- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο Τζουζέπε Πενόνε σε πρώτο πρόσωπο
Ο Ιταλός διάσημος γλύπτης για τη σημασία της φύσης στη δουλειά του, την Arte Povera και τον ρόλο της τέχνης και του καλλιτέχνη
Συνέντευξη: Ο Τζουζέπε Πενόνε, με αφορμή την έκθεσή του στη γκαλερί Gagosian, μιλά στην Athens Voice για τη διαδρομή και το έργο του
Κατάγομαι από ένα ορεινό χωριό νοτίως του Πιεμόντε, κοντά στη Λιγουρία. Μετά τις σπουδές μου στη λογιστική, αποφάσισα να εγγραφώ στη Σχολή Καλών Τεχνών στο Τορίνο, που είχε, όμως, μια πολύ ακαδημαϊκή προσέγγιση η οποία δε με ενδιέφερε. Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι θα μπορούσα ίσως να καταφέρω να βρω την εικαστική μου έκφραση επιστρέφοντας στο χωριό μου και δουλεύοντας με τα στοιχεία που γνώριζα. Η φύση ήταν κομμάτι της καθημερινότητάς μου, μου άρεσε πολύ να την παρατηρώ, έκανα περιπάτους.
Θυμάμαι να κάθομαι σε μια χλοερή πλαγιά, θα ήμουν 14-15 χρόνων, ο αέρας κουνούσε τα λουλούδια, τα λύγιζε, κι ακουγόταν ένας ήχος τρεχούμενων νερών. Κοιτάζοντας τον ουρανό μπορούσα να δω τη θάλασσα και το σημείο που «συναντιούνταν». Εκείνη τη στιγμή αντιλήφθηκα τη ρευστότητα ανάμεσα στα στοιχεία, ότι ο ορισμός των πραγμάτων δεν είναι κάτι σταθερό, αμετακίνητο. Βλέπουμε το μάρμαρο ως κάτι στέρεο αλλά μπορεί να γίνει και σκόνη, ενώ το νερό μπορεί να μετατραπεί σε πάγο.
Επιστρέφοντας στο σπίτι των γονιών μου, άρχισα να δημιουργώ έργα επεμβαίνοντας στην ανάπτυξη των δέντρων, στα οποία το υλικό δεν έμενε παθητικό στην χειρονομία του γλύπτη αλλά ήταν ενεργό στοιχείο με την έννοια ότι η δράση δημιουργείτο από τη βλάστηση κι εγώ αντέστρεφα τη δράση. Το έργο άλλαζε καθώς το δέντρο αναπτυσσόταν. Υπήρχε μία εξέλιξη, δεν ήταν ορισμένο, ήταν μια περφόρμανς του ίδιου του δέντρου, ένα ζωντανό έργο. Ταυτόχρονα, υπήρχε μια ισότιμη σχέση ανάμεσα στις χειρονομίες του σώματός μου και το δέντρο. Το δέντρο ήταν σαν ένα ζωντανό υλικό που είχε την ίδια αξία με την πράξη της γλυπτικής όσο και το σώμα μου.
Μέσα από τη φύση και τα υλικά της (το ξύλο, τα δέντρα, την πέτρα) βρήκα τον δρόμο μου στην τέχνη. Επίσης, όμως, και από το ενδιαφέρον μου για τον Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ο οποίος έκανε ερευνητική δουλειά παρατήρησης της φύσης. Βλέπουμε την πραγματικότητα με έναν τρόπο σκέψης και αυτό προσφέρει μια κωδικοποίηση, μια σύμβαση του βλέμματος, των απόψεων, της κατανόησης αυτού που μας περιβάλλει. Αν θέλουμε να αλλάξουμε αυτή τη σύμβαση, πρέπει να κοιτάξουμε τη φύση. Παρατηρώντας τη έχουμε τη δυνατότητα να αντιληφθούμε την πραγματικότητα με διαφορετικό τρόπο και αυτό επιτρέπει τη δημιουργία μιας προσωπικής έκφρασης.
Αποφάσισα να δουλέψω με τα στοιχεία της φύσης γιατί δεν τα χρησιμοποιούσαν τότε άλλοι καλλιτέχνες. Πολλοί λίγοι δούλευαν σε επαφή με τη φύση. Το να δουλεύω με στοιχεία της φύσης μου προσέφερε τη δυνατότητα μιας κάποιας ελευθερίας αλλά και μια πιο ευρεία οπτική των πραγμάτων, το να μην περιορίζομαι στη δεδομένη ιστορική στιγμή. Βρίσκω εξαίσια τη ζωντανή φόρμα ενός δέντρου γιατί «απολιθώνει»-«παγώνει» τα κύτταρα που πεθαίνουν και αυτή η δομή γίνεται το σώμα του. Η φόρμα του δέντρου εμπεριέχει την αναγκαιότητα της ζωής. Τίποτα σ’ αυτή δεν είναι τυχαίο. Όλα έχουν μια λογική σε σχέση με την επιβίωσή του. Για έναν γλύπτη το πιο ενδιαφέρον είναι να καταφέρει να φτιάξει ένα γλυπτό που φέρει την αναγκαιότητα της ύπαρξης και της ζωής του. Αυτό θα ήταν υπέροχο, θα ήταν μια έγνοια αισθητική, όχι επικοινωνίας αλλά ύπαρξης.
Το έργο μου αφορά επίσης στη θεώρηση ότι ο άνθρωπος είναι μέρος της φύσης ισότιμα με τα υπόλοιπα στοιχεία της. Είμαστε μέρος ενός συνόλου. Αυτή η ιδέα τροφοδότησε τη δουλειά μου μέσα από πολύ απλές ενέργειες, όπως η αφή. Όταν αγγίζουμε κάτι, μια εικόνα, που είναι ζωική και όχι ηθελημένη, εισάγεται στο δέρμα. Στην τέχνη, αντίθετα, η εικόνα είναι ηθελημένη.
Η εικόνα δεν είναι όπως οι λέξεις. Στην γραπτή έκφραση αρκεί να αλλάξουμε τη θέση μιας λέξης για να προκύψουν διαφορετικά νοήματα. Αλλά η τέχνη δεν ακολουθεί αυτή τη λογική. Το να ξανακάνεις το έργο κάποιου άλλου καλλιτέχνη, θα μπορούσε να σου δώσει τεχνικές γνώσεις αλλά ως προς την προσωπική σου έκφραση θα επαναλάμβανες τις προθέσεις κάποιου άλλου. Αν θέλεις να δημιουργήσεις κάτι δικό σου, που θα συνδέεται με την προσωπικότητά σου, πρέπει να βρεις έναν προσωπικό τρόπο έκφρασης. Όταν έκανα τις παρεμβάσεις στα δέντρα ήταν μια εποχή μεγάλων αλλαγών στην τέχνη. Ήταν δυνατόν να εκφραστείς με οτιδήποτε. Αυτό το έργο έγινε αμέσως κατανοητό από τους καλλιτεχνικούς κύκλους του Τορίνου. Άρχισα να δουλεύω με τη γκαλερί Sperone, που υφίσταται ακόμα αλλά στις ΗΠΑ, και συνάντησα τους άλλους καλλιτέχνες της Arte Povera.
Κατάγομαι από την Ιταλία, μια χώρα που διαθέτει μακρά πολιτιστική παράδοση, δεν μπορώ να το ξεχάσω αυτό. Το Τορίνο κατά τη δεκαετία του ’60 ήταν μια βιομηχανική πόλη, γεμάτη ενέργεια, που βίωνε τις κοινωνικές αγωνίες και τους αγώνες. Ήταν μια εποχή αμφισβήτησης των παραδοσιακών αξιών και η Arte Povera υπήρξε τμήμα αυτής της αλλαγής. Η ζωή στο Τορίνο με βοήθησε να διαμορφώσω την οπτική μου υπό την έννοια ότι η τέχνη οφείλει πάντα να αμφισβητεί τις συμβάσεις και τις αξίες. Γιατί από τη στιγμή που κάνεις κάτι και αυτό γίνεται αποδεκτό, χάνει το ενδιαφέρον της έκπληξης. Η εκπαίδευση εκείνων των χρόνων με ακολουθεί σε όλη μου τη ζωή. Πάντα προσπαθώ να κάνω πράγματα που είναι λίγο διαφορετικά για να με εκπλήσσω, για να ανακαλύπτω κάτι διαφορετικό κάθε φορά αποκρύπτοντας αυτό που ξέρω, αλλιώς θα βαριόμουν.
Η Arte Povera ήταν μια εξαιρετική στιγμή στη διαδρομή μου που μου έδωσε πολλά. Μιλάμε για έναν κύκλο πολύ καλών καλλιτεχνών, οι οποίοι έσπασαν τις συμβάσεις της τέχνης εκείνη την εποχή στοχεύοντας σε μια ελεύθερη έκφραση. Υπήρχε ανταλλαγή ανάμεσά μας γιατί δεν υπήρχε ζήτημα οικονομικού ανταγωνισμού. Ήμουν μόλις 21 ετών όταν μπήκα σ’ αυτόν τον κύκλο, τα μέλη του οποίου ήταν σαραντάρηδες. Δεν ήταν μια ομάδα με ένα σχέδιο φορμαλιστικό, ύφους. Ενώθηκαν κάτω από ένα όραμα πολιτικής και κοινωνικής φύσης, που είχε να κάνει με τα υλικά, με την αγορά της τέχνης – αρνούνταν την κερδοσκοπική διάσταση του έργου τέχνης. Καθώς δούλευα στη φύση, με δέχτηκαν εύκολα γιατί το έργο μου ήταν εντελώς μέσα στο πνεύμα αυτών των ιδεών, του να μπορείς να δουλεύεις οπουδήποτε, με υλικά που δεν ήταν συνηθισμένα και «παραδοσιακά».
Σίγουρα η δουλειά μου είναι περισσότερο επίκαιρη σήμερα σε σχέση με την εποχή που ξεκινούσα. Ήδη τότε, πάντως, υπήρχε συνείδηση ότι η σχέση ανάμεσα τον άνθρωπο και τη φύση δεν ήταν ισορροπημένη. Όμως η φύση δεν μας έχει ανάγκη, επιζεί είτε ο άνθρωπος θα υπάρχει είτε όχι γιατί έχει όλα τα στοιχεία και εμείς είμαστε μόνο ένα μέρος τους. Πολλά είδη έχουν εξαφανιστεί και ο άνθρωπος μπορεί να έχει την ίδια τύχη. Αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι οφείλουμε να την προστατεύσουμε για να επιζήσουμε.
Η σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και το υλικό πρέπει να είναι ισότιμη. Αλλά υπάρχει, επίσης, η πιθανότητα μιας έκφρασης που βρίσκεται μέσα στο ίδιο το υλικό. Τη δεκαετία του ’60 ξεκίνησα μια σειρά γλυπτών στα οποία, ακολουθώντας τη διαδικασία της ανάπτυξης του δέντρου, αποκάλυψα στο εσωτερικό του κορμού την φόρμα ενός δέντρου. Συνέχισα να δουλεύω με αυτή την έννοια μέχρι και στα έργα που εκθέτω σήμερα, στις πλάκες μαρμάρου που έχω δουλέψει αποκαλύπτοντας τις «φλέβες» που βρίσκονται στο εσωτερικό της πέτρας. Μερικές φορές βρίσκουμε μέσα στο υλικό κάτι που είχαμε ήδη επεξεργαστεί. Είναι η στιγμή της αποκάλυψης γιατί υπάρχει μια δουλειά έρευνας που έρχεται από την γνώση που προϋπήρχε. Η δουλειά μου δεν έχει να κάνει με το συναίσθημα. Έχει λογική που συνδέεται με το υλικό και με την έκπληξη που μπορεί να μας προσφέρει η ίδια η εργασία πάνω στο ξύλο, την πέτρα, τον μπρούτζο.
Δουλεύω με παραδοσιακά υλικά της γλυπτικής, τα οποία παράλληλα είναι φυσικά υλικά που βρίσκονται πάντα εκεί. Η τεχνολογία μας δίνει μεγάλες δυνατότητες έκφρασης. Αλλά έτσι υπάρχει κίνδυνος το έργο να έχει μια ζωή πολύ περιορισμένη, πολύ σύντομη. Τα υλικά που μας προσφέρει η τεχνολογία έχουν «ημερομηνία λήξης». Ο μπρούτζος, το μάρμαρο, το ξύλο έχουν διάρκεια ζωής και αυτό είναι ενδιαφέρον για ένα έργο τέχνης γιατί βρίσκεται σε ένα φυσικό χώρο. Για να το δεις πρέπει να μετακινηθείς και να διαρκεί μέσα στο χρόνο.
Χρειαζόμαστε το σώμα ως εργαλείο για να διορθώσουμε την λανθασμένη ερμηνεία των ματιών μας. Όταν βλέπουμε μια επιφάνεια, την αγγίζουμε για να την καταλάβουμε καλύτερα, γιατί η όραση ακολουθεί την κατανόηση της πραγματικότητας που γίνεται με την αφή. Και όταν αγγίζουμε, βρισκόμαστε πέρα από την σύμβαση του βλέμματος. Ξαναγυρνάμε σε κάτι βασικό και με αφετηρία το οποίο μπορούμε να δημιουργούμε συμβάσεις. Είναι η στιγμή μιας πρωταρχικής ανάλυσης. Έχω δημιουργήσει στο παρελθόν ένα έργο με φύλλα δάφνης, που είναι πολύ σημαντικό για μένα γιατί βασίζεται στην ιδέα της αναπνοής. Την ανάσα μπορούμε να τη δούμε σαν μια γλυπτική πράξη που μας ακολουθεί σε όλη μας την ύπαρξη. Έχουμε συνείδηση του αέρα που κυκλοφορεί στο σώμα μας. Σ’ αυτή την ευρεία έννοια της γλυπτικής εντάσσω τη δουλειά μου. Χρησιμοποιώ τη λέξη γλυπτό για τα έργα γιατί είναι ένας τρόπος να προσδιορίζω τα πράγματα ακόμα και στην περίπτωση του συγκεκριμένου έργου με τις δάφνες.
Ασχολούμαι με την τέχνη γιατί υπάρχει μια επιθυμία ζωής, θέλουμε να μας θυμούνται. Έγινα καλλιτέχνης για την γοητεία που μου ασκούν τα υλικά, η φύση, το χρώμα, το φως, όλα αυτά τα στοιχεία που απαρτίζουν την όραση, την αντίληψη. Αυτό με ωθεί ακόμα και σήμερα να κάνω έργα. Δουλεύω, ίσως, τα υλικά λίγο διαφορετικά απ’ ότι παλιότερα, ενέχει πάντα μια έκπληξη η συνάντηση με το υλικό. Αλλά υπάρχει επίσης αυτή η επιθυμία της αναγνώρισης του έργου σου από τους άλλους και του μοιράσματος κι αυτό έχει να κάνει με την ιδέα της ζωής, του θανάτου, της ύπαρξης.
Έχουμε ανάγκη την τέχνη γιατί κάθε βράδυ που κλείνουμε τα μάτια ονειρευόμαστε και γι’ αυτό, για την ύπαρξη κάνουμε όνειρα. Η τέχνη είναι ένα όνειρο για τη συλλογικότητα. Είναι σαν τη διέγερση που νιώθουμε όταν φθάνουμε σε μια χώρα που δεν γνωρίζουμε και αρχίζουμε να βλέπουμε μια πραγματικότητα που δεν καταλαβαίνουμε ακριβώς. Ο καλλιτέχνης κάνει ένα έργο και κάποιες φορές εκπλήσσει και τον εαυτό του τον ίδιο γιατί δεν καταφέρνει να αντιληφθεί ακριβώς μέχρι πού φθάνει. Αυτό δίνει μια δυνατότητα φαντασίας, είναι η ευχαρίστηση του να φαντάζεσαι. Επισκέφθηκα πρόσφατα στους Δελφούς. Είναι πραγματικά εξαιρετικό όταν καταλαβαίνουμε ένα μυστήριο της φύσης, ο άνθρωπος πάντα γοητευόταν από τα μυστήρια της φύσης. Γιατί βλέπουμε τους κίονες αλλά, επίσης, τις φόρμες που βρίσκονται πίσω τους, το βουνό. Είναι μια συνάντηση που αγγίζει τον άνθρωπο σήμερα όπως πριν από 3.000-4.000 χρόνια.
Η τέχνη μπορεί να είναι ο τρόπος που ερευνούμε το μυστήριο της ζωής, αλλά μερικές φορές βασίζεται στο τίποτα. Γιατί όταν χαράσσουμε μια γραμμή, αυτή η γραμμή γίνεται κάτι που μας μιλά. Ίσως και να μας βοηθά να μένουμε πάντα παιδιά στο βλέμμα, στην αγάπη και στον θαυμασμό, στην κατάπληξη που έχουμε μπροστά σ’ αυτά που μας περιτριγυρίζουν και για τη ζωή την ίδια. Η τέχνη είναι το όνειρο ενός πολιτισμού, μιας έννοιας, είναι η προβολή ενός τεράστιου αριθμού ανθρώπων που συμπυκνώνεται σε ένα αντικείμενο. Σκεφτείτε τον Ηνίοχο των Δελφών, ένα θαύμα. Για να φθάσουμε να το κάνουμε αυτό, υπήρχε η σκέψη μιας κοινότητας που αναπτυσσόταν και κατάφερε να φανταστεί κάτι που ακόμα και σήμερα διαθέτει μια εξαιρετική δύναμη έκφρασης.
Ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι να δημιουργεί ένα θαύμα που μας υποχρεώνει να αναλογιστούμε την πραγματικότητα που μας περιβάλλει. Δηλαδή να ξαναβρεί τις αξίες που βρίσκονται στη βάση της κοινωνίας μας, τον τρόπο μας να καταλάβουμε την πραγματικότητα.
Αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο στην τέχνη είναι να δω μια έκφραση προσωπική που δεν γνωρίζω αλλά που έχει μια βαθιά αξία, αυθεντικότητα. Κάτι που δεν αποτελεί απλά μια απάντηση στην στιγμή που ζούμε ή σ’ αυτό που προκάλεσε η πανδημία του νέου κορωνοϊού. Τέτοια γεγονότα θα μπορούσαν να γεννήσουν σίγουρα ένα έργο, αλλά η δημιουργία πρέπει να πηγάζει εκ των έσω, όχι μόνο από εξωτερικούς παράγοντες. Πιστεύω ότι πάντα αυτά ήταν τα πιο ενδιαφέροντα έργα. Δεν γνωρίζω καλά τον κόσμο της τέχνης και τι συμβαίνει στα μουσεία γιατί σήμερα γίνονται τόσα πολλά πράγματα. Πιστεύω, όμως, ότι λίγα έργα διαθέτουν αυθεντικότητα. Βλέπω πολλά που μου θυμίζουν πράγματα που έχω ήδη δει. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να ανακαλύψω κάτι που δεν ξέρω ήδη.
Δεν με ενδιαφέρουν οι εκδηλώσεις της τέχνης που έχουν να κάνουν με τις εγκαταστάσεις, όπου το σώμα μας επιστρέφει μέσα σε ένα έργο. Δε θεωρώ ότι αυτό είναι κάτι καλό. Κοιτάξτε, για παράδειγμα, ένα σχέδιο. Επιστρέφετε σ’ αυτό με τη σκέψη σας. Αλλά όταν μπαίνετε σε μια εγκατάσταση, εισχωρείτε με το σώμα σας, γίνεστε μέρος του έργου, κάτι που μπορεί να είναι συναρπαστικό. Πάντα, όμως, είχα την εντύπωση ότι με «χρησιμοποιεί» σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο καλλιτέχνης κι αυτό δεν μου αρέσει, γιατί η τέχνη δεν πρέπει να χρησιμοποιεί τον θεατή. Οι εγκαταστάσεις αναπτύχθηκαν γιατί υπάρχουν μουσεία, μεγάλοι χώροι και μια οικονομία που συνδέεται με τα μουσεία (οι διευθυντές, οι κριτικοί κ.λπ.) και που οφείλει να παράγει κάτι δημοφιλές, ένα θέαμα.
Ο πολιτισμός δεν αφορά μια συγκεκριμένη στιγμή, είναι κάτι που εκτείνεται στο χρόνο. Το γεγονός ότι ένα έργο τέχνης μπορεί να αντέχει στον χρόνο, διευρύνει την οπτική και το ενδιαφέρον μας. Το ενδιαφέρον μπορεί να σε εκπλήξει. Στο μουσείο των Δελφών, λ.χ. με εξέπληξε μια κεφαλή από ελεφαντόδοντο, ένα έργο χιλιάδων χρόνων αλλά ταυτόχρονα σύγχρονο. Η επικαιρότητα στην τέχνη δεν έχει υποχρεωτικά αξία.
Στη ζωή μου μπόρεσα να κάνω αυτό που αγαπώ, κάτι που είναι ανεκτίμητο. Ελπίζω να συνεχίσω αυτόν τον πλούσιο διάλογο με την πραγματικότητα.
INFO:
Giusepe Penone, Impronte di corpi nell’aria / Bodies Imprinted in the Air
Gagosian, Αναπήρων Πολέμου 22, Κολωνάκι, 2103640215
Μέχρι 27/11, Τρ.-Σάβ. 11:00-19:00, Πέμ. 11:00-20:00