Εικαστικα

Κώστας Βαρώτσος: Η επιστροφή

Μέταλλο, γυαλί, φουτουρισμός και αναγέννηση, αρχαία Ελλάδα και γενναίος νέος κόσμος πάντα τέμνονται αλλά και ισορροπούν στα γλυπτά του

Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 671
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κώστας Βαρώτσος: Συνέντευξη με τον γλύπτη με αφορμή την έκθεση Γλυπτική 2008-2018 στο Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη

Η γλυπτική του με έργα από το 2008 ως και το 2018, νέες δηλαδή και παλιές του δουλειές, σε περιμένει στο Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη. Εν τάχει για αυτούς που τον γνωρίζουν μόνο από τον Δρομέα. Μέταλλο, γυαλί, φουτουρισμός και αναγέννηση, αρχαία Ελλάδα και γενναίος νέος κόσμος πάντα τέμνονται αλλά και ισορροπούν στη γλυπτική κατασκευή του. Βιομηχανικός πολιτισμός και φύση, η δημόσια τέχνη καταμεσής της μητροπολιτικής πολεοδομίας του χάους και, την ίδια στιγμή, η ίδια δημόσια τέχνη του, διάσπαρτη παντού στην Ελλάδα και τον κόσμο, ελεύθερη εκεί έξω σε βουνά και θάλασσες. Αναγέννηση και νεωτερικότητα, σε μια φόρμα-σφραγίδα που αποτελεί και τη στάνταρ υπογραφή του. Η παρουσία και η απουσία, η αισθητική πρόκληση, η εικαστική απόλαυση του άυλου όταν το μετουσιώνει σε γλυπτική ποίηση, είναι εδώ για άλλη μια φορά παρόντα. Η απλότητα αλλά και η πολυπλοκότητα, η λάμψη του καθρέπτη, ο ουρανός, η θάλασσα και η ελευθερία. «Τι θα πούμε», αναρωτιέται, άρτι αφιχθείς από την Αίγινα, που χρόνια τώρα είναι το ορμητήριο-καταφύγιό του.

Κ.Βαρώτσος, Χωρίς τίτλο, 2018, γύψος και γυαλί, ύψος 0,70 x

Γιατί στην Αίγινα;
Δεν είχα καμία πρόθεση να πάρω ατελιέ στη φύση. Εγώ είμαι urban τύπος. Το οικόπεδο στην Αίγινα το πήρα κατά τύχη χάρις στον Σταύρο Ξαρχάκο. Ήμουν στη Νέα Υόρκη και με παίρνει τηλέφωνο και μου λέει: «Μόλις έδωσα προκαταβολή για το οικόπεδό σου. Όταν έρθεις, θα σου το δείξω κιόλας. Με γεια». Μόλις γύρισα, με πήγε στην Αίγινα, επάνω στο βουνό, σε ένα έρημο μέρος, και λέει: «Αυτό είναι το οικόπεδό σου». Η θέα μου άρεσε πολύ και είπα «θα το πάρω». Όταν έφτιαξα το σπίτι, επί τρία χρόνια ήμουν μέσα με ανοιχτό το στόμα και νόμιζα πως με φιλοξενούσε κάποιος πλούσιος φίλος μου. Είναι μεγάλο, είναι ωραίο… Ένιωθα αμηχανία, γιατί ήμουν συνηθισμένος στα υπόγεια, στο Κουκάκι. Είμαι τελείως underground. Βέβαια, το χαίρομαι πάρα πολύ. Επί πέντε χρόνια είχα αυτό το σπίτι ως βάση μου 100 τοις εκατό. Και τώρα είμαι εκεί πολύ συχνά. Όλα τα έργα της έκθεσης έγιναν εκεί.

Βρισκόμαστε όμως στην Αθήνα. Πώς νιώθεις με τη μετάβαση από τη φύση στη μητρόπολη;
Οι πόλεις είναι ζωντανοί οργανισμοί. Και διέπονται από τον ίδιο χαοτικό κανόνα που διέπει και τη φύση. Και οι κοινωνίες διέπονται από χαοτικούς κανόνες. Είναι ένα ρευστό μέρος.

Για πόλεις όπως η Αθήνα μιλάς, κι όχι για «θεματικά πάρκα», όπως η Φλωρεντία…
Αυτά είναι μουσεία, είναι παγωμένα στον χρόνο. Βέβαια εμπεριέχουν την έννοια του χρόνου. Την Αθήνα δεν μπορούμε να τη συγκρίνουμε με το κέντρο της Ρώμης, είναι άνιση μια τέτοια σύγκριση. Πρέπει να τη συγκρίνουμε με τα περίχωρα της Ρώμης, με τα περίχωρα του Παρισιού, του Λονδίνου ή της Νέας Υόρκης. Τότε θα ανακαλύψουμε ότι η Αθήνα είναι σε πάρα πολύ καλή κατάσταση. Έχει μια «αυθόρμητη»-χαοτική αρχιτεκτονική, που μεταφέρει στοιχεία του χωριού στην πόλη. Στο Κουκάκι είχα γειτονιά. Έβγαινα από το υπόγειό μου και οι άνθρωποι με χαιρετούσαν, ο μανάβης, ο μπακάλης, ανθρώπινα πράγματα. Στα περίχωρα της Ρώμης το ένα κτίριο απέχει από το άλλο ένα χιλιόμετρο. Είναι επικίνδυνα εκεί. Μέχρι να διασχίσεις ένα πάρκο, σε έχουν κλέψει, σε έχουν βιάσει…

Το έργο που δεσπόζει, κατ’ εμέ, στην έκθεση είναι «Ευρώπη». Γιατί τέτοιος θρυμματισμός από γυαλί και σημαίες;
Πέρσι τον Ιούνιο ήμουν καλεσμένος στο Κάσελ, στην Documenta, από το ΕΜΣΤ. Και συγχρόνως, την ίδια ημερομηνία, είχα εγκαίνια στη Σύρο με όμοιο έργο. Είχα σκεφτεί να είμαι στο Κάσελ και να συνδεθώ με skype με τη Σύρο, κάνοντας συγχρόνως εγκαίνια. Όταν βρέθηκα στο Κάσελ, έπαθα κατάθλιψη από την ίδια την πόλη. Οπότε πήγα στη Σύρο κι έκανα skype από εκεί. Το έργο ξεκίνησε με την πρώτη σπασμένη, ραγισμένη, ελληνική σημαία. Μου βγήκε αυθόρμητα από την οικονομική αλλά και την ψυχολογική κατάρρευση της Ελλάδας. Ήταν σαν να δώσαμε σε κάποιους τη σημαία μας, κι έγινε ζημιά. Το έργο περιλαμβάνει τον θρυμματισμό της σημαίας, την κρίση της εθνικής υπόστασης, αλλά έχει και μια σύνθεση, μέσα από πολλαπλές κρίσεις. Έχουμε αυτή τη στιγμή σε όλη την Ευρώπη πληγωμένες εθνικές υποστάσεις, ένα χάσιμο της εθνικής κυριαρχίας, χωρίς να έχει δημιουργηθεί μια ενότητα. Και υπάρχει και μια αίσθηση αδιέξοδου. Αυτό είναι το τραγικό. Νιώθεις ότι βουλιάζει το σύστημα χωρίς να υπάρχει εναλλακτική λύση, έστω και θεωρητική.

Κ. Βαρώτσος, Ευρώπη, 2018, σίδερο και γυαλί, 2 x 15 μ.

Αν η Ευρώπη καταφέρει να ξεπεράσει την κρίση, το έργο αυτό θα είναι σαν φωτογραφία της στιγμής τώρα;
Ναι, γι’ αυτό και τα έργα της παρούσας έκθεσης έχουν ημερομηνίες-τίτλους. Το συγκεκριμένο έχει τίτλο «Αθήνα, Ελλάς 2010».

Σε ενδιαφέρει τα έργα σου να είναι χρονικά προσδιορισμένα;
Πολλά από τα έργα μου δεν έχουν χρονική υπόσταση, για παράδειγμα, ο Ποιητής. Ωστόσο, δεν είμαι δογματικός. Όταν χρειάζεται ο χρόνος, τον χρησιμοποιώ. Υπήρξε μια χωροχρονική αλλοίωση με τη Βιομηχανική Επανάσταση. Εκεί που ο χρόνος και ο χώρος ήταν δύο έννοιες ισορροπημένες, με την ανακάλυψη της μηχανής εσωτερικής καύσης η έννοια του χρόνου άρχισε να τεντώνεται και ο χώρος συρρικνώθηκε. Εγώ στη δουλειά μου άρχισα να κάνω το αντίθετο. Να δίνω δηλαδή μεγαλύτερη σημασία στον χώρο. Γι’ αυτό και βγήκα σε αυτόν κι άρχισα να κάνω διαφανή πράγματα.

Γιατί γυαλί;
Το γυαλί είναι ένα κοντέινερ χώρου. Σαν να παίρνεις το κενό και να του βάζεις ένα πλαίσιο. Σαν να στερεοποιεί το κενό. Προσδιορισμός χώρου είναι το γυαλί. Όταν βάλεις το ένα γυαλί πάνω στο άλλο γίνεται προσδιορισμός χρόνου. Ένα, δύο, τρία… μετράς τον χρόνο. Είναι ισορροπία χώρου και χρόνου επομένως. Όμως το γυαλί έχει το χαρακτηριστικό να απορροφά το φως και να αλλοιώνεται ανάλογα με την ώρα της ημέρας. Έχει δηλαδή το χαρακτηριστικό της εμπλοκής με τον ίδιο τον χώρο. Απορροφάται από τον ίδιο τον χώρο, διαλύεται μέσα σε μια πλατεία. Ο Δρομέας απορροφάται από τα γύρω πράγματα. Τον νιώθεις, περνώντας, με την άκρη του ματιού σου, δεν στέκεσαι να τον κοιτάξεις. Σπάνια ένας πολίτης μιας πόλης στέκεται να κοιτάξει ένα δημόσιο έργο. Ίσως μόνο οι τουρίστες. Την πόλη την αισθάνεσαι, τη «βλέπεις» με την περιφερειακή όραση. Ο Δρομέας είναι ένα έργο περιφερειακής θέασης. 

Πώς πρέπει να είναι ένα δημόσιο έργο;
Πρέπει να το κοιτάς και να έχεις την αίσθηση ότι ήταν πάντα εκεί. Να είναι πραγματικό. Αναρωτιέσαι ποτέ όταν βλέπεις ένα δέντρο; Όχι. Είναι κάτι πραγματικό. Έτσι και το έργο, πρέπει να γίνεται μέρος του τοπίου, να έχει γίνει η ώσμωση. Δεν μπορείς να διακοσμήσεις τη φύση, είναι λάθος. Πρέπει να γίνεις μέρος της.

Πότε προκύπτει το γυαλί ως βασικό υλικό της δουλειάς σου;
Γεννήθηκε με τον Ποιητή στην Κύπρο. Τότε δούλευα με διαφανή υλικά, πλαστικά κλπ. Είχα μέσα στη δουλειά μου την έννοια της διαφάνειας. Κάποια στιγμή ήθελα να κάνω ένα πορτρέτο του ποιητή. Και έλεγα μέσα μου. Ο ποιητής τι είναι; Αιχμηρός, εύθραυστος, εκρηκτικός, αυτοκτονικός... Και αναρωτήθηκα. Το υλικό; Γυαλί. Έτσι ξεκίνησα. Και μόλις αποφάσισα για το γυαλί, συνειδητοποίησα πως το γυαλί είναι πολύ δύσκολο υλικό, και επικίνδυνο να το δουλέψεις, και ταυτόχρονα το καταλληλότερο υλικό για να πω αυτά που θέλω. Οπότε μπήκε στην πορεία μου και έγιναν όσα έγιναν. 

Κ.Βαρώτσος, Υδρόγειος, 2018, σίδερο και γυαλί, 1,74 x 0,87 μ

Πώς ακριβώς συλλαμβάνεις την ιδέα για ένα έργο;
Όλα τα έργα γεννιούνται από μία ανάγκη, όλα ξεκινάνε από τις επιθυμίες. Πώς λέμε «διψάω»! Τον τελευταίο καιρό νιώθω την ανάγκη να ζωγραφίσω. Γι’ αυτό και στην έκθεση μπορείτε να δείτε χρώμα. Εγώ ξεκίνησα ως ζωγράφος και η ζωγραφική με ενδιαφέρει περισσότερο από τη γλυπτική. Γι’ αυτό και μέσα στη γλυπτική μου υπάρχει η διάσταση του τρικ, που είναι ίδιον της ζωγραφικής. Όταν έκανα τις πινελιές σε έργα της έκθεσης, το χέρι μου ήταν τόσο χαρούμενο, που μούδιαζε!

Σε μια παλιότερη συνέντευξή σου είχες δηλώσει πως ονειρευόσουν να γίνεις οτιδήποτε άλλο εκτός από καλλιτέχνης. Έχω κρατήσει τις λέξεις «σκίπερ» ή «αρχιτέκτονας». Στο έργο σου πάντως εγώ «βλέπω» και τις δύο αυτές επαγγελματικές ιδιότητες..
Όταν συνειδητοποίησα τι σημαίνει να είσαι καλλιτέχνης, δεν σου κρύβω ότι φοβήθηκα, τρόμαξα. Κατάλαβα πως τέχνη δεν είναι η εφαρμογή κάποιων τεχνικών γνώσεων σε ένα συγκεκριμένο θέμα. Είναι κάτι περισσότερο, αγγίζει ενέργειες και δυνάμεις άλλες. Το μέγεθος της αφοσίωσης και του κόστους που απαιτείται για να μπορέσεις να ακουμπήσεις τα όρια δημιουργικότητας, προϋποθέτουν καταρχήν μια πολύ καλή υγεία, που ευτυχώς τη διέθετα, ρώμη σωματική και πνευματική - πρέπει να είσαι ισορροπημένος. Δεν μπορείς να κάνεις «λίγο τέχνη», πρέπει να κάνεις «εντελώς τέχνης» - είναι μεγάλη απόφαση αυτή. Οπότε άρχισα να προσπαθώ να την κοπανήσω. Είμαι σκίπερ και μου αρέσει πολύ η θάλασσα, είναι μέρος της ζωής μου. Η αρχιτεκτονική ήταν μια πόρτα που άνοιξα για να φύγω, να γλιτώσω από τα εικαστικά. Μου άρεσε και η ενασχόληση με τον χώρο, αλλά τελικά τα «όνειρά» μου (γωνίες απόδρασης ήταν) και οι εμπειρίες μου στη θάλασσα και την αρχιτεκτονική, η κοινωνική τους διάσταση, χρησιμοποιήθηκαν μέσα στην τέχνη μου.

Έχω την εντύπωση πως μέσα στο έργο σου τέμνονται πολλές επιστήμες, τέμνεται η ιστορία, η γεωγραφία, τέμνονται όμως και εποχές… Ενώ χρησιμοποιείς υλικά του βιομηχανικού κόσμου, μέταλλο, γυαλί, όγκους τεράστιους που οικοδόμησαν και συνεχίζουν να οικοδομούν τον νέο κόσμο, τα έργα σου δείχνει να συνομιλούν ευθέως με τον φουτουρισμό, τον ιμπρεσιονισμό, πολλαπλά ρεύματα τέχνης, ακόμα και κολάζ… Αυτό πώς προκύπτει; Είχες πολλαπλούς εαυτούς μέχρι να φτάσεις να πεις «αυτός είναι ο Βαρώτσος»;
Υπάρχει μια αφαιρετική θεωρητική βάση, που προέκυψε από την προσέγγιση της πραγματικότητας. Μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση υπήρχε η αναλυτική προσέγγιση στα πράγματα, και ειδικά από τους Βόρειους και τους Κεντροευρωπαίους. Πίστεψαν στη διαδικασία της αναλυτικής σκέψης, ψάχνοντας το αντικειμενικά σωστό. Και μετά προσπάθησαν να το εφαρμόσουν στην πραγματικότητα. Η υπερεκτίμηση της αναλυτικής σκέψης οδήγησε σε δύο παγκόσμιους πολέμους. Και ετοιμαζόμαστε για τον τρίτο… Τι άλλο έκανε η αναλυτική σκέψη; Η ανάλυση της πραγματικότητας οδήγησε και στην εξαφάνιση του αντικειμένου της τέχνης. Κι όχι μόνο του αντικειμένου της τέχνης, αλλά και του αντικειμένου ως οικονομία της τέχνης. Δηλαδή η ανάλυση της ανάλυσης της ανάλυσης οδήγησε το έργο να περιγράφει τον ίδιο του τον εαυτό. Δηλαδή, η περιγραφή του ήταν το σημαντικό κομμάτι του έργου, όχι το ίδιο το έργο.

Η αυτοαναφορικότητα δηλαδή;
Η αυτοαναφορικότητα και η εννοιολογική προσέγγιση. Η έννοια δηλαδή άρχισε να έχει μεγαλύτερη σημασία από τη δημιουργικότητα. Η κουλτούρα της αναλυτικής σκέψης είχε ξεκινήσει νωρίτερα, με την Αναγέννηση, αλλά ουσιαστικά εφαρμόστηκε μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση και την ανακάλυψη του μοτέρ εσωτερικής καύσης. Το ίδιο συνέβη και στην οικονομία. Η οικονομία, που ήταν ένα μέσο ανταλλαγής προϊόντων, ουσιαστικά εξαφάνισε το προϊόν κι άρχισε να δημιουργεί οικονομία από την οικονομία. Η δική μου προσέγγιση στην πραγματικότητα ήταν διαφορετική από αυτή του 20ου αιώνα στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Συνειδητά, αντί να αναλύω την πραγματικότητα, προσπάθησα να δημιουργήσω συνθετικές δυνάμεις, σύνθεση των θραυσμάτων κι όχι ανάλυση, να κάνω μια σύνθεση του πολιτισμού ουσιαστικά. Με στόχο όμως όχι το αντικειμενικά σωστό, αλλά το πραγματικό. Πιστεύω ότι αυτή τη στιγμή ζούμε την κατάρρευση της αναλυτικής σκέψης και του αντικειμενικά σωστού. Καταλάβαμε ότι η αναλυτική σκέψη μας οδηγεί σε αντικειμενικά σωστές αξίες, οι οποίες όταν εφαρμόζονται στην πραγματικότητα είναι καταδικασμένες να καταστραφούν, στην ουσία είναι ανεφάρμοστες. Βλέπε φασισμό, ναζισμό, κυβισμό… Και στα καλλιτεχνικά, αυτά τα κινήματα κρατούσαν ελάχιστα, ήταν μεθοδολογίες προσέγγισης της πραγματικότητας, ήταν νοητικές διεργασίες. Οι σουρεαλιστές είχαν καταστατικό συμπεριφοράς. Έλεγαν: ο σουρεαλιστής πίνει μόνο αψέντι. Τέλος. Τον Δρομέα, επειδή έχει κίνηση, τον συνδέουν με τον φουτουρισμό. Κι όμως, είναι ακριβώς το αντίθετο του φουτουρισμού. Ο φουτουρισμός αναλύει τη φιγούρα στον χώρο, κάνει καταγραφή της φιγούρας στον χώρο και στον χρόνο. Ο Δρομέας είναι η σύνθεση των θραυσμάτων. Η δική μου η δουλειά είναι εξελικτική, δεν είναι διαγώνια. Επιλέγω τη διαστρωμάτωση, τη γραμμική πρόοδο, έχω συγκεκριμένη δομή, που μέχρι στιγμής δεν με έχει προδώσει.

Κ.Βαρώτσος, Δέντρα, 2018, σίδερο και πολυεστέρας, ύψος 2,4 μ

Σε κάποιες παραδόσεις σου στο πανεπιστήμιο εξέφραζες αιρετικές απόψεις, όπως «καλός γονιός ο πεθαμένος γονιός».
Αλληγορικό φυσικά ήταν. Εμένα μου ήρθαν νωρίς κάποια φλας αντίληψης της πραγματικότητας. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι η αλήθεια δεν βρίσκεται έξω από μας, αλλά μέσα μας - το είχα καταλάβει από το γυμνάσιο. Ένιωθα ότι ο εσωτερικός κόσμος ήταν πολύ πιο ενδιαφέρων από τον εξωτερικό κόσμο. Αυτό προσπάθησα να το περάσω στους φοιτητές μου. Τους έλεγα: «Τα βιβλία κρύβουν τη θέα, προσέξτε. Τα βιβλία είναι εργαλεία, δεν είναι η αλήθεια. Η αλήθεια που είναι κρυμμένη μέσα σας θα σας σώσει». Καθώς είχα συνειδητοποιήσει πολύ νωρίς κάποια πράγματα, είχα δύο επιλογές. Ή να ακολουθήσω την πεπατημένη ή να ψάξω να τρόπο αυτά τα «καταπληκτικά» πράγματα που σκεφτόμουν να τα μορφοποιήσω. Η διαδικασία για να φτάσω, για παράδειγμα, στο «Βουνό» έχει πίσω της είκοσι χρόνια. Αν με ρωτούσες πότε έκανα τον Δρομέα, θα σου έλεγα όταν ήμουν 19 χρονών. Μέχρι να ωριμάσω για να κάνω τον Δρομέα, επωαζόταν μέσα μου. Για να εξελιχτεί μια δουλειά, πρέπει να εξελιχτείς εσύ ο ίδιος. Δεν είναι θέμα εξάσκησης. Αν δεν κόψεις τις εξαρτήσεις τις διανοητικές, τις θεωρητικές, δεν μπορείς να προχωρήσεις.

Μπορεί να εξελίσσεται το πνεύμα, αλλά το σώμα; Σε δέκα χρόνια δεν θα έχεις τη ρώμη που απαιτεί η γλυπτική. Εκεί τι κάνεις; Γίνεσαι Τζεφ Κουνς με συνεργείο βοηθών;
Το όνειρό μου είναι να κάνω μικρά εργάκια, από χαρτί, και να είναι πάρα πολύ ακριβά.

Τα τελευταία χρόνια απομακρύνθηκες από τη δημοσιότητα. Για ποιο λόγο;
Τα χρόνια του ’80 υπήρχε μια χυδαιότητα, ειδικά στα μίντια, μια κατάρρευση αυτού που λέγεται ιεραρχία, σεβασμός, αξιοκρατία… Είχα κάνει τον Δρομέα, το ’88, αλλά σκέφτηκα πως δεν έχω θέση στα μίντια και κρύφτηκα. Για να μην με πάρει η μηχανή και με αλέσει. Θυμάμαι είχα πάει σε μια παράσταση και στο φουαγιέ σκάνε τα κανάλια και πέφτουν πάνω σε μια παρουσιάστρια ενός πρωινάδικου, ενώ εκεί ήταν και ο Γιανναράς, προσωπικότητες σπουδαίες, που τις αγνόησαν. Αυτή ήταν η πραγματικότητα. Στη συνέχεια κατάλαβα πως ήταν λάθος η στάση μου αυτή. Κρυφτήκαμε όλοι όταν είδαμε το μπουμ της χυδαιότητας, αλλά έτσι αφήσαμε χώρο σε άλλους, χάθηκε ένας χώρος που μας άνηκε και δεν ακουστήκαμε. Λάθος! Τα τελευταία πέντε χρόνια δεν είμαι έτσι, άλλαξα. Είμαι πιο παρών, δεν αρνούμαι να μιλήσω. Όλοι πρέπει να έχουν τον χώρο τους, και η διασκέδαση, και η ψυχαγωγία. Αλλά και εμείς.

Έχεις κάνει το «Καράβι». Και θυμάμαι και τις δηλώσεις σου, ότι η πραγματικότητα σου άφησε μόνο θλίψη.
Αυτό ήταν δύσκολο έργο. Γι’ αυτό και δεν έκανα άλλα πράγματα για τους μετανάστες. Είχαν πεθάνει 81 άτομα, στην πλειοψηφία τους γυναίκες και παιδιά. Έζησα με τα φαντάσματα. Όταν άνοιξα την κοιλιά του πλοίου, έπεσαν ρούχα και παπούτσια των θυμάτων. Έγινα μέρος της φρίκης κι έπρεπε να μανιπουλάρω τον θάνατο. Το πιο δύσκολο έργο μου. Είχα εφιάλτες το βράδυ! Βέβαια, δεν έκανα μοιρολόι, το έβαλα να ταξιδέψει σε μια άλλη διάσταση, αυτή της τέχνης. Του έδωσα μια θετική πορεία μνήμης. Η μνήμη είναι διδαχή, είναι γνώση, έχει θετική έννοια.

Στο Μάτι θα έκανες έργο;
Στο Μάτι δεν έχει θέση η τέχνη, μόνο ο θρήνος.  Αργότερα ίσως. Τώρα θέλει σιωπή και σεμνότητα. Τα κεφάλια κάτω.

Θα σε πάω σε κάτι πεζό. Θυμάσαι ποια είναι η εποχή που πλέον αρχίζεις να βιοπορίζεσαι τιμίως από το έργο σου;
Πάντα πουλούσα τα έργα μου, από την εποχή που πήγαινα στη σχολή. Το πρώτο μου έργο το πούλησα σε ηλικία 15 χρονών. Ζούσα στη Λειβαδιά, και από πολύ μικρός ζωγράφιζα. Έλεγαν «Ο Κώστας δεν διαβάζει, αλλά έχει ταλέντο». Επειδή είχε μαθευτεί πως ζωγράφιζα, ένας βιβλιοπώλης, και μάλιστα κομμουνιστής, μου λέει: «Δεν φέρνεις κάνα έργο να το βάλουμε στη βιτρίνα;». Είχε ένα βιβλιοπωλείο σε μια γωνιά της Λειβαδιάς. 14-15 χρονών, έκανα εκθέσεις λοιπόν στο βιβλιοπωλείο. Ένας άλλος είχε κηροποιείο, και μου έδινε κομμάτια κερί και έφτιαξα τα πρώτα μου γλυπτά. Όταν ήμουν στη σχολή, έφερνα στην Ελλάδα τα έργα που έκανα στα μαθήματα και τα πουλούσα. Ίσως είμαι από τους λίγους καλλιτέχνες που δεν έχω κάνει άλλη δουλειά. Δεν αναγκάστηκα, αν και δεν είχα καμία βοήθεια από τον πατέρα μου. Στην Ιταλία, βέβαια, δούλεψα, πουλούσα βιβλία πόρτα πόρτα, και ήμουν πολύ καλός πωλητής.

Κ.Βαρώτσος, Φύσημα, 2018, σίδερο και γυαλί, 2,5 x 0,85 x 0,7

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την έκθεση στο Guide της Athens Voice