- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Απίθανοι Κυνηγοί Δαιμόνων στο Netflix
Η νέα κορεάτικη τηλεοπτική και κινηματογραφική αισθητική έχει γίνει εθισμός.
«The Uncanny Counter», οι «Απίθανοι κυνηγοί δαιμόνων», στο Netflix: Μια κορεάτικη μεταφυσική δραματική κωμωδία και η νέα κορεάτικη αισθητική.
Τελεία και παύλα: η νέα κορεάτικη τηλεοπτική και κινηματογραφική αισθητική έχει γίνει εθισμός. Στην αρχή εμφανίστηκαν οι ταινίες με ζόμπι. Ύστερα ήρθαν τα τέρατα του «Alive» και του «Sweet Home». Στη συνέχεια, έπεσε στο κεφάλι μας η απίθανη sci-fi ταινία «Space Sweepers», μια ιδιαίτερα ακριβή παραγωγή που εκτυλίσσεται στο διάστημα και που επειδή άργησε να βγει στις αίθουσες λόγω covid-19, κατέληξε στο Netflix. Και τέλος, είναι το «The Uncanny Counter», οι «Απίθανοι κυνηγοί δαιμόνων», που παρασύρουν τα πάντα στο πέρασμά τους κι επιπλέον ανοίγουν ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο αισθητικής στην τηλεόραση.
Α. Οι Κεντρικές Γραμμές
Λοιπόν, είναι τρία άτομα, δύο γυναίκες κι ένας άντρας, το πρωί τρέχουν ένα εστιατόριο με σπεσιαλιτέ τα νουντλς και στον ελεύθερο χρόνο τους κυνηγούν μοχθηρά πνεύματα, που τρέφονται με τις ψυχές των ανθρώπων που εξολοθρεύουν. Οι φίλοι μας με τις κόκκινες φόρμες έχουν για συμμάχους τους αγαθούς και προικισμένους με ιδιαίτερες δυνάμεις νεκρούς που εδρεύουν στην Γιουνγκ, ένα είδος παραδείσου, και κυνηγούν κάθε κακό πνεύμα, που διαλέγει τον ξενιστή του σκοτώνοντάς τον και αποκτά περαιτέρω δυνάμεις καταπίνοντας ψυχές άτυχων ανθρώπων. Οι τρεις κυνηγοί (counters), είναι η κυρία Τσου, σεφ του εστιατορίου και θεραπεύτρια των counters, ο Γκα Μο Τακ, πρώην αστυνομικός με αμνησία, βοηθός σεφ και βαρύ πυροβολικό της ομάδας, και η Χα Να, σερβιτόρα, με βαρύ παρελθόν λόγω μαζικής δηλητηρίασης της οικογένειάς της και με χάρισμα να αντιλαμβάνεται τα μοχθηρά πλάσματα μέσω τηλεπάθειας. Στην ομάδα προστίθεται και ο δεκαοκτάχρονος μαθητής Μαν –ο βασικός πρωταγωνιστής– που έχει χάσει τους γονείς του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, που αποδεικνύεται δολοφονία και θέλει να τους συναντήσει στη Γιουνγκ αλλά δεν έχουν φτάσει ποτέ, επειδή έχει καταπιεί την ψυχή τους δαίμονας. Οι counters έχουν υπερφυσικές δυνάμεις –όπως και τα κακά πνεύματα– και βασικός τους σκοπός είναι να εξουδετερώσουν και να εξορκίσουν το κακό πνεύμα απελευθερώνοντας τις ψυχές που αυτό έχει καταπιεί.
Στην ιστορία μας, τρέχουν παράλληλα τρεις βασικές υποθέσεις. Η πρώτη και πιο σημαντική είναι η θήρα δαιμόνων γενικώς. Επίσης, πιο ειδικά, η απελευθέρωση των ψυχών των γονιών του Μαν, ώστε αυτός να τους συναντήσει. Ο στόχος αυτός γίνεται πολύ πιο σημαντικός από τη στιγμή που ο Μαν καταλαβαίνει ότι οι αστυνομικοί γονείς του έχουν πέσει θύματα δολοφονίας και όχι ατυχήματος. Η δεύτερη υπόθεση σχετίζεται με τη γενικευμένη διαφθορά στην πόλη Jungjin, που περιλαμβάνει την αστυνομία, τον δήμαρχο, τις κατασκευαστικές εταιρείες, το σύμπαν και τα πάντα. Τέλος, τρέχει στο σχολείο του Μαν και υπόθεση bullying εναντίον του καλύτερου φίλου του αλλά και του ίδιου, που περπατάει με μπαστούνι λόγω του δυστυχήματος με το αυτοκίνητο των γονιών του. Οι υποθέσεις διασταυρώνονται συνεχώς και ο γρήγορος ρυθμός αφήγησης αποτελεί ένα από τα μεγάλα ατού της σειράς.
Β. Η Ουσία των Πραγμάτων
Η διαδικασία κάθε μορφής αφήγησης στον δυτικό κόσμο βασίζεται στην εναλλαγή των «τρόπων», που κάθε αφηγητής έχει ως όπλα στα χέρια του. Οι τρόποι αυτοί είναι η δράση, η περιγραφή, το συναίσθημα και το σχόλιο. Αυτά τα τέσσερα όπλα, αν ο αφηγητής τα διατηρεί σε σωστή δοσολογία και τα εναλλάσσει διαρκώς, θα καταφέρει να δημιουργήσει ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα. Ο δυτικός τρόπος δεν είναι όμως ο μοναδικός τρόπος για να αφηγηθεί κανείς μια ιστορία. Στην Ανατολή και πιο συγκεκριμένα στην Ινδία, αναπτύχθηκε η αισθητική των rasa, που βασίζεται σε ένα ολοκληρωτικά διαφορετικό σχέδιο αφήγησης. Rasa σημαίνει «άρωμα», σημαίνει πιο σωστά «ουσία». Ο αφηγητής σε κάθε μορφή τέχνης, από τον χορό και τον κινηματογράφο μέχρι τη λογοτεχνία και το θέατρο, δεν έχει παρά να γνωρίσει τις «ουσίες» που υπάρχουν και να δημιουργήσει έντονες αντιθέσεις στην εναλλαγή τους. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να πλησιάσει αποτελεσματικά ο αφηγητής το κοινό του. Για παράδειγμα, στις ταινίες του Bollywood βλέπουμε πολύ συχνά την πρωταγωνίστρια να κλαίει με μαύρο δάκρυ και απότομα να σηκώνεται για να χορέψει έναν ξέφρενο χορό. Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις, δίπλα στον βαρύ χαρακτήρα ενός πρωταγωνιστή που φέρνει στο μυαλό τον Νίκο Ξανθόπουλο, βρίσκεται ως ο καλύτερός του φίλος ένας αστείος χαρακτήρας που θα μας θύμιζε τον Θανάση Βέγγο. Η ινδική αισθητική επιμένει ότι αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να δημιουργήσεις ενδιαφέρον και έντονα συναισθήματα.
Τα rasa κατά την ινδική αισθητική είναι τα εξής:
- Ερωτικό, αγαπησιάρικο, εκείνο που δηλώνει έλξη
- Κωμικό, αστείο, εκείνο που προκαλεί γέλιο
- Οργισμένο, εκείνο που δηλώνει ακραίο θυμό
- Συμπονετικό, εκείνο που προκαλεί το αίσθημα του ελέους
- Αηδιαστικό, εκείνο που προκαλεί την αποστροφή
- Τρομακτικό, εκείνο που προκαλεί μεγάλο φόβο
- Ηρωικό, εκείνο που παρουσιάζει τον χαρακτήρα να ξεπερνά τον εαυτό του
- Θαυμαστό, εκείνο που προκαλεί την αίσθηση του δέους
Η συνεχής εναλλαγή συναισθηματικά αντίθετων rasa, των πιο πάνω βασικών ουσιών, προκαλεί μια έντονη αίσθηση συμμετοχής του κοινού στα τεκταινόμενα μιας ιστορίας, ενός βιβλίου ή μιας ταινίας και επιτυγχάνει το μέγιστο της συγκίνησης.
Δεν έχω την παραμικρή ιδέα αν ο Τζανγκ Γι, που σχεδίασε το webtoon «Amazing Rumour» στη διαδικτυακή πλατφόρμα Daum ή αν οι παραγωγοί αυτής εδώ της σειράς –που βασίζεται στο πιο πάνω webtoon– έχουν την πραγματική ιδέα περί της ύπαρξης και της φύσης των rasa. Εκείνο που θα διαπιστώσει κανείς, όμως, είναι ότι δημιουργούνται εξαιρετικές δυναμικές, έτσι όπως αλληλοδιαδέχεται η μία ουσία την άλλη. Την ώρα που ο Μαν είναι ακραία θυμωμένος ο Γκα Μο Τακ μπορεί να κάνει μια απίθανη γκάφα, η αηδία του εξορκισμού ενός δαίμονα μπορεί να συμπέσει με μια στιγμή έντονου φλερτ του Μαν με τη Χα Να, ο τρόμος της εμφάνισης του μοχθηρού πνεύματος μπορεί να συνοδεύεται από τον θαυμασμό για το όμορφο πρόσωπό του, ο εξορκισμός μπορεί να συνδυάζεται με τη συμπόνια για τον ξενιστή που δεν έφταιγε σε τίποτα και πάει λέγοντας. Αποτέλεσμα των συνεχών εναλλαγών rasa (ουσιών) είναι να γελάς πολύ, να χαίρεσαι με λύσσα για την επικείμενη νίκη των counters επί της αθλιότητας του δημάρχου και των κατασκευαστικών, να συμπονάς ακόμη και τον χειρότερο δαίμονα και –κυρίως– να κλαις με μαύρο δάκρυ για το κοριτσάκι που κινδυνεύει να πεθάνει από τη μόλυνση, για τη λύπη της Χα Να για τη χαμένη οικογένειά της, για τη συνάντηση του Μαν με τους γονείς του, για την πτώση του Γκα Μο Τακ από τον 10ο όροφο και για το δεύτερο μέρος του έρωτά του για τη μοναδική μη διεφθαρμένη αστυνομικό της πόλης. Να συμμετέχεις, δηλαδή, ολόκληρος στα τεκταινόμενα επί της οθόνης.
Όχι, οι «Απίθανοι κυνηγοί δαιμόνων» δεν είναι η καλύτερη σειρά του Netflix αυτή τη στιγμή. Είναι όμως ένα απίστευτα καλοστημένο δημιούργημα που καταναλώνεται απνευστί και που εισάγει μερικά νέα στοιχεία αφήγησης στην αισθητική των τηλεοπτικών σειρών, επιτυγχάνοντας τη μέγιστη συμμετοχή και την αβίαστη συγκίνηση του θεατή. Καθόλου άσχημα…