Όσα συζητήθηκαν στα πάνελ σε video, highlights και εικόνες
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
12°
55 χρόνια χωρίς τον Δημήτρη Πικιώνη
Το έργο του πρωτοπόρου αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη που πέθανε στις 28 Αυγούστου 1968
Όλοι γνωρίζουν τον Δημήτρη Πικιώνη, κι αν όχι τον ίδιο σαν πρόσωπο, τότε σίγουρα τα έργα του. Το λιθόστρωτο που οδηγεί στον Άγιο Δημήτριο τον Λουμπαδιάρη στον λόφο του Φιλοπάππου, το εκκλησάκι, οι χώροι γύρω από την Ακρόπολη, η παιδική χαρά στη Φιλοθέη, είναι κομμάτια της προσωπικότητας και της πρωτοποριακής του σκέψης. Ο Δημήτρης Πικιώνης έζησε για περισσότερα από 80 χρόνια στην Ελλάδα και το εξωτερικό, σπούδασε, διδάχτηκε και δίδαξε και αφιέρωσε τη ζωή του όχι απλά στην αρχιτεκτονική, αλλά στην ομορφιά, την ελληνική παράδοση και την τέχνη.
Ο Πικιώνης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1887 από Χιώτες γονείς και έδειξε από μικρός την κλίση του στη ζωγραφική. Το 1903 απέρριψε την πρόταση να πάει στην Ινδία να σπουδάσει φιλοσοφία και το 1904 μπήκε στο Πολυτεχνείο, ενώ το 1906 γνώρισε τον Κωνσταντίνο Παρθένη και έγινε χρονολογικά ο πρώτος του μαθητής. Το 1908 έφυγε για το Μόναχο μαζί με τον πατέρα του για να σπουδάσει ελεύθερο σχέδιο και γλυπτική. Εκείνη την περίοδο σύχναζε σε παλαιοντολογικά μουσεία «μελετώντας την αρχιτεκτονική των σκελετών, τους οποίους θεωρούσε τα απομεινάρια μιας αρχέγονης Αρχιτεκτονικής όπου έκρυβαν τους νόμους της παντός διοικήσεως», όπως έχει δηλώσει ο ίδιος. Το εκπαιδευτικό και πνευματικό του ταξίδι συνεχίστηκε στο Παρίσι, όπου διδάχθηκε σχέδιο και ζωγραφική στην Académie de la grande Chaumière. Παράλληλα, γράφτηκε στο εργαστήριο του αρχιτέκτονα Λεόν Σιφλό και παρακολούθησε τα μαθήματα των αρχιτεκτονικών συνθέσεων στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού. Η πραγματική του επιθυμία ήταν να ασχοληθεί με τη ζωγραφική και όχι με την αρχιτεκτονική, αλλά είχε στο μυαλό του και τις οικονομικές δυσκολίες που θα αντιμετώπιζε επιστρέφοντας στην Ελλάδα, γεγονός που τον οδήγησε να περάσει τον υπόλοιπο χρόνο του στο Παρίσι μαθαίνοντας τα πάντα για την αρχιτεκτονική. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του γνώρισε και έγινε φίλος με σημαντικές προσωπικότητες, όπως ο Αναστάσιος Ορλάνδος, ο Τζόρτζιο ντε Κίρικο, ο Περικλής Γιαννόπουλος και ο Γιώργος Μπουζιάνης.
Ο Αρχιτέκτωνας
Το 1912 επέστρεψε στην Ελλάδα και όταν αποστρατεύτηκε στράφηκε και πάλι στην αρχιτεκτονική για να συμπληρώσει τις γνώσεις του, αρχίζοντας και τις πρώτες μελέτες του πάνω στην αρχιτεκτονική της νεοελληνικής παράδοσης. Ο Πικιώνης στο αρχιτεκτονικό του έργο κατάφερε να δέσει την ελληνική παράδοση με τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό. Έχτισε το πρώτο του σπίτι (την οικία Μωραΐτου) το 1923 στις Τζιτζιφιές, στην αριστερή όχθη του Ιλισού, ένα οικοδόμημα με χαρακτήρα αττικής λαϊκής αρχιτεκτονικής. Σχεδίασε επίσης πολλά σπίτια από τη λαϊκή αρχιτεκτονική της Αίγινας. Το 1933 έχτισε το Δημοτικό Σχολείο στα Πευκάκια Λυκαβηττού και διαπίστωσε πως τα έργα του δεν τον ικανοποιούσαν αλλάζοντας τις αισθητικές του αντιλήψεις. Πίστευε πως το οικουμενικό πνεύμα πρέπει να συντεθεί με το πνεύμα της εθνότητας και όλα του τα επόμενα αρχιτεκτονικά έργα βασίστηκαν σ' αυτή την αντίληψη. Το 1935 έχτισε το Πειραματικό Σχολείο της Θεσσαλονίκης, το 1936 την πολυκατοικία Χέυδεν, το 1954 την έπαυλη της Άνω Φιλοθέης και το 1955 τον ξενώνα των Δελφών. Τη δεκαετία 1940-1950 η αρχιτεκτονική του δημιουργία περιορίστηκε σε προσχέδια τάφων, όμως την αμέσως επόμενη περίοδο, από το 1951 ως το 1957, ασχολήθηκε με πολλά έργα. Τότε διαμόρφωσε και τον αρχαιολογικό χώρο γύρω από την Ακρόπολη, τον λόφο Φιλοπάππου –ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έργα του– και το τουριστικό περίπτερο του Αγίου Δημητρίου Λουμπαδιάρη.
Ο λόγος που το συγκεκριμένο έργο είναι τόσο σημαντικό είναι η ρηξικέλευθη διαμόρφωσή του που εντάσσεται απόλυτα στο τοπίο. Δουλεύοντας συλλογικά με τους φοιτητές του και τους τοπικούς λιθοξόους, ο Πικιώνης εφάρμοσε την ιδιαίτερη τεχνική της λιθόστρωσης με τη χρήση χαλασμάτων που περισώθηκαν από τη βίαιη ανοικοδόμηση της αναπτυσσόμενης πρωτεύουσας. Σε αντίθεση με τους βιομηχανικούς και αρχαιολογικούς μετασχηματισμούς του τοπίου, το σχέδιό του παραμένει το μοναδικό είδος αστικής πολεοδομίας που υλοποιήθηκε ποτέ στις πλαγιές γύρω από την Ακρόπολη.
«Η άσκηση της πρακτικής του Σεζάν με ήγαγε μακριά από τα ιδεώδη της Δύσης. Η Ανατολή και το Βυζάντιο μου αποκάλυψαν πως η δημιουργία μιας ανηγμένης απ' τη φύση και απ' την ύλη της μίμησης συμβολικής γλώσσας, είναι ο δρόμος ο μόνος έγκυρος και άξιος του πνεύματος για να εκφράσει τις ιδέες και τα συναισθήματά μας απ' τη Ζωή. Κάποιος είπε σωστά πως απ' την υπεύθυνη στάση μας ανάμεσα Ανατολή και Δύσης θα εξαρτηθεί η πορεία του Ελληνισμού. Θα προσθέσω: κι από την αρμόδια σύνθεση των αντιθετικών ρευμάτων σε μια νέα μορφή. Θα μπορούσα να αναλύσω πώς παρουσιάζεται το πρόβλημα τούτο στην Αρχιτεκτονική. Μα θ' αρκούσε εδώ να πω πως είμαι ανατολίτης».¹
Λίγη περισσότερη ανθρωπιά, βαθύτερη νόηση και ψυχική ευαισθησία - κι αλλάζουν όλα: από την αρχική στάση, ως τις λεπτομέρειες.
Ο Καλλιτέχνης
Αναφέραμε ήδη ότι ο Πικιώνης είχε παραδεχτεί πως «μέσα στη φύση μου δεν ήταν η Αρχιτεκτονική το πραγματικό κέντρο των κλίσεών μου». Άνθρωπος καλών προθέσεων και μετριοπαθής, βίωνε έναν εσωτερικό διχασμό: του ζωγράφου που ήθελε να είχε γίνει και του αρχιτέκτονα που τελικώς έγινε, γεγονός που επηρέασε το σύνολο των έργων του. Ο Πικιώνης ακόμα κι όταν μπήκε στο Πολυτεχνείο να σπουδάσει πολιτικός μηχανικός συνέχισε την άσκησή του στη ζωγραφική, απέναντι στη Σχολή Καλών Τεχνών. Πρόκειται για έναν από τους πρώτους και λίγους της γενιάς του Έλληνες εικαστικούς που στάθηκε με ενδιαφέρον στην ανεικονική τέχνη εκείνης της εποχής στην Ευρώπη και δεν την απέρριψε χωρίς συζήτηση, όπως η ακαδημαϊκή πλειοψηφία. Όταν η κόρη του, Αγνή, ανακάλυψε το αρχείο με τα έργα του, αυτό ήταν χωρισμένο στις εξής ενότητες: «Από την Φύση» (1904-1925), «Αναμνήσεις από το Παρίσι» (1910-1920), «Αρχαία» (1915-1946), «Της Φαντασίας» (1930-1940) και «Λαϊκά» (1940-1950).
Ο ίδιος επέλεξε να μην παρουσιάσει το ζωγραφικό του έργο, ίσως γιατί το θεωρούσε απλώς μια άσκηση παράλληλη με την αρχιτεκτονική του έρευνα. Ίσως πάλι να θεωρούσε ότι ήταν κάτι απόλυτα προσωπικό για να το εκθέσει δημόσια. Τα μόνα ζωγραφικά έργα που έδωσε να δημοσιευτούν ήταν στο περιοδικό «Ζυγός» το 1958. Εκθεσιακά η ζωγραφική του παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1978 στην Εθνική Πινακοθήκη.
«Ήθελα να ζωγραφίζω ολομόναχος. Όχι μόνο γιατί ένας δεν είναι πρόθυμος πάντα να δείξει εις τους άλλους τις ενδεχόμενες αδυναμίες του, μα γιατί η τέχνη ήταν για μένα θρησκευτική πράξη ευλάβειας και λατρείας προς τη Μητέρα Φύση, και την ιερότητα τούτη κίνδυνος θα' ταν η αμάθεια των πολλών να προσβάλει. Μόνος λοιπόν επήγαινα στο άλσος τούτο, που ήταν το άδυτό μου. Μόνος ή με το Στέρη. Και εκείνος αισθανόταν όμοια με μένα και εσεβόταν τις θρησκευτικές τούτες στιγμές του άλλου... Βλέποντάς μας, μια μέρα, ένας Γερμανός μουσικός, καθηγητής του Ωδείου, που έμενε εκεί κοντά, εξομολογήθηκε σ' ένα κοινό φίλο: "Χτες είδα μέσα στο άλσος δύο ζωγράφους και μου ήρθε η διάθεση να τους παίξω βιολοντσέλο". 'Εκτοτε, τα βαθιά τα χρώματα, τα πράσινα, τις καρμίνες, τα αισθανόμουνα πάντα ως τους βαθιούς ήχους της μουσικής».²
Με αφορμή το 10ο Φεστιβάλ Φιστικιού, η Αίγινα τιμάει τον αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη με μια ιδιαίτερη έκθεση (25/8-16/9, Αρχαιολογικό Μουσείο Αίγινας).
Ο Άνθρωπος
Ο Πικιώνης ήταν ένας πολυπράγμων καλλιτέχνης με πολλαπλές γνώσεις, όμως πάνω απ' όλα ήταν μια μεγάλη πνευματική προσωπικότητα, ένας βαθύς στοχαστής ενός καιρού κρίσιμων μεταβάσεων και μετατοπίσεων και ένας εξαιρετικά ηθικός άνθρωπος. Τα κείμενά του και οι καταγεγραμμένες ομιλίες του ακόμη και σήμερα έχουν να δώσουν πολλά, να αφυπνίσουν, να καθοδηγήσουν.
Ο Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας έχει πει χαρακτηριστικά: «μες στην έρημο εκείνων των χρόνων ο Πικιώνης ήταν πραγματικά ένας αναχωρητής, ένας νέος Ιωάννης της Κλίμακος, ένας ταπεινός ασκητής ή ένας αρχαίος Έλλην σοφός, του οποίου οι πνευματικές και ηθικές συλλήψεις αποκτούσαν την ακρίβεια γεωμετρικού κανόνα».
Το 1925 ο Πικιώνης ονομάστηκε έκτακτος καθηγητής του Ε.Μ.Π. στην έδρα της Διακοσμητικής και μονιμοποιήθηκε το 1930. Την περίοδο αυτή διατήρησε σημαντικές πνευματικές φιλίες με τους Σπύρο Αλιμπέρτη, Γιάννη Αποστολάκη, Γιώργο και Φώτο Πολίτη, Φώτη Κόντογλου, αρχιτέκτονα Νίκο Μητσάκη, Στρατή Δούκα, Νίκο Βέλμο, Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, Γιάννη Τσαρούχη, Νίκο Εγγονόπουλο και Γεράσιμο Σταματελάτο. Μεταξύ 1935 και 1937 εξέδωσε μαζί με τον ζωγράφο και φίλο του Χατζηκυριάκο-Γκίκα το περιοδικό Τρίτο Μάτι, στο οποίο δημοσίευσε ο ίδιος αρκετά κείμενά του. Το περιοδικό χαρακτηριζόταν ως καλλιτεχνικό και συνεργαζόταν με ονόματα όπως οι συγγραφείς Στρατής Δούκας και Τάκης Παπατσώνης, ο ζωγράφος Σπύρος Παπαλουκάς, ο θεατρικός σκηνοθέτης Σωκράτης Καραντινός, ο γλύπτης Μιχάλης Τόμπρος και ο χαράκτης Άγγελος Θεοδωρόπουλος. Το 1958, μετά από 35ετή θητεία στο ΕΜΠ ως καθηγητής, αποσύρθηκε. Το 1966 εκλέχθηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Στην προσωπική του ζωή ήταν το ίδιο σεμνός και ηθικός. Το 1927 παντρεύτηκε την Αλεξάνδρα Αναστασίου με την οποία απέκτησαν πέντε παιδιά, τη Μαρία-Ινώ, τον Πέτρο-Πλάτωνα, τον Ίωνα, τον Αναστάσιο-Λίνο και την Αγνή. Η τελευταία μάλιστα είναι αυτή που από το 1970 μέχρι σήμερα δουλεύει συστηματικά πάνω στο αρχιτεκτονικό και ζωγραφικό έργο του πατέρα της, το οποίο για να το προστατέψει, το δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη. Η ίδια θυμάται «το σπίτι μιας δυναμικής μητέρας και νοικοκυράς, η οποία τα έφερνε βόλτα με πέντε παιδιά μέσα στην Κατοχή. Ο πατέρας μου ήταν στον κόσμο του και η μητέρα μου πρακτική. Είχε κατανοήσει την αξία του συζύγου της. Γι’ αυτό είχε αναλάβει τα πάντα στο σπίτι. Αυτό έδινε στον πατέρα μου την ισορροπία και την ηρεμία που χρειαζόταν. Άφηνε τη μητέρα μου να ζωγραφίζει και δεν πετούσε ποτέ τα έργα της. Κάποτε είχε ζωγραφίσει μία αγελάδα. Τύφλα να έχει ο Πικάσο! Βάλανε αυτό το σχέδιο κι ένα ακόμα της συζύγου του Κόντογλου στο περιοδικό τους “Τρίτο Μάτι”. Ήθελαν να δείξουν πώς ο απλός, ο μη ειδικός άνθρωπος μπορεί να φτιάξει κάτι σημαντικό. Θυμάμαι σα χτες τη μαμά να φωνάζει: “Μίμη, δεν σου έχω φαΐ, το έκαψα, γιατί ζωγράφιζα”» (δες ολόκληρη τη συνέντευξη εδώ).
Στις 28 Αυγούστου του 1968 ο Πικιώνης πέθανε στην Αθήνα και ο κόσμος της τέχνης και της αρχιτεκτονικής έγινε φτωχότερος.
¹«Αυτοβιογραφικά σημειώματα», Δημήτρης Πικιώνης 1887-1968, Μουσείο Μπενάκη, σ.19
²«Αυτοβιογραφικά σημειώματα», Δημήτρης Πικιώνης 1887-1968, Μουσείο Μπενάκη, σ.20
Δειτε περισσοτερα
Το δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη Παιχνιδιών και τώρα κυκλοφορεί και σε βιβλίο
Η λαμπερή ιστορία της γυναίκας που επαναπροσδιόρισε τη μόδα
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της