Εικαστικα

Δάφνη Αγγελίδου: «Όλα τα ενδιαφέροντα πράγματα γίνονται τη νύχτα»

Γιατί το σκοτάδι έχει το δικό του φως!

Στέφανος Τσιτσόπουλος
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη με την εικαστικό Δάφνη Αγγελίδου, για την έκθεση «Γεωγραφία της νύχτας» που φιλοξενείται στην γκαλερί Evripides Art Gallery.

Νύχτα. Τόσο κυριολεκτική όσο και μεταφορική, τόσο σαν ανθρώπινη κατάσταση και εσωτερικός ψυχισμός, όσο και σαν φως που μαχαιρώνει τα σκοτάδια εξωτερικών τόπων. Η Αθήνα, τα καφενεία της με τις φωτισμένες όψεις τους όσο και οι προσόψεις κάποιων σπιτιών, μαζί με μοναχικούς θαμώνες ή ζεύγη σε περίπτυξη, πρωταγωνιστούν στη νέα δουλειά της Δάφνης Αγγελίδου.

Φιγούρες, όγκοι, τραπεζάκια μέσα και τραπεζάκια έξω, άνθρωποι, τέντες, ομπρέλες και σκυλιά. Μέσα και έξω από την τζαμαρία, όπως τους συλλαμβάνει με το βλέμμα του ο διαβάτης, μοιάζουν σαν ήρωες ηλεοπτικής οθόνης, σελιλόιντ μορφές στο πανί κάποιου σινεμά.

Θαμώνες κατηφείς, ανθρώπινοι πυρήνες μοναχικότητας, επιθυμίες, χειρονομίες και στάση σώματος που επιζητεί την επικοινωνία, τον έρωτα, το χάδι, την επαφή. Μοναξιές. Φανάρια και παγκάκια στους δρόμους, η θάλασσα στο βάθος, η πόλη ως όγκος σε μήκος και πλάτος και μια κατάσταση διαρκούς αναμονής.

«Νυχτερινό καφενείο 1,2,3'», 100χ230cm, ακρυλικά σε καμβά, 2019 - Αντιγραφή

Μνήμες που αντιστέκονται στον χρόνο, ιστορίες από ξεχασμένες φιλίες ή φιλιά, αισθήματα που ανά πάσα στιγμή μπορεί και να υπερχειλίσουν από το μυαλό και το κορμί των θαμώνων και να πλημμυρίσουν το άστυ σαν ποτάμι.

Βιωματική ζωγραφική, επίπεδα με αντιθετικά ζεύγη, μιας και οι ακρυλικοί καμβάδες και τα ψηφιδωτά εναλλάσσονται σαν τεχνοτροπίες, τρυφεροί «φωτισμοί» που προσπαθούν να απαλύνουν (κάπως) τη νοσταλγία και τη διαρκή μοναξιά της πόλης.

''Κωπηλάτες της νύχτας'', 100χ140 cm., ακρυλικά σε καμβά, 2018

Η «Γεωγραφία της νύχτας» απαθανατίζει την περιπλάνηση της ζωγράφου στην Αθήνα με τον μποντλερικό τρόπο του πλάνητα, του φλανέρ, που το μάτι του σαν κάμερα καταγράφει το σπλιν βιώνοντας με τρόπο αθόρυβο, πλην όμως και συναισθηματικά βουερό. Βλέποντας τα τοπία που ζωγραφίζει η Αγγελίδου, ο θεατής κοινωνεί το ίδιο βίωμα με αυτό της ζωγράφου. Το σκοτάδι τελικά έχει και κρύβει το δικό του φως...

''Το φιλί'', 100χ70cm, ακρυλικά σε καμβά, 2019

Γιατί νύχτα, καφέ, έναστρος ουρανός, τραμ και άδειες βάρκες; Τι είχατε στο μυαλό σας ώστε το μπάκγκραουντ και η κεντρική σας εστίαση να καθοδηγούν τη δράση ή τη μη δράση, αφού σε αρκετά πλάνα σας κυριαρχεί και η ακινησία; Πώς συλλάβατε την ιδέα για τη «Γεωγραφία της Νύχτας»; Και ποιος είναι ο τόπος; Ένα νησί ή μια αστική στεριά που βλέπει θάλασσα;
Κατ’ αρχήν είμαι ένας άνθρωπος που τη νύχτα λειτουργώ καλύτερα ή, να το πω διαφορετικά, πιο ελεύθερα. Σκέφτομαι καλύτερα, επικοινωνώ με τους φίλους μου και πιστεύω ότι όλα τα ενδιαφέροντα πράγματα γίνονται τη νύχτα. Τοποθετώ τους «ήρωες» των έργων μου πάντοτε μέσα στη νύχτα, επειδή είναι οι ώρες που ξυπνούν οι άνθρωποι μέσω των αισθημάτων, της επικοινωνίας μεταξύ τους, της χαράς και της λύπης, της δημιουργίας και κυρίως μέσω της μνήμης. Η μνήμη είναι πολύ σημαντική στη δουλειά μου, επειδή τα γεγονότα που θυμόμαστε αλλάζουν ανάλογα με την ψυχική μας διάθεση. Νομίζω ότι, εάν κάποιοι άνθρωποι έχουν ζήσει την ίδια κατάσταση, θα υπάρχουν ισάριθμες ιστορίες πολύ διαφορετικές μεταξύ τους. Χρησιμοποίησα τον έναστρο νυχτερινό ουρανό σαν ένα πλαίσιο που αναμφισβήτητα μας ενώνει όλους και συμβολίζει την κοινή ανθρώπινη μοίρα. Έτσι οδηγήθηκα στον τίτλο αυτής της σειράς των έργων μου «Γεωγραφία της νύχτας». Έργα τα οποία εικονίζουν έναν δικό μου φαντασιακό τόπο, όπου κομμάτια της πραγματικότητας, π.χ. η νυχτερινή θάλασσα, τα μεγάλα σκιερά δέντρα και οι φωτεινές προσόψεις καφενείων, συνυπάρχουν με τα σύμβολα που χρησιμοποιώ: τις ομπρέλες που συμβολίζουν την προστασία από μία αόρατη βροχή, τα στρογγυλά κίτρινα φώτα των καφενείων που ανταγωνίζονται το φεγγάρι ή τα τραμ που έρχονται από το πουθενά. Οι άδειες βάρκες, που πλέουν στις σκοτεινές θάλασσές μου, φέρουν μέσα τους την ελπίδα, επειδή σε κάποιες από αυτές ζευγάρια ερωτευμένα πλέουν μαζί τους με τον ίδιο άγνωστο προορισμό που χάνεται στο βάθος του ορίζοντα.
Η αμφιθυμία που χαρακτηρίζει σε πολλά σημεία τη ζωή μας με οδηγεί στο να υπάρχει στον ίδιο πίνακα δράση και μη δράση ταυτόχρονα. Κάποιος παγώνει τον χρόνο επειδή στέκεται ακίνητος και κάποια περπατάει γρήγορα ώστε να βγει έξω από το τελάρο. Οι διαφορετικοί χρόνοι δράσης ή η γρήγορη κίνηση ανθρώπων που στροβιλίζονται μέσα στον πίνακα και οργανώνουν τη ζωγραφική σύνθεση είναι χαρακτηριστικό της δυτικής ευρωπαϊκής ζωγραφικής. Έτσι δημιουργείται και η αφήγηση, που είναι το κύριο μέλημα της δουλειάς μου.

''Ο άντρας και το σύννεφο'', 60χ50cm, ακρυλικά σε καμβά, 2018

Άνθρωποι μοναχικοί που διαβάζουν την εφημερίδα τους και παρέες που μέσα στα καφέ ανταλλάσσουν λόγια και ιστορίες. Εραστές εν τη γενέσει ή εν αναμονή που ανταμώνουν ή φιλιούνται τρυφερά. Σκυλιά, κόκκινες ομπρέλες, ασημί φεγγάρια, υπέροχες διαβαθμίσεις του μπλε όπως το ρίχνετε στο νερό. Μια διαρκής αίσθηση που έχω βλέποντας τους πίνακές σας είναι πως αρκετές από τις σκηνές σας μοιάζουν σαν μια γλυκιά αναφορά στον Έντουαρντ Χόπερ, όμως σε ζεστά μεσογειακά φόντα αντί για τη χλωμή, ψυχρή νύχτα της μητροπολιτικής Νέας Υόρκης.
Είναι αλήθεια ότι οι άνθρωποι που εικονίζονται σε μια στιγμή πριν από το γεγονός, π.χ. διαβάζουν εφημερίδα στην άδεια ταβέρνα πριν να γεμίσει για το βράδυ ή περπατούν παρέα με τον σκύλο τους την γλυκιά ώρα του δειλινού, είναι συχνά μόνοι ή μοναχικοί, όπως στα έργα του Χόπερ. Μέσα στο συγκεκριμένο τετράγωνο πλαίσιο του τελάρου και της ζωής μας, και όπως πολύ σωστά επισημαίνετε, σε ζεστά μεσογειακά φόντα, η πλειονότητα των ανθρώπων που ζωγραφίζω μιλούν κυρίως για την επιθυμία. Επιθυμία για αυτό που χάσανε ή δεν βρήκαν ποτέ, επιθυμία για αγάπη, τον έρωτα, που κρατάει ταυτόχρονα πολύ λίγο και αιώνια, τις φιλίες, τις πολύτιμες ανθρώπινες σχέσεις, την ίδια τη ζωή μας γενικότερα.

''Συνάντηση'', 80χ120cm, ακρυλικά σε καμβά, 2019

Ποια χρονιά είναι και από ποιον αιώνα πηγάζουν οι νύχτες που απεικονίζετε; Η αίσθησή μου από το dress code των ηρώων σας, τις ρεπούμπλικες, τα κοστούμια και τις γκαμπαρντίνες, τη νουάρ ατμόσφαιρα και τους υπόχλωμους φωτισμούς, είναι πως θα μπορούσαν να είναι και ενταγμένοι σε κινηματογραφικά πλάνα από την «Καζαμπλάνκα» με τον Μπόγκαρτ ή φιλμ του Τριφό με κέντρο δράσης κάποια συνοικιακά παριζιάνικα καφέ. Την ίδια στιγμή βλέπω και κάτι από βυζαντινό Γιάννη Τσαρούχη, όπως και ελληνογαλλοτραφή Παύλο Σάμιο, που επίσης κατέγραψαν σκηνές σε καφενεία.
Δεν υπάρχει συγκεκριμένος χρόνος, τα θέματα τα οποία θέτω πιστεύω ότι είναι διαχρονικά, και ας δανείζομαι τη μορφή των κτιρίων και των δέντρων από τη γειτονιά μου και τη χρονική περίοδο που ζω. Είναι αλήθεια ότι οι «ήρωές» μου είναι ντυμένοι με κοστούμια, καπαρντίνες και ταγεράκια όπως στη δεκαετία του '50 και του '60. Το χρησιμοποίησα συμβολικά, γιατί, όπως λέγεται, αυτή ήταν η τελευταία χρονική περίοδος της αθωότητας. Ο κόσμος άλλαξε και η ταχύτητα και τα δεδομένα του σύγχρονου κόσμου έχουν επιβάλει άλλους τρόπους επικοινωνίας. Αλλά υπάρχει ένας μικρός πυρήνας μέσα μας που διαμαρτύρεται, που πιστεύει ότι τα βασικά είναι άλλα, ότι πρέπει να περπατήσουμε λίγο μόνοι μας στο σκοτάδι. Και να δούμε σαν έκπληξη το φως του φεγγαριού, της θάλασσας που ασημίζει, του φωτισμένου μπαρ της γωνίας ή του ολόφωτου καφενείου που μας καλεί στη συντροφιά του. Ζωγραφίζω τη νύχτα, αλλά μιλάω κυρίως για το φως που συμβολίζει την πολυτέλεια των ανθρώπινων σχέσεων.
Ο Γιάννης Τσαρούχης, που με τη ζωγραφική του πάντρεψε την Ανατολή με τη Δύση και το Βυζάντιο με τη μεγάλη ευρωπαϊκή ζωγραφική, ήταν από τους σημαντικότερους Έλληνες καλλιτέχνες και θαυμάζω πολύ τα έργα του. Κυρίως θαυμάζω τον τρόπο με τον οποίο ζωγράφιζε και τη σαφήνεια με την οποία μιλούσε για τα σπουδαία πράγματα μέσω της ζωγραφικής του. Το έλεγαν και οι αρχαίοι Έλληνες, «σοφόν το σαφές».
Ο Παύλος Σάμιος ήταν ένας εξαιρετικός καλλιτέχνης, γενναιόδωρος και γενναίος, αγαπημένος συνάδελφος στην ΑΣΚΤ και φίλος, που ζωγράφισε τα ελληνο-γαλλικά καφενεία του σε όλη τη διάρκεια της ζωής του και μου αρέσουν πολύ. Είχε έναν δικό του τρόπο να μας μεταφέρει στους εσωτερικούς χώρους των καφενείων του και του εαυτού του, τελικά.
Και εγώ ζωγραφίζω καφενεία από την αρχή, έχω κάνει την πρώτη μου ατομική έκθεση με νυχτερινές όψεις ταχυδρομείων και καφενείων στην γκαλερί «Αγκάθι» του Γιώργου Καρτάλου το μακρινό 1986.

'Συντροφιά με τον χρόνο'', 100χ140cm, ακρυλικά σε καμβά, 2019

Κάποιοι επιθυμούν κάτι, το αναμένουν να συμβεί. Κάποιοι άλλοι κατάφεραν να συνευρεθούν μαζί του και να το κατακτήσουν. Αυτό το αντιθετικό δίπολο ανάμεσα στα «θέλω και έχω» και «αναμένω, πιθανόν μάταια για άλλο ένα βράδυ, μα δεν έχω πάψει να ελπίζω» δείχνει να κυριαρχεί στις στιγμές σας. Πόση ψυχανάλυση χωρά στους ήρωές σας;
Όλοι είμαστε δυνητικά ψυχαναλυτές και ψυχαναλυόμενοι, αυτό κάνουμε συνεχώς μέσω της επαφής μας. Είναι αλήθεια ότι τη μεγαλύτερη ανακούφιση ψυχής την έχει κανείς άμα κλάψει στην αγκαλιά ενός φίλου του ή άμα του μιλήσει για τα όνειρά του, τις εμμονές του, τις επιτυχίες και αποτυχίες του. Αλλά θέλω να πιστεύω ότι η έκθεσή μου δεν μιλάει μόνο για αυτό. Με ενδιαφέρουν τα βαθύτερα αισθήματα του θεατή που αφορούν τον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης.

'Νυχτερινή πόλη 4 '', ΨΗΦΙΔΩΤΟ, 68x92cm, 2018

Εξελίσσεστε ανά έκθεση, πειραματίζεστε, ανανεώνεστε, τολμάτε ή έχετε καταλήξει σε ένα στιλ, μια κατάκτηση ύφους, που βασίζεστε επάνω του και πορεύεστε δημιουργικά;
Όποιος δημιουργεί, συνεχώς πειραματίζεται. Η ανανέωση-συνεχής εξέλιξη μπορεί να δημιουργήσει κάτι που να μοιάζει με στιλ, αλλά πρέπει να είμαστε πάντα ελεύθεροι και ανοιχτοί σε διαφορετικά πράγματα. Αν δεν γκρεμίσεις, δεν σβήσεις και δεν αλλάξεις, ο κόσμος σου παραμένει στατικός, πιθανόν προβλέψιμος και σίγουρα βαρετός, πρωτίστως για σένα!

«Συντροφιές», 100χ80cm, ακρυλικά σε καμβά, 2019

Πόσο καιρό δουλεύατε τη «Γεωγραφία της νύχτας»; Και σε πόσα στάδια, προ ή κατά τη διάρκεια της καραντίνας. Ρωτώ γιατί από μόνα τους τα έργα εκπέμπουν μια μοναχικότητα και μια εσωστρέφεια, αλλά θα ήθελα να μάθω περισσότερα για την κατάστασή σας κατά τον χρόνο της δημιουργίας τους.
Δεν μπορώ να απαντήσω παρά μόνο γενικά, αυτή η δουλειά είναι τα τελευταία 6-7 χρόνια, κυρίως όμως από το 2016. Τότε άρχισα τις νυχτερινές θάλασσες, επειδή αισθανόμουνα ότι πνιγόμουνα και ήθελα να αναπνεύσω. Η καραντίνα βοήθησε κυρίως στο ζήτημα του ελεύθερου χρόνου. Ας μιλήσω για τα καλά αυτής της κατάστασης, γιατί τα δύσκολα τα ξέρουμε όλοι. Κλεισμένη στο εργαστήριό μου, χωρίς αντιπερισπασμούς (αλλά με περισσότερο άγχος και αγωνία για το μέλλον), σπατάλησα τον άπειρο ελεύθερο χρόνο μου με πειράματα αλλά και μία συνομιλία με τον «πραγματικό» εαυτό μου. Να μην ξεχνάμε ότι έχουμε περάσει και υπέροχες, ελεύθερες εποχές στο παρελθόν, που έχουν παρέλθει, όχι μόνο λόγω της επιδημίας αλλά και της γενικότερης κατάστασης των πραγμάτων. Εποχές που τροφοδότησαν αγαπημένες σκέψεις και πράξεις και που συνεχίζουν να τροφοδοτούν τη μνήμη μου και την ανάγκη μου για έκφραση μέσω της ζωγραφικής και του ψηφιδωτού.

«Το καφενείο και το σύννεφο», 80χ120cm, ακρυλικά σε καμβά, 2019 - Αντιγραφή

Πόσο κοντά ή μακριά στέκεστε από τους μαθητές σας στην Καλών Τεχνών, σε σχέση με τις ανησυχίες τους; Και πώς κρίνετε τα έργα των νεαρών φοιτητών σας, ειδικά αν υπάρχει από πλευράς τους μια πιο ανατρεπτική ή αποδομητική πράξη αυτού που λέμε ζωγραφική στον 21ο αιώνα;
Η νέα γενιά των καλλιτεχνών, που τυχαίνει να είναι φοιτητές μας, αποτελείται από ταλαντούχα και έξυπνα παιδιά, που δεν δέχονται την αδιαφορία αυτού του κόσμου για ό,τι έχει για αυτούς σημασία, και παλεύουν με όλες τους τις δυνάμεις να εδραιωθούν στον δύσκολο χώρο της ελληνικής ή και της παγκόσμιας εικαστικής σκηνής. Στην Ελλάδα ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι πολύ δύσκολος, και δεν υπάρχουν θεσμοί ή χρηματικά βοηθήματα που να απαλλάσσουν τους νέους καλλιτέχνες από το άγχος της επιβίωσης. Οι φοιτητές μας πρέπει να έχουν υπομονή, κουράγιο και να μην αποθαρρύνονται από τις οικονομικές και διάφορες άλλες δυσκολίες. Πρέπει να ενισχύσουν, με όποιο τρόπο μπορεί ο καθένας τους, την πίστη τους στον εαυτό τους και ταυτόχρονα να κερδίσουν την εκτίμηση των άλλων. Όλα αυτά σε ένα περιβάλλον σχεδόν εχθρικό, που είναι πολύ πιο δύσκολο από όσο ακούγεται. Βλέπω όμως με χαρά ότι πολλοί, μετά το τέλος των σπουδών τους, συνεχίζουν και δημιουργούν όμορφα έργα εδώ ή στο εξωτερικό. Προσπαθώ πάντα να στέκομαι στο πλευρό τους, ανεξάρτητα από το είδος της τέχνης που αγαπούν και με το οποίο προσπαθούν να σταθούν στον χώρο. Θα ήταν πραγματικά αστείο να μην στεκόμαστε δίπλα στα νέα παιδιά επειδή έχουν διαλέξει τον προσωπικό τους δρόμο και είναι διαφορετικός από τον δικό μας. Ούτε είναι δυνατόν, με τόσα καινούργια πράγματα που έχουν γίνει στον τομέα της τέχνης, να θέλουμε να επιβάλουμε αυτά που ξέρουμε στους νέους. Τα έργα τέχνης των νέων καλλιτεχνών (ζωγραφική, γλυπτική, κατασκευές, περφόρμανς, βίντεο-αρτ και οποιοσδήποτε άλλος τρόπος έκφρασης) είναι κάτι που έχει πραγματικά ανάγκη η κοινωνία μας ώστε να διαμορφώσει και να ανεβάσει το επίπεδό της.

«Στο φως του φεγγαριού», 80χ110cm, ακρυλικά σε καμβά, 2020

Πώς θα θέλατε να διαβάσει τη «Γεωγραφία της νύχτας» ο θεατής που θα σταθεί απέναντι στα έργα; Ναι, όλες οι αναγνώσεις είναι αυθαίρετες και προσωπικές, όμως υπάρχουν κάποια «κλειδιά» που θα τον βοηθήσουν να κατανοήσει καλύτερα;
Δεν υπάρχουν κλειδιά, ο καθένας βρίσκει τον εαυτό του μέσα στα έργα που βλέπει. Αυτό που δεν μπορείς να μεταφέρεις, αυτό για το οποίο δεν μπορείς να μιλήσεις, είναι το ζητούμενο και εδραιώνει την επικοινωνία του θεατή με τον καλλιτέχνη. Όπως πολύ σωστά έχει πει ο Robert Frost, «Ποίηση είναι αυτό που χάνεται στην μετάφραση».

''Νυχτερινή πόλη 3'', ΨΗΦΙΔΩΤΟ, 68x68cm, 2018

Η Δάφνη Αγγελίδου ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1980 -1986) με δασκάλους τους Γιάννη Μόραλη και Δημήτρη Μυταρά και ψηφιδωτό με τον Γιάννη Κολέφα. Είναι Καθηγήτρια στην Α.Σ.Κ.Τ. και διδάσκει στο τμήμα του Ψηφιδωτού από το 1987 μέχρι σήμερα. Έχει παρουσιάσει πολλές ατομικές εκθέσεις Ζωγραφικής και Ψηφιδωτού και συμμετείχε σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. 

Evripides Art Gallery, Ηρακλείτου 10 και Σκουφά, Κολωνάκι, από 7/10 έως 6/11