- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο Δημήτρης Αγγελόπουλος παρουσιάζει την έκθεση Still Life
«Μου αρέσει στις μεγάλες επιφάνειες το έργο να σε καταπίνει, να σε κάνει να μη θέλεις να φύγεις από μπροστά του’»
Γνώρισα τον Δημήτρη Αγγελόπουλο μέσα από την κοινή έκθεση που μας παρουσίασαν με τον γνωστό ζωγράφο και δάσκαλό του Αχιλλέα Πιστώνη, «Unravelling the figure», πριν από έναν χρόνο περίπου. Με εντυπωσίασε το ορμητικό ταλέντο του, ταυτόχρονα όμως και η πλήρης άγνοια που είχε γύρω από τη ζωγραφική, τα προηγούμενα χρόνια. Ωστόσο, αυτά τα χρόνια δεν είναι πολύ πίσω, μιας και είναι γεννημένος μόλις το 1994, που σημαίνει ότι η εξέλιξή του ήταν εντυπωσιακά γρήγορη. Μόνη του εικαστική εμπειρία, λίγο γκράφιτι στην εφηβεία του. Από το ξεκίνημα, λοιπόν, μέχρι την εντυπωσιακή εξέλιξή του, ο χρόνος που μεσολάβησε δεν ήταν πολύς.
Ξανασυναντιόμαστε έναν χρόνο μετά τις αρχικές συστάσεις για να μιλήσουμε για την πρώτη του ατομική έκθεση, που εγκαινιάστηκε πριν από λίγες μέρες στην γκαλερί kaplanon5, με τίτλο «Still Life». Μεγάλες επιφάνειες της ακίνητης ζωής με τον άνθρωπο να είναι πάντα πρωταγωνιστής τόσο από την πλευρά του έργου όσο και από αυτήν του δημιουργού.
Είναι σωματική η ζωγραφική του Δημήτρη Αγγελόπουλου, «όπου η ανθρωποκεντρική σύνθεση είναι πλασμένη έντονα, με δυνατή και χειρονομιακή πινελιά, τα πορτρέτα είναι στιβαρά με έντονο βλέμμα, δίνοντας την εντύπωση πως ναι μεν είναι ζωντανά, αλλά ταυτοχρόνως είναι και στάσιμα, ακίνητα», όπως γράφει στο κείμενό του για τον κατάλογο της έκθεσης ο Αχιλλέας Πιστώνης.
Στην προηγούμενη κουβέντα μας θυμάμαι πως μου έλεγες ότι μέχρι κάποια ηλικία δεν είχες καμία απολύτως σχέση με τη ζωγραφική. Βλέποντας πια και την εξέλιξή σου, αναρωτιέμαι πώς από την πλήρη άγνοια πέρασες στην... ασυγκράτητη δημιουργία και ανάπτυξη του προσωπικού σου ύφους.
Ναι, ισχύει, μέχρι και περίπου τα είκοσι δεν είχα καμία σχέση με τη ζωγραφική, δεν ήξερα αν έχω κάποια κλίση. Δεν είχα δοκιμάσει ποτέ να σχεδιάσω πέρα από κάτι γράμματα σε πιο μικρή ηλικία για να κάνω γκράφιτι ή τουλάχιστον να προσπαθήσω να κάνω γκράφιτι, αλλά νομίζω ότι πιο πολύ μουτζούρωνα και βρόμιζα τους τοίχους παρά έκανα κάτι που έστω θα μου έδινε κάποιο κίνητρο να ψάξω αυτό το κομμάτι παραπάνω, και έτσι έφυγε και αυτό. Μέχρι που έτυχε να θέλω να ασχοληθώ με τη φωτογραφία. Παρακολούθησα τυχαία ένα μάθημα φωτογραφίας και άρχισε να μου αρέσει λίγο η διαδικασία και εκτέλεση, πώς δηλαδή συνθέτω μια φωτογραφία, πώς βάζω τους φωτισμούς και διάφορα τέτοια. Έτσι πήρα την απόφαση να ξεκινήσω να σπουδάζω γραφιστική (μετά από πολύ ψάξιμο), όπου θα συνδύαζα και φωτογραφία αλλά και μια πιο εφαρμοσμένη μορφή έκφρασης. Εκεί ήρθα σε επαφή με το σχέδιο και τη ζωγραφική, όπου πραγματικά ανακάλυψα σιγά σιγά έναν καινούριο τρόπο έκφρασης, έναν καινούργιο χώρο, έναν, θα μπορούσα να πω, ολόκληρο καινούριο κόσμο. Γνωρίστηκα και με τον μετέπειτα δάσκαλό μου Αχιλλέα Πιστώνη, που ήταν από τους πρώτους ανθρώπους που μου εξήγησε και μου έδειξε τι είναι η ζωγραφική και άρχισε να μου ξετυλίγει και να με εντάσει σε αυτόν τον «κόσμo». Είδε κάτι σε εμένα και με έπεισε να αλλάξω ειδικότητα και να σπουδάσω ζωγραφική. Από εκεί και μετά, νομίζω, άρχισα να βλέπω πράγματα, εκθέσεις, να παίρνω συνέχεια στοιχεία από ό,τι μου άρεσε, να ακούω και να μαθαίνω, να δουλεύω χωρίς όριο (να έχω χάσει τον ύπνο μου, να μην ικανοποιούμαι εύκολα), να θέλω και να προσπαθώ κάθε φορά ό,τι δεν κάνω στο προηγούμενο έργο να το εφαρμόσω στο επόμενο, να μην έχω σκοπό να γίνω ο καλύτερος ζωγράφος. Έχω αντίληψη και ξέρω ότι όποιος προσπαθεί κάτι τέτοιο κάπου, πιστεύω, θα χάσει τον έλεγχο, αλλά να θέλω να γίνω καλύτερος από τον Δημήτρη, έργο με το έργο… Είχα μία, ας πούμε, ανυπομονησία να βελτιωθώ και να μάθω, και πιστεύω με οδηγεί σε κάτι καλύτερο. Άρχισα να βλέπω ζωγράφους, Έλληνες και ξένους, και να «κλέβω» με την καλή έννοια πάντα στοιχεία που θα ήθελα στη ζωγραφική μου. Κι έτσι οδηγήθηκα και σε άλλα μονοπάτια. Παίζοντας με τη φόρμα, με το φως, με τις συνθέσεις και τα χρώματα, βρήκα κάπου τη δικιά μου στη συγκεκριμένη περίοδο συνταγή. Δικιά μου ως έναν βαθμό πάντα, γιατί οι επιρροές μου είναι εμφανείς, ο κάθε καλλιτέχνης με τη δική του μάτια βέβαια…
Η σχέση σου με τον δάσκαλό σου Αχιλλέα Πιστώνη ήταν καθοριστική. Πώς τα κατάφερες όμως να αποφύγεις τη μίμηση ή και την εμφανή επιρροή του στο έργο σου;
Ήταν καθοριστική, ναι, νομίζω ότι την πιο κατάλληλη στιγμή έπεσα πάνω στον πιο κατάλληλο άνθρωπο. Ο Αχιλλέας είναι εκτός από πολύ μεγάλος ζωγράφος ένας πολυδοτικός άνθρωπος, ένας λάτρης της ζωγραφικής, ο οποίος είναι έτοιμος να δώσει ό,τι έμαθε και ξέρει και να τα περάσει στον άλλον, χρειάζεται απλά να είσαι έτοιμος να αρπάξεις τις καινούριες γνώσεις, να δουλέψεις πολύ, να πειραματιστείς, και όλα να τα εφαρμόσεις και να τα εξελίξεις. Αυτό πιστεύω έκανα και εγώ, ο Αχιλλέας ήταν η πρώτη μου επιρροή πάνω στη δουλειά μου, η αλήθεια είναι ότι είναι και η πρώτη ζωγραφική που είδα και λάτρεψα. Πάτησα πάνω στη δουλειά του όχι για να αντιγράψω, αλλά ήταν μια ζωγραφική που μου άρεσε πολύ και έπαιρνα πολλά στοιχεία και προσπαθούσα σιγά σιγά να τα εντάξω στη δουλειά μου και να τα εξελίξω. Από εκεί και πέρα γνώρισα και είδα και άλλες ζωγραφικές όπως, για παράδειγμα, του Στέφανου Δασκαλάκη (που είναι από τους αγαπημένους μου ζωγράφους) και άρχισα να παίρνω στοιχεία και από εκεί αλλά και γενικά από ζωγράφους οι οποίοι μου άρεσαν πολύ (Freud, Velázquez, P. Feniak, J. Saville, Γ. Ρόρρης, Ε. Σακαγιάν, Α. Παπακώστας, Μ. Μαδένης) και δουλεύοντας άρχισα να απομακρύνομαι σιγά σιγά από τη δουλειά του δασκάλου μου. Πάντα δοκιμάζοντας και παίζοντας και στις συνθέσεις μου, στην πινελιά μου, να μεγαλώνω – ωριμάζω εικαστικά. Επίσης σταμάτησα να προσπαθώ να ζωγραφίσω για να έχω κάτι να πω, είναι ένα σημείο που πολλούς ζωγράφους, ειδικά νέους, τους κολλάει και τους τραβάει πίσω (όπως και εμένα). Άρχισα να ζωγραφίζω πιο πολύ την καθημερινότητά μου, απλές πόζες ήρεμες χωρίς πολλούς συμβολισμούς, σημεία από το εργαστήριό μου, τα οποία πήγαινα κάθε μέρα και δεν τα έβλεπα όπως τα παρατηρώ όταν τα ζωγραφίζω. Η ζωγραφική κατάλαβα ότι σου δίνει πολλά συναισθήματα, εικόνες, σε κάνει να είσαι μικρός μπροστά της, και αυτό είναι μαγικό. Επίσης αντικείμενα, σημεία, απλά καθημερινά πράγματα, που στην καθημερινότητά μας τα αγνοούμε είναι αλλιώς όταν ζωγραφίζονται. Υπάρχει η επαφή, ένα δέσιμο και μια ζωή που παίρνουν μέσα από τη ζωγραφική.
Γιατί επιλέγεις να δουλεύεις κατά κύριο λόγο έργα μεγάλων διαστάσεων;
Νομίζω ότι στα έργα μεγάλων διαστάσεων ο ζωγραφος έχει μια πιο μεγάλη άνεση, είναι πιο απελευθερωμένος, μπορεί η πινελιά του να είναι πολύ σκληρή, αλλά ως αποτέλεσμα να βγαίνει κάτι αρμονικό, κάτι ευαίσθητο. Αυτό θέλω και εγώ να κάνω, μου αρέσει παρά πολύ η υφή στα έργα, να φαίνονται πάνω οι πάστες, η ύλη του χρώματος, χωρίς αυτό να γίνεται ενοχλητικό. Μου αρέσει στα έργα μου να υπάρχει και η αίσθηση της αφής, δηλαδή ο θεατής να θέλει το έργο να το δει από κοντά, να βλέπει την κίνηση του πινέλου, να θέλει να πιάσει το έργο, να μυρίσει το λάδι, όπως μου αρέσει και εμένα αυτό. Μου αρέσει να παίζω με τη φόρμα, να είναι εμφανής–σκληρή, αλλά παράλληλα να έχει ένα ευαίσθητο αποτέλεσμα οπτικά. Αυτό νομίζω πως το επιτυγχάνω πιο εύκολα στις μεγάλες διαστάσεις. Μπορώ να δώσω πιο πολλή ζωγραφική μέσα στο έργο. Επίσης μου αρέσει πολύ οι φιγούρες μου να είναι μεγάλες, να είναι φυσικό ή μεγαλύτερο από το φυσικό μέγεθος, μπορώ εκεί να αποδώσω καλύτερα την πόζα, το συναίσθημα, το χρώμα, τον χώρο και τη σύνθεση – παράστασή μου. Ο κάθε ζωγραφος δένεται με τα έργα του, υπάρχει μια καθημερινή επαφή, συνομιλεί με τον πίνακα, και μένα αυτό μου αρέσει, να τον έχω απέναντι να μου δίνει μια ζωντάνια. Υπάρχω εγώ και το έργο, εκείνη τη στιγμή γίνομαι κομμάτι του και γίνεται κομμάτι μου. Μου αρέσει επίσης το έργο να σε καταπίνει (με την καλή έννοια), να σε κάνει να μη θέλεις να φύγεις από μπροστά του.
Η κλασική ζωγραφική επιστρέφει για τα καλά; Πόσο σε ενδιαφέρουν τα «νέα» μέσα;
Εγώ, αν εννοούμε κλασική ζωγραφική την ανθρωποκεντρική – παραστατική ζωγραφική, δεν θεωρώ ότι έφυγε ποτέ και επιστρέφει. Ότι σιγά σιγά εντάχθηκαν και άλλες μορφές, εκφράσεις πιο σύγχρονες ως προς το μέσο. Και το ότι αυτό άρχισε να ανθίζει όλο και πιο πολύ τις τελευταίες δεκαετίες φαντάζομαι πως, ναι, ισχύει. Αλλά όχι ότι η «κλασική» ζωγραφική σταμάτησε να υπάρχει. Και αυτό το αποδεικνύουν πάρα πολλοί ζωγράφοι, και Έλληνες αλλά και ξένοι, με πολύ σημαντικό έργο, όλες αυτές τις τελευταίες δεκαετίες που γνωρίσαμε νέες μορφές τέχνης στα εικαστικά. Η αλήθεια είναι ότι εμένα με τράβηξε κατευθείαν η ζωγραφική (έτσι κι αλλιώς μαζί τα γνώρισα) και δεν σκέφτηκα, παρόλο που μου αρέσουν πολύ και οι εγκαταστάσεις και τα βίντεο, να κινηθώ προς τα εκεί δημιουργικά. Διότι τη ζωγραφική τη λάτρεψα, αγαπώ τη διαδικασία της δημιουργίας, της καταστροφής, τη μίξη συναισθημάτων, την απογοήτευση αλλά και την κορύφωση μέχρι να βγει ένα έργο. Θεωρώ παρ' όλα αυτά ότι μπορεί κάποιος φυσικά να κάνει σπουδαίο έργο με κάθε μέσο, εγώ θα ήθελα όμως να το πετύχω, αν το πετύχω, με τη ζωγραφική.
Πώς είναι τα πράγματα σήμερα στη χώρα μας για τους νέους εικαστικούς; Υπάρχει μια δυνατή νέα γενιά, πώς βλέπεις να εξελίσσεται;
Θα έλεγα δύσκολα, και ίσως τα τελευταία χρόνια πολύ δύσκολα. Ωστόσο,ανάλογα τον άνθρωπο πάντα, είναι και λίγο σαν πρόκληση. Θέλει, χωρίς να γνωρίζω βέβαια λόγω ηλικίας πώς ήταν στις προηγούμενες γενιές, να δουλέψεις πολύ, να προσπαθήσεις πολύ και να επιμένεις, και ίσως να είσαι και τυχερός για να μπεις για τα καλά και σταθερά σε αυτόν τον χώρο. Εγώ ευτυχώς ήμουν τυχερός, με βρήκαν και βρήκα τα κατάλληλα άτομα που με στήριξαν και με πίστεψαν από το ξεκίνημά μου και μπόρεσα να εκθέσω τα έργα μου σε σημαντικές ομαδικές εκθέσεις ανάμεσα σε καταξιωμένους καλλιτέχνες, με αποτέλεσμα πλέον σιγά σιγά να φτάσω να έχω ήδη την πρώτη μου ατομική έκθεση από σχετικά μικρή ηλικία. Η συγκεκριμένη συνεχίζεται μέχρι της 17 Νοεμβρίου στην αίθουσα τέχνης kaplanon5 και αμέσως μετά θα παρουσιαστεί και στην 3η Art Thessaloniki International Art Fair σε ατομική παρουσίαση. Γενικά στην Ελλάδα υπάρχει πολύ ταλέντο και παρά πολλή διάθεση από τους νέους, ώστε να δούμε πολλά όμορφα και πολύ ποιοτικά καινούργια πράγματα στο μέλλον. Υπάρχουν βέβαια και οι καλλιτέχνες που είναι 35 – 40 χρόνων, όπου θεωρούνται κι αυτοί νέοι, και υπάρχει πολύ ταλέντο – είναι πολύ σπουδαίοι και αναγνωρισμένοι και έχουν καταξιωθεί στον χώρο και θα είναι, για μένα, αυτοί «οι νέοι μεγάλοι καλλιτέχνες» σε λίγα χρόνια. Υπάρχουν και οι νέοι κοντά στην ηλικία μου που φιλοδοξούν. Πιστεύω ότι θα είναι τα νέα ονόματα που θα αφήσουν το δικό τους στίγμα στον χώρο, ο κάθε ένας με τη δική του γραφή. Μέσα από τη δουλειά και με αξιοπρέπεια. Θα τα δείξει ο χρόνος και η θέληση. Εγώ εύχομαι να δίνονται οι ευκαιρίες, ώστε ο καθένας να μπορεί να αποδείξει αν πρέπει να βρίσκεται μέσα σε αυτόν τον χώρο...
Πες μας λίγα λόγια για το σάουντρακ που συνοδεύει τη δουλειά σου. Τι ακούς συνήθως όταν ζωγραφίζεις;
Η αλήθεια είναι ότι η μουσική που επιλέγω δεν είναι πάντα αυτή που ακούω τις ελεύθερες ώρες μου, δηλαδή δεν επιλέγω, ας πούμε, να βάζω τις αγαπημένες μου μπάντες την ώρα της δουλειάς. Επιλέγω πιο χαλαρή μουσική, ώστε να μην με επηρεάζει. Μου αρέσει η πιο ροκ και μέταλ σκηνή και λιγότερο πια το χιπ χοπ, αυτά όμως τα αποφεύγω όταν ζωγραφίζω. Όποτε έχω ζωγραφίσει ακούγοντάς τα, νομίζω ότι απλά κάθομαι και ακούω τη μουσική ή αρχίζω και το παρακάνω στο έργο. Γι' αυτό και η μουσική που έχω επιλέξει στο πρόμο βίντεο είναι η μουσική αισθητική που προτιμώ όταν ζωγραφίζω. Πρόκειται για ηλεκτρονική μουσική από έναν νέο καλλιτέχνη πολύ καλό και με πολύ μέλλον πιστεύω, τον Nick Hackas, που είχε την καλοσύνη να μου παραχωρήσει ένα κομμάτι του. Συνήθως λοιπόν επιλέγω κάτι πιο alternative, τύπου Deftones, Red Hot Chili Peppers, ή ηλεκτρονική μουσική από την εγχώρια ή τη διεθνή σκηνή. Η μουσική, λοιπόν, πια χωρίζεται σε δυο κατηγορίες, στη μουσική που ακούω όταν δουλεύω και σε αυτή που ακούω όλες τις υπόλοιπες ώρες. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάποια από τις δυο προτιμώ περισσότερο, η μια είναι αυτή που με συνοδεύει τις πιο δημιουργικές μου ώρες, τις ώρες της έντασης και τις ώρες της εσωτερικής επιβράβευσης, και η άλλη είναι η μουσική που άκουγα πάντα.
Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την έκθεση στο Guide της Athens Voice