- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η στόχευση, η άρνηση και η έκπληξη
Μια συζήτηση με τη Navine G. Khan-Dossos με αφορμή την έκθεσή της στην Αθήνα «Πυροβολήστε Πρώτα τις Γυναίκες»
Το παρακάτω κείμενο προέκυψε από τη συντόμευση μιας συζήτησης ανάμεσα στην υπογράφουσα, επιμελήτρια τέχνης Νάντια Αργυροπούλου και την καλλιτέχνη Navine G. Khan-Dossos, με αφορμή την έκθεση της τελευταίας «Shoot the Women First» («Πυροβολήστε Πρώτα τις Γυναίκες») στην Αθήνα.
Είναι χρήσιμο, στα πλαίσια της ανάγνωσής του, να ανατρέξει αρχικά κανείς στην πρώτη κριτική μελέτη για το φαινόμενο των γυναικών-τρομοκρατών από την Eileen MacDonald (1991). Εκεί επισημαίνεται ότι η έκφραση Shoot the Women First ήταν η φημολογούμενη προτροπή στα μέλη της ελίτ των ειδικών δυνάμεων αντιτρομοκρατικής μονάδας GSG-9 στη Δυτική Γερμανία τη δεκαετία του ‘80. Έπειτα έγινε καθιερωμένη σύσταση της Ίντερπολ σε άλλους Ευρωπαϊκούς οργανισμούς στον απόηχο επιθέσεων των ομάδων Μπάαντερ-Μάινχοφ, των Ερυθρών Ταξιαρχιών, του IRA και άλλων παραστρατιωτικών ομάδων που συμπεριλάμβαναν γυναίκες τρομοκράτες.
Σύμφωνα με την καλλιτέχνη, τα έργα της έκθεσης εξετάζουν, μέσα από παραμορφωτικές ερμηνείες της γυναικείας συμπεριφοράς, το τι σημαίνει να είσαι ταυτόχρονα απειλή αλλά και στόχος και αντικατοπτρίζουν το ρόλο της γυναίκας που θεωρείται συχνά από την κοινωνία τόσο δράστης όσο και θύμα βίας, ανάλογα και με το βαθμό υποταγής της στις κατηγοριοποιήσεις που αφορούν το φύλο της.
Nάντια Aργυροπούλου: Το έργο που παρουσιάζεται στην έκθεση «Πυροβολήστε Πρώτα τις Γυναίκες» διαμορφώθηκε μέσα από ένα ευρύτερο πλαίσιο πολιτικών γεγονότων ανάμεσα στα οποία και κάποια στην Ελλάδα όπου έχεις μετακομίσει από το Λονδίνο τα τελευταία λίγα χρόνια: την φυλάκιση της Ηριάννας με επισφαλή και ανεπαρκή στοιχεία, και τη σύλληψη γυναικών το 2012 ως «παράνομα εκδιδόμενων», την υποβολή τους σε αναγκαστικό τεστ για τον ιό HIV, και τη δημόσια διαπόμπευσή τους με τη δημοσιοποίηση των προσωπικών τους στοιχείων.
Το έργο πραγματεύεται γενικότερα την ίδια τη γλώσσα της στοχοποίησης και τους όρους διαμόρφωσής της, τη διευθέτηση του στόχου στο πρόσωπο του άλλου ο οποίος μάλιστα στην περίπτωση που αρνείται να ενταχθεί στην κατηγορία του στόχου/θύματος γίνεται διπλά άλλος, εξέχων κίνδυνος.
H πολιτική πραγματικότητα έχει δημιουργήσει συνθήκες συνεχούς επικαιροποίησης της έρευνάς σου καθώς ο δημόσιος λόγος, και στην Ελλάδα, υπερθεματίζει τα τελευταία χρόνια στη σχετική ορολογία· επικαλούμενος στερεοτυπικά τη δημοκρατία-θύμα, εξυφαίνοντας διλημματικές επιλογές συμπεριφοράς, καλλιεργώντας άγρια διχαστικές ατζέντες επικράτησης της μιας ή της άλλης εξουσιαστικής προοπτικής. Κατά τρόπο ειρωνικό, έχει ενδιαφέρον ότι στην ελληνική γλώσσα το ρήμα «στοχεύω» (και στοχοποιώ) μοιράζεται κοινή ρίζα με το ρήμα «στοχάζομαι» (=σκέφτομαι σε βάθος, με συγκέντρωση) ενώ ένα οξύ αιχμηρό αντικείμενο βρίσκεται στη ρίζα της γλωσσικής καταγωγής της λέξης στόχος. Αναρωτιέμαι αν αυτή είναι μια καλή αφορμή για να μιλήσουμε για τη διφορούμενη έννοια της «οξύτητας» και τη σχέση της με το στυλ στο συγκεκριμένο συγκείμενο (γλώσσας, έργου, πολιτικής).
Navine G.Κhan-Dossos: Με πολλούς τρόπους αυτό είναι το πιο προσωπικό έως σήμερα έργο μου καθώς εξετάζει με ιδιαίτερη ένταση τη θέση μου στον κόσμο, τόσο μέσα από θέματα απολύτως προσωπικά (που σχετίζονται και με την επιλογή του να εκφράζομαι με εικόνες), όσο και μέσα από δημόσια γεγονότα που συγκροτούν την ευρύτερη σφαίρα του πολιτικού στην οποία συμμετέχω.
Ήταν πρόθεσή μου να συνθέσω τις ιδιαιτερότητες της ζωής μου (η Ελλάδα, το σπίτι μου εδώ αλλά και αλλού, οι πολλαπλές αναφορές μου) με αναγωγή του «τοπικού» και «ειδικού» σε ένα ευρύτερο πεδίο αντίληψης του ιστορικού και του σύγχρονου.
Με ενδιέφερε πάντα η πραγματικότητα των γυναικών που ξεφεύγουν από τα κανονιστικά πλαίσια του ρόλου τους, λόγω πολιτικών, θρησκευτικών ή άλλων επιλογών συμπεριφοράς· η συγκριτικά πολύ πιο σκληρή κριτική που τους ασκείται όταν δεν συμβιβάζονται με τα κάθε είδους προαπαιτούμενα και «αποτυγχάνουν». Είναι κάτι που παρατηρώ καθημερινά και ήρθε η στιγμή να το εκφράσω με μια ενεργητική, διαγραμματικής τάξης και σκόπιμης πειθαρχίας γλώσσα (όπως ερμηνεύω δηλαδή την «οξύτητα» στην οποία αναφέρθηκες).
Πρόκειται για μια αντίληψη της γραμμής ως εργαλείου τομής – του χώρου, της σάρκας, της ιδεολογίας – και για μια διαδικασία αφαίμαξης, συμβολικής φλεβοτομής και εκτόνωσης. Αναφέρομαι προφανώς σε μια εξισορρόπηση στοιχείων, τη θεραπευτική αντιμετώπιση μιας (συμβολικής) «δυσκρασίας» για να ανακαλέσουμε την τυπολογία των ιδιοσυγκρασιών (χολερικός, αιματώδης, φλεγματικός, μελαγχολικός), όπως προέκυψε στη διαδρομή από τη μαθηματική «χυμοφυσιολογία» του Ιπποκράτη και τη φιλοσοφική κοσμολογία του Εμπεδοκλή ως τον μοντέρνο κόσμο της ψυχοπαθολογίας.
Νομίζω αυτή η έκθεση ακολουθεί μια τέτοια μέθοδο αποσυμπίεσης.
Ωστόσο έχει ιδιαίτερη σημασία για εμένα να εξασφαλίζω μέσα στο το έργο μου ζωτικό χώρο ερμηνείας από τους θεατές. Εκεί ενεργοποιείται η πολιτική, κοινωνική και προσωπική μνήμη καθενός και μέσα από αυτήν αποκαθίσταται το πραγματικό υποκείμενο του έργου.
Πράγματι μια από τις ισχυρότερες επιρροές της έκθεσης «Πυροβολήστε Πρώτα τις Γυναίκες», ήταν η σύλληψη γυναικών σε επιχείρηση «σκούπα» της αστυνομίας στο Μεταξουργείο το 2012, η παραπομπή τους σε δίκη ως εκδιδόμενων οροθετικών, με την κατηγορία της «σκοπούμενης σωματικής βλάβης», και η ευρύτατη διασπορά των στοιχείων τους στον Τύπο.
Ήθελα να δημιουργήσω ένα σώμα έργου που θα λειτουργούσε σαν υπενθύμιση του δημόσιου διασυρμού τους, όπως εξελίχθηκε μέσα από εξώφυλλα φυλλάδων και όχι μόνο. Η παρατακτική ευθυγράμμιση των στόχων στην έκθεση είναι αντίστοιχη των γυναικών εκείνων όταν φωτογραφήθηκαν από την αστυνομία, παρότι επέλεξα να μην τις αναπαραστήσω, ώστε να μην ασελγήσω και εγώ πάνω στην ταυτότητά τους και αντίθετα να επιχειρήσω στην καρδιά του θέματος. Η αφαίρεση που προϋποθέτει η προσέγγισή μου αυτή παραπέμπει έτσι και σε μια πληθώρα άλλων περιπτώσεων, όπως για παράδειγμα η ανεξέλεγκτη οπλοχρησία στην Αμερική ή η έμφυλη βία στην Ινδία κ.λ.π. Ανακαλεί την αρχετυπική έννοια του στόχου, εστιάζει στην πολυεπίπεδη λειτουργία της στοχοποίησης και την κατάχρηση εξουσίας όπως αυτές διαμορφώνουν κατ’ εξακολούθηση τον κόσμο μας. Πολλά ιστορικά, επίκαιρα και μελλοντικά σενάρια έχουν μια θέση στα έργα μέσα από διαφορετικούς κώδικες και γλώσσες, από την απόχρωση του ρόζ που σηματοδοτεί οίκους ανοχής στο κέντρο της Αθήνας, στα έντονα χρωματισμένα γεωμετρικά σχήματα των στόχων σκοποβολής.
Ν.Α.: Το συμβολικό σκοπευτήριο που έχεις δημιουργήσει στον χώρο της έκθεσης περιλαμβάνει ζωγραφικά έργα σε χαρτόνι (οι αναλώσιμοι στόχοι) και σε ξύλινα πάνελ (οι «πολύτιμες» παρακαταθήκες), το ανάπτυγμα ενός τυποποιημένου εγκληματολογικού χάρακα (“forensic rule”) σε τοιχογραφία και μια performance. Καίριο νομίζω ρόλο έχει η διαχείριση εκ μέρους σου της έννοιας της «διάκριτης εντολής» («discretionary command»), καθώς θα μπορούσε να μετατοπιστεί από το πεδίο της σκοποβολής στην στόχευση του βλέπειν.
Πώς θεωρείς ότι εκπαιδευόμαστε να βλέπουμε και πώς αντιμετωπίζεις τη διαδικασία αυτή και τα συστήματα που την καθορίζουν, σε σχέση και με την επιλογή σου να χρησιμοποιήσεις κριτικά γνωστά συστήματα οπτικής επικοινωνίας και το ιδίωμα της αφαίρεσης;
N.G.K-D.: Η «διάκριτη εντολή» (“discretionary command”) είναι συγκεκριμένη άσκηση σκοποβολής που αναπτύχθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες προκειμένου να εκπαιδευτεί ο σκοπευτής σε μεγαλύτερη ακρίβεια και ταχύτητα, καθώς πρέπει να πετύχει διάφορα σχήματα και χρώματα με μία συγκεκριμένη σειρά (π.χ. «κόκκινο τρίγωνο, πράσινο τετράγωνο, μπλε κύκλος») όπως του υποδεικνύονται μέσω ηχητικών εντολών. Σε αυτή την ακαριαία μετάφραση οπτικών και ακουστικών πληροφοριών και τυποποίηση του ελέγχου των σωμάτων, η ευθύνη του πυροβολισμού περιπλέκεται τόσο ώστε τελικά να εξουδετερώνεται: με άλλα λόγια, φέρει την ευθύνη αυτός που δίνει την εντολή ή αυτός που πατάει τη σκανδάλη;
Αυτή η παράμετρος της «οδηγίας» επιβεβαιώνει ότι σχεδόν καμία συνθήκη δεν διαμορφώνεται σε απομόνωση – πάντα κάποιος, κάποια επιβλέπουσα αρχή ή δομή στοχοθετεί, οδηγεί και επιχειρεί, κατευθύνοντας το που εστιάζουμε και το πώς βλέπουμε και αντιδρούμε.
Από τις αρχές ακόμη της πανεπιστημιακής μου εκπαίδευσης ασχολήθηκα με την Ισλαμική τέχνη σαν ένα σύστημα αξιών (αισθητικών και φιλοσοφικών) από το οποίο θα μπορούσα να διδαχθώ το μη αναπαραστατικό (παρότι υπάρχουν πολλά να ειπωθούν για την έννοια της αναπαράστασης στο Ισλάμ, αν και όχι σε αυτή την συζήτηση).
Το σώμα είναι συχνά το υποκείμενο της δουλειάς μου αλλά δεν πιστεύω ότι, στην εποχή της έκρηξης της ψηφιακής εικόνας, η απεικόνισή του είναι η καλύτερη δυνατή προσέγγιση εκ μέρους της τέχνης. Βρίσκω ότι ο ανεικονικός χαρακτήρας της Ισλαμικής Τέχνης έχει πολλά κοινά με την αλγοριθμική φύση της εικόνας του κόσμου σήμερα, όπως αυτή συγκροτείται από δεδομένα (data), από την πήξη των pixels σε αναγνωρίσιμες επιφάνειες. Το διάγραμμα είναι μια τέτοια, αφηρημένα λειτουργούσα, εικόνα. Περιέχει πληροφορίες αλλά μπορεί να συγκαλύψει το νόημα τους για τον θεατή του αν αλλάξει το πλαίσιο θέασης ή αναφοράς. Σχετίζεται δηλαδή με την κατάσταση αναγνωσιμότητας του σώματος και όχι με το ίδιο το σώμα. Φόρμες σαν και αυτές εμπλέκονται ουσιαστικά με το πώς βλέπουμε και μας βλέπουν, και ως τέτοιες με ενδιαφέρουν ιδιαίτερα, καθώς μάλιστα η δουλειά μου επικεντρώνεται σε υποκείμενα που έχουν υποφέρει από υπερέκθεση οπότε για την κατανόησή τους, είναι ανάγκη να επινοηθούν νέα συστήματα γνώσης και όχι απλώς νέοι τρόποι αναπαράστασης.
Στο πρόσφατο project, Echo Chamber, στο Μουσείο Van Abbe στο Eindhoven, ασχολήθηκα συγκεκριμένα με την Samantha Lewthwaite. Είναι η νεαρή Βρετανίδα, περίπου συνομήλική μου, η οποία υπήρξε παντρεμένη με έναν από τους βομβιστές των επιθέσεων της 7/7/2005 στο Λονδίνο. Στα χρόνια που ακολούθησαν η γυναίκα αυτή έγινε ευρέως γνωστή ως εμπλεκόμενη με μουσουλμανικές εξτρεμιστικές ομάδες έως ότου εγκατέλειψε τη Βρετανία για την Ανατολική Αφρική και, όπως θεωρήθηκε, προσχώρησε στην Al-Shabaab.
Η δαιμονοποίησή της από τον Τύπο, όπως παρατήρησα, κλιμακώθηκε με αναφορές σε τρομοκρατικές ενέργειες αλλά με ελάχιστα συγκεκριμένα στοιχεία, μέχρις του σημείου η Lewthwaite να γίνει «διάσημη» ως η πλέον καταζητούμενη από την Interpol γυναίκα. Για αυτή την νέα σχέση ανάμεσα στα media και τη γυναίκα-τρομοκράτη, απέφυγα μια αναπαράσταση της και δημιούργησα έναν χώρο στοχασμού.
Για να επιστρέψω στη ρίζα της γλώσσας όπως την επισήμανες προηγουμένως, έφτιαξα έναν χώρο στοχασμού πάνω σε αυτά που γνωρίζουμε ή νομίζουμε ότι γνωρίζουμε για την γυναίκα αυτή. Επρόκειτο για μια τοιχογραφία στην οποία μπορούσε κανείς να προβάλλει τη γνώση ή εμπειρία του για ένα θέμα που είναι δύσκολο να μετρηθεί, να κριθεί, να στοιχειοθετηθεί και μάλιστα μέσα στα δεδομένα που δημιούργησε το φύλο της και η έλλειψη αποδείξεων για τη δράση της.
Εκεί η μετατόπιση ανάμεσα στους χρωματισμούς και τη σημειολόγησή τους (από το κόκκινο στο ροζ, από το άσπρο στο μαύρο) δημιουργούσε έναν άλλο χώρο αντιστοιχίσεων και κωδικοποιημένων συμπαραδηλώσεων (από τον κίνδυνο στην θηλυκότητα, από την αθωότητα στον θάνατο και τον τρόμο). Η ευφορία που δημιουργούν τα χρώματα, η ασφάλεια που γεννά η επανάληψη, η διακοσμητικότητα των μοτίβων είναι ένας τρόπος για να μπούμε σε μια περιοχή που τελικά, λόγω της ουσίας της είναι πεδίο ρίσκου και κριτικής σκέψης. Και πάλι η απόφαση είναι του θεατή και εξαρτάται από την διάθεσή του να δεσμευτεί και να σκεφτεί, να έχει μια εμπειρία που υπερβαίνει την αισθητική ευχαρίστηση τελικά χωρίς όμως να γίνεται διδακτική.
Ν.Α.: Φαίνεται να περιγράφεις μια τακτική αποπλάνησης με σκοπό την ανάδειξη όποιας πιθανής παραπλάνησης. Στα πλαίσια αυτής της πολύμορφης πρακτικής εντάσσεται νομίζω και η απόφασή σου να ζητήσεις δύο συνεργασίες στα πλαίσια του έργου: από την Lisa Downing, (καθηγήτρια Γαλλικού Λόγου της Σεξουαλικότητας στο πανεπιστήμιο του Birmingham), να συμμετάσχει στην έκθεση με ένα νέο κείμενο (“A reflection on the Gender Politics of Targetting”). Και από την χορογράφο Yasmina Reggad να εμψυχώσει το υλικό με μια σειρά επιτελεστικών μετατοπίσεων των ρόλων θύτη-θύματος.
Αν και με διακριτό τρόπο, η συμβολή και των δύο προσέφερε νομίζω, ανάμεσα σε άλλα, ένα ακόμη εργαλείο κατανόησης της διαφοράς ανάμεσα στην ιδέα της θηλυκότητας και την επί μέρους εκπλήρωσή της από κάθε γυναίκα μέσα στο εκάστοτε πολιτιστικό, πολιτικό πεδίο ζωής. Άλλωστε είδαμε πρόσφατα, και με αφορμή κινητοποιήσεις - θεάματα, όπως αυτό της πρωτοβουλίας #metoo, να δημιουργούνται αντικρουόμενες διεκδικήσεις μέσα στην κοινωνία των γυναικών. Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι, σε αυτά ειδικά τα μετά-τον-ιστορικό-φεμινισμό χρόνια να σκεφτόμαστε και να πράττουμε με όρους «φύλου» και ενώ διεκδικούμε παράλληλα την πιο άναρχη ελευθερία της μη ταυτοποίησης.
N.G-D.: Πράγματι θεωρώ το κείμενο αυτό αναπόσπαστο κομμάτι της έκθεσης καθώς η έρευνα της Downing έχει επηρεάσει συνολικά τον τρόπο που σκέφτομαι για τη δουλειά μου και είναι ένα πολύτιμο είδος διαλόγου που ενεργοποιεί εξίσου την τέχνη και την ακαδημαϊκή έκφραση και σκέψη. Είναι χρήσιμο να διατηρούμε την εκφραστική αυτονομίας μας (συγγραφέας, ζωγράφος, χορογράφος) αλλά να μπορούμε να δημιουργήσουμε συναστρίες περιπτώσεων έτσι ώστε να ανοίγουμε τα όρια της κατανόησης. Έτσι η performance και το κείμενο δεν υπόκεινται στις εικόνες, όπως το ατομικό δεν διαλύεται μέσα στην ενέργεια του συλλογικού. Είναι η πρώτη φορά που δουλεύω με performers και το έργο της Yasmina προέκυψε από την αυθόρμητη ανταπόκρισή της στα έργα που είδε να δουλεύω στο στούντιό μου και την πεποίθησή της ότι θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν με τη δημιουργία ενός τάγματος σωμάτων πέραν των φύλων. Το τάγμα εκπαιδεύτηκε σε αναπάντεχους σχηματισμούς και επεισοδιακές ταυτίσεις με γνωστές αστυνομικές κινήσεις καταστολής και τακτικές αστικής μάχης. Μάλιστα η performance, πήρε τον τίτλο της από μια γραμμή του κειμένου της Lisa: «αρνήθηκε να είναι αυτό που της είπαν ότι ήταν» (“she refused to be what she was told she was”). Υλοποιήθηκε στα εγκαίνια της έκθεσης, ανάμεσα στο πλήθος εικόνων αναφοράς σε στόχους και όπλα και, καθώς υιοθέτησε κινήσεις δανεισμένες από τις πολεμικές τέχνες (martial arts), έγινε οξεία υπόμνηση της δυναμικής της άοπλης αντίστασης και της ορμής του ενεργού σώματος.
Είναι αλήθεια ότι σε μεγάλο βαθμό έπρεπε η ίδια να παραδώσω τον έλεγχο του έργου και του χώρου σε κάποιον άλλο, για να πραγματοποιηθεί η παρέμβαση «του στρατού» της Yasmina. Μέσα από την «παράδοση» αυτή το έργο κέρδισε μια άλλη αιχμή και ξάφνιασε ακόμη και εμένα.
Είναι δύσκολο να απαντήσω στον προβληματισμό σου για τους νέους τρόπους που καλούμαστε να μιλήσουμε για τα φύλα. Η έκθεση αυτή δεν ήταν για τις γυναίκες αλλά για την στοχοποίηση του φύλου τους στα κοινωνικά συμφραζόμενα. Έτσι μπορεί να χρησιμεύσει πιθανά ως αφετηρία για διατμηματικούς διαλόγους κάθε είδους, διαλόγους που περιλαμβάνουν τα φύλα και τις πολιτικές τους ως μια σύνθετη πραγματικότητα ανάλογη με εκείνη της ύπαρξης. Αισθάνομαι άλλοτε έτοιμη να συμμετάσχω σε τέτοιους διαλόγους και άλλοτε επιφυλακτική, με μετατοπίσεις ιδεολογικές και συναισθηματικές που εξαρτώνται και από τις ειδικές συνθήκες (γεωγραφικές, ταξικές κ.λ.π) που διαμορφώνουν κάθε συμπεριφορά αποκλεισμού και την άσκηση εξουσίας που τη συνοδεύει. Η ιστορική σημασία του φεμινιστικού αγώνα δεν μπορεί να υποτιμηθεί για κανένα λόγο, όπως δεν μπορεί να αγνοηθούν οι αρχές ανάδειξης των καταπιεσμένων και αφανών που με κόστος εγκαθίδρυσε, πολύ περισσότερο σε εποχές που οι ανισότητες πληθαίνουν αντί να ελαττώνονται.
Ν.Α.: Θα συμφωνήσω μαζί σου ότι υπάρχουν ακόμη πολύ λόγοι για να είμαστε σε εγρήγορση, πρόθυμοι για τομές και ασυνέχειες χωρίς να υποκύπτουμε στη μελαγχολία του χρόνου και κόπου που απαιτεί αυτή η στάση. Η έξοδος, νομίζω από τη θέση του θύματος (φυλετικά, εθνικά ή όπως αλλιώς το δει κανείς) και τον εν γένει μηχανισμό των στόχων (στοχοποίηση, στοχοθέτηση, στόχευση κ.λ.π) θέλει περισσότερα από την χειραφέτηση ως συνειδητοποίηση, την εκδήλωση οργής και την ανάθεση κάποιας σωτήριας διαδικασίας έξω από εμάς ή εντός χαρακωμάτων. Είναι πιθανό η άρνηση («αρνήθηκε να είναι αυτό που της είπαν ότι ήταν») ως ενεργοποίηση μιας έκπληξης να είναι ικανή να ανοίξει αναπάντεχους πόρους επικοινωνίας ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη, τον στοχασμό και τα κινήματα, την τέχνη και τη ζωή.
Δείτε πληοροφορίες για την έκθεση στο Guide της Athens Voice