Πολιτισμος

Steven Wilson: Η σπουδαία προσωπικότητα των Porcupine Tree

Σημειώσεις Ενός Μονομανούς: Δίσκοι, βιβλία, ταινίες, σειρές κι έργα τέχνης που αξίζει να ανακαλύψεις

Γιώργος Φλωράκης
ΤΕΥΧΟΣ 762
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η box set συλλογή των Porcupine Tree, ο νέος εκδοτικός οίκος Loggia, το νέο άλμπουμ «The Goat» του John MΟuse και οι ομοιότητες με τους Fall του Mark E. Smith.

➽ Η πρώτη κυκλοφορία που έπεσε στα χέρια μου ήταν η κασέτα «Spiral Circus», που περιλάμβανε ενδιαφέροντα τραγούδια σε σχετικά άγουρες εκτελέσεις, ηχογραφημένα σε μικρούς χώρους συναυλιών. Παρ’ όλα αυτά, έψαξα και αγόρασα το «In The Sunday Of Life», έναν δίσκο που δεν θα μπορούσες εύκολα να θεωρήσεις ολοκληρωμένο, καθώς συγκέντρωνε τραγούδια από προηγούμενες κασέτες της μπάντας, συχνά σε επανεκτελέσεις. Ακόμη, ο Steven Wilson, αυτή η σπουδαία προσωπικότητα πίσω από τους Porcupine Tree, δεν είχε βρει τον τρόπο να εκφράσει αυτά που ήθελε. Είμαστε στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’90 και όλο αυτό το ύφος που αργότερα ονομάσαμε νεο-ψυχεδέλεια είναι υπό διαμόρφωση. Το «The Sky Moves Sideways», που κυκλοφορεί το 1994, φέρνει ταυτοχρόνως τέσσερα πράγματα: στον Wilson τους τρόπους να εκφραστεί, στην εταιρεία του, την Delerium, το ύφος που θα κινηθεί με επιτυχία τα επόμενα χρόνια, και σ’ εμάς του υπόλοιπους ένα σπουδαίο άλμπουμ κι ένα πρώτο περιεχόμενο στην έννοια της νεο-ψυχεδέλειας. Ο Wilson δεν σταμάτησε εκεί, πέρασε στο neo-progressive, έπαιξε metal, δήλωσε ότι λατρεύει το black, πειραματίστηκε με την pop, διασκεύασε Abba, δημιούργησε μισή ντουζίνα σχήματα, έκανε παραγωγές, έκανε re-masters και έδωσε περιεχόμενο στην έννοια του musicaholic. Κυκλοφορεί αυτές τις μέρες σε cd ένα box set που περιλαμβάνει το σύνολο της δουλειάς των Porcupine Tree για την Delerium με μερικά δωράκια επιπλέον. Αξίζει…

➽ Οι Εκδόσεις Loggia είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος, που μέχρι τώρα έχει κυκλοφορήσει τρία βιβλία: τα «Περιστατικά στο Εγγύς Εξωπραγματικό» του Μαξ Μπλέχερ, την ποιητική συλλογή «Χαίρομαι που Είμαι Εδώ» του Άλντεν Νόουλαν και το «Σκοτεινό Νερό» του Νικόλα Πουλιέζε. Αυτό το τελευταίο, είναι το βιβλίο που με έχει αιχμαλωτίσει το τελευταίο διάστημα. «Από το παράθυρο οι Ναπολιτάνοι παρατηρούν για τέσσερις μέρες το γκρίζο πέπλο της βροχής που πέφτει ασταμάτητα. Η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει αιφνιδιαστικά, μυστηριώδεις κούκλες, απόκοσμες φωνές από το κάστρο του Μάσκιο Αντζοΐνο, κέρματα που παίζουν μουσική. Ένας εφιάλτης που δείχνει πως τίποτα δεν θα παραμείνει ίδιο ή μια παραίσθηση που θα διαλυθεί στο πρώτο φως του ήλιου…». Απόκοσμο, ρυθμικό, ένα γρήγορο κείμενο που σε αναγκάζει να επιστρέφεις πάλι στην αρχή κάθε κεφαλαίου γιατί θέλεις να το ξαναγευτείς. Η μετάφραση της Ευαγγελίας Γιάννου είναι απολαυστική.

➽ Δεν πρόκειται ούτε για τον αμερικανό τραγουδοποιό John Maus, ούτε για τον μουσικό της reggae John Mouse, ούτε καν για κάποιον ξάδερφο του Mickey Mouse, που φέρει το μικρό όνομα John. Πρόκειται για έναν τραγουδοποιό από το Cardiff, που γράφει κεφαλαίο το δεύτερο γράμμα του επιθέτου του και συστήνεται ως John MΟuse, έχοντας μόλις εγκαταλείψει το JT Mouse. Αν μέχρι τώρα, τα βασισμένα στην ακουστική κιθάρα τραγούδια του έμοιαζαν ενδιαφέροντα έτσι κι έτσι, αυτό που κάνει στο πρόσφατο «The Goat» είναι εξαιρετικό: με vintage synthesizers και με το μυαλό του καρφωμένο πότε στους Fall και πότε στους Sleaford Mods χωρίς να αρνείται τη μελωδία ή τις σκοτεινές προσεγγίσεις, δημιουργεί ένα δίσκο που θα ήθελες να παίζει συχνά στο πικάπ σου.

➽ Ο δίσκος του John Mοuse και ειδικά το Le «Pigeon», το κομμάτι που ανοίγει τον δίσκο, με πηγαίνει πίσω στο 1983 και το πρώτο άλμπουμ των Fall που αγόρασα, το «Perverted By Language». Με τρόμαζε ο ήχος τους, με τρόμαζε το ιδιαίτερο ύφος, ενδεχομένως και το πνεύμα του Mark E. Smith, την ίδια στιγμή όμως ένιωθα ότι σ’ αυτή την μπάντα υπήρχε έδαφος για να ανακαλύψω κάτι σημαντικό. Χρειάστηκαν ένα-δύο χρόνια για να συντονιστώ μ’ αυτό το ιδιαίτερο ύφος, πράγμα που κατάφερα στο «Bend Sinister», το 1986.

➽ Όμως η πρώτη γεύση από τους Fall με το «The Man Whose Head Expanded», που νιώθω ότι είναι πολύ κοντά στο «Le Pigeon», είχε φτάσει σε μένα μέσα από τη συλλογή «Rough Trade... A Compilation», που είχε επιμεληθεί ο Γιάννης Πετρίδης. Εκεί, οι πιο πολλοί από εμάς είχαμε συναντήσει τους Fall, τους Dream Syndicate, τους Violent Femmes, τους Gist, τους Dislocation Dance. Ήταν μια αποκάλυψη εν έτει 1984, όπως αποκάλυψη ήταν και οι εκπομπές του Γιάννη Πετρίδη εκείνη την εποχή και ακόμη νωρίτερα από τα μέσα των seventies. Νιώθω ότι δεν έχω βρει και ίσως δεν βρω ποτέ τα κατάλληλα λόγια να ευχαριστήσω τον Γιάννη Πετρίδη κι ας τον συναντώ συχνά στους διαδρόμους της ΕΡΤ, για τα τόσο πολλά που του χρωστάω.

Έργο μεικτής τεχνικής του Γιώργου Φλωράκη για τη στήλη του Σημειώσεις Ενός Μονομανούς

Υ.Γ. Ενώ σε γενικές γραμμές συμφωνώ με τη γενικότερη τοποθέτηση του Rough Trade –του δισκοπωλείου– δυσκολεύομαι να κατανοήσω τον λόγο για τον οποίο το «Punisher» της Phoebe Bridgers είναι στο Νο 2 της λίστας με τα καλύτερα της χρονιάς. Όσες φορές δοκίμασα να το ακούσω, μου φάνηκε αδιάφορο και βαρετό. Θα με συνετίσει κάποιος, παρακαλώ;