- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Καλλιρόη Μαρούδα: Κορίτσια από αναμνήσεις και συγκίνηση
Μιλάμε με τη ζωγράφο για τις μούσες της έκθεσης Ένσαρκη Εικόνα
Καλλιρόη Μαρούδα: Συνέντευξη με τη ζωγράφο για την έκθεσή της «Ένσαρκη Εικόνα» που φιλοξενείται στην Gallery 7.
Γυμνά πορτρέτα γυναικών σε καμβάδες από λάδι, κορίτσια τυλιγμένα σε ατμόσφαιρα εσωτερική, απαλλαγμένη από περιττά διακοσμητικά στοιχεία. Οι χώροι που ποζάρουν καταμεσής τους είναι απογυμνωμένοι από έπιπλα, πίνακες και άλλες ελκυστικές λεπτομέρειες διακόσμησης, τίποτα ιδιαίτερο στο φόντο δεν μαρτυρά ή προδίδει την αστική ταυτότητα και το κοινωνικό background τους.
Ένσαρκη Εικόνα: στην Gallery 7, συναντώ την Καλλιρόη Μαρούδα που με ξεναγεί στα μυστήρια της νεότητας όπως τη συνέλαβε μέσα από το βλέμμα και το φριζάρισμα του σώματος των τριών κοριτσιών-μοντέλων της. Περισσότερο την ενδιαφέρουν τα αισθήματα και οι ιδέες, παρά η πιστή αναπαράσταση. Η Μαρία, η Βανέσσα και η Ζέτα μεταφέρονται στο τελάρο με τρυφερότητα και ενσυναίσθηση, το φως που εκπέμπουν είναι εσωτερικό, η ζωγραφική μοιάζει να προσπαθεί να συλλάβει το μέσα, εκχειλίζοντάς το στο έξω, ενώ τα είδωλα είναι σχεδόν ομοιόμορφα και καθαρά από τονικές διαβαθμίσεις, σαν να είναι ένα με τον χώρο, απαλλαγμένα από τρισδιάστατους κατοπτρισμός. Αυτή είναι η πρωταρχική επιθυμία της Μαρούδα, οι πίνακες-προσωποσωματογραφίες να προσλάβουν μια διάσταση μεταφυσική, ανάμεσα στα όρια του ρεαλισμού και μιας μακρινής ανάμνησης.
Έχουν περάσει δέκα χρόνια από την τελευταία ατομική της έκθεση. Τι μεσολάβησε όλο αυτό το διάστημα; Τι άλλαξε ή δεν άλλαξε στη ζωή και τη ματιά της; «Μου φαίνεται μια ολόκληρη ζωή. Κοιτώντας πίσω, βλέπω πόσο ανυποψίαστοι ήμασταν για όλα αυτά που θα μας συνέβαιναν. Πέρα από τις προσωπικές δυσκολίες του καθένα, η ζωή κυλούσε ήρεμα, χωρίς τους κραδασμούς της σημερινής κατάστασης. Πρώτα σκεπτόσουν αν θα έχεις χρήματα για να ζήσεις ή δεν θα έχεις. Τώρα μπαίνει με δέος το ερώτημα: θα ζήσω ή θα κολλήσω τον ιό και δεν θα ξέρω πού θα βρεθώ. Όλο αυτό το διάστημα των δέκα χρόνων, λόγω κρίσης προσπαθούσα να εξασφαλίσω τα προς το ζην γιατί κοντά μου είχα να μεγαλώσω ένα όμορφο μικρό κορίτσι (τώρα ζει μόνη της), την κόρη μου. Δεν άφησα όμως ποτέ τη ζωγραφική, όση κούραση και να κουβαλούσα στο σώμα μου και στο μυαλό μου. Ούτε μία μέρα. Είχα να αντιμετωπίσω πολλά προβλήματα που προέκυψαν από τη ζωγραφική αντιμετώπιση της ανθρώπινης φιγούρας. Μέχρι τότε ζωγράφιζα περιπλανόμενους σκύλους μέσα σε σκιές, κάτω από τα δέντρα, δίπλα στη θάλασσα, κορίτσια, τοπία, ομίχλες, βροχές. Η ζωή προχωράει και μαζί της κι εμείς. Αλλάζουμε, μεγαλώνουμε, βλέπουμε τα πράγματα διαφορετικά. Για μένα προσωπικά νομίζω τα στοιχεία που υπήρχαν στη ζωγραφική μου υπάρχουν και τώρα. Θέλω να πιστεύω πιο ουσιαστικά και πιο ξεκάθαρα».
Έχω την αίσθηση πως οι επτανησιακές ομίχλες της παιδικής της ηλικίας και κάποιες αναμνήσεις καθορίζουν ακόμα την ατμόσφαιρα που τυλίγει τα σώματα, τις ματιές και τα συναισθήματα των ηρωίδων σας. «Κατάγομαι από ένα ορεινό χωριό της Ζακύνθου, το Κοιλιωμένο. Μπροστά από το σπίτι μου υπάρχει ένα βουνό γεμάτο πεύκα, μέχρι εκεί έφτανε η ματιά μου. Οι εποχές άλλαζαν και μαζί με αυτές και τα χρώματα. Αυτή η αλλαγή από παιδάκι με μάγευε πολύ. Ώρες καθόμουν και την παρατηρούσα. Επίσης η Ζάκυνθος είναι βροχερή και ομιχλώδης. Ατελείωτες ομίχλες... Όταν ήμουν μικρή, φοβόμουν να περπατήσω μέσα σε αυτές, και κυρίως το βράδυ, γιατί το υπνοδωμάτιο ήταν έξω από το καθιστικό. Λόγω σεισμών φοβόμαστε να κοιμηθούμε μέσα στο μεγάλο πέτρινο σπίτι μας. Αυτές τις ομίχλες τις κουβαλάω πάντα και παντού. Δεν τις φοβάμαι πια, τις ζωγραφίζω και τις εξορκίζω. Όταν βάζω ένα καθαρό χρώμα πάνω στον μουσαμά μου, αμέσως νιώθω άβολα, δεν μου κολλάει... όσο ωραίο και γοητευτικό να δείχνει στο έργο. Αμέσως παίρνω πανί ή με το χέρι μου και το μουτζουρώνω. Σαν άνθρωπος λειτουργώ παρορμητικά και με το συναίσθημα. Την έχω πατήσει πολλές φορές, προσπαθώ πάντως αυτό να το τιθασεύσω».
Υπόθεση: αν δεν έμενε στα ψηλά της Κυψέλης, που καμιά φορά η θέα της Αθήνας και του ορίζοντα κάνουν την πόλη κάτω να μοιάζει και αυτή με νησί, θα είχε την ίδια εγγραφή; Ειδικά στην Κυψέλη λένε πως κρύβονται περίεργες ενέργειες. «Μένω στην Κυψέλη 30 χρόνια. Από το σπίτι μου βλέπω την Ακρόπολη και την Αθήνα από κάτω, ζωντανή και αέρινη σαν θεά. Είναι πανέμορφη αυτή η πόλη... και με καύσωνα και με βροχή και με χιόνι όπως αυτές τις μέρες. Στο βάθος η Αίγινα με τα μικρά φωτάκια της τη νύχτα! Η θάλασσα του Σαρωνικού πότε καταγάλανη και πότε λευκή και αιχμηρή σαν μαχαιριά κάτω από το συννεφιασμένο αττικό ουρανό. Δεν ξέρω αν θα ζωγράφιζα έτσι, αν ήμουν σε άλλο χώρο. Βέβαια η διαφάνεια και η ομίχλη υπάρχει πάντα μέσα μου. Η ατμόσφαιρα πάνω από την πόλη της Αθήνας που βλέπω κάθε μέρα, την έκανε πιο φωτεινή, πιο αέρινη. Ναι, υπάρχει μια ενέργεια στην Κυψέλη που αναβλύζει από τα πολυάριθμα υπόγειά της, και διαχέεται πάνω της. Κάθε δρόμος και σε κάθε στροφή του βλέπεις άλλο τοπίο, άλλον πολιτισμό».
Αμηχανία, μελαγχολία, καμιά φορά θλίψη, ελαφριά αποστασιοποίηση. Εστιάζω στο βλέμμα των τριών μοντέλων-κοριτσιών και θέλω να μάθω περισσότερα: γιατί έτσι και όχι αλλιώς; «Τα μοντέλα στη ζωγραφική μου (εκτός από την κόρη μου) είναι κορίτσια που το βλέμμα τους μου αποκαλύπτει μια συγκίνηση, μου λέει κάτι. Μου δείχνουν κάποια σημάδια δικής τους ζωής. Τώρα, ζωγραφίζοντας μεταφέρω και τα δικά μου συναισθήματα. Πολλές φορές κοιτώ τα έργα μου και λέω τι αμήχανα που είναι, πρέπει να πατήσω πιο στέρεα και το προσπαθώ ζωγραφικά. Οι πόζες των μοντέλων μου είναι οικείες, οικείες στάσεις καθημερινότητας, δικές μου ή της κόρης μου. Δεν μου έρχεται να ζωγραφίσω εξεζητημένα πράγματα, δεν τα κατανοώ, δεν τα γνωρίζω».
Τι είναι για την Καλλιρόη Μαρούδα η ζωγραφική πέρα από μέσο έκφρασης και βιοπορισμού; «Η ζωγραφική για μένα είναι η καθημερινότητά μου, η χαρά μου, η αγωνία μου, η λύτρωσή μου. Τώρα μετά από τόσα χρόνια δεν ξέρω πώς αλλιώς να ζήσω».
Με ενδιαφέρει η πρώτη συγκίνηση, το πρωταρχικό ερέθισμα που εξελίσσεται σε ζωγραφική πράξη. Ποια είναι, από πού έρχεται, πώς τη συναντά κανείς; «Η πρώτη συγκίνηση έρχεται τυχαία από το πουθενά. Μέσα στη ζωή υπάρχει, αρκεί να τη δεις, να την αγγίξεις, να την επεξεργαστείς και να την αποδώσεις με τα ζωγραφικά μέσα-εργαλεία που διαθέτεις. Για να κατακτήσεις αυτά τα εργαλεία απαιτείται χρόνος και πολλή προσπάθεια, καθημερινή δουλειά».
Όλοι οι πίνακες μοιάζουν αφαιρετικοί, λιτοί, στα όρια του τίποτα ως προς το φόντο που περιβάλλει τα σώματα και τα βλέμματα. Τα δωμάτια δεν έχουν έπιπλα ή παράθυρα, οι χώροι είναι απαλλαγμένοι από κάθε είδους διακόσμηση ή σημάδι που να μαρτυρά κάτι από την προσωπικότητα των κοριτσιών. Γιατί τις τοποθετεί «στεγνές» από κάθε άλλου είδους πληροφορία; «Η πληροφορία θα ήθελα να μεταφέρεται μέσα από την εσωτερική διάσταση του μοντέλου και όχι από την εξωτερική και τον περιβάλλοντα χώρο. Κι αυτό προέκυψε δουλεύοντας και όχι από την αρχή. Όταν άρχισα να ζωγραφίζω το ανθρώπινο σώμα, γύρω υπήρχαν καρέκλες, τραπέζια, χαλιά και άλλα αντικείμενα. Τα ζωγράφιζα κι αυτά. Όταν όμως επικεντρώθηκα στο μοντέλο, μου προκάλεσε δέος και ενδιαφέρον μεγάλο. Όλα τα άλλα μου ήταν πλέον ανούσια και βαρετά. Άρχισα λοιπόν να τα σκεπάζω με χρώματα και έτσι ψυχρά, θερμά το ένα πάνω στο άλλο προέκυψε αυτός ο χώρος, που φαίνεται υπάρχει μέσα μου και τον κουβαλάω. Πάντα ήθελα να ζωγραφίσω μια σιωπή ή το τίποτα. Ήθελα να κάνω μια ζωγραφική σιωπή να μιλήσει».
Γνωρίζω πως τα μοντέλα, η Μαρία, η Βανέσσα και η Ζέτα, είναι γυναίκες υπαρκτές. «Όταν ζωγραφίζω, ξεχνάω ότι ζωγραφίζω τη Ζέτα, τη Βανέσσα, τη Μαρία. Μόνο όταν ζωγραφίζω την κόρη μου μερικές φορές πιάνω τον εαυτό μου να λέει "Αγάπη μου εσύ!!!"».
Ποια είναι η σχέση της με την Αθήνα; Τη ζει, την περπατάει, τη βιώνει, ή προτιμάτε μια πιο εσωστρεφή ζωή μακριά από στέκια και πολυκοσμία; Της ζητώ να μου δώσει έναν χάρτη με μέρη, σημεία και διαδρομές καλής ζωής, που την αποφορτίζουν από την αίσθηση της αχανούς μεγαλούπολης και τη φορτίζουν συναισθήματα και ιδέες μέσα από συναντήσεις με ανθρώπους και ανταλλαγές εμπειριών. «Την Αθήνα τη ζω από ψηλά σε όλες τις περιπέτειες της ζωής της. Ζω μια εσωστρεφή ζωή. Δεν βγαίνω, δεν καπνίζω, δεν πίνω. Όταν είμαι κάπως ευχαριστημένη από τη ζωγραφική της ημέρας, κάνω μια ωραία βόλτα στη Φωκίωνος ή στο Πεδίον του Άρεως και χαζεύω. Έτσι γεμίζω αέρα και συναισθήματα. Θεωρώ τη Φωκίωνος την αυλή του σπιτιού μου, εκεί έτρωγα πολλές φορές τα μεσημέρια πριν τον ιό με την κόρη μου: στις Μεζεδομαχίες που έχει πάντα σπιτικό φαγητό, και μετά γλυκό στο Select. Σε όλη αυτή τη ζωγραφική πορεία των τελευταίων 10 χρόνων είναι ένας άνθρωπος που μου στάθηκε, με πίστεψε, με στήριξε και τον ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου. Ο συλλέκτης Θ. Μιχαηλίδης ερχόταν κατά διαστήματα στο εργαστήριό μου και παρακολουθούσε την πορεία των έργων μου. Πηγαινοερχόταν μέσα στο εργαστήριο, τα κοίταζε από κοντά, από μακριά, γνώριζε την κάθε φάση του έργου μου. Μου έκανε πάντα εύστοχες παρατηρήσεις και πάλι τον ευχαριστώ από καρδιάς. Επίσης πάντα κρατάω επαφή με τους αγαπημένους μου φίλους ζωγράφους. Όταν όλα καταρρέουν και περνάω δύσκολα, ανατρέχω στην ποίηση, Κάλβο, Σολωμό αλλά και σε πολλούς νεότερους, Έλληνες και ξένους· ο Γκανάς μου αρέσει τρελά. Τώρα τελευταία αγόρασα το βιβλίο "Αυτός, ο κάτω ουρανός" του Γιάννη Αντιόχου, με πολύ πολύ ωραίες εικόνες και νοήματα. Το τελευταίο βιβλίο που διάβασα ήταν της Alice Zeniter, "Η τέχνη της απώλειας", ένα βιβλίο που το σκεπτόμουν μέρες. Όλα αυτά ασυνείδητα περνούν και στις εικόνες τις δικές μου».
Επικοινωνεί η ζωγραφική της με άλλες τέχνες; Τι είδους μουσικής, σινεμά, ποίησης και μυθιστορίας, αόρατα για μένα, αλλά πολύ ορατά για εκείνη, υπάρχουν εντός των έργων της; «Μα όλες οι τέχνες σε έναν βαθμό επικοινωνούν, απλώς η κάθε τέχνη έχει τα δικά της εργαλεία. Το όνειρό μου να γίνω σκηνοθέτης έμεινε μετέωρο λόγω πολλών δυσκολιών. Αγαπώ πολύ τον κινηματογράφο, διαβάζω πολύ ποίηση και λογοτεχνία. Με τη μουσική έχω μια ιδιαίτερη σχέση. Μαζί της μπαίνω μέσα στο έργο αλλά μετά την ξεχνώ, με κερδίζει η ζωγραφική. Τώρα αν όλες αυτές οι τέχνες υπάρχουν μέσα στο έργο μου, θα ήμουν πολύ χαρούμενη να μου το απαντήσετε εσείς. Είναι όλα στο φως».
Καλλιρόη Μαρούδα, «Ένσαρκη Εικόνα», στην Gallery 7 (Σόλωνος 20, τηλ. 2103612050). Επιμέλεια έκθεσης: Γιώργος Μυλωνάς