- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
● Η διπλανή μου καπνίζει σαν τσιμινιέρα της μότορ-όιλ και το χειρότερο, το ξεχνάει αναμμένο στο τασάκι, να λιβανίζει. Ή το κρατάει όρθιο στο χέρι της (στάση «τσαγιέρα») και περιφέρεται με αυτό αφήνοντας ομιχλώδη ίχνη σε όλο το γαμογραφείο. Δείχνει άνθρωπος που της αρέσει αυτή η θέση του χεριού, όρθιο στον αγκώνα, ο καρπός σπασμένος σαν χίλια gay κλαμπς ενωμένα σε μία κίνηση και το τσιγάρο στο ύψος του στόματος –ένα τιπ να το αγγίξεις με τον αντίχειρα στο φίλτρο κι έσταξε στάχτη, ένα τσικ πριν γίνει γόπα–, αν και πολλές φορές, αυτές με τον καρπό-Γάμα το σβήνουνε στις πρώτες διόμιση τζούρες, τόσο όσο να βουτήξουν τα νεύρα τους στο κλικ-χρρρ-τσικ-παφφφ του ανάμματος με αναπτήρα χόντος.
● Παντού, όπου πάω, βλέπω μπροστά μου αναπτηράκια χόντος. Είναι σαν οφθαλμαπάτη.
● Τα βράδια όταν γυρίζω σπίτι μου μπαρουτοκαπνισμένος, μόλις πάω να ανοίξω το σακίδιο, αναδύεται από μέσα ένα μικρό συννεφάκι καπνού και καμένου φίλτρου, μυρίζει μέχρι και το κινητό. Το ξαναλέω: μυρίζει μέχρι και το κινητό.
● Χτες άναψε μία μεγάλη φωτιά σε ένα γραφείο στο διπλανό μας κτίριο. Βγήκαμε όλοι στα παράθυρα για να δούμε αν φέρανε τραμπολίνο οι πυροσβέστες – αηδίες, τίποτα, μόνο στις γελοιογραφίες το κάνουνε αυτό τελικά. Οι σειρήνες ούρλιαζαν μέσα στο δείλι, ο ουρανός είχε βαφτεί μπορντό και γκρι ελεφάν, η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική, μύριζε παντού καμένο πλαστικό, όπως μερικές φορές το λάπτοπ-μας και μαζί εκατό εκατομμύρια τσιγάρα αναμμένα ταυτόχρονα. Ήταν η πρώτη φορά που έξω είχε περισσότερο καπνό απ’ ό,τι μέσα στο γραφείο.
● «Κάποιος ξέχασε το τσιγάρο του αναμμένο και να, τώρα του έγινε το γραφείο Αρκάδι» έλεγα. «Βλέπετε τι παθαίνει όποιος καπνίζει;» «Βλέπουμε» μου απαντούσαν, με ένα τσιγάρο στο χέρι. Δεν είναι μόνο η διπλανή μου.
● Το ίδιο βράδυ, σπίτι, καθώς ακούω το καινούργιο cd “Easy Come, Easy Go” της Marianne Faithfull, βλέπω στο μαξιλάρι του καναπέ την παλιά τρύπα από τσιγάρο, ίσως από τον προηγούμενο αιώνα, 1999, πνευμόνια στο γκριλ και εγκέφαλος τηγανισμένος από ένα κινητό κολλημένο στο αυτί. Ήταν οι σμόκι μέρες μιας ζωής γεμάτης καπνό από τραγούδια και ουσίες που καίγονταν αργά τις νύχτες. Η Faithfull, απόλυτα δεμένη πια με το μύθο της τσιγαροφωνής της και αυτή, είναι ένα ιδανικό μέτρο σύγκρισης να δω πόσο κοστίζει πια σήμερα η συγκίνηση. Αν είναι ζήτημα υγείας ή κατάσταση μυαλού, ένα ωραίο σκηνικό σαν από νουάρ ταινία γεμάτη ήχους από αναπτήρες ζίπο. Τσακ-κλινγκ-κρακ-χρρρρρ... παφ.
● Η Faithfull είναι τόσο κλισέ που θέλω να πάρω το συλλεκτικό διπλό της βινύλιο του νέου άλμπουμ που με τόση σημειολογική αφέλεια θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες η naïve Records (χεχε, καθόλου προσχεδιασμένο το λογοπαίγνιο) και να πάω να το ακούσω στο Decadence σε πικάπ πίσω από την μπάρα, πίνοντας και καπνίζοντας παλιογκολουάζ και Δελφοί κασετίνα, και πίσω από ροδακινί καπνούς να βλέπω την Ινδίτσα, τον Κώστα, τον Λεωνίδα και την οδό Πουλχερίας το άγαλμα, με τα περιστέρια στα χέρια.
● Μία στρατιά παρόμοιων φίλων και φαντασμάτων έτρεξε να συνοδεύσει τη Marianne σε αυτό το νέο άλμπουμ. Είναι μία αγαπημένη της συνήθεια που δεν μπορεί να την κόψει (επίσης λέει ότι έκοψε το κάπνισμα μετά από διαταγή του γιατρού της) – εξίσου μπαρουτοκαπνισμένοι μουσικοί και ονόματα της ευρύτερης «ροκ καμπαρέ» σκοτεινής σκηνής να συνδράμουν στις ηχογραφήσεις της. Είναι αφορμή για πάρτι σε στούντιο γεμάτα καλές δονήσεις και ποτισμένα με την μπουρούχα της βραχνής, συναισθηματικής τους ιστορίας.
● Η Faithfull δεν έχει κανένα λόγο να ψάχνει νέα τραγούδια. Aυτό που παρουσιάζει είναι η έκφραση και η ερμηνεία, η βραχνάδα της προσωπικότητάς της φορεμένη στις ίδιες, παλιές, καλές ιστορίες – όμως κάθε φορά με μία νέα έκπληξη: συνδυασμούς λεπτής, συναισθηματικής μαγειρικής, σαν να αφηγείται την αγαπημένη της σκηνή από κάποια ταινία και, κάθε φορά, να προσθέτει κάτι καινούργιο – από το μυαλό της.
● Μοιάζει να διατυπώνει άποψη πια με αυτές τις συνεργασίες. Eίναι μία «καινούργια» θεματική που έχει και εμπορικά οφέλη, όπως αποδεικνύεται: η σύμπραξη φίλων. Εδώ, ο Antony έχει δημιουργήσει μία non-καριέρα επάνω σε αυτά τα stands-της-μίας-νύχτας. Του ενός τραγουδιού ή, ακριβέστερα, του ενός τσιγάρου τραγούδια.
● Τραγουδάει διασκευές. Το “Down from Dover” της Dolly Parton και μοιάζει με ελεγειακό ranch ροκ του δρόμου. Μία παλιά Bessie Smith, σαν ελαφρώς μεθυσμένη λιτανεία, κηδεία στη Νέα Ορλεάνη. Το “Germany before the War” του Randy Newman που θυμίζει τα θεατρικά του Kurt Weil. Το κλασικό, τέλεια τεμπέλικο “Black coffee” της Sarah Vaughan που του δίνει μία διαφορετική τροπή, αγωνίας, περιμένοντας «my baby να γυρίσει σπίτι... Λες και δεν είναι ανθρώπινο / να πνίγεις τον πόνο σου / στη νικοτίνη και τον κατάμαυρο καφέ». Πιάνει τους Black Rebel Motorcycle Club και τους κάνει να μοιάζουν Velvet Underground – εποχή πριν τη Μπανάνα. Το “Dear God Please Help Me” του Morrissey σαν να έχει γραφτεί μέσα σε άδεια εκκλησία. Παίρνει τον Jarvis Cocker και λένε μαζί το “Somewhere” των Bernstein & Sondheim και το κάνουν τόσο εύθραυστο με τον ψίθυρό του εκείνος και τη βραχνάδα της εκείνη, σαν άδειο θέατρο στο Broadway την εποχή του μεγάλου κραχ... Με τον Nick Cave στο “Crane Wife” των Decemberists, γνώριμο έδαφος, χιονισμένες, άγριες ιστορίες. Ο Keith Richards τη συνοδεύει με την τόσο-δική-του-πληγωμένη, άγρια κιθάρα σε ένα παλιό γκόσπελ. Νομίζω την ακούω, σαν να του λέει: «Παλιόγερε, εξαφανιστήκατε όλοι. Δεν λέγαμε θα γηροκομήσουμε ο ένας τον άλλο και θα καπνίζουμε χωμένοι σε πολυθρόνες, τυλιγμένοι με κουβέρτες και τα παλιά δερμάτινα τζάκετ;»
● Όχι, δεν θα καπνίσω.
● Η Faithfull, βάζοντας την εξαιρετική τελευταία πινελιά στο απολαυστικό αυτό άλμπουμ «φωτογραφιών με φίλους», καλεί τον Πιο Πολλές Συνεργασίες Ever, Antony (Hegarty) και λένε μαζί το μαραθώνιο “Ooh baby, baby” του Smokey Robinson. Ένα αργό, μελωμένο soul που ξεκινάει με μία εγκατάλειψη, μία συγγνώμη, το σπαραγμένο τόνο του Antony και με την περπατημένη, βραχνή φωνή «γριάς» της Marianne... για να κορυφωθεί σιγά σιγά σε ένα βαρύ, μεταλλικό ντίσκο επιβίωσης, όπως πρέπει σε κάθε επιζήσαντα του τσιγάρου και του έρωτα.
● Ανοίγω τα παράθυρα και βγαίνουν σύννεφα τα τραγούδια, από κάτω ένα τραμπολίνο.