Πολιτισμος

Πολυκεντρικό Μουσείο Αιγών: Οδοιπορικό στο νέο μουσείο της Μακεδονίας, στη Βεργίνα

Ρίγος, δέος, συγκίνηση και θαυμασμός

Στέφανος Τσιτσόπουλος
14’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πολυκεντρικό Μουσείο Αιγών: Επίσκεψη στο νέο μουσείο της αρχαίας Μακεδονικής πόλης - Οι συλλογές και τα έργα τέχνης που εκτίθενται.

Μία ώρα οδήγηση από τη Θεσσαλονίκη, φθάνεις, διασχίζεις την κεντρική πύλη του πρόσφατα εγκαινιασμένου Πολυκεντρικού Μουσείου Αιγών και πάραυτα νιώθεις πως μπήκες σε χρονοκαψούλα. Αστραπιαίος ο διακτινισμός, καλωσήρθατε χιλιάδες χρόνια πίσω, σε εκείνη ακριβώς τη στιγμή της ιστορίας που ο Περδίκκας, επιθυμώντας να μεγαλώσει το βασίλειό του, επισκέφτηκε το Μαντείο των Δελφών και η Πυθία τον κατευθύνει: «Οι δοξασμένοι Τημενίδες βασιλεύουν σε πλούσιο τόπο, τους τον έδωσε ο Δίας που κρατάει την αιγίδα. Όμως γρήγορα πήγαινε στην Βοττηίδα με τα πολλά κοπάδια και εκεί που θα ιδείς τις χιονόλευκες γίδες με τα ασημένια κέρατα να κοιμούνται την αυγή, σε αυτής της γης τα πλατώματα θυσίασε στους μακάριους θεούς και χτίσε το άστυ μιας πόλης».

Ρίγος, δέος, συγκίνηση και θαυμασμός, αυτά ένιωσα με το που μπήκα στο Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών και απέναντί μου δυο γιγάντιες οθόνες πλάσμα μετέδιδαν ιστορίες από την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, πλάνα μιας ταινίας με πάνω από χίλιες ώρες γυρισμάτων, που, ξεκινώντας από τους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας, ταξιδεύει και καταγράφει τη διαδρομή του στρατηλάτη από την Αίγυπτο και την Τουρκία ως την Ιορδανία, την Περσία και την Ινδία.

Το ρίγος, η συγκίνηση και το δέος με συντρόφευαν αμείωτα και καθ’ όλη τη διάρκεια της περιπλάνησής μου, είτε από αίθουσα σε αίθουσα είτε στα υπαίθρια μέρη αυτού του εξελισσόμενου, όπως προαναγγέλθηκε μορφώματος κτιρίων και διαδρομών που, με κέντρο το κτίριο του Πολυμορφικού Μουσείου, θα συγκολλήσει και θα ενοποιήσει το σύνολο του ιερού τόπου των Αιγών.

Αιγές, η Μακεδονική πόλη που αξιώθηκε να γίνει λίκνο γέννησης σπουδαίων ανθρώπων και πολιτισμού, Αίγες που μεταλαμπάδευσαν έναν καινούργιο κόσμο που απλώθηκε ως τα πέρατα της γης, Αιγές όμως που έσβησαν από τον χάρτη για αιώνες μέχρις ότου και πάλι να ξαναβρεθεί. 45 χρόνια πριν, στη μερικά λεπτά απόσταση με το αμάξι παρακείμενη Βεργίνα, ο Μανώλης Ανδρόνικος ήταν που έκανε την αρχή «εξορύσσοντας» απτές πλέον μνήμες ενός κόσμου που έως τότε ήταν πιο χαμένος και από την Ατλαντίδα. Αιγές, που ξεχάστηκε ακόμα και το όνομά τους, μέχρι η αρχαιολογική σκαπάνη των άξιων συνεχιστών του Ανδρόνικου - ήρθε η ώρα να δοξάσουμε τη συνάδελφό του Αγγελική Κοτταρίδου- την έφερε ξανά στο φως. Γιατί ακριβώς έτσι έγινε: η επιμονή, η υπομονή, η γνώση, το όραμα και η διαίσθηση της ακάματης Αγγελικής Κοτταρίδου γέννησαν αυτήν την επαναφορά της πόλης-μουσείο.

Ως και σήμερα η ανασκαφή της Κοτταρίδου και των συνεργατών της συνεχίζει να ανασύρει από τα έγκατα της γης - λήθης ιστορίες και αγγίγματα, ψίθυρους και όνειρα, χαρές, καημούς και πάθη προγόνων μας από μια αρχαία πόλη που ξεθαρρεύει και έτσι όχι μόνο αποκαλύπτεται, αλλά μας μιλά ολοένα καθαρότερα για αυτά που συντελέστηκαν εντός της. Η παλίμψηστη μεγάλη εικόνα του νέου μουσείου αυτό ακριβώς πραγματεύεται οπτικά: τη διαδικασία ανάστασης των Αιγών που η ταυτότητά της ελευθερώνεται και σου αποκαλύπτεται διάδρομο με διάδρομο και πτέρυγα με πτέρυγα.

Αλλαγή προσώπου και χρόνου: Μου αποκαλύφθηκαν πτέρυγα με πτέρυγα και διάδρομο με διάδρομο ιστορίες δημιουργίας και καταστροφής, η καθημερινότητα και οι ιερές μέρες-στιγμές-τελετουργίες της, το φως των λυχναριών της πόλης και η νυχτερινή μοναξιά της, οι γεννήσεις και οι θάνατοι, οι μάχες και οι ειρηνικές της περίοδοι.

Όλα ανασυνθέτονται σε αυτό το μουσείο και οι Αιγές επανασυστήνονται μέσα από αγάλματα και προτομές, καρφιά, σίδερα και πηλούς, ύλες που άλλες συναρμολόγησαν σπίτια και άλλες μεταμορφώθηκαν σε σπαθιά, τόξα, δόρατα και κράνη. Θαύμασα κοσμήματα και μαγειρικά σκεύη, είδα αντικείμενα που το καθένα τους, χρησιμοποιημένο από εκείνους τους Μακεδόνες και τις Μακεδόνισσες που τα είδωλά τους κοσμούν τις σκηνές των αμφορέων, στήνουν ένα κατάφορα μεγαλειώδες σκηνικό.

Καλύτερα και από ταινία παρέλαυναν μπροστά μου τούτες οι μέρες, καθώς το κουβάρι του μουσείου ξετυλιγόταν και είτε μου αποκάλυπτε τον δημόσιο χώρο της πόλης είτε με οδηγούσε στα εσωτερικά των σπιτιών. Σε τραπέζια και συμπόσια, κρατήρες και ανάκλινδρα, κανάτια και ποτήρια γεμάτα κρασί, στιγμές απόλαυσης με τις γυναίκες να φορούν τα καλύτερα μύρα και τους άντρες να γιορτάζουν την επιστροφή από το κυνήγι ή τον πόλεμο.

Αργαλειοί και στημόνια, πόρπες και αρύβαλοι, αλάβαστρα και μαρμάρινα πινάκια, χρυσά διακοσμητικά επίπλων, χρυσόδετες σφραγίδες και λέβητες, τρίποδες και σκεύη λουτρού, τα πάντα εδώ είναι σημάδια ενός πολιτισμού που οργανωμένου με το αρχαϊκό σύστημα των γενεών έπρεπε αμέσως για να μη διαλυθεί να εκλέξει για βασιλιά-ηγέτη τον πιο γενναίο, τον πιο σοφό, τον καλύτερο πολεμιστή. 

Κέντρο ενός κράτους με αρχέγονες δομές, οι Αιγές ήταν μια πόλη «κατά κώμας», με άξονα συνοχής πάντα τη βασιλική παρουσία και εξουσία: μετά τον Περδίκκα ο Αρχέλαος, μετά ο Αμύντας και η βασιλική χήρα του η Ευρυδίκη, ύστερα ο Φίλιππος, ο Αλέξανδρος, ονόματα που η συνέχεια τους θα είναι αριθμοί, ο Βήτα, ο Γάμα, η καταγεγραμμένη επική ιστορία αλλά και το τέλος που ήρθε όταν μετά από μια τρομερή κατολίσθηση η πόλη καταπλακώθηκε και εξαφανίστηκε τον 1ο μ.Χ αιώνα. Τότε που το λίκνο των Τημενιδών παραδόθηκε στη λησμονιά κι έπαψαν το άλεσμα των δημητριακών και τα γιορτινά στεφάνια, σταμάτησαν να παράγονται τα φάρμακα από τα λουλούδια και τα βότανα, τα ακόσμητα ή τα ζωγραφισμένα αγγεία, τα νομίσματα και οι απίστευτες γεωμετρικές λιτότητες των σχημάτων και των φορμών που περίτεχνα σμικρυμένα σε λιλιπούτεια μεγέθη τα βλέπω και μένω αποσβολωμένος από θαυμασμό. 

Περιπλανιέμαι στο βασιλικό παλάτι και στα πρυτάνεια, στους δημόσιους ανδρώνες και στα σπίτια, όλα παρελαύνουν σε αυτό το μουσείο με το καθένα τους να ξεχειλίζει από ομορφιά και κλέος. Με 16 δωρικούς κίονες σε κάθε πλευρά του, το μέγα περιστύλιο των Αιγών που εικονοποιούσε, λένε, την έννοια του τετραγώνου, είχε έκταση 4.000 μέτρα και χωρούσε 8.000 άτομα, λειτουργώντας ως τόπος συνάθροισης.

Ένα άπιαστο όνειρο, έπειτα από δεκαετίες, έγινε πραγματικότητα, είπε στα εγκαίνια η Αγγελική Κοτταρίδη, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας· η ζωή της είναι αξεδιάλυτα συνυφασμένη με τις Αιγές. Τα 7.000 τετραγωνικά μέτρα αυτού του μουσείου, το όποιο και επιμελήθηκε πόντο πόντο, εύρημα εύρημα και στήσιμο στήσιμο των ευρημάτων στα βάθρα και τις βιτρίνες, είναι αυτό, πλέον, που καθορίζει όλη τη διαδρομή. Οι βασιλικοί τάφοι της Βεργίνας, το ανάκτορο του Φιλίππου που αναστυλώνεται σε έκταση 30 στρεμμάτων, η νεκρόπολη των Αιγών με τη βασιλική συστάδα των Τημενιδών, όλα θα είναι επισκέψιμα σε λίγο μέσα από μια μεγαλειώδη οικιστική διασπορά. 

Στη μικρότερη περιοδική έκθεση «Οικουμένης Αντίδωρο» είδα όλους τους ηγέτες που έδρασαν στην ελληνιστική οικουμένη: Σελευκίδες και Πτολεμαίοι, Ατταλίδες και Βιθυνοί, Βακτριανοί, Ινδοί και Άραβες που αρκετούς αιώνες μετά τον Μεγαλέξανδρο επέμεναν να αυτοπροσδιορίζονται τιμώντας το όραμά του σαν απόγονοί του.

Στη μόνιμη αίθουσα των γλυπτών, περιπλανώμενος ανάμεσα σε αναθήματα και επιγραφές, στάθηκα ευλαβικά απέναντι από την πεπλοφορούσα αγαλμάτινη βασίλισσα των Μακεδόνων Ευρυδίκη. Ευκλεής, αγέρωχη και ατίθαση, η κόρη εκείνη που άλλαξε την ιστορία, εξαπλώθηκε ως λατρεία στην ελληνιστική οικουμένη, μεταμορφώθηκε αργότερα σε ιέρεια για τους Ρωμαίους, καθώς το μαρμάρινο άγαλμά της σε σχήμα Ήρας στην πορεία μεταλλάχθηκε σε λατρευτική φιγούρα άμωμης βασίλισσας - νύμφης του Θεού για τα χριστιανικά χρόνια.

Σε ένα περιβάλλον - αρχιτεκτόνημα που αναδεικνύει μοναδικά και επιδεικνύει ιδανικά τα εκθέματά του ως προς τη συνθήκη του φωτισμού τους, στο Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών, λίγο να το στοχαστείς και να το φιλοσοφήσεις και είναι πανεύκολο να αντιληφθείς ποιος είσαι, από πού έρχεσαι, ποιους κουβαλάς μέσα σου και πώς φθάσαμε όλοι μας εδώ· αναμφίβολα ο τόπος προσφέρει μια ανοιχτή εμπειρία.

Μια ώρα οδήγηση από τη Θεσσαλονίκη, όπως σας είπα, και έφθασα εκεί. Διέσχισα την κεντρική πύλη του πρόσφατα εγκαινιασμένου Πολυκεντρικού Μουσείου Αιγών και ένιωσα πάραυτα πως με έβαλαν σε χρονοκαψούλα. Τρεις ώρες μετά τον αστραπιαίο διακτινισμό μου χιλιάδες χρόνια πίσω, το ταξίδι τελείωσε και επέστρεψα στο τώρα, το κύμα με ξέβρασε σε εκείνο ακριβώς το σημείο του μουσείου όπου φυλάσσονται μυστριά, μέτρα, αναμνηστικές φωτογραφίες από τα συνεργεία ανασκαφής, από τότε που ξεκίνησε η αποστολή ανεύρεσης μέχρι και πρόσφατα που εγκαινιάστηκε.

Εντύπωση μου έκαναν που μαζί με όλα αυτά διασώθηκαν και τα πακέτα των τσιγάρων που κάπνιζαν οι μερακλήδες αρχαιολόγοι! Όταν οι αξίνες σταματούσαν το σκάψιμο και πάνω σε κυτία από καπνούς Ρήγας πλακέ, Άρωμα και Άσσος Παπαστράτος, επιστήμονες και εργάτες σημείωναν πρόχειρα σκέψεις ή αριθμούς.

Λίγο παραδίπλα βρίσκεται και μια μακρόστενη γκαλερί με τους πίνακες της ζωγραφικής ενότητας Ύλης Μνήμη του Χρήστου Μποκόρου να αντιφεγγίζουν κοντράστ με τον χλωμό ήλιο της μέρας που έλουζε το μουσείο. «Είναι ο καλύτερος των Ελλήνων μεταγραφέων του φωτός, φυσικού ή τεχνητού, στον καμβά» άκουσα μια φωνή να ψιθυρίζει από δίπλα μου και όντως τα ζωγραφιστά κεριά του Μποκόρου λαμπύριζαν καλύτερα και από αληθινά. 

Στ’ αλήθεια σας το λέω και σας το προτείνω: δεν είναι μια σκέτη επίσκεψη αλλά μια υπέρτατη εμπειρία το Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών, οπότε οι εν Θεσσαλονίκη κάντε το ταξίδι όποτε σας έρθει όρεξη να ξεφύγετε από την πεζή πόλη και να βρεθείτε στην περιλάλητη Μακεδονία του κάποτε. Οι κάπως μακρύτερα διαμένοντες, απλώς οργανώστε την εκδρομή σας το συντομότερο, ο χειμώνας δεν περνάει χωρίς όνειρα και ιστορίες.