- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο αλλόκοτος κόσμος του Εμμανουήλ Μπιτσάκη
Τι θα δούμε στην έκθεσή του με τίτλο το «Επίμονο Ελάχιστο» στο 16 της Φωκίωνος Νέγρη
«Τρέχω στο κέντρο, από Εξάρχεια στο Μεταξουργείο, όπου τυπώνεται ο κατάλογος της έκθεσής μου, μετά στην Καλών Τεχνών στην Πειραιώς, μιας και συμμετέχω στην ομαδική για τα 100 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση. Με τα πόδια εννοείται. Κι ύστερα ήρθα εδώ, μετά θα πάω κάπου, οπότε φροντίζω να ντύνομαι...» Ντυμένος στα κατάμαυρα, στα γραφεία της Άθενς Βόις για τη συνέντευξη-γνωριμία, μοιάζει περισσότερο για σκέιτερ που ακούει death metal. Παραπέμπει στο κυρίαρχο λουκ της γειτονιάς του, τα Εξάρχεια, μόνο που από εκεί και μετά παύει να ισχύει κάθε κλισέ ή λάθος εντύπωση που μπορεί να σου δώσει και προκαλέσει κάθε «σημειολογία», η οποία ερασιτεχνικά παίρνει στα σοβαρά τα σημάδια του τυχαίου. Αφορμή για τη συνάντηση το «Επίμονο Ελάχιστο», η έκθεση στο 16 της Φωκίωνος Νέγρη, τον εκθεσιακό χώρο της Συλλογής Φέλιου - Ίδρυμα H Άλλη Αρκαδία.
Σε αντίθεση με τα πλακάτ πολυποίκιλα χρώματα των έργων του, το ενδυματολογικό στιλ του Μπιτσάκη μπορεί να σε αποπροσανατολίσει, πέρα από τον χαρακτήρα του ακόμα και στην τέχνη του. Το ντύσιμό του, αυτό που αρμόζει σε έναν roadrunner της πόλης. Και της λεπτομέρειας. Αυτό είναι κάτι που πάντα με εντυπωσίαζε στους πίνακές του. Η λεπτομέρεια. Ένα ελάχιστο της μεγάλης εικόνας, που αποκόβοντάς το από το περιβάλλον του το μεγιστοποιεί, προσδίδοντάς του εύρος. Κι έτσι με το ελάχιστο δομεί τη δική του εικόνα, εντάσσοντας αρκετές φορές και τον εαυτό του. Οι δρόμοι, ο ουρανός, τα αγάλματα, τα πετούμενα, οι πίνακες των μαιευτηρίων, οι σαύρες πίσω από τις φυλλωσιές, οι κεραίες των πολυκατοικιών, το φόντο δηλαδή της πόλης, ενώνονται μαγικά με το ζωγραφικό του σύμπαν-όραμα. Το κόκκινο, το μπλε και το μαύρο, χρώματα με τα οποία δουλεύει ακατάπαυστα στο σημειωματάριό του, μιας και ποτέ δεν περνά στιγμή στα καφέ, τα ξενοδοχεία, τα αεροδρόμια ή τα τρένα με τα οποία διακτινίζεται στις επικράτειες των μητροπόλεων ή των εξοχών, στους πίνακές του μεγεθύνονται.
Η σχεδιαστική διαδικασία για τον Εμμανουήλ είναι αυτή η σύνθεση μικροκόσμων-λεπτομερειών. Ο Μπιτσάκης ακροβατεί μεταξύ ρεαλισμού και αλλόκοσμου. Δεινός σχεδιαστής κλείνει το μάτι στον θεατή, μιας και το ακαδημαϊκό που νομίζει πως έχει μπροστά του είναι τοποθετημένο στο μεταίχμιο του σουρεαλισμού. Όλα είναι ή δείχνουν τόσο πραγματικά μα και ψέματα ταυτόχρονα.
Κι ο Μπιτσάκης-φιγούρα, ο καλλιτέχνης δηλαδή μέσα στο έργο, παίζει ρόλους, υποκρίνεται περσόνες, συμμετέχει ως εικόνα μέσα στις εικόνες, που κρύβουν μια άλλη εικόνα. Με παιγνιώδη διάθεση μα και με μερικές κατάμαυρου χιούμορ αντιστίξεις δαιμόνων, προσωπικών ή συμπαντικών. Πενήντα έργα που δημιουργήθηκαν μεταξύ 1998 και 2017, αυτά θα δούμε στο 16 της Φωκίωνος Νέγρη. Πίνακες και σημειωματάρια. Τι άραγε να είναι αυτό που τα διαφοροποιεί και τα ξεχωρίζει; Προσωπικά, θεωρώ τίποτα. Γιατί για τον Μπιτσάκη, θεωρώ πως όλα είναι μέρος μιας συνολικής προσέγγισης όχι στην τέχνη μα τη ζωή. Πολλά «ελάχιστα» που επίμονα συνθέτουν το μεγάλο προσωπικό του «κάτι»…
Λες πως ο όρος «αναδρομική» δεν ορίζει σωστά, παρά τον μακροσκελή χρόνο που καλύπτει, την παρουσίαση της δουλειάς σου. Μπορείς να μου εξηγήσεις το γιατί;
Ναι, μπορούμε, αφού δείχνονται, έστω και με κριτήριο ότι ανήκουν σε μία μόνο συλλογή, έργα από όταν ξεκίνησα μέχρι σήμερα. Αναδρομική, ως απλός προσδιορισμός χρονικής προόδου, μέχρι εκεί.
Τελείς υπό συνεχή ζωγραφική συνθήκη. Το εργαστήρι του καλλιτέχνη είναι, νομίζω, περισσότερο κρυμμένο στα βάθη του backpack παρά σε ένα στούντιο ή σπίτι. Έχεις το σύνδρομο του χαμένου χρόνου, που δεν σε αφήνει στιγμή χωρίς να σχεδιάζεις ή είναι κάτι άλλο πιο ψυχαναλυτικό, που αξίζει να μας ερμηνεύσεις;
Ωραία το είπες, όντως υπό «συνεχή ζωγραφική συνθήκη». Στα 20 ίσως είχα το «σύνδρομο του χαμένου χρόνου», τώρα πια όχι. Εν μέρει είχα καλό ένστικτο προβλέποντας τον χρόνο που θέλοντας ή μη χάνω τώρα. Έκανα τότε αποταμίευση. Αυτό με έκανε τσιγκούνη – η συνήθεια έμεινε.
Έχω την εντύπωση πως ακόμα και τα προσχέδιά σου είναι ακριβή. Ίσως γι’ αυτό στην έκθεσή σου αποτελούν ολοκληρωμένα έργα. Εκτίθενται δίπλα στους πίνακες, χωρίς να υπολείπονται σε ένταση/ιδέα. Αυτή η κυβίστηση ανάμεσα στο μικρό και το μεγάλο, με ποια κριτήρια συμβαίνει. Τι είναι αυτό που μέσα σου κατευθύνει το μέγεθος και τη φόρμα, ορίζοντας το ποιο θα είναι τι και πόσο;
Μου αρέσει που κάνεις διάκριση μεταξύ μικρού και μεγάλου εντός του Μικρού (όλα είναι μικρά, αλλά τα σχέδια ακόμα μικρότερα). Βολεύει το μικρό στο σούρτα-φέρτα. Το σχεδιάκι πράγματι είναι μία ολοκληρωμένη και άρτια εκτελεσμένη ιδέα, επιδέχεται όμως βελτίωσης, οπότε γίνεται και πίνακας. Άλλοτε μου αρέσει τόσο, που θέλω να το θαυμάσω και με χρώματα, αυτοκολακεία με κόστος εργατοώρες. Άλλοτε μου αρέσει τόσο λίγο, που λέω να της δώσω μία ακόμη ευκαιρία, μπας και γίνει τίποτα.
Μένεις στα Εξάρχεια. Και μάλιστα πολλά χρόνια πριν την κρίση, που έδωσε στη γειτονιά κι άλλα χαρακτηριστικά πέραν ενός τόπου-συναπαντήματα ιδεών που ήταν κάποτε. Πώς αυτό επηρεάζει (ή όχι) τη δουλειά σου;
Επηρεάζει την αντίληψή μου το να ζω στον δοκιμαστικό σωλήνα «Εξάρχεια» του κέντρου της πρωτευούσης και όλης της χώρας κατ’ επέκταση: πάλι το μικτό και το μεγάλο εντός του Μικρού. Η αντίληψή σου επηρεάζει αυτά που κάνεις, από κει και πέρα το αρχικό ερέθισμα δεν σου χρειάζεται πια, ή και απαιτείται να παρακάμπτεται, προκειμένου να αποφύγεις (εγώ) την απλή συμπτωματολογία.
Έζησες στην Κοπεγχάγη, ταξιδεύεις συχνά, μα και διαδρομεύεις φανατικά περιπολώντας στην Αθήνα. Πώς βλέπεις την πόλη, σε σύγκριση με τις άλλες μητροπόλεις του «έξω»; Εκτός από την Αθήνα, τη Ρόδο, άντε και τη Σύρο, που μου αρέσει και πετάγομαι, δεν έχω μείνει συνεχόμενα πουθενά για πάνω από δυο-τρεις μήνες. Στην Κοπεγχάγη είχα πάει residency, όπως και στην Κίνα αργότερα. Θέλω να ταξιδεύω συχνά, πολύ συχνά, να τελώ υπό συνεχή ταξιδιωτική και ζωγραφική συνθήκη, όπως εύστοχα είπες. Πριν την κρίση ταξίδεψα αρκετά, χωρίς καν όμως να προσεγγίσω τον στόχο. Τώρα είμαι ακόμη μακρύτερα, το παλεύω όμως. Από κει και πέρα, ταξιδεύω σε επίπεδο φαντασιακό, και σε αυτό βοηθούν πράγματι οι καθημερινοί μακρινοί και εμμονικά επαναλαμβανόμενοι περίπατοι στην Αθήνα. Η Αθήνα επιβάλλει να ασκήσεις αντανακλαστικά και πάσα ικανότητα αυτοσυντήρησης, ειδικά αν είσαι πεζός. Πολλά ερεθίσματα που εναλλάσσονται με ακλόνητη άρνηση για αλλαγή στο όριο της απελπιστικής ανίας. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα πόλη και κατά τόπους όμορφη, πράγμα που οφείλει εξίσου στο καλό και κακό παρόν και παρελθόν της. Είναι και το περιπετειώδες φυσικό ανάγλυφο που δίνει ρυθμό στην άναρχη αυτοεξάπλωσή της: Τόσα πράγματα χωράνε σε περιορισμένο χώρο, μικρότερα και μικρά εντός του Μικρού με διάθεση επέκτασης, λες και ήταν μεγάλα. Έχει κοινά με τις «μητροπόλεις», που λες, είτε στην πραγματικότητα είτε στο μυαλό της, δηλαδή που θα ήθελε να έχει – και αυτά της δίνουν μορφή. Αυτοσχεδιασμός και αυτοπεποίθηση, ένα, κατά τη γνώμη της, φιλόδοξο ή της ανάγκης σχέδιο, ας δούμε μπας και γίνει τίποτα.
Υιοθετείς ρόλους και περσόνες. Ξέρεις, πρώτη φορά που «σε είδα» στους πίνακές σου, σκέφτηκα πως είναι κάτι σαν σέλφις-«painties», για να χαριτολογήσω. Εσύ, υπό μιας θεότρελης συνθήκης απεικόνιση. Πώς προέκυψε αυτή η αυτοαναφορικότητα, που θεωρώ πως είναι κομβικό κομμάτι του έργου σου;
Ίσως για να ικανοποιήσω το πρότερο αίτημά σου για αυτο-ψυχανάλυση, πρόκειται για προσκόλληση στο νηπιακό στάδιο ανακάλυψης και ερμηνείας του κόσμου φιλτραρισμένου από το μέχρι πρόσφατα μόνο γνώριμο Εγώ. Μετά, απότομα, από νήπιο μεγαλώνεις και λες να υποδυθείς για να πάρεις μια γεύση (εκ του ασφαλούς πάντα) από το τι κάνουν οι άλλοι. Είναι βέβαια και ενδεδειγμένος τρόπος να σχολιάσεις και εσένα και τα πεπραγμένα της περσόνας που κάνεις πως είσαι.
Δείτε πληροφορίες για την έκθεση του Εμμανουήλ Μπιτσάκη, «Επίμονο Ελάχιστο» στο Guide της Athens Voice