- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Κώστας Παπαγεωργίου: Για τον μέντορά μου που λύγισε
Για τον my teacher όπως τον αποκαλούσα για πλάκα, που σήμερα τα ξημερώματα μας άφησε φτωχότερους.
Ο σημαντικός ποιητής Κώστας Παπαγεωργίου πέθανε και η Ζιζή Σφυρή γράφει ένα κείμενο και ένα ποίημα για τον μέντορά της
Δεν θα μιλήσω για το εν πολλοίς γνωστό του βιογραφικό. Θα μιλήσω για το λευκό του σαλόνι, που συναντιόμαστε κάθε Πέμπτη για να μας δώσει τα φώτα του στην ποίηση και την πεζογραφία, για τα off the record, γνωστά του ανέκδοτα για όλους τους πνευματικούς ανθρώπους που συνάντησε στη ζωή του, για το «τεράστιο» πολυμορφικό, λεπτό, όλων των αποχρώσεων, χιούμορ του.
Γνώρισα τον Κώστα πολλά χρόνια πριν, ως σύντροφο της Νατάσας Πανδή, δεύτερο πατέρα του Αδριανού Τρίκα-Πανδή, και ως φίλο φίλων μου.
Όμως τον γνώρισα βαθύτερα και ερωτεύτηκα τον έρωτα του για τη λογοτεχνία, όταν έγινα μέλος των λευκών καναπέδων.
Ο Κώστας υπήρξε λαμπρός ποιητής και λαμπρός μάγειρας, κάθε δεύτερη Πέμπτη ποιούσε φαγητό με ποιητική. Υπέροχο σουφλέ σπανάκι, τέλεια χειροποίητα σουβλάκια, χοιρινό στο φούρνο με πατάτες, και τότε σηκωνόμασταν απ´ τους λευκούς καναπέδες και μαζευόμασταν στο καφέ τραπέζι, γέμιζαν τα ποτήρια κόκκινο κρασί και ήταν σαν να μεταλαμβάναμε την δροσιά του μυαλού του. Από τη θέση που επέλεγα να κάτσω στην τραπεζαρία, έβλεπα πάνω σ´ ένα από τα πάμπολλα βιβλιοθηκάκια που είχε, ένα δισκοπότηρο καλυμμένο με μαύρο βελούδο και ένα χρυσό σταυρό. Δεν τον ρώτησα ποτέ γι αυτό το αντικείμενο που δέσποζε δίπλα στα χιλιάδες βιβλία του, σημειωτέον ότι είχε μια από τις μεγαλύτερες ιδιωτικές συλλογές βιβλίων, αλλά πάντα είχα μια βεβαιότητα πως ο Κώστας ήταν ένας άγιος των γραμμάτων, με τη μεταφορική και μεταδοτική έννοια του δισκοπότηρου ή ότι είχε δημιουργήσει ένα vanitas art piece, για να μας θυμίζει την ματαιότητα των πραγμάτων, των καταστάσεων και κυρίως της εφήμερης ζωής.
Εκεί λέγαμε κι ακούγαμε τα απίστευτα! Λες και κάναμε όλοι διαγωνισμό χιούμορ! Ήταν τέτοια η οξυδέρκειά του και οι παρατηρήσεις του προς τον καθένα μας που ακόνιζε και το δικό μας αισθητήριο του αστείου. Το φλερτ του, ακόμη κ στις αστείες στιγμές του, με τον θάνατο ήταν το πιο ιδιαίτερο του γνώρισμα. Μάς έλεγε συχνά μετά τα εξήντα πρέπει να είμαστε έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να πεθάνουμε, αλλά αφού πρώτα θα έχουμε ζήσει. Άλλες φορές μάς έλεγε, πόσο ανούσια θα ήταν η ζωή χωρίς τον θάνατο.
Θα επανέλθω στους λευκούς καναπέδες που την εξομολογητική μας διάθεση και τις πρωτόλειες γραφές μας ακουμπήσαμε επάνω τους, ταυτόχρονα με λειτουργία group therapy. Εκεί βρήκαμε μέρη του εαυτού μας, που αγνοούσαμε, δεθήκαμε με ανθρώπους που δεν γνωρίζαμε και τους ανοίξαμε παράθυρα, πήραμε κριτική και δώσαμε τη δίκη μας σε κείμενα που ακούγαμε. Ξεγυμνωθήκαμε κάνοντας αστεία για τις σχέσεις μας, τις κοινωνικές, τις προσωπικές και τις σεξουαλικές.
«Αν δεν διαβάζεις δεν γράφεις» επαναλάμβανε ακούραστα. «Δεν θα σας κάνω συγγραφείς ή ποιητές εγώ. Εγώ θα σας κάνω καλούς αναγνώστες».
Αχ! Βρε Κώστα μου, γέλαγα μόνη μου όταν θυμόμουν σε διάλεξη μιας ακαδημαϊκού για γνωστό έλληνα ποιητή, έσκυψες στο αυτί και μου είπες: «Αυτή έγινε ακαδημαϊκός γιατί βρήκε πορτοφόλι και το παρέδωσε»!
Θα φυλάω για πάντα στο μυαλό μου την τελευταία μας συνάντηση πριν δυό μήνες περίπου, τους τηλεφώνησα, έφτιαξα μεζεδάκια και θαλασσινά από την λαϊκή της Καλλιδρομίου και πετάχτηκα να φάμε παρέα. Ήταν μια λεπτή κλωστή με μεγάλα μάτια κ χείλη σχεδόν σβησμένα, που τονιζόντουσαν από το μυστήριο χαμόγελο του. Πρόλαβε να μου πει ότι είδε τα τελευταία ποιήματα που του έστειλα και θα τα συζητούσαμε άλλη στιγμή. Ήπιαμε το τελευταίο ουζάκι παρέα.
Αγαπούσε «...το μαύρο έως θανάτου», κάνοντας μας να το αποκρυπτογραφήσουμε και να το κάνουμε άσπρο χαρτί.
My teacher, καλό σου ταξίδι.
Το ποίημα που ακολουθεί γράφτηκε, σχεδόν αυτόματα, όταν έμαθα ότι τον χτύπησε ο καρκίνος, του το έστειλα χωρίς να βάλω τον τίτλο που είχα ήδη γράψει για να μην τον στενοχωρήσω.
Ο μέντοράς μου λύγισε
Ο μέντορας μου μού έδωσε
ένα μπουκάλι κρασί
Και μου έδειξε τον δρόμο της εξόρυξης
Να αρχίσω να σκάβω το όρυγμα μου
Ξέροντας πως δεν θα βρω απολύτως
Τίποτε χρήσιμο
Όσο πιο πολυ θα μάτωναν τα χέρια μου
Και θα καίγονταν τα χείλη μου
Τόσο περισσότερο θα πολεμούσα
καθησυχαστικούς ρυθμούς
Τώρα ο μέντορας εκθετικός
βλέπει απο την κλειδαρότρυπα ό,τι προλόγιζε
Για την απάτη του εγώ
όταν συγκρίνεται με το
εδώ και τώρα
εδώ και αύριο
εδώ και ποτέ
Ποτέ την Κυριακή την Δευτέρα την Τρίτη
Δεν θα πληρωθεί το κενό
ανάμεσα σε μένα και την ελαφριά ανυπαρξία μου
Τις ευχαριστίες μου σε αυτόν για μιαν
Καθημερινη αθανασία
Που στόλισε τα δάκτυλά μου
όταν λειάνθηκαν απ το ποτήρι του
Έγιναν σχεδόν διάφανα
Πριν εκτοπίσουν
Το απέραντο εδώ
Ο ποιητής Κώστας Παπαγεωργίου άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 76 ετών. Διαβάστε μια παλαιότερη συνέντευξή του στην Athens Voice εδώ