- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Αγορά Μοδιάνο Θεσσαλονίκης: Ιστορίες από το κάποτε, εικόνες από το τώρα
Μπήκαμε, είδαμε και μάθαμε ποιοι θα ξαναδώσουν ζωή στην πιο ιστορική αγορά της Θεσσαλονίκης
Αγορά Μοδιάνο: Το παρελθόν και το παρόν της ιστορικής Κεντρικής Αγοράς Τροφίμων της Θεσσαλονίκης, που θα ανοίξει σε λίγες μέρες.
Δημήτρης Πουλικάκος και Σκόνη, πέτρες, λάσπη, όλη μέρα στο γιαπί. Περνάω έξω από την Αγορά Μοδιάνο και από την είσοδο της Ερμού βλέπω το έργο της ανακαίνισης να σπιντάρει, αφού πλησιάζουν οι μέρες που θα αποκαλυφθεί. Ο Όμιλος Fais υπόσχεται πως η επανεκκίνησή της θα είναι μια ολική επαναφορά μιας κουλτούρας κι ενός κοσμοπολιτισμού που έρχεται από πολύ μακριά. Από εκείνες τις εποχές των αρχών του 20ού αιώνα που η Θεσσαλονίκη έλαμπε σαν τρελό διαμάντι.
Μακάρι και το εύχομαι ολόψυχα, επάνω σε αυτές τις ιδέες και τις αξίες επιβάλλεται να επενδύσει η πόλη, αν θέλει να ξεφύγει από την γκρίνια, που ανέκαθεν στον βορρά ήταν ενδημικό φαινόμενο. Τον τελευταίο καιρό η γκρίνια περισσεύει, τίνοντας να γίνει η κυρίαρχη τάση και το εξωτερικευμένο συναίσθημα μιας Θεσσαλονίκης που παλεύει να εφεύρει το σύγχρονο πρόσωπό της. Έξω από τη στοά φυσά αεράκι, φθινόπωρο, και οι στάλες της ξαφνικής βροχής με κάνουν να μπω εντός της για να προστατευτώ. Βλέπω τα συνεργεία, ακούω τα μηχανήματα, κοντοστέκομαι, και στη θέα του εργοταξίου έρχονται στο μυαλό μου στιγμές και στιγμές.
Αγορά Μοδιάνο, κάποτε ή και to cut a long story short
Γνωστή και ως Κεντρική Αγορά Τροφίμων, άρχισε να χτίζεται το 1922, αποπερατώθηκε το 1925 και εγκαινιάστηκε επίσημα το 1930. Το κτίριο κατασκευάστηκε από τον αρχιτέκτονα J. Oliphant και τον μηχανικό (και ιδιοκτήτη του χώρου) Ελί Μοδιάνο. Ο Ελί, γόνος μιας από τις πιο γνωστές και πλούσιες οικογένειες της εβραϊκής σεφαραδίτικης κοινότητας της Θεσσαλονίκης, σπούδασε αρχιτεκτονική στο Παρίσι και, αφού επέστρεψε στην πόλη, υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς αρχιτέκτονες που άφησαν το στίγμα τους με τον σχεδιασμό σημαντικών και εμβληματικών κτιρίων. Το Τελωνείο, το Παλαιό Κυβερνείο (σήμερα Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας- Θράκης), το Ξενοδοχείο Λουξεμβούργο, το Μέγαρο Άτλας κ.α., ακόμα και σήμερα παραμένουν τοπόσημα, μαρτυρίες και αναμνήσεις από μια κοσμόπολη που, μετά την πυρκαγιά του 1917, επανασχεδιάστηκε από τον Ερνέστο Εμπράρ.
Η Αγορά χτίστηκε εκεί όπου προηγουμένως βρισκόταν η Συναγωγή Ταλμούδ Τορά και εκεί όπου το σχέδιο του αρχιτέκτονα-αρχαιολόγου Εμπράρ προέβλεπε την ανάπτυξη των παζαριών. Ο τίτλος της αγοράς άλλωστε στα σχέδια της γαλλικής γλώσσας ήταν «Bazar Central Salonique». Αν το όνειρο του Εμπράρ, που ήταν να γίνει η Θεσσαλονίκη η ομορφότερη πόλη της Νοτιανατολικής Ευρώπης, βιάστηκε απανωτά από ντόπια συμφέροντα που του άλλαξαν τα φώτα, εντούτοις η Αγορά Μοδιάνο κατάφερε από το ξεκίνημά της να γίνει πόλος έλξης, ειδικά για την αστική και τη μεγαλοαστική τάξη της πόλης, συνδέοντας άρρηκτα το όνομά της με το κέντρο της. Εξού και το επαναλανσάρισμά της από τον Όμιλο Fais συζητιέται με την ίδια ένταση που σχολιάζονται τα αποτελέσματα του ΠΑΟΚ και του Άρη ή τα εγκαίνια του πολύπαθου μετρό. Λογικό. Δεν υπάρχει Θεσσαλονικιός που να μην ψώνισε από εδώ λαχανικά, κρέας, ψάρι ή φρούτα, από το 1930 που άνοιξε μέχρι και το 2017, που η Μοδιάνο κατέβασε τα κεπέγκια της, περνώντας στη ζώνη που ο Μαρκ Μαζάουερ την ετικέταρε τόσο εύστοχα στο βιβλίο του Θεσσαλονίκη: Πόλη των Φαντασμάτων.
Λίγο ακόμα Back in the 30’s
Την ημέρα των εγκαινίων, 26 Μαρτίου του 1930, η μουσική που έπαιζε η μπάντα της Μακάμπι και η ορχήστρα του Σπεράντζα αποτέλεσαν την ιδανική υπόκρουση για τις σαμπάνιες και το μαύρο χαβιάρι που πρόσφεραν στη high society οι αποθήκες τροφίμων Μπεζά και Ρεβάχ, με τον λαουτζίκο να θαυμάζει τον πλούτο αλλά να παίρνει κι αυτός το μερτικό του με δωρεάν αυγά χαμινάδος, τουρσιά, αλλαντικά Τσοχατζόπουλος (!) και ρακί Ναχμίας. Το δε κλισέ «και του πουλιού το γάλα», από την επόμενη κιόλας μέρα επιβεβαιώθηκε περίτρανα, εφόσον οι foodies και οι γκουρμεκλήδες των καιρών πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν να θαυμάζουν, να ψωνίζουν και να δοκιμάζουν ποικιλίες και γκάμες από ντέλι προϊόντα εισαγωγής. Σε αντίθεση με το Καπάνι (Αγορά Βλάλη), που ανέκαθεν είχε λαϊκό πρόσημο, η Μοδιάνο απαιτούσε πιο φορτωμένο πορτοφόλι. Μετά τον πόλεμο, βέβαια, και το προφίλ της Μοδιάνο έγινε κι αυτό πιο λαϊκό, με αποτέλεσμα οι δυο αγορές να αποτελούν τον κεντρικό επισιτιστικό κόμβο της Θεσσαλονίκης.
Πιο γρήγορα, κυρ- Στέφανε, πιο γρήγορα. Το 1983 η Μοδιάνο κηρύχτηκε από το ΥΠΕΧΩΔΕ διατηρητέα, ενώ στο διάβα του χρόνου εκτός από τις τροφές, το προφίλ της μεταλλάχτηκε στο πιο γλεντζέδικο. Ταβερνεία και μπαράκια τη νύχτα έπαιζαν τέλια και μπιτάκια ως το πρωί, παραμονές εκλογών όλοι οι πολιτικοί υποψήφιοι κερνούσαν ούζα σε άγρα ψήφων, με Τσοχατζόπουλους, Ψωμιάδηδες και λοιπά παιδιά του λαού να σέρνουν τους χορούς με χάλκινα, ζεϊμπεκιές και ποντιακά. Ο διανοούμενος Κωστής Μοσκώφ και η παρέα του, που λάτρευε αυτή την καθ’ ημάς Ανατολή, την εγκατέλειψαν προ πολλού. Θυμάμαι Τσικνοπέμπτες που οι είσοδοι στην Ερμού και τη Βασιλέως Ηρακλείου θύμιζαν ένα κιτς και διεστραμμένο φελινικό θέαμα παρακμασμένου καρναβαλιού, με σουρωμενάκηδες και ροπαλοφόρους να δίνουν το τέμπο. Δεν αρκούσε το μπαρ Στοά και οι ίντι κιθάρες του d.j. Δημήτρη Χασιούρα, απόδημος σήμερα εν Αθήναις και ιδιοκτήτη του Τσιν Τσιν, για να σώσουν το παιχνίδι. Όπως ούτε και η νεογκριλερί Meat Me που προσπάθησε να πουλήσει λάουντζ περιβάλλον κόντρα στις τσίκνες και τα τηγάνια των παλιών ουζερί και κρεατάδικων.
Κι όσο η Θεσσαλονίκη του κέντρου άρχισε να γίνεται δύσβατη, εχθρική και δυσπρόσιτη, σε συνδυασμό με την άνοδο των συνοικιών της αλλά και την επέκταση-γιγάντωση των δυτικών και ανατολικών πλευρών της (1,3 εκατομμύρια γίναμε, τζάνεμ και γιαβρίμ), η Μοδιάνο σταδιακά άρχισε να παρακμάζει και να αποτελεί περισσότερο μια ανάμνηση πρότερου κλέους (cheers for the good old times), παρά κάτι άλλο ή έστω κόμβος όπως η Βαρβάκειος. Tο 1995 βαφτίστηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού, καθώς το επίμηκες, μονώροφο κτίριο με υπόγειο και εσωτερικά μπαλκόνια, συνολικής έκτασης περίπου 2.707 τ.μ., αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα κτιρίων αγοράς με στοά, και το 2017, που λέγαμε, εκτοξεύτηκε στη λήθη. Τις τελευταίες της μέρες, τις περιγράφει πολύ ρεαλιστικά ο Μαζάουερ: «Οι πολύβουες στοές της αγοράς παρείχαν ίσκιο, καθώς άνοιγα δρόμους μεσ’ από καρότσια φορτωμένα ως απάνω με σύκα, ξηρούς καρπούς, ιμιτασιόν σινιέ πουκάμισα και πειρατικές κασέτες. Το μπουζούκι του Τσιτσάνη τσίτωνε τα φτηνιάρικα ηχεία των πωλητών, δίχως όμως να μπορεί να παραβγεί με το κλαρίνο και το νταούλι που ’παίζαν τα γυφτάκια ξεκουφαίνοντας τους συνωστισμένους θαμώνες των ουζερί στην αγορά τροφίμων Μοδιάνο. Στα τραπεζάκια της Μυροβόλου Σμύρνης, που με τ’ όνομά της θύμιζε τις δόξες και τις συμφορές του παλιού μικρασιατικού ελληνισμού, το τσίπουρο και οι μεζέδες γεφύρωναν τη μετάβαση από τη δουλειά στον μεσημεριανό ύπνο. Μέσα στα επόμενα χρόνια, τα 144 καταστήματά της κλείνουν σταδιακά. Τον Ιούλιο του 2019, η Αγορά Μοδιάνο περνάει επίσημα στα χέρια του Ομίλου εταιρειών Fais, με την υπογραφή της σύμβασης από το ΤΑΙΠΕΔ. Τι προβλέπει η γκράντε επανεκίνηση που υλοποιεί;
«Η Αγορά Μοδιάνο που αναγεννάται, αναδεικνύεται σε μία σύγχρονη αγορά τροφίμων, που διατηρεί την παλιά διαχρονική της αίγλη. Ένας πραγματικός παράδεισος για τους λάτρεις του φαγητού, μία πολυπολιτισμική αγορά, που θα στεγάζει υψηλής ποιότητας τρόφιμα, και θα συγκεντρώνει μοναδικές γεύσεις και προϊόντα από όλο τον κόσμο: από είδη πρώτης ανάγκης, μέχρι πιστοποιημένα βιολογικά προϊόντα και από τοπικά ελληνικά προϊόντα, μέχρι προϊόντα fair trade και παραδοσιακά προϊόντα από διάφορες χώρες του κόσμου. Η Αγορά Μοδιάνο αποτελεί όχι μόνο τη μεγαλύτερη και πιο σύγχρονη σκεπαστή αγορά, αλλά και έναν χώρο κοινωνικής συγκέντρωσης επικοινωνίας και πολιτιστικών δράσεων. Ένα σημείο συνάντησης, που αντανακλά τον πολιτιστικό δυναμισμό της Θεσσαλονίκης. Όσον αφορά στις αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις, στο ισόγειο της Στοάς θα φιλοξενούνται περίπου 75 καταστήματα, χωρισμένα ανά ομάδες, ανάλογα με το είδος τροφίμων που διαθέτουν, ενώ στους δύο εξώστες, στο βόρειο και νότιο τμήμα της, θα λειτουργήσουν καταστήματα εστίασης. Η τελική εικόνα συνδυάζει σύγχρονα καταστήματα με λαχανικά, κρέατα, θαλασσινά και ψάρια από ντόπιους και διεθνείς παραγωγούς, μαζί με μια ποικιλία από ιδέες για έτοιμα γεύματα και προσφέρει σε όλους τους κατοίκους και τους επισκέπτες τη μοναδική εμπειρία της γαστρονομικής κουλτούρας της Θεσσαλονίκης».
Ζήτω, καλοδεχούμενη και ας μπούμε στα ενδότερά της, ξεκινώντας από το τεχνικό τιμ. Η αρχιτεκτονική μελέτη είναι της Sparch (Σακελλαρίδου- Παπανικολάου) με ειδικό σύμβουλο την Κλεοπάτρα Θεολογίδου. Η στατική μελέτη είναι του Αθανάσιου Κοντιζά, ενώ η διεύθυνση έργου είναι της ΕΜΜΕΤΡΟΝ ΙΚΕ. Η ηλεκτρομηχανολογική μελέτη έγινε από τους Σαμαράς και Συνεργάτες-Σύμβουλοι Μηχανικοί, ενώ ο υπέροχος φωτισμός, που τις νύχτες ειδικά μεταμορφώνει τη Βασιλέως Ηρακλείου και την Ερμού σε παρισινό δρόμο ή στενάκι στο Νότινγκ Χιλ, βασίζεται πάνω στη μελέτη φωτισμού της (τα σέβη μας) Ελευθερίας Ντεκώ. Η ιδέα της αναγέννησης είναι βασισμένη σε αντίστοιχες αγορές- σκεπαστές στοές, ειδικά του ευρωπαϊκού νότου. Αν επισκέφτηκες τη Mercado de Campo de Ourique στη Λισαβόνα, τη Βαρκελωνέζα Boqueria ή τη Μαδριλιένα San Miguel, έχεις εικόνα. Είναι σημεία που το πρωί και το απόγευμα λειτουργούν σαν κόμβοι προμηθειών σε πρώτες ύλες και που τη νύχτα μεταμορφώνονται σε πολύβουα σποτ για φαγητό, ποτό και σοσιαλάιζινγκ, υπό μορφή πρωτότυπων Food Market Concept. Θυμηθείτε, καθώς πλησιάζουν οι μέρες: «Αποστολή της Αγοράς Μοδιάνο είναι να προσφέρει στους επισκέπτες εκλεκτές ελληνικές και πολυπολιτισμικές γεύσεις, σε ένα μοναδικό περιβάλλον υψηλής αρχιτεκτονικής αισθητικής και ιστορικής σημασίας, που συνδυάζει το παραδοσιακό με το σύγχρονο και αντανακλά τον γαστρονομικό πλούτο και τον πολιτιστικό δυναμισμό της Θεσσαλονίκης».
Πάμε και μια βόλτα In da house!
Ανακοινώθηκαν μερικά από τα 75 καταστήματα και ομάδες, που θα ερμηνεύσουν το κόνσεπτ. Ξεκινώ: η Τράτα με τα θαλασσινά της, η Ergon με ένα πρατήριο ψωμιού αργής ωρίμανσης, το Nuts House με ξηρούς καρπούς, το Τυροκομείο Αρβανίτης και το My Cava του Στέλιου Δημητριάδη· το ντέλι παντοπωλείο Olicatessen του Αλέξη Στεφανίδη, η Regina Κουραντίδης με τα παστέλια και τα μέλια της, τα Tarantino burgers και τα ιχθυοπωλεία Γκίγκιζα και Κωνσταντινίδη. Ακόμα: το γερμανικό παντοπωλείο Oshenhof, το γυράδικο ΓΡΝ του Χρήστου Κουδούνη και τα Όσπρια Μιχαηλίδη. Κουράστηκες; Μη, γιατί τα μπραντς και οι γεύσεις συνεχίζονται: ο μετρ του Ιταλικού, Πασκουάλε Λέμπο (Mare e Monti), το κρεοπωλείο Meating Place, τα Αυγά Τσακίρη, η Φάρμα Ελασσόνας, τα φαλάφελ της Τόλυς Τσάνταλη, ο Τερκενλής, τα ζαχαρωτά Camelot, το Estrella των αδελφών Καπετανάκη και της Μαρίας Σμπιλή, βρίσκονται ήδη εντός του χώρου. Εντός επίσης και το Hive του Αλέξη Πλακίδα που μάλλον θα είναι το μπαρ που θα το ξενυχτά μέχρι πρωίας, όπως κάνει το αδελφάκι του, ο Γορίλας. Μαθαίνω, επίσης, πως μπήκε ο Χατζής, όπως και το Picco με ιταλικές γεύσεις και απεριτίφ από την ομάδα της Ντίνας Κούτσου και του Αλέξη Καλαϊτζή (Cin-Cin, Mariel, Giullietta Spitzeria).
Καλωσόρισες, επομένως, Μοδιάνο amore mio!
Ξαναβγήκα στην πόλη, το καλοκαίρι αποχαιρετά με υπόκλιση και το φθινόπωρο επαναφέρει μπουφανάκια και ζακέτες, εφόσον εδώ είναι βορράς, δεν είναι παίξε-γέλασε. Οι ηλεκτρολόγοι σενιάρουν τα ρεύματα, τα συνεργεία χτίζουν και οι μαγαζάτορες πιονέροι μπήκαν ήδη και χωροθετούνται. Μαζί με το μετρό, αν παραδοθεί επιτέλους το 2023 (κρατάω πάντα μικρό καλάθι), η νέα Κεντρική Αγορά Μοδιάνο θεωρώ πως ψυχολογικά αποτελεί ένα καλό ψυχολογικά σημείο εκκίνησης για να βρει επιτέλους η Θεσσαλονίκη τα πατήματά της και να ξαναπάρει μπρος. Για το Μοδιάνο άφοβα κρατάω μεγάλο καλάθι που είμαι σίγουρος πως θα γεμίσει με τα καλύτερα.