Εικαστικα

Κωνσταντίνος Παπαμιχαλόπουλος: Από τα γιαπωνέζικα κόμικς στο Μουσείο Βορρέ

Λίγο πριν ανοίξει η νέα του έκθεση με τίτλο «Ισχύς μου η αγάπη του Λαού», απάντησε στις ερωτήσεις μας

Γιάννης Νένες
ΤΕΥΧΟΣ 634
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αθηναίος, άνθρωπος του κόσμου και του διαδικτύου. Γρήγορος, εύστροφος, δημιουργικός, ακαριαίος. Ζωγράφος, υποψήφιος διδάκτωρ στο Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου. Συνεργάτης της Βαβέλ και του MovMag, του «9» και της «Βιβλιοθήκης» της Ελευθεροτυπίας, εικονογράφος στο «Βήμα» και σχεδιαστής  όλων των εξώφυλλων του «Athens Review of Books». Σχεδιαστής κόμικς (άλμπουμς: «Ο Γιάπωνας», «Δευτερονόμιον», «Επιλαρχία!») και coloring books. Το 2015 ήταν artist-in-residence στο Amsterdams Grafisch Atelier στην Ολλανδία. Είναι συνιδρυτής της White Island Works. Λίγο πριν ανοίξει η νέα του έκθεση με τίτλο «Ισχύς μου η αγάπη του Λαού» που θα φιλοξενείται από τις 13/11 στο Μουσείο Βορρέ, απάντησε στις ερωτήσεις μας.

«Ισχύς μου η αγάπη του Λαού». Πώς συνδυάζεται αυτός ο τίτλος με το χώρο του Μουσείου Βορρέ ο οποίος ανοίγει για προσωπική έκθεση σύγχρονου δημιουργού για πρώτη φορά;

Το συγκεκριμένο μότο απαντάται σε όλη τη λαογραφική συλλογή του Μουσείου Βορρέ, πρωτίστως στους θυρεούς της ελληνικής βασιλικής δυναστείας. Θεωρήσαμε με τον επιμελητή της εκθέσεως Γιώργο Μυλωνά πως είναι ένα εξόχως επίκαιρο ρητό καθώς οι διάφοροι εκπρόσωποι του σύγχρονου λαϊκισμού επικαλούνται γενικώς και αορίστως αυτή την «αγάπη του λαού» ως μια ιδιότυπη πηγή ισχύος. Επιπλέον, δεν εκπλήσσει το ότι σχεδόν άπαντες οι επικεφαλής λαϊκιστικών κινημάτων, αριστεράς και ακροδεξιάς, είναι ταυτοχρόνως υμνητές των ολοκληρωτισμών – από τον Μάο και τον Τσε μέχρι τον Χίτλερ, τον Γιαρουζέλσκι ή τον Μαδούρο.

Η προηγούμενη έκθεση ήταν στο αίθριο του Αρχαιολογικού Μουσείου. Ποια σημεία της Αθήνας γενικότερα θεωρείτε φιλόξενα για τα έργα σας; Και γιατί;

Η Αθήνα δεν είναι μόνο τα μεγάλα, γνωστά στο ευρύ κοινό μουσεία. Υπάρχουν, μεταξύ άλλων, χώροι με έξοχες συλλογές όπως το Μουσείο Κανελλόπουλου και βεβαίως το Νομισματικό Μουσείο. Θεωρώ πως η εργασία μου δεν δημιουργείται εν κενώ. Θέλω να συνδεθεί με το ευρύτερο πλαίσιο της ελληνικής τέχνης πέραν των εικαστικών. Άλλωστε, με απασχολεί μεν η λεγόμενη λόγια τέχνη αλλά το ίδιο συμβαίνει και με την pop κουλτούρα και το λαϊκό στοιχείο.  

Η δουλειά σας διακρίνεται από μία steampunk αισθητική της λεπτομέρειας. Πώς προέκυψε αυτή;

Φυσική συνέχεια των εικόνων με τις οποίες μεγαλώσαμε –Comics, videogames κ.λπ.– αλλά και του τεχνολογικού πολιτισμού που ανέκαθεν μας περιέβαλε. 

Τα πρόσωπα στα έργα σας μοιάζουν να αποδομούνται εις τα εξ ων συνετέθησαν, σχεδόν με μία μορφή μηχανολογικού σχεδίου. Πώς συναρμολογείτε αυτές τις μορφές;

Με έναν τρόπο που ελαχίστως διαφέρει από το πώς όλοι μας κινούμαστε στο διαδίκτυο: ψηλαφητά και με αλματώδεις συνδέσεις υπερκειμένων (hyperlinks). 

Συχνά τα πορτρέτα σας είναι σαν μία παραποιημένη σέλφι. Διαλέγετε τον εαυτό σας ως μοντέλο; Και γιατί;

Υπάρχει μια μακρά παράδοση selfies avant la lettre: από τον Dürer και τον Rembrandt μέχρι τον Caravaggio και τους αποκεφαλισμούς του – ως Γολιάθ στα χέρια του νικηφόρου Δαυίδ κι ως Ολοφέρνης στο έλεος της Ιουθίδ. Εν προκειμένω όμως στη δική μου περίπτωση ήδη από τα 18 μου κάνω αυτοπροσωπογραφίες. Σίγουρα ενυπάρχει μια κάποια φιλαυτία, αλλά υφίσταται και μια υγιής ανάγκη να χρησιμοποιεί κανείς το πιο βολικό και πανταχού παρόν μοντέλο του: τον εαυτό του. 

Φαίνεται να αγαπάτε ιδιαίτερα και τον Άνθρωπο-Μηχανή. Από τον Τάλω μέχρι τους τωρινούς κοσμοναύτες και στρατάρχες. Τι είναι αυτό που σας γοητεύει σε αυτά τα πλάσματα;

Μέσω των μύθων, των αναπαραστάσεων ή των όντως κατασκευασμένων εκδοχών (ρομπότ) του Τεχνητού Ανθρώπου καθώς και με τις προόδους στο πεδίο της Τεχνητής Νοημοσύνης αλλά και της γενετικής, το ανθρώπινο είδος διαρκώς αποπειράται να ανακατασκευάσει –ή πιο σωστά να δημιουργήσει– εαυτόν καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν του. Επιθυμεί να γίνει δηλαδή θεός στη θέση του θεού του τον οποίο επίσης κατασκεύασε ως ένα άλλο ομοίωμά του – είτε μιλάμε για παρελθούσες εκδοχές της πολυθεΐας είτε για τους μονοθεϊσμούς του παρόντος μας. 

Η επιθυμία του αυτή πηγάζει από το γεγονός πως ο άνθρωπος δεν είναι απλώς ένα βιολογικό ον. Στην πραγματικότητα είναι ένα ον ιστορικό, ένα ον μεταβιολογικό, ένα ον του οποίου οι ιδιότητες δεν ήταν ποτέ σταθερές. Είναι ως εκ τούτου ένα ον ελλιπές, ένα σύστημα με οργανικές ελλείψεις και εγγενή ελαττώματα. Ο άνθρωπος στην προσπάθειά του να υπερβεί τις ελλείψεις και τους φυσικούς του περιορισμούς υπεραναπληρώνει μέσω τεχνολογιών και προσθετικών μηχανισμών – των προεκτάσεών του κατά τον Marshall McLuhan. Εν τέλει η μόνη αληθινή «φύση» του ανθρώπου είναι αυτή ακριβώς η τεχνητή σκευή που ο ίδιος δημιουργεί γύρω του αλλά και εντός του.

Τι ρόλο παίζει το χρυσό στα έργα σας; Φαίνεται να κυριαρχεί στα περισσότερα δίνοντας ένα «βυζαντινό» φόντο στις εικόνες σας.

Το χρυσό φόντο απαντάται όχι μόνο στα βυζαντινά αλλά σε όλη την ανατολική τέχνη: από τα περσικά εικονογραφημένα χειρόγραφα μέχρι τα εσωτερικά των ιαπωνικών ανακτόρων του 17ου αιώνα (π.χ. το Κάστρο Nijo). Προσωπικώς μου έλυσε ένα πρόβλημα χώρου και ένα ζήτημα ιεραρχήσεως με μιαν αποφασιστική χειρονομία.

Τα θέματά σας στην καινούργια έκθεση παίζουν ανάμεσα σε πορτρέτα στρατιωτικών, γιαπωνέζικες μορφές, υπερφυσικά ψάρια, άνθη μέσα σε σκαλωσιές. Ποιο είναι το μέλλον που νοσταλγεί αυτή η έκθεση;

Το μέλλον που νοσταλγεί η πάσης προελεύσεως επιστημονική φαντασία. 

Η ψηφιακή σας εμπειρία πώς υπάρχει μέσα στην έκθεση «Ισχύς μου η αγάπη του Λαού»;

Η ευχέρεια με την οποία ενώνουν τις πιο εξωφρενικά διαφορετικές επιρροές, η πολυεπίπεδη λειτουργία τους, η παντελής αδιαφορία για το τι είναι εντός πολλών εισαγωγικών «τέχνη» – όλα αυτά ήταν μια έξοχη σπουδή η οποία έλαβε χώρα ακριβώς όταν την είχα περισσότερο ανάγκη. 

Ποιοι είναι οι επηρεασμοί σας και με ποιον τρόπο από την pop κουλτούρα;

Από Moebius και Hokusai (διότι ας μην ξεχνάμε πως το ukiyo-e, η ιαπωνική ξυλογραφία δηλαδή, εθεωρείτο στην Ιαπωνία χαμηλοτάτου επιπέδου ψυχαγωγία έως τις αρχές του 20ού αιώνα) μέχρι την Team ICO που δημιούργησε αριστουργήματα για τις κονσόλες Playstation και σχεδιαστές manga όπως τον Tsutomu Nihei, τον Katsuhiro Οtomo ή τον Masamune Shirο. Τεράστια πάντως επιρροή έπαιξαν πρωτίστως τα δυο μου ταξίδια στην Ιαπωνία και η επανασύνδεσή μου με τα βιντεοπαιχνίδια το 2005.

Ζείτε ανάμεσα στη Φολέγανδρο, την Ευρώπη και την Αθήνα. Πού νιώθετε ότι ανήκετε περισσότερο;

Στην Αθήνα ανήκω. Ταξιδεύοντας έστω και για λίγο εκτός, εκτιμάς πάρα πολλά πράγματα που στην Αθήνα τα θεωρούμε δεδομένα. Απομυθοποιήθηκε αρκετά το εξωτερικό. Επί παραδείγματι για να φυτοζωεί απλώς μια τετραμελής οικογένεια στο Amsterdam θα πρέπει να έχει μηνιαίο εισόδημα €3.500. Για να κάνει δε τη ζωή που απολαμβάνουμε εμείς στην Ελλάδα θα χρειαζόταν πάνω από €8.000, ίσως και €10.000. Το ιδεώδες, για εμάς τουλάχιστον, είναι να ζει κανείς Αθήνα και να έχει έσοδα (και) από το εξωτερικό.  

Νιώθετε Έλληνας, όταν δημιουργείτε;

Το «Έλληνας» είναι μια παρεξηγημένη κατηγοριοποίηση. Ελληνικό δεν είναι η φουστανέλα, το τσαρούχι ή ο φραπές. Κατ’ εμέ ελληνικότητα είναι μια ικανότητα αφομοιώσεως και οικειοποιήσεως που απαντάται (και) στον ελληνικό πολιτισμό. Άλλοι πολιτισμοί, όπως π.χ. ο ιαπωνικός, είναι μια σχεδόν αδιατάραχτη ιστορική συνέχεια, μια συμπαγής παράδοση. Δείτε από την άλλη το παράδειγμα του Παρθενώνα: από ελληνικός ναός μετετράπη σε ρωμαϊκό, κατόπιν χριστιανικό (ορθόδοξο και των λατίνων), οθωμανικό τζαμί, μπαρουταποθήκη καθώς και παρ’ ολίγον ανάκτορο. Ο ελληνικός πολιτισμός είναι μια παράδοση της τομής.

Κωνσταντίνος Παπαμιχαλόπουλος


Μουσείο Βορρέ, Παιανία, 2106642520. Εγκαίνια: Δευτ. 13/11, ώρα 19:30. Διάρκεια: 13/11 - 14/1/ 2018. Σάβ., Κυρ. 10.00-14.00