμμα του Ινστιτούτου Alan Turing για την ιστορία του Ανθρωπόκαινου.
Τι εγγύτητες και αποστάσεις, λοιπόν, γεννά η εποχή μας και πώς η τέχνη απαντά σε αυτές;
Η ψηφιακή σφαίρα στην εποχή μας έχει κυριολεκτικά εκμηδενίσει τις αποστάσεις λειτουργώντας ως μια εκδημοκρατισμένη πλατφόρμα δημόσιου λόγου, όπου όλες οι φωνές έχουν την ίδια βαρύτητα. Ωστόσο, την ίδια στιγμή, η πληροφορία είναι τόσο αθρόα και ανεξέλεγκτη, που δεν εκτιθέμεθα στα ίδια πεδία λόγου, καταλήγοντας εν τέλει ο καθένας μας σε πολύ διαφορετικές όψεις της πραγματικότητας, συνήθως πολωμένες. Νομίζω ότι αυτή είναι η μεγαλύτερη απόσταση στην εποχή μας: δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε απλά επιστημονικά, υγειονομικά, ιστορικά, οικολογικά δεδομένα. Δεν μπαίνουμε στην διαδικασία να συνδιαλαγούμε με όποιον δεν συμφωνεί εκ προοιμίου μαζί μας, γιατί είμαστε τόσο σίγουροι. Στον αντίποδα η τέχνη απαντά με ποικίλους τρόπους, άλλοτε αναπαριστά άλλοτε καθρεφτίζει άλλοτε ευαισθητοποιεί άλλοτε διδάσκει άλλοτε ταξιδεύει και λυτρώνει άλλοτε χαϊδεύει άλλοτε δεν απευθύνεται καν με έλλογα μέσα, πάντα όμως σε μια προσπάθεια να συνδέσει και να συνδεθεί.
Πώς βλέπεις το τοπικό να τροφοδοτεί την ανάγνωση της σύγχρονης ζωής, σε μια εποχή κατά την οποία οι εξελίξεις στην τεχνολογία έχουν καταργήσει σύνορα και αποστάσεις; Τι ισχύ και δυναμική μπορούν να έχουν οι επιμέρους παραδόσεις, ταυτότητες και κλίμακες στο παγκοσμιοποιημένο «χωριό» μας;
Νομίζω ότι όσο περισσότερη έκθεση έχουμε προς τον κόσμο, όσα περισσότερα ερεθίσματα στην ψηφιακή σφαίρα, τόσο θα εντείνεται η ανάγκη για σύνδεση με το τοπικό. Όσο ο καθένας γνωρίζει καλύτερα τις ρίζες του και τις καταβολές του, τόσο πιο ανοιχτός είναι για να συνδεθεί ουσιαστικά, όχι μόνο ονλάιν. Μιλάμε για την εποχή της πιο εκδημοκρατισμένης εκπροσώπησης φωνών που έχει υπάρξει ποτέ. Και αυτό στην τελική είναι δύναμη. Και βλέπω ότι με πολύ μικρή ηλικιακή διαφορά από εμένα, οι Gen Z έχουν ήδη διαφορετική αντίληψη του κόσμου και της σύνδεσης από ότι εγώ. Το νιώθεις το in-der-Welt-sein του Χάιντεγκερ να επεκτείνεται και να μετατοπίζεται.
Σύστησέ μας τα έργα της έκθεσης και τους διαλόγους που δημιουργούνται μεταξύ τους.
Ένας κεντρικός άξονας είναι η μετακίνηση ανθρώπων και υλών. Ο Πάνος Χαραλάμπους με το Αρχείο Καπνού στρέφεται στην οικονομική δύναμη του καπνεμπορίου στην Ελλάδα μέχρι πριν από μισό αιώνα. Δημιουργεί διανοητικά υλικά τοπία με φύλλα καπνού και εγγραφή ονομάτων επιφανών καπνιστών.
Αντίστοιχα, ο Γκανέζος Kwaku Yaro, κάνοντας νύξη στην εκμετάλλευση και την εξαγωγή των τοπικών φυσικών πόρων μέσω των δρόμων του παγκοσμιοποιημένου μετα-αποικιακού εμπορίου, ανακυκλώνει υφασμάτινους και πλαστικούς σάκους μεταφοράς προϊόντων, κυρίως κακάο και καφέ, δημιουργώντας κολάζ υφών για να αναπαραστήσει τη νεολαία της γειτονιάς του. Η ανακύκλωση είναι κεντρική και στο έργο της Dessislava Terzieva, η οποία ως κόρη μεταναστών από τη Βουλγαρία στην Αμερική, σε μια προσπάθεια να προσεγγίσει τις ρίζες της, δημιουργεί παλίμψηστα φωτογραφιών και υφασμάτων που συλλέγει σε καταστήματα που πωλούν είδη από δεύτερο χέρι. Εξερευνά έννοιες έλλειψης (αγαθών), τη φθορά των υποδομών και τα παράξενα του (ημι)δημόσιου χώρου της βαλκανικής της γενέτειρας.
Την ταυτότητα της διπλής ιθαγένειας προσεγγίζει και η Νικολ Οικονομίδου με το ζωγραφικό έργο της State of Being, που καθιερώνει τον ενδιάμεσο χώρο σαν έναν τόπο του ανήκειν, ενώ ο πίνακας Apollo αποδοκιμάζει την οικειοποίηση της ελληνικής μυθολογίας από δυτικούς μοντέρνους ζωγράφους και λειτουργεί ως πράξη «αποκατάστασης» (reclamation) της προγονικής της ιστορίας. Το στοιχείο της γλώσσας έχει εξέχοντα ρόλο και στο έργο I am in the box του Αντώνη Βολανάκη, που συμβολίζει την κινητικότητα των σύγχρονων νομάδων και των υπαρχόντων τους.
Για τη δική μου δουλειά που παρουσιάζεται στην έκθεση συλλέγω φωτογραφίες αγαλμάτων από την περιοχή της Μεσογείου και επιτρέπω στη φθορά και την πάροδο του χρόνου να αναδυθούν μέσα από κολάζ γλυπτικών σωμάτων στην επιφάνεια του καθρέφτη, που αντικατοπτρίζει καθένα από εμάς τα νομαδικά υποκείμενα. Η φθορά στο έργο Gifted Mold Archive του Cédric Kouamé υλοποιείται μέσα από χημικές αντιδράσεις σε φωτογραφικά φιλμ που συλλέγει τις τελευταίες μετα-αποικιακές δεκαετίες στο Αμπιτζάν στην Ακτή Ελεφαντοστού. Το αφήγημά του υποστηρίζει ότι παρά το βαθμό της διάβρωσης, το φωτογραφικό υποκείμενο συνεχίζει να μεταδίδει μια αίσθηση της προσωπικής του ιστορίας.
Αντίθετα, στο έργο του Πάνου Φαμέλη silencer/ draft 2 (the roar), η επάλληλη αυτοματοποιημένη μεταγραφή κειμένου, καθιστά την γλώσσα δυσανάγνωστη, ανάγεται σε εικόνα, γυαλάδες, φωτεινότητες, ρυθμό. Η ξύλινη ευτελής επιφάνεια μεταφοράς εμπορευμάτων αιωρείται στη μέση του χώρου και αντιπαραβάλλει προσωπική και κοινωνική ταυτότητα σε στιγμές κρίσης.
Ένας ακόμη κεντρικός άξονας είναι η εκπροσώπηση. Τα έργα του Chiderah Bosah φέρνουν στο προσκήνιο τη νέα γυναίκα στην σύγχρονη νιγηριανή κοινωνία, τόσο δυναμική όσο και ευάλωτη. Oι προσωπογραφίες του Ebenezer Nana Bruce επίσης παραπέμπουν στην υπόσταση της γυναίκας, πίσω από την εμφάνισή της, και επομένως πέρα από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της ή την κοινωνική της θέση. Το έργο του Courage Hunke μας κάνει κοινωνούς σε μια σκοτεινή πτυχή της βαθιά θρησκευτικής κοινωνίας της Γκάνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα στα στρατόπεδα μαγισσών. Τέλος, ο Αλέκος Κυραρίνης συνεισφέρει στην έκθεση με το μαρμάρινο γλυπτό Μάρτυρες, που η εικονογραφία του όχι μόνο παραπέμπει αισθητικά στον Hunke, αλλά και το περιεχόμενο του «μάρτυρα» απηχεί τις ανησυχίες του. Μπορεί να διακρίνετε κάποιες λεπτές συγκλίσεις μεταξύ υλικών, αισθητικών επιλογών, χρήσης της γραφής, απεικόνισης της μορφής, της φθοράς της. Συνδέσεις στον ενδιάμεσο χώρο.
Πώς και σε ποιο πλαίσιο προέκυψε η συνεργασία με τη Citronne;
Η κα Τατιάνα Σπινάρη-Πολλάλη με διορατικότητα διέκρινε ότι η σύγχρονη τέχνη της γενιάς μου μιλάει με πολύ διαφορετικούς όρους, κυρίως λόγω της τεχνολογίας και της αίσθησης του «παγκόσμιου» που προσφέρουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Με την οξυδέρκεια και το σοβαρό προφίλ που έχει χτίσει η γκαλερί στην δεκαεξάχρονη εμπειρία της, θέλησε να ανοίξει προσβάσεις σε καλλιτεχνικούς διαλόγους που αντικατοπτρίζουν αυτήν την κοινωνία. Το βρίσκω εξαιρετικά γενναίο εγχείρημα εκ μέρους της. Νομίζω ότι αυτό που διέκρινε σε εμένα και με εμπιστεύτηκε στην συνδημιουργία της έκθεσης, είναι ακριβώς αυτή η ιδιότητα του νομά με κάποια εμπειρία στην οργάνωση και την παραγωγή διεθνών εκθέσεων με διάφορους καλλιτεχνικούς θεσμούς. Και θέλω να την ευχαριστήσω που μου έδωσε την ευκαιρία να μάθω μέσα από την πρώτη μου επιμελητική δουλειά.
Η πορεία σου, μέσα από τις σπουδές και την επαγγελματική σου διαδρομή, αποδεικνύεται νομαδική. Πώς βιώνεις το τοπικό ως πολίτης του κόσμου;
Όταν μετακόμισα στο Βερολίνο για τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στην Καλών Τεχνών, επένδυσα στον τόπο, έμαθα την γλώσσα, τους τρόπους, μπορεί να μην φανταζόμουν ότι θα έφευγα. Αμέσως μετά, βρέθηκα στη Νέα Υόρκη για να δουλέψω στο ΜοΜΑ, με ένα δωδεκάμηνο πρόγραμμα του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Εκεί με βρήκε η πανδημία, οπότε πριν το δεύτερο lockdown μετακόμισα στην Γκάνα για να δουλέψω σε μια σημαντική γκαλερί εκεί και να ερευνήσω την μοντέρνα και σύγχρονη τέχνη της Δυτικής Αφρικής. Η υποτροφία της ARTWORKS ήταν ο λόγος επιστροφής μου στην Αθήνα.
Νομίζω ότι η εναλλαγή των πόλεων, των τοπίων φωτίζει διαφορετικές περιοχές του εαυτού και η γνωριμία με κάθε πολιτιστικό, κοινωνικό, ανθρώπινο οικοσύστημα τροφοδοτεί την δουλειά μου. Ωστόσο, παρά την πληθώρα των τόπων, ως νομάς, συνειδητοποιώ έναν κοινό παρονομαστή στην εμπειρία, μια βάση που πηγάζει ακόμη βαθύτερα από το «τοπικό» -από πού προέρχομαι, μια βάση στις συχνότητες του ανθρώπινου -ποιος είμαι. Από το genius loci στο genius mundi. Με φίλες μου αστειεύομαι πριν από κάθε μετακίνηση: Πάω να δω το ηλιοβασίλεμα σε νέους ουρανούς. Και ελπίζω κάποτε να βγάλει νόημα.
Μίλησέ μας για σένα και τη δουλειά σου. Ξεκίνησες με σπουδές στην υποκριτική και στην αρχιτεκτονική, πριν περάσεις στο πεδίο των εικαστικών και της περφόρμανς. Πώς συναντιούνται όλα αυτά στην πρακτική σου;
Όσο ήμουν ακόμη φοιτήτρια στην Αρχιτεκτονική του ΕΜΠ και στην δραματική σχολή του Ωδείου Αθηνών, ένιωθα ήδη ότι παίρνω εφόδια και εργαλεία που θα με οδηγήσουν στην κατασκευή ενός άλλου αντικειμένου. Στην αρχιτεκτονική απέκτησα αντίληψη χώρου και υλικών, εμβάθυνα στην ιστορία τέχνης, εξάσκησα την μεθοδικότητά μου. Το θέατρο με συγκινούσε πάντα, η μεταφορά ενός κειμένου σε λόγο και η κοινότητα του θιάσου. Μια ακόμη άγραφη σπουδή μου είναι ο χορός που σίγουρα έχει μεγάλη επιρροή στην δουλειά μου και την συνείδηση του σώματος. Αυτή είναι η εργαλειοθήκη μου για ένα νέο οικοδόμημα. Μόνο κατά τη διάρκεια του μεταπτυχιακού μου άρχισα να αναγνωρίζω τον εαυτό μου ως «καλλιτέχνη». Στην πρακτική μου δεν χρησιμοποιώ ένα συγκεκριμένο μέσο, αντίθετα μεταλλάσσεται και εξελίσσεται για τις ανάγκες του εκάστοτε πρότζεκτ, της εκάστοτε υλοποίησης μιας πτυχής του κόσμου των ιδεών. Είτε αυτό το λένε θεατρική παράσταση είτε περφόρμανς ή έκθεση ή ομιλία ή ποίηση. Προς το παρόν, αυτή η ρευστότητα, η υβριδικότητα των μέσων μου, με ενδιαφέρει γιατί νιώθω ότι μπαίνω αθώα και αυτοδίδακτη στη δημιουργική διαδικασία. Αναζητώ την έκπληξή μου. Αυτό μπορεί κάποτε να αλλάξει και να έχω ανάγκη για κάνω πιο συγκεκριμένο το ιδίωμά μου.
Ποια είναι τα ζητήματα που σε ενδιαφέρουν ως καλλιτέχνιδα/επιμελήτρια;
Στην τέχνη μου αφετηρία μου είναι το σώμα. Η ταυτότητα και η ετερότητα που εγγράφεται στο σώμα. Με ενδιαφέρει ο ενδιάμεσος χώρος, το είναι και το μη-είναι, η παρουσία της απουσίας. Αυτό μπορεί να εκφραστεί σε πολλά επίπεδα: στην μνήμη, στη σιωπή, στην γλώσσα, στη μετάφραση, στη μεταφορά από ένα υλικό σε ένα άλλο. Στην ιστορία του σώματος, στις ουλές, στα τραύματα. Στις φλέβες των μαρμάρων. Με ενδιαφέρει το ίχνος. Του τώρα, του άλλοτε. Η πληθώρα των θεμάτων αντιστοιχεί σε πληθώρα μέσων. Δουλεύω με περφόρμανς όσο και με εγκαταστάσεις, φωτοκολάζ, βίντεο, συλλογικά πρότζεκτ.
Ως επιμελήτρια, στρέφομαι προς το συλλογικό σώμα: σε φωνές, βλέμματα, προσεγγίσεις που ανοίγουν νέους διαλόγους. Με ενδιαφέρει η διαπολιτισμικότητα, τα δίκτυα μετακινήσεων πληθυσμών, εμπορευμάτων, γεύσεων, τεχνουργημάτων και ως εκ τούτου, ιδεών. Με ενδιαφέρει η ανταλλαγή, η αναγνώριση και ο σεβασμός του κάθε πολιτιστικού υπόβαθρου, η αναγκαιότητα της ποικιλότητας.
Τα επόμενά σου σχέδια;
Σύντομα θα εργαστώ στο Λονδίνο στο ερευνητικό πρόγραμμα Living with Machines του The Alan Turing Institute, που αποτελεί συνεργασία επιμελητών, ιστορικών, γεωγράφων, data scientists και computational linguists. Μαζί καλούνται να ξαναγράψουν βάσει ψηφιοποιημένων αρχείων την ιστορία του Ανθρωπόκαινου, δηλαδή της περιόδου μετά την Βιομηχανική Επανάσταση και κατ’ επέκταση της κυριαρχίας του ανθρώπου επί της φύσης.
Ως ερευνητικό πρότζεκτ με ενδιαφέρει γιατί αφοσιώνεται στο «ξαναγράψιμο» της ιστορίας, στην ερμηνεία γεγονότων με τα μάτια του παρόντος, με τα νέα τεχνολογικά μέσα που μας προσφέρουν προσβάσεις στην γνώση, σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει νέες σχέσεις αιτίου και αιτιατού. Αφετέρου, με ενδιαφέρει το κεφάλαιο του Λονδίνου, μια πόλη πολυπολιτισμική, με τις δονήσεις και τις συχνότητές της. Εκεί βρίσκεται και η συνεργάτιδα μου καλλιτέχνις, ηθοποιός και περφόρμερ Μαρία Αναγνωστοπούλου, με την οποία συνιδρύσαμε το δίδυμο Reservoir Peacocks που εστιάζει σε ζητήματα φύλου και θηλυκότητας και ανυπομονώ να δω πώς η φυσική εγγύτητα θα διαμορφώσει την δουλειά μας.
INFO:
Εγγύτητες και αποστάσεις
Citronne Gallery, Πόρος & Αθήνα
Διάρκεια έκθεσης: στον Πόρο 4 Ιουνίου-18 Ιουλίου, στην Αθήνα από τέλη Ιουνίου