- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
● ● ● «Να μη λικάρει, οk;»
Έχω στα χέρια μου καυτό κολέκτορ’ς, το white label σιντί της Τσαλιγοπούλου. Μου το στείλανε πρώτη ακρόαση λέει, με ένα μικρό δισταγμό στη φωνή, έτσι ένιωσα, γιατί εδώ που τα λέμε έχουν στο μυαλό τους και τα παλιά χαΐρια μου με τον Κότσιρα και δεν με εμπιστεύονται. Καλά, βρε Σόνη μου, δεν τρώω και Τσαλιγοπούλες, εδώ ζούμε τις τελευταίες ημέρες της Πομπηίας κι εγώ θα κάθομαι να σκέφτομαι το μέλλον του ελληνικού τραγουδιού; (Το οποίο, άσχετα, θα επιβιώσει. Διότι πιάνει και μεγάλο μέρος του Aραβικού κόσμου, ευρύτατα Τουρκία, Παλαιστινιακά εδάφη, Ισραήλ και όλα τα Βαλκάνια που ονειρεύονται να ζήσουν τη Γρανίτα-Από-Λεμόνι-Τους στο παντοτινό ελληνικό καλοκαίρι, στην Αρετσού.) Αυτό με το λικάρισμα με πλήγωσε βέβαια. Δεν είναι κι ότι όλο το δίκτυο κυνηγάει το νέο των Radiohead και το νέο της Ελένης. Πολύ θα το θέλανε όμως, νιώθω.
● ● ● Όλο το προτζεκτάκι, αν το δεις, έχει ένα κόλλημα με το digital-cult ύφος. Δεν το βάζουν στο ράφι με τα ελληνικά, το βάζουν στο ράφι με τα World. Το άλμπουμ δεν τιτλοφορείται, ας πούμε, «Η Ελένη και η Ψηφιακή Εποχή» αλλά «Ταριρά». Gettit? Ταρα-ρα-ρί. Ρα-ρό. Παμ-παμ. Το artwork είναι ένα άβαταρ της Τσαλιγοπούλου. Φέρνει λίγο και προς Γλυκερία, αλλά όχι, εντάξει, ναι, είναι Τσαλιγοπούλου. Gettit? Καρτούν, animation, καθαρές γραμμές, λευκό φόντο. Όχι πια νύχτα, ξεχαρβαλωμένες σκηνές, μαύρες κελεμπίες, τσιγαρίλα, μαλλιά, τοίχοι βαμμένοι ώχρα. Μην το λικάρεις, αλλά είναι για λικάρισμα.
● ● ● Το προϊόν πάντα έχει μία ιδέα επάνω στην οποία συνθέτεις τα υλικά – όσο πιο αναγνωρίσιμα σημειολογικά, τόσο το καλύτερο. Η ιδέα είναι ότι «η Ελένη αλλάζει». Αναδεικνύει την προσωπική της ταυτότητα σαν δημιουργός (γράφει όλα τα τραγούδια), και φιλοξενεί up-to-date καλεσμένους (υποδηλώνουν εκτίμηση προς την ίδια, αφού τρέχουν στο κάλεσμά της) που της δίνουν τους στίχους τους. Βγαίνει πριν το Πάσχα. Πιάσε τα φρι-πρες, Μελωδίες και μπαράκια. Κάνα τηλεοπτικό; Όχι, όχι Κανάκη, είναι άλλο τάργκετ. Πάλι Μαντ Αγουόρντς βλέπω. Κλείσε καλοκαιρινά. Ωραία θέλω, θέατρα ανοιχτά, αεράκι, θάλασσα, κάνα αρχαίο θα ήταν καλά, στους Φιλίππους, κοίτα το για Ηρώδειο με καλεσμένους, ε, ναι, βάλε και μία Βράχων. Ταραρα-ρι-παμ-παμ.
● ● ● Μέσα σε όλο αυτό το ηθικό, καλοραμμένο stitch-up, η Ελένη έρχεται και δείχνει αποφασισμένη επαγγελματίας, το φέρει εις πέρας, αλλά στο τέλος –δεν το ξέρουμε ακόμα– αντί να της κάνουν remix οι Scissor Sisters ας πούμε, κερδίζουν οι καλοί: ο αληθινός της εαυτός. Το vocoder δεν θα νικήσει ποτέ το σμυρνέικο λυγμό της, τα ατίθασα μαλλιά της ρομαντικής ρεμπέτισσας, τα μπαχάρια, τους στεναγμούς, τα σεκλέτια, τα τσιγάρα.
● ● ● Στο «Τραγούδι» (με λόγια του Νίκου Ζουδιάρη) η Ελένη είναι τρυφερή και spaced out, άκουσε αρκετά Air πριν έρθει, και συγχωρεί τα πάντα: «Τίποτα δεν έχω να μισώ». Λάθος, Ελένη. Βάλε λίγο ζόφο στο τραγούδι. Στα πιο «τζιβαέρικα» κομμάτια του άλμπουμ, αλλού ακούγονται τζάζι ρυθμικές βάσεις με λεπτότατες νότες πιάνου που σου δίνουν λύπη και μόλις ρίχνουν τα έγχορδα, βιολιά και κόντρες, κάνεις ασυναίσθητα έτσι, δίπλα, να πιάσεις το κουτί τα Κιρέτσιλερ – άφαντα, το έχεις κόψει. Τα-ριμ-τα-ραμ-τα-ραν. Αλλού μπαίνουν τα τουμπερλέκια (εντάξει, με reverb να μοιάζει σαν να παίζει ο ΉταΒήτα στη διπλανή καμπίνα), αλλού τα μινόρε τσαλιμιάζουν με νάιλον χορδές που τρίζουν και μετά, έχει πάρει τη βαθιά της ανάσα και ξαναμπαίνει η φωνή της, τόσο σίγουρη όμως, που ναι, ρε, μου άρεσε που είναι πιστή στο πραγματικό της άβαταρ.
● ● ● Και έξυπνη. Με θηλυκό χαμαιλεοντισμό, στους στίχους του κάθε δημιουργού, προσάρμοσε τις μουσικές της κι έτσι μοιάζει σαν να ήρθε μαζί της ο καθένας, να τραγουδάει αυτός μέσα στα ακουστικά της, κι εκείνη από πάνω dubbing να τον σκεπάζει σα νύχτα, σα γυναίκα-κουβέρτα. Ξέρω γω; Στα «Χρώματα» του Πορτοκάλογλου είναι σαν πανηγύρι με ηλεκτρικές θάλασσες, στης εκκλησιάς την πόρτα, τρεχαντήρια, τέτοια. Στις «Σκιές» του Σπύρου Χατζηκωνσταντίνου και του Αλκίνοου Ιωαννίδη είναι τόσο κατανυκτική όσο και η κοτσίδα ενός ερημίτη παπά στην άγονη. Ο Παυλίδης στο «Όνειρο» της μεταδίδει εκείνες τις κοφτές του, λαχανιαστές συλλαβές, τα τσιμπηματάκια στην κιθάρα και το ωραίο ατενίζειν που έχει αυτός ο άνθρωπος – π.χ. ο πρώτος στίχος λέει «Έτσι ωραία που φυσάει…» και σε παίρνει μαζί, ανοίγουν τα παράθυρα, πώς το λένε. Αγαπούμε Παυλίδη. Και η Τσαλιγοπούλου εδώ έχει ένα «ταραρα-ριμ-ταρα» Καλιφορνέζας στα χίπικα 60s. Οι «33 στροφές» του Vassilikou (έτσι γράφεται η γενική του Vassilikos; – δεν ξέρω κιόλας) είναι το μειλίχιο lounge του ιδίου, μεταφερμένο σαν brazilian café samba από την Ελένη. Αχχχ… βιμπράφωνα στο διάστημα και το σκουπάκι στα πιατίνια της ντραμς. Υπουργείο Αιώνιου Τουρισμού. Στο «Γράμμα» του Νίκου Μωραΐτη έχουμε μάθημα αυτογνωσίας, self help, ελαφρώς ναρκισσιστική διάθεση: «Γράφω ένα γράμμα σε μένα, όχι πως δεν έχω άλλον. Όμως σε μένα χρωστάω, κάποιες κουβέντες να πω». Σαν να είσαι στον ψυ σου, αλλά μισοκαθισμένος στον καναπέ, το ένα ποδαράκι να κρέμεται και να αιωρείται καλοκαιρινά, σαν εκκρεμές αναμνήσεων. Και τέλος, «Χαμένοι στην αγάπη», κλάσικ Δεληβοριάς. Τα λόγια του Φοίβου, και ο Γκάμι Μπέαρ να πάρει να τα πει, θα σε συγκινήσουν. Η Ελένη τα έβαλε να στροβιλίζονται σε ένα μηχανικό βαλσάκι, ωραίο φινάλε, σαν καρουζέλ που έφυγε από τον άξονά του και πετάει προς Bορρά.
● ● ● Το «Ταριρά» είναι γλυκό και ηθικό. Έτσι μου έρχεται να σας το λικάρω, να σας το δώσω, να κολλάνε τα δάχτυλά σας μέλια, να στάξει στο καρό σας πουκάμισο. Σιγά μην το κάνω, θα το ακούσετε παντού έτσι κι αλλιώς, είναι καταδικασμένο εκ των προτέρων σε ένα αιώνιο mp3 στο άι-ποντ σας και σε χιλιάάάδες λάικ στο φέισμπούκ σας.