Στην πρώτη του συνέντευξη μετά την έξοδό του από τον Κορυδαλλό και αναμένοντας την εκδίκαση της υπόθεσής του, ο κ. Γιάννος Παπαντωνίου μιλάει στην A.V. για το καθεστώς που ήθελε να χτίσει ο Αλέξης Τσίπρας υλοποιώντας το «δόγμα Πολάκη», για τον ημιτελή εκσυγχρονισμό της διακυβέρνησης Σημίτη, για τον Άκη Τσοχατζόπουλο και τη συζήτηση περί διαφθοράς επί των ημερών ΠΑΣΟΚ, ενώ ιδιαίτερα αιχμηρός είναι με τον Γιώργο Παπανδρέου. Αφορμή για τη συνέντευξη με τον κ. Παπαντωνίου είναι το βιβλίο που εξέδωσε υπό τον τίτλο «Προσωπική μαρτυρία» (εκδόσεις Παπαζήση).
Κύριε Παπαντωνίου, στο δικαστικό σκέλος, τι περιμένετε από εδώ και πέρα;
Τη δικαίωση, το ταχύτερο δυνατόν. Και μία συγγνώμη για την απίστευτη, πρωτοφανή ταλαιπωρία, τον διασυρμό, το ανθρώπινο και οικονομικό κόστος για τη φυλάκισή μου επί ενάμιση χρόνο, και της συζύγου μου επί πέντε μήνες, όχι μόνο χωρίς δίκη, αλλά ούτε καν παραπομπή σε δίκη! Γιατί αυτό που καθιστά την περίπτωσή μου πρωτοφανή είναι το γεγονός ότι μετά από 17 μήνες προφυλάκιση, και μετά την απόρριψη τεσσάρων αιτήσεων αποφυλάκισης με ψέματα και παραποιήσεις καταθέσεών μου, οι δικαστικές αρχές παραδέχτηκαν ότι οι κατηγορίες είναι έωλες, δεν στοιχειοθετούνται, και ότι χρειάζεται... περαιτέρω έρευνα: Κατηγορήθηκα ότι ο εκσυγχρονισμός των 6 φρεγατών τύπου S, με κόστος 381 εκατ. ευρώ, ήταν επιζήμιος για το Δημόσιο.
Όμως, αυτές οι εκσυγχρονισμένες φρεγάτες αποτελούν την αιχμή της θαλάσσιας ισχύος της χώρας επί 20 σχεδόν χρόνια και καμία κυβέρνηση δεν σχεδίασε την υλοποίηση άλλου προγράμματος μέχρι σήμερα. Αγορά νέων φρεγατών θα κόστιζε το δεκαπλάσιο, 4 δισ. ευρώ, που δεν υπήρχαν. Ακόμα και στην υποθετική περίπτωση που υπήρχαν, ο χρόνος αναμονής για την απόκτηση των νέων φρεγατών θα προσέγγιζε τα 12 χρόνια, με αποτέλεσμα την απώλεια του θαλάσσιου ελέγχου του Αιγαίου για μία περίπου δεκαετία λόγω ραγδαίας απαξίωσης και απόσυρσης των μη εκσυγχρονισμένων παλαιών φρεγατών.
Με την απόφασή μας κρατήσαμε ισχυρή την άμυνα της χώρας στη θάλασσα για 20 χρόνια με το ένα δέκατο του κόστους της εναλλακτικής λύσης! Η κατηγορία για απιστία κατά του Δημοσίου ήταν από την αρχή φαιδρή. Όσο για παράνομα έσοδα, αναλύω στην «Προσωπική Μαρτυρία» ότι το ποσό για το οποίο κατηγορούμαι, περίπου 2 εκατομμύρια ευρώ, προήλθε από εισοδήματα εργασίας στο εξωτερικό (ΟΟΣΑ, κλπ.), αποταμιεύσεις και χορηγίες από μέλη της οικογένειάς μου, τα οποία, από την πλευρά του πατέρα μου, είχαν μεγάλη οικονομική επιφάνεια. Το κυριότερο είναι ότι δεν εντοπίστηκε κανένα απολύτως ίχνος ροής χρήματος από οποιονδήποτε που είχε –ή θα μπορούσε να έχει– σχέση με προμήθειες του Δημοσίου προς εμένα. Τα χρήματα είναι αυταπόδεικτα δικά μου και της συζύγου μου. Η κατηγορία αυτή, για δήθεν ξέπλυμα, ήταν στημένη και αυθαίρετη. Πρόκειται για παράδειγμα δικαστικού αυταρχισμού κατά πολιτικού, που θα διδάσκεται στο μέλλον στις Νομικές Σχολές.
Όπως γράφω στην «Προσωπική Μαρτυρία», τρομάζουν οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αποτελεί πρόκληση για το πολιτικό σύστημα να αναγνωρίσει ότι, για αρκετούς πολίτες, η Ελλάδα δεν αποτελεί κράτος δικαίου και να αναλάβει δράση, ξεκινώντας από την παραδειγματική τιμωρία όσων αποδεδειγμένα παραβιάζουν το Σύνταγμα, ώστε να ολοκληρωθεί ο αγώνας για την αποκατάσταση της δημοκρατίας που ξεκίνησε το 1974.
Η προφυλάκισή μου διατάχτηκε εννέα μέρες μετά την εξαγγελία του «Δόγματος Πολάκη». Έχω την εντύπωση ότι χρησιμοποίησα πρώτος τον όρο, που έχει πλέον εισαχθεί στο πολιτικό λεξιλόγιο.
Διαβάζοντας το βιβλίο σας, φτάνει εύκολα κανείς στο συμπέρασμα πως θεωρείτε εαυτόν θύμα του δόγματος Πολάκη «να βάλουμε και κανέναν φυλακή»…
Η προφυλάκισή μου διατάχτηκε εννέα μέρες μετά την εξαγγελία του «Δόγματος Πολάκη». Έχω την εντύπωση ότι χρησιμοποίησα πρώτος τον όρο, που έχει πλέον εισαχθεί στο πολιτικό λεξιλόγιο. Το δόγμα Πολάκη κατέγραψε μια γενικότερη αντίληψη αυταρχικών πολιτικών ηγετών, που επιχειρούν να θεμελιώσουν την παραμονή τους στην εξουσία πάνω στην ηθική και πολιτική εξόντωση των αντιπάλων τους. Ο Τσίπρας και η ομάδα του βάδισαν στα χνάρια του Τσάβες, του Ερντογάν και του Πούτιν. Αν ο Τσίπρας κατάφερνε να κερδίσει δεύτερη θητεία, σε λίγο θέμα των πολιτικών μας συζητήσεων θα ήταν τα ενδεχόμενα σχέδιά του για το… 2030, όπως συμβαίνει στη σημερινή Ρωσία.
Ήμουν προφανής στόχος τέτοιων μεθοδεύσεων. Ταυτιζόμουν με τα θετικά επιτεύγματα της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, και ιδιαίτερα την ένταξη στο ευρώ. Όλες οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις από τη Νέα Δημοκρατία μέχρι το ΣΥΡΙΖΑ, περνώντας και από το αντι-εκσυγχρονιστικό τμήμα το ΠΑΣΟΚ, επιδίωξαν να δυσφημήσουν την οκταετία Σημίτη. Η θητεία μου στο Υπουργείο Άμυνας αμέσως μετά τη βεβαρημένη περίοδο του προκατόχου μου Άκη Τσοχατζόπουλου πρόσφερε άφθονες ευκαιρίες για λασπολογικές επιθέσεις. Ήμουν εν δυνάμει ύποπτος, έτοιμος να ενοχοποιηθώ. Εξάλλου, η παρουσία μου στον δημόσιο βίο ενοχλούσε ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες –αν κρίνω από μεθοδευμένες επιθέσεις συγκεκριμένων ΜΜΕ– καθώς και πολιτικούς ανταγωνιστές, εκτός και εντός ΠΑΣΟΚ. Η διαγραφή μου από τον Γιώργο Παπανδρέου το 2006 εντασσόταν σε πολιτική «εκκαθαρίσεων» προσώπων που θα μπορούσαν να τον αμφισβητήσουν.
Μπορείτε να ονοματίσετε τα πρόσωπα που υπονοείτε στο βιβλίο σας; Ήταν σχέδιο του ίδιου του κ. Τσίπρα;
Ο Τσίπρας δεν ήταν απλός συμμέτοχος. Ήταν συντονιστής. Γνώριζε τα πάντα, ή τουλάχιστον τα βασικά, γιατί η πολιτική εξόντωσης των αντιπάλων του τον εξέφραζε, ενώ δεν είχε αναστολές παρέμβασης σε ανεξάρτητους θεσμούς της κατ’ αυτόν «αστικής» δημοκρατίας. «Πήραμε την κυβέρνηση, αλλά όχι την εξουσία», ακουγόταν συχνά σε κύκλους προσκείμενους στην ηγεσία της κυβέρνησης. Εξάλλου ο ίδιος, παρεμβαίνοντας στη συζήτηση στη Βουλή για τη σύσταση Ειδικής Επιτροπής με θέμα την προκαταρκτική εξέταση εξοπλιστικών συμβάσεων της θητείας μου στο Υπουργείο Άμυνας, προκατέλαβε τις ενέργειες της Δικαιοσύνης με την επισήμανση ότι «η υπόθεση Παπαντωνίου επιστρέφει εκεί που πραγματικά ανήκει, στην ποινική δικαιοσύνη».
Τα άλλα πρόσωπα, όπως ο Παπαγγελόπουλος, μέλη των ανωτέρων κλιμακίων του Αρείου Πάγου, η Τουλουπάκη και, δυστυχώς, αρκετοί άλλοι δικαστές διαφόρων βαθμίδων ήταν εκτελεστικά όργανα. Είναι θλιβερή η έκταση που προσέλαβε η χειραγώγηση της Δικαιοσύνης από τον ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό χρειάζεται άμεση δράση για την αποκατάσταση του κύρους και της ανεξαρτησίας της.
Η δημιουργία «κλίματος» εναντίον μου είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα, το 2000, με τις επιθέσεις για το Χρηματιστήριο, που επιδίωκαν να «ακυρώσουν» το επίτευγμα της ΟΝΕ.
Από την άλλη, είχε προηγηθεί η διαγραφή σας από τον Γιώργο Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ αρκετά χρόνια πριν τη δικαστική περιπέτειά σας και την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η δημιουργία «κλίματος» εναντίον μου είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα, το 2000, με τις επιθέσεις για το Χρηματιστήριο, που επιδίωκαν να «ακυρώσουν» το επίτευγμα της ΟΝΕ. Συνεχίστηκε το 2004 όταν η Νέα Δημοκρατία, αναλαμβάνοντας τη διακυβέρνηση, συνέστησε Εξεταστική Επιτροπή για τα πεπραγμένα των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ στον τομέα της άμυνας λόγω των πολλών καταγγελιών που είχαν γίνει με αιχμή την περίοδο Τσοχατζόπουλου. Οι καταγγελίες αποδείχθηκαν ακριβείς και οι καταδικαστικές αποφάσεις που ακολούθησαν τις επιβεβαίωσαν. Την περίοδο 1996-2001 υπήρξαν πολύ σημαντικά, απαράδεκτα φαινόμενα διαφθοράς στον χώρο των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Συμπεριέλαβαν, όμως, και την περίοδο της δικής μου θητείας στο Υπουργείο Άμυνας για να δείξουν ότι η διαφθορά δεν ήταν θέμα ενός υπουργού, αλλά ότι υπήρχε «σύστημα ΠΑΣΟΚ».
Δεν προέκυψε, βέβαια, απολύτως τίποτα σε βάρος μου, αλλά η ζημιά έγινε: Συνειρμικά συνδέθηκα με τις «αμαρτωλές» εξοπλιστικές συμβάσεις. Αυτό το κλίμα εκμεταλλεύτηκε ο Γιώργος Παπανδρέου για να με εκδιώξει από το κόμμα το 2006 με πρόσχημα το πολιτικά ανύπαρκτο θέμα της μερικής ιδιωτικοποίησης της Εμπορικής Τράπεζας – που δεν θυμάται κανείς (!) Λίγο αργότερα, εξάλλου, διέγραψε και τον Σημίτη, επιβεβαιώνοντας την πλήρη μετατροπή του ΠΑΣΟΚ σε αρχηγικό κόμμα καθώς και την πρόθεσή του να ελέγξει ολοκληρωτικά την κοινοβουλευτική ομάδα.
Μου έκανε εντύπωση η αρνητική αποτίμηση (σελ. 72) της διακυβέρνησης Σημίτη, όπου μεταξύ άλλων αναφέρετε ότι «το πέρασμά του δεν επηρέασε τη γενική φορά των πραγμάτων. Δεν συνέβαλε στη διαμόρφωση μιας νέας καλύτερης κανονικότητας για τη χώρα».
Δεν έχω γράψει μόνο αυτό. Στη σελίδα 171 γράφω ότι ο «ο Κώστας Σημίτης άφησε θετικό αποτύπωμα στην πολιτική ιστορία της χώρας». Όμως, η αξιολόγηση μιας πρωθυπουργικής θητείας, σε σύγκριση μάλιστα με τον Ελ. Βενιζέλο, τον Κ. Καραμανλή (τον πρεσβύτερο) και τον Α. Παπανδρέου, δεν προσφέρεται για, θετικούς ή αρνητικούς, συναισθηματισμούς. Προϋποθέτει διεισδυτική ανάλυση και αντικειμενικότητα. Με τον Σημίτη μας ένωνε το κοινό όραμα του εκσυγχρονισμού. Μαζί εξασφαλίσαμε τη βασική προυπόθεση, που ήταν η ένταξη στο σκληρό πυρήνα της Ευρωπαικής Ένωσης, την ΟΝΕ. Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών για οκτώ χρόνια, υπέβαλα το Πρόγραμμα Σύγκλισης το 1994 και υπέγραψα την Ένταξη στο Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών (ECOFIN) το 2000.
Τι έγινε όμως με το συνολικό εκσυγχρονισμό της χώρας; Με εξαίρεση τα δημόσια έργα, ορισμένα μέτρα διοικητικής ανασυγκρότησης και την εξωτερική πολιτική, τα αποτελέσματα σε κρίσιμους τομείς, όπως η παιδεία, η υγεία και η Δικαιοσύνη, είναι μέτρια. Δεν επιχειρήθηκε ουσιαστική μεταρρύθμιση. Και εκεί που επιχειρήθηκε, στο ασφαλιστικό, η κυβέρνηση οδηγήθηκε σε άτακτη υποχώρηση. Και δεν έφταιγαν μόνο οι συνδικαλιστές. Έφταιγε η κυβερνητική αντίληψη της top-down (από πάνω προς τα κάτω) μεταρρύθμισης σε αντίθεση με μια προσέγγιση διαβούλευσης και συναίνεσης, όπως ακολουθήσαμε στην προσπάθεια ένταξης στην ΟΝΕ.
Το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα δεν ολοκληρώθηκε. Τέθηκαν μόνο τα θεμέλια. Μεγάλες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, όπως η οικοδόμηση του «αστικού κράτους» από τον Ελευθέριο Βενιζέλο στις αρχές του προηγούμενου αιώνα στη χώρα μας, το New Deal του Φραγκλίνου Ρούζβελτ στη διάρκεια του μεσοπολέμου στις ΗΠΑ, η δημιουργία του Κοινωνικού Κράτους μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο από την Εργατική κυβέρνηση στη Βρετανία, πέτυχαν γιατί στηρίχτηκαν σε σαφώς προσδιορισμένες ιδεολογίες και, κυρίως, σε ευρύτερη κοινωνική κινητοποίηση και συμμετοχή. Τα στοιχεία αυτά έλειπαν στην προσπάθεια που αναλήφθηκε στην Ελλάδα στο τέλος του εικοστού αιώνα. Με την ορολογία που χρησιμοποιείται από τους αμερικανούς πολιτικούς επιστήμονες, ο Σημίτης δεν υπήρξε ένας transformational (μετασχηματιστικός) πρωθυπουργός. Προσεγγίζει περισσότερο το πρότυπο του ικανού διαχειριστή.
Μήπως αυτή η άποψη είναι εντέλει απόρροια της πικρίας σας επειδή ο πρώην πρωθυπουργός δεν σας στήριξε αυτό το διάστημα; Και σας ρωτώ γιατί ήσασταν και τα οχτώ χρόνια κορυφαίος υπουργός του...
Την ίδια άποψη είχα εκφράσει και στην αποτίμηση που είχα περιλάβει σε προηγούμενο βιβλίο μου («Στάσεις και Αποστάσεις») το 2014. Σημείωνα ότι «στον τομέα της θεσμικής ανασυγκρότησης, στο ίδιο το κράτος και το πολιτικό σύστημα, δεν πραγματοποιήθηκαν ουσιαστικές αλλαγές... Η θεσμική υστέρηση εξασθένισε τα πολιτικά θεμέλια της εκσυγχρονιστικής παρέμβασης, με αποτέλεσμα να μην αντέξει στο χρόνο».
Κάποιοι, πάντως, ερμήνευσαν τη σιωπή του κ. Σημίτη ως έμμεση αποκήρυξή σας...
Νομίζω ότι τον παρερμηνεύουν. Είναι φανερό σε όσους τον γνωρίζουν ότι η στάση αποχής που συχνά τηρεί απέναντι σε πρόσωπα και πράγματα απορρέει από το χαρακτήρα και την προσωπικότητά του. Αυτό εξάλλου εξηγεί ότι η σχέση του με την ελληνική κοινωνία στηρίζεται περισσότερο στην εκτίμηση των ικανοτήτων του παρά σε συναισθηματικούς δεσμούς.
Ποια ήταν η τελευταία φορά που συνομιλήσατε με τον πρώην πρωθυπουργό;
Με τον πρώην πρωθυπουργό καθώς και με άλλους συναδέλφους στην κυβέρνηση και, γενικότερα, στην πολιτική διατηρώ σταθερές σχέσεις, με εξαίρεση βέβαια το δεκαεπτάμηνο εγκλεισμό μου.
Η καμπάνια, πάρα πολύ έντονη και επαναλαμβανόμενη, με έπληξε προσωπικά. Στο σποτάκι εμφάνιζαν εμένα και ταύτιζαν την οικονομία με το Χρηματιστήριο, λέγοντας ουσιαστικά ψηφίστε ΠΑΣΟΚ και το ΧΑΑ θα πάει καλά
Η προσωπική ευθύνη για το χρηματιστήριο και το γεγονός ότι χάθηκαν αρκετά δις δραχμές ήταν μόνο επειδή δεν αντιδράσατε στη σχετική αφίσα που είχε βγάλει το ΠΑΣΟΚ για τις ευρωεκλογές του ’99;
Βεβαίως αυτή η καμπάνια, πάρα πολύ έντονη και επαναλαμβανόμενη, με έπληξε προσωπικά. Στο σποτάκι εμφάνιζαν και εμένα και ταύτιζαν την οικονομία με το Χρηματιστήριο, λέγοντας ουσιαστικά ψηφίστε ΠΑΣΟΚ και το ΧΑΑ θα πάει καλά. Η Χαριλάου Τρικούπη είχε πανικοβληθεί με τη δημοσκοπική διαφορά, που ήταν μεγάλη πριν από εκείνες τις ευρωεκλογές, και ήθελε να τη μειώσει. Η εικόνα έμεινε, ότι εγώ ήμουν το Χρηματιστήριο. Και δεν έμειναν οι πράξεις μου για τον εκσυγχρονισμό του χρηματιστηριακού θεσμού ούτε οι δηλώσεις μου όταν ανέβαιναν οι τιμές, με τις οποίες συνιστούσα στους επενδυτές «σύνεση και μέτρο» γιατί «δεν θέλουμε να θρηνήσουμε θύματα!»
Το χρηματιστήριο ακολουθεί κύκλους. Όταν οι τιμές ανεβαίνουν κερδίζονται χρήματα. Όταν οι τιμές πέφτουν, χάνονται χρήματα. Οι κυβερνήσεις ευθύνονται όταν με πράξεις ή παραλείψεις τους επιδεινώνουν το οικονομικό κλίμα σε βαθμό που κλονίζεται η εμπιστοσύνη στις αξίες των μετοχών, με αποτέλεσμα την πτώση των τιμών. Στη χώρα μας το 1999-2000 δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Αντίθετα η οικονομία ήταν σταθερή, η ανάπτυξη ισχυρή, ενώ η χώρα ετοιμαζόταν να ενταχθεί στην Ευρωπαική Οικονομική και Νομισματική Ένωση.
Την περίοδο αυτή εκδηλώθηκε μια μεγάλη παγκόσμια χρηματιστηριακή κρίση. Καμία χώρα, ιδιαίτερα μία μικρή οικονομία όπως η Ελλάδα, δεν μπορεί αυτοβούλως να αποσυρθεί από μία παγκόσμια κρίση. Υφίσταται τις συνέπειες. Η συμπεριφορά του ελληνικού χρηματιστηρίου δεν διέφερε από τις άλλες προηγμένες χώρες. Αυτό το έχει διαπιστώσει με ανακοίνωσή της και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας και την απειρία του επενδυτικού κοινού, η πτώση θα μπορούσε να είναι πολύ μεγαλύτερη και να χαθούν περισσότερα χρήματα. Αυτό αποτράπηκε λόγω της στήριξης που παρέσχε η κυβέρνηση, ακολουθώντας το παράδειγμα όλων των άλλων χωρών, όταν οι τιμές «ξεφούσκωσαν» και άρχισαν να πέφτουν. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ και ο Διοικητής της Federal Reserve (Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ) παρενέβησαν την περίοδο εκείνη επανειλημμένα για να στηρίξουν το αμερικανικό χρηματιστήριο.
Τώρα, γιατί στην Ελλάδα αυτή η αυτονόητη στήριξη έγινε αντικείμενο μιας ελεεινής πολιτικής επίθεσης, γεμάτης υπαινιγμούς για «βρώμικα» χρηματιστηριακά παιχνίδια, μπορεί μόνο να εξηγηθεί από τη ροπή του πολιτικού μας συστήματος σε ακρότητες και ανθρωποφαγία καθώς και τη συγκρότηση μιας ετερόκλητης συμμαχίας ορισμένων ΜΜΕ, τραπεζιτών και απατεώνων που αγωνίζονταν να μεταθέσουν στην κυβέρνηση και σε εμένα προσωπικά τις δικές τους ευθύνες για κομπίνες όπου είχαν, με τον ένα ή άλλο τρόπο, συμμετοχή.
Αυτό, βέβαια, δεν είναι ελληνική αποκλειστικότητα. Στις άλλες, όμως, προηγμένες χώρες η Δικαιοσύνη απέδωσε ευθύνες και επέβαλε παραδειγματικές ποινές. Στην Ελλάδα σημειώθηκε απαράδεκτη ολιγωρία λόγω των γνωστών δυσλειτουργιών του δικαστικού συστήματος.
Τι απαντάτε στην ταύτιση που σας κάνουν με τον κ. Τσοχατζόπουλο, όταν θέλουν να αναφερθούν στη διαφθορά στις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ;
Κύριε Παπαδόπουλε, ταυτίσεις ή χαρακτηρισμούς μπορεί να κάνει οποιοσδήποτε. Κορυφαίοι Έλληνες πολιτικοί βρέθηκαν αντιμέτωποι με χυδαίες κατηγορίες ακόμα και στο επίπεδο του Ειδικού Δικαστηρίου. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα. Είχαν προηγηθεί πολιτικοί όπως ο Βενιζέλος, ο Τρικούπης, και πολλοί άλλοι. Όμως, τελικά, σημασία έχει μόνο η αλήθεια. Και η αλήθεια σε ότι με αφορά, όπως αναλύεται στην «Προσωπική Μαρτυρία», είναι ότι όλες ανεξαιρέτως οι προσπάθειες εμπλοκής μου σε θέματα που αφορούν εξοπλισμούς κατά τη διάρκεια της δικής μου θητείας έπεσαν στο κενό.
Οι συκοφάντες έμειναν μετέωροι με τις δήθεν καταγγελίες τους. Έπειτα από συνεχείς έρευνες σε πολλά επίπεδα, κοινοβουλευτικά, δημοσιογραφικά και δικαστικά, δεν προέκυψε τίποτε απολύτως αναφορικά με τη θητεία μου στο Υπουργείο Άμυνας. Δεν διαπιστώθηκε καμιά παρέκκλιση από τους κανόνες και τις διαδικασίες που ισχύουν για την ανάθεση και υλοποίηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων, ούτε κανένα άλλο επιβαρυντικό στοιχείο ή ένδειξη. Σε περιπτώσεις διακίνησης «μαύρου χρήματος» για εξοπλιστικά προγράμματα, οι έρευνες απέδειξαν ότι δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με αποφάσεις που είχαν ληφθεί στη διάρκεια της δικής μου θητείας και δεν ενέπλεκαν με κανέναν τρόπο, άμεσα ή έμμεσα, κανένα πρόσωπο που συνδεόταν, ή μπορούσε να συνδεθεί, μαζί μου είτε στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας είτε στον χώρο των στρατιωτικών προμηθειών κατά τη διάρκεια της θητείας μου. Οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν στη σύναψη και εκτέλεση των εξοπλιστικών συμβάσεων κατά την περίοδο αυτή υπήρξαν άψογες.
Η γενική αυτή τοποθέτηση εφαρμόζεται απόλυτα στις κατασκευασμένες κατηγορίες που χρησιμοποίησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με τη σύμπραξη ορισμένων «προθύμων» δικαστών, για να με φυλακίσει χωρίς δίκη, ούτε καν παραπομπή σε δίκη. Το ερώτημα είναι: η τεράστια ηθική, ανθρώπινη, οικονομική ζημιά που αυτές οι παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκάλεσαν σε εμένα και την οικογένειά μου, πώς ξεπληρώνεται;
Ήσασταν πολλά χρόνια βουλευτής και κορυφαίος υπουργός. Ανεξάρτητα από τη δικαστική εξέλιξη της υπόθεσής σας, νιώθετε την ανάγκη για κάποιας μορφής αυτοκριτική; Και σας ρωτώ γιατί δεν διέγνωσα κάποια τέτοια διάθεση στο βιβλίο σας.
Η αυτοκριτική είναι πάντοτε απαραίτητη, ακόμα και για όσους έχουν εργαστεί και προσφέρει συστηματικά και με τις καλύτερες προθέσεις. Ιδίως στην πολιτική, η αυτοκριτική πρέπει να είναι διαρκής διαδικασία και επιλογή. Έχω κάνει πολλές φορές αυτοκριτική στα χρόνια που βρισκόμουν στην ενεργό πολιτική. Αυτό με βοήθησε να γίνω καλύτερος στην πολιτική δράση και στη σχέση μου με τους πολίτες. Μια αυτοκριτική, που ήταν σημαντική και καθόρισε τη δική μου δεκαετία του ’90, ήταν ότι πρέπει να τρέξουμε γρηγορότερα και να προσαρμοστούμε με μεγαλύτερη γενναιότητα και αποτελεσματικότητα σε όσα απαιτούσαν οι νέες εποχές. Το ευρώ ήταν μεγάλο στοίχημα για τη χώρα. Το κερδίσαμε. Η ένταξη στην ΟΝΕ δεν απέτρεψε τη χρεοκοπία. Γι’ αυτό ήταν αποκλειστικά υπεύθυνες οι πολιτικές ηγεσίες εκείνης της εποχής. Όμως, χάρη στη συμμετοχή στο ευρώ, διασώθηκε η χώρα και αποσοβήθηκε η καταστροφή.
Αν με ρωτάτε για την αυτοκριτική μετά από την αποχώρησή μου από την ενεργό πολιτική, δεν νομίζω ότι αφορά πράγματα που έκανα, γιατί όσα έκανα, διδασκαλία, έρευνα, ήταν στη σωστή κατεύθυνση. Όμως, θα έπρεπε να ενεργοποιηθώ περισσότερο στην υπεράσπιση και ανάδειξη του έργου μου. Έπρεπε να είχα αγωνιστεί περισσότερο για να εκτεθώ ξανά στην κρίση του ελληνικού λαού, μετά τον αποκλεισμό που μου επέβαλε ο Γιώργος Παπανδρέου. Τι έλειψε; Θάρρος; Αντοχή; Ή μήπως υπήρχε υπερβολική σιγουριά ότι η δικαίωση θα ερχόταν από μόνη της; Μάλλον το τελευταίο. Η στέρηση της ζωντανής επαφής με το λαό με απομάκρυνε από την ενεργό πολιτική και τη Βουλή. Αν ήμουν βουλευτής, θα μπορούσα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου καλύτερα και να εμποδίσω το στήσιμο της άθλιας πλεκτάνης εναντίον μου.
Οπότε, ναι, η αυτοκριτική μου είναι ότι δεν έπρεπε να εγκαταλείψω την προσπάθεια για την παραμονή στην ενεργό πολιτική τόσο εύκολα. Δεν έπρεπε να επιτρέψω να αποδυναμωθούν οι σχέσεις εμπιστοσύνης με τους πολίτες που με στήριξαν για πολλά χρόνια. Άφησα κάποιους να με απομακρύνουν από την πολιτική –το πεδίο όπου κυριαρχεί η δημοκρατική κρίση των πολιτών– ανοίγοντας άθελά μου τοn δρόμο για να με κρίνουν άλλοι με μεθόδους αντιδημοκρατικές, με εμπάθεια και διάθεση εκδίκησης. Το πλήρωσα αυτό το λάθος, και μάλιστα πολύ ακριβά.
Και ποια είναι τα νέα σας σχέδια; Θα επιστρέφατε στην πολιτική;
Η πολιτική, με την ευρεία έννοια, είναι η ενεργοποίηση μέσα στην πόλη. Η επιστροφή μου στην πόλη έχει ήδη συντελεστεί και ο διάλογος με τους πολίτες έχει ξαναρχίσει με την «Προσωπική Mαρτυρία», αλλά και άλλες πρωτοβουλίες που θα ακολουθήσουν. Οι προκλήσεις της νέας εποχής είναι σοβαρές και σύνθετες. Απαιτούν απαντήσεις. Θα συμβάλω με κάθε τρόπο. Έχω παρελθόν, για το οποίο μίλησα, αλλά θέλω να κοιτάω το μέλλον.