Πολιτισμος

Φθινόπωρο στη Θεσσαλονίκη

 Το κέντρο των πολιτικών εξελίξεων λόγω ΔΕΘ και άλλες ιστορίες - tips

Στέφανος Τσιτσόπουλος
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το κέντρο των πολιτικών εξελίξεων λόγω ΔΕΘ και πολιτικών αρχηγών που ανεβαίνουν για εξαγγελίες, «η Νύμφη του Θερμαϊκού που φορά τα γιορτινά της», και άλλες ιστορίες-tips, που κάθε χρόνο τέτοια εποχή κινείται μεταξύ αφόρητων κλισέ αλλά και ωραίων νέων πραγμάτων, αφού μετά την Έκθεση, όπως λέμε οι «εδώ», αρχίζει η αληθινή ζωή. Μάθε τι παίζει, νιώσε όσο μπορείς τι θα πει Βορράς.

Προειδοποίηση: Σε παρακαλώ, να μη με ξαναπείς...

Όχι, μη, σε ξορκίζω, μη μας πεις «συμπρωτεύουσα»! Είναι μια έκφραση που τη χρησιμοποιούν κατά κόρον οι Αθηναίοι, μα ο μέσος Θεσσαλονικιός βγάζει φλύκταινες όταν την ακούει: Όχι, μη, σε ξορκίζω. Συμπρωτεύουσα; Παγκόσμια πατέντα. Λένε, ας πούμε, ο Ουασινγκτονέζος ή ο Λονδρέζος, όταν πιάνουν Λος Άντζελες ή Μάντσεστερ, «αχ, ήρθαμε, τι ωραία που βρισκόμαστε και πάλι στη συμπρωτεύουσα των ΗΠΑ ή της Μπρεξιτέρας»; Όχι, δεν λένε. Μόνο για τη Θεσσαλονίκη βγήκε αυτό το «συμπρωτεύουσα». Προτιμήστε επομένως ή παραμείνετε σταθεροί στο εξίσου αφόρητο κλισέ της «ερωτικής πόλης». Έχετε περισσότερες πιθανότητες να πιάσετε επαφή, μα και πάλι ελλοχεύει ο κίνδυνος να εισπράξετε απόρριψη ή κάτι πιο επιτιμητικό τύπου «ναι, τι να σου πω, εδώ δεν τρέχουν ούτε γραμμάτια, ούτε δόσεις, ούτε κατασχέσεις, ούτε ανεργία, μιας και από το πρωί που ξυπνάμε μέχρι το ξημέρωμα που γέρνουμε όλη ώρα ο νους και το κορμί μας στον πήδο και το τριαλαρό είναι»! (copyright @ Διογένης Δασκάλου και Monie Monie Conniente). 

Ούνα φάτσα, ούνα... ταράτσα! 

Vanilla Sky: Όταν σου λέω «ταράτσα», θα βγαίνεις και θα ανεβαίνεις.

Σόρι που θα σ’ το χαλάσω, μα και το «ανεβαίνουμε Θεσσαλονίκη για δουλειές το πρωί και ξεσάλωμα το βράδυ στα γούστα», ούτε αυτό υπάρχει! Τελειώσαν τα γκλαμουράδικα ασταμακαροναδάτα ρέστο, σίγησαν οι μπουζουκλερί και το σύνθημα «Παίδες, γερά, το βράδυ στον Καρρά» ακούγεται τόσο ξεπερασμένο όσο και το «Με τον Γκάλη, τον Γιαννάκη, τον Φιλίππου και τ’ άλλα παιδιά». Περασμένα μεγαλεία. Τα πράγματα φέτος το καλοκαίρι σκρόλαραν ήσυχα και μειλίχια σε ρυθμούς overground, κοινώς όλο το παιχνίδι έγινε στις ταράτσες της πόλης. Στο SkyBar του MET hotel, στο Uranya της Πάικου, στο Vanilla Sky της Χάψα, στο Vinyl Salvation της Βίκτωρος Ουγκό, στο Παλιό Χαμάμ της Εγνατίας και στο Fragile της Βαλαωρίτου. Κοκτεϊλάκια, μουσικούλες, χαλαρές κουβέντες, έναστροι ουρανοί, και έως εκεί. Εκτός κι αν μείνεις για το Reworks 2017. Τότε ναι, αλλάζει η φάση και ταρακουνιέται το άστυ: το μεγαλύτερο ηλεκτρονικό ελληνικό φεστιβάλ, από 13 έως και 17 φέρνει, Dixon, Solomun και Paul Kalkbrener, συν καμιά σαρανταριά ακόμα Έλληνες και ξένους τέκνοχεντς, που παραδοσιακά θα προσδώσουν στον ήχο μα και την ατμόσφαιρα της πόλης τον κωδικό «τούμπανο». Να μια λέξη, που όπως-και-δήποτε πρέπει να χρησιμοποιείτε συνεχώς στη Θεσσαλονίκη. Τούμπανο. Τεντωμένο δηλαδή ως εκεί που δεν παίρνει. 

Reworks 2017: Τα κορίτσια ξενυχτάνε μ’ ένα μυστικό, ω ω, τέκνο έχω κι εγώ!

Μπουγατσάν και σουτζουκάκια, τσιν τσον Τσανγκ και φραπεδάκια!

Μπουγατσάν: μετά τον φραπέ, η δεύτερη μεγάλη ανακάλυψη-συνεισφορά της Θεσσαλονίκης στην πανελλήνια γεύση.

82η Διεθνής Έκθεση, τιμώμενη χώρα η Κίνα, Ορέστης Τσανγκ, σε ρόλο κομπέρ, σύνδεσμου, μεταφραστή και ξεναγού επισήμων καλεσμένων και επιχειρηματιών, και, φυσικά, το Μουσείο Φραπέ που αποτελεί το εμβληματικό κλου της διοργάνωσης. Η ιστορία είναι γνωστή: ο Δημήτρης Βακόνδιος, υπάλληλος της Nestle, κατά τη διάρκεια της 22ης Έκθεσης, εξήντα χρόνια πριν, εμπνεύστηκε το «κουνημένο - χτυπημένο» και εγενήθη η «φραπεδάρα». Σήμα κατατεθέν πλέον όχι μόνο της πόλης μα και του έθνους. Το σλόγκαν της ΔΕΘ είναι «συνδέει ανθρώπους, επιχειρήσεις, πολιτισμούς», μα δεν αντέχω να μην το πειράξω, μιας και θα μπορούσε άνετα να σταθεί και το «συνδέει καλαμάκια, παγάκια και για πες», αφού από τότε μέχρι και σήμερα αυτού του είδους ο καφές δεν είναι μόνο μια γεύση μα και μια κουλτούρα συνεύρεσης και κοινωνικότητας. Στη δε Θεσσαλονίκη του προσδίδονται διαστάσεις ιεροτελεστίας. Πίνεται για ώρες κι εκτός από κουλουράκια συνοδεύεται από σκληρό socializing και ανταλλαγή πληροφοριών για πρόσωπα και πράγματα του αστικού ιστού (hardcore κουτσομπολιό ειπείν). Βέβαια, από τώρα μπορείς και να μαντέψεις το μουσείο-αφιέρωμα που θα ετοιμάσει η ΔΕΘ του 2045 (γεροί να είμαστε κι εμείς κι αυτοί): μουσείο Μπουγατσάν. Η πασίγνωστη δηλαδή «εφεύρεση» του Κώστα Καπετανάκη και του Δημήτρη Κοπαράνη, που ως άλλοι «Βακόνδιοι» στο Estrella της Παύλου Μελά συνέλαβαν την ιδέα-γεύση του ξακουστού Cronut που συνδέει Βαρδάρη με Παρίσι, ταξιδεύοντας τις κρέμες στα πέρατα του κόσμου. Και για τη ΔΕΘ του 2047 έχω «θέμα»: Μουσείο Σουτζούκι κι, αν τιμώμενη χώρα είναι η Ιαπωνία, να κολλήσει δίπλα και το σλόγκαν «Από το Σουτζούκι στη Suzuki». Κλασικά πράγματα περί ορέξεως, αν ανηφορίσετε: στη «Διάβαση» της Παύλου Μελά και στη «Διαγώνιο», γωνία Μελά με Καλλάρη, ψημένο με υπέρτατη τέχνη και σερβιρισμένο πάντα, μα πάντα, με την περίφημη «ρωσική». Γευστική κατάσταση, τι επομένως; Πολύ σωστά: τούμπανο! Είπαμε πως πάει παντού.

Μίλα σαν, urban όμως, καρντάσι ή και περισσότερες θεσσαλονικιώτικες λέξεις και σποτ κλειδιά

Ο Γιάννης Δρίζης aka Wicked στο Überντουζ – φτιάχνουν το απόλυτο δύο σε ένα: Βερολίνο και εξωτική σόουλ στην καρδιά της Θεσσαλονίκης.

Μπορείτε άνετα να «σκοράρετε» σε όλα τα επίπεδα αλλά και να ξεκινήσετε ή να συμμετάσχετε σε μια κουβέντα, αν εξοικειωθείτε με τη χρήση των παρακάτω λέξεων ή εκφράσεων: 1) «Τι πρότζεκτ τρέχουν επί του αστικού ιστού;» Στη Θεσσαλονίκη όλοι έχουν στα σκαριά ένα πρότζεκτ και γενικώς φοριέται πολύ και μαρτυρά προχώ τυπάκι η συνεχής επίκληση στο urban living. 2) «Έμαθα πως ο Μπουτάρης τα πήρε στο κρανίο με το μπάχαλο της παράταξής του, ειδικά μετά το κάζο με το φεστιβάλ των Δημητρίων, που εγκρίθηκε στο τσακ, και αποφάσισε διαγραφές αλλά και ανανέωση του δυναμικού της Πρωτοβουλίας». Έτσι ακριβώς: θερμό φθινόπωρο αναμένεται, μιας κι ο κυρ-Γιάννης δήλωσε πως παίρνει το όπλο του και μετά τα αλάτια του χειμώνα, θα παγώσουν και κάποιες καρδιές τον Οκτώβριο. 3) «Να πάμε Ypsilon ή Überντουζ;». Να πας και στα δυο, μιας και αυτά είναι τα «συζητήσιμα» της σεζόν. Κανένας εδώ πάνω δεν χρησιμοποιεί την έκφραση talk of the town. Το Ypsilon άνοιξε στο παλιό Κίρτζι Χαν της οδού Εδέσσης. Ανήκε στον Ναουσσαίο κάποτε μεγιστάνα της επεξεργασίας βαμβακιού, Γεώργιο Κύρτση, είναι διατηρητέο του 1870 που αναπαλαιώθηκε και φιλοξενεί μπαρ, κουζίνα που μαγειρεύει ο σεφ Δημήτρης Τσούκας, art space, κατάσταση κουλτούρας και πολυεστίασης δηλαδή σε περιβάλλον ασύλληπτης ομορφιάς, μινιμαλισμού και ευγένειας. Το Überντουζ στη Δαναΐδων κρατά ακόμα ανοιχτή την πίσω αυλή του (στα αθηναϊκά προφέρεται backyard), είναι επίσης χαλαρό, ευγενές, κοσμοπολίτικο και πέρα από τις άλλες urban εκλεκτικές συγγένειες με το Ypsilon, μοιράζονται και κάτι άλλο: τις εξαίσιες μουσικές του Γιάννη Δρίζη aka Wicked. Του μόνου δισκοβόλου της πόλης που μπορείς να νιώσεις και να καταλάβεις τι και πόσο ωραία παίζει, μόνο αν τον ακούσεις εκείνη τη μαγική στιγμή που σκέφτεται, διαλέγει και μιξάρει τα αμειξάριστα (στα αθηναϊκά προφέρεται freestyle). 4) «Πάντως σίγουρα θα περάσω από ΜΙΕΤ για την έκθεση του Δημήτρη Φατούρου». Αρχιτέκτονας, πανεπιστημιακός, τεχνοκριτικός, κάποτε πρύτανης του ΑΠΘ, υπουργός Παιδείας και για λίγες μόνο ψήφους σε υστέρημα, παραλίγο και δήμαρχος Θεσσαλονίκης. 120 έργα ζωγραφικής που πολλά τους εκτίθενται για πρώτη φορά, από έναν πολυσχιδή, νεωτερικό και αναγεννησιακό άνθρωπο, που τελεί σε μια διαρκή σύγκρουση αλλά και διάλογο με τον τόπο, τον χρόνο, την ομορφιά, την ασχήμια, την πόλη, την πολιτική και το σώμα. Ενενηκονταετής πλέον ο «Μίμης», παραμένει μια εμβληματική προσωπικότητα που η αχαρτογράφητη ποιητική του μετουσιωνόταν πάντα σε ιδιαίτερα «ποιείν». «Εικαστική δίοδος - Αρχείο 1966» λέγεται η σημαντικότερη έκθεση των ημερών, στεγάζεται στο 108 της Βασιλίσσης Όλγας και είναι μια καλή ευκαιρία για να φρεσκαριστεί η μνήμη της Θεσσαλονίκης, μιας κι ο άνθρωπος αυτός, ο μοντερνιστής, ο φιλόσοφος, ο δημιουργός, παραμένει ένα αξεπέραστο σύμβολο. Λαϊκότερα και Σαλονικιώτικα: δεν βγάζει πια το εργοστάσιο τέτοια μοντέλα. 

 Δημήτρης Φατούρος, «Ζευγάρι», 1950. Τέμπερα και μολύβι σε χαρτί. Μια έκθεση στο ΜΙΕΤ, στα όρια της μεγάλης συγκίνησης.

Ο Δημήτρης Φατούρος το 1958: ακόμα πιο σύντομα, μοντερνισμός.