TV + Series

Τι έχουν πάθει όλοι με το Social Dilemma;

Είδαμε το ντοκιμαντέρ του Netflix που προκαλεί τσουνάμι συζητήσεων για τα σόσιαλ μίντια

Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 754
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το ντοκιμαντέρ «Social Dilemma» του Netflix δείχνει την άνοδο των social media, τον εθισμό μας σε αυτά, τον «κατασκοπευτικό καπιταλισμό» και τις αντιδράσεις

Στις 9 Σεπτεμβρίου το Netflix ανέβασε στην πλατφόρμα του το «Social Dilemma», ένα δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ που έκανε πρεμιέρα στο φετινό φεστιβάλ Sundance σκηνοθετημένο από τον Τζεφ Ορλόφσκι. Ένα χρονικό που ξεκινά από την ανατολή-άνοδο των σόσιαλ μίντια και καταλήγει στο μεγάλο θέμα των ημερών: όχι μόνο τον εθισμό που προκαλούν, κατεξοχήν στους εφήβους, και τη βλάβη που προξενούν στην ψυχική υγεία των χρηστών (αυτοκτονίες, παρότρυνση σε πράξεις βίας), αλλά και το πώς μέσα από τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης εγκυμονεί ο κίνδυνος διάπλασης μιας ελεγχόμενης κοινωνίας. Κάτι που λένε οι περισσότεροι από τους πρωταγωνιστές πως συμβαίνει ήδη στην εποχή του «κατασκοπευτικού καπιταλισμού» (έτσι αποκαλείται η εμπορευματοποίηση των Big Data) αλλά και ποιος είναι ο ρόλος τους ως προς την αποσταθεροποίηση των δυτικών δημοκρατιών.

Στο «Social Dilemma» τίθεται ένα ερώτημα που δείχνει, ειδικά τον τελευταίο καιρό, να μονοπωλεί τις συζητήσεις για το μέλλον: Ποιος κατευθύνει τον μηχανισμό-αλγόριθμο που κοντρολάρει και ελέγχει τη διάδοση μιας ανάρτησης; Ο Ζούκερμπεργκ και οι διαφημιστές, που σε αγαστή «συνεργασία» με πολιτικούς μανιπουλάρουν, πολώνουν και αποδομούν λέξεις όπως δημοκρατία, επικοινωνία, ελευθερία, ανοιχτή κοινωνία, διάλογος, αλληλοκατανόηση, ή εμείς οι χρήστες, που πρέπει να αντιληφθούμε το «κόλπο» και να διαλέξουμε με ποιους θα πάμε και ποιους θα αφήσουμε; 

Για τους τεχνοφοβικούς η θέαση του «Social Dilemma» όχι απλώς είναι ανατριχιαστική αλλά πιθανόν και να ενδυναμώσει τα επιχειρήματα-επικλήσεις για κλείδωμα, σφράγισμα και ολοκληρωτική αποχή. Πρόχειρα θα μνημονεύσω δύο προβληματισμούς των πρωταγωνιστών, που όπως παρακολουθώ τις ελληνικές συζητήσεις στο διαδίκτυο, μοιάζουν για τους τεχνοπολέμιους σαν θεία αποκάλυψη. Ένα: Αν δεν πληρώνεις για ένα προϊόν, τότε το προϊόν είσαι εσύ – να κάτι που ξεχνά ο κόσμος, πως το Facebook, το Twitter, η Google, το Instangram είναι εμπορικές δραστηριότητες, πηγή εσόδων τους είναι τα τρισεκατομμύρια από διαφήμιση. Από την άλλη, το ίδιο δεν συμβαίνει με την τηλεόραση και το ραδιόφωνο; Πού ακριβώς, επομένως, βρίσκεται το μεμπτό και η αδιαφάνεια ή και τι καινούργιο μας είπαν οι συντελεστές; Δύο: Τη λέξη «χρήστες» μόνο δύο πολύ συγκεκριμένες βιομηχανίες τη χρησιμοποιούν, η παράνομη αγορά των ναρκωτικών και η νόμιμη των σόσιαλ μίντια. Εδώ οι πολέμιοι των σόσιαλ μοιάζει πως δικαιώνονται και πάλι, όταν ούτε λίγο ούτε πολύ το «Social Dilemma» κατηγορεί τις πλατφόρμες με τα επιχειρήματα των πολέμιων του αλκοόλ και των τσιγάρων. Μήπως όμως δεν πρόκειται για «επιχείρημα», αλλά για ένα απλό λογοπαίγνιο; Οι ειδικοί που μιλούν στην ταινία κάνουν λόγο για «χρήστες» μιας υπερεπικίνδυνης ντρόγκας, ασχέτως αν είναι «νόμιμη». Μετά το «Social Dilemma» και τον τρόπο με τον οποίο οι συντελεστές του κάνουν φύλλο και φτερό τον κόσμο της ψηφιακής επικοινωνίας, πρέπει να το ξανασκεφτείτε πολύ, λένε οι τεχνοφόβιανς, πού πλέον θα δίνετε το λάικ ή το κόμεντ σας. Οι γραμμές όχι μόνο παρακολουθούνται, αλλά και είναι πλήρως εκμεταλλεύσιμες για πλείστους (πονηρούς κατά βάση) σκοπούς, που βλάπτουν σοβαρά και την προσωπική αλλά και την παγκόσμια «υγεία». «Καλύτερα να την κοπανήσεις», αυτό θα δεις να σου λένε δέκα μεγαλοστελέχη (κάποτε χωμένοι με τα μπούνια στην κατασκευή των γιγάντων της Σίλικον Βάλεϊ), το κλίκαθλο δεν είναι αθώο. Ακόμα ένα όπλο στη φαρέτρα των τεχνοσκεπτικιστών μοιάζει πως είναι αυτό το ντοκιμαντέρ, όπως το ερμηνεύουν: ο κλικομαραθώνιος, έτσι ανέμελα δήθεν όπως σκρολάρεις ή παρακολουθείς τις αναρτήσεις που σου ρίχνει το YouTube συμμετέχοντας κι εσύ και ταΐζοντας τον ναρκισσισμό ή την ψευδαίσθηση(;) της επικοινωνίας, δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από μια καλοστημένη παγίδα.

Πολύ κοντά στα ντοκιμαντέρ «Capitalism: a love story» του Μάικλ Μουρ, το «Social Dilemma» και οι καταγγέλλοντες πρωταγωνιστές του δικαιώνουν όσους κατηγορούν τα σόσιαλ μίντια. Οι συνεντευξιαζόμενοι του «Social Dilemma» δείχνουν να κονιορτοποιούν την εποχή της διασύνδεσης θέτοντας σε πρώτο πλάνο την ανηθικότητα των νέων μέσων. Αναμφισβήτητα το να παραγγείλεις ταξί μέσω της εφαρμογής κι αυτό να βρίσκεται ακριβώς μπροστά σου σε τριάντα δευτερόλεπτα είναι δεινή πρόοδος και εξελικτικό εργαλείο της ζωής, λένε οι πρωταγωνιστές-ομιλητές του ντοκιμαντέρ. Μήπως όμως αυτό είναι το κερασάκι στην τούρτα; 

Μικρό απόσπασμα από την άλλη πλευρά, αυτών που είδαν το «Social Dilemma» με κριτική ματιά, είναι η ανάρτηση στο Facebook του επιχειρηματία και ιδρυτή της εφαρμογής Beat, Νίκου Δρανδάκη: «Οι δημιουργοί του “Social Dilemma” και οι αφηγητές που συμμετέχουν δείχνουν να διαμαρτύρονται διαρκώς για ένα μέσο που παρουσιάζουν σχεδόν ισοδύναμο του Σατανά, αλλά δεν μπορούν να αρθρώσουν ούτε μια πρόταση για το τι πρέπει να γίνει. Πρέπει να απαγορευτεί διά νόμου το Facebook και τα παράγωγά του (όπως κάνει ο Τrump με το Tik-Tok); Πρέπει να επιβληθεί κάποιος περιορισμός και ποιος ακριβώς; Είναι προφανές ότι κανείς δεν έχει απάντηση στο (πάντα αμείλικτο) ερώτημα “τι να κάνουμε"; Μια αφηγήτρια δίνει την απάντηση “το Facebook ξέρει την αλήθεια αλλά δεν την επιβάλλει”. Είμαστε σίγουροι όμως ότι θέλουμε αυτό; Θέλουμε ένα κυρίαρχο κοινωνικό δίκτυο να αναγορευθεί στον απόλυτο κριτή της αλήθειας και μετά να την επιβάλλει; Είμαστε σίγουροι για το πού μπορεί να μας οδηγήσει αυτό; Είμαστε απόλυτα σίγουροι; Τα ερωτήματα που έχουμε να διαχειριστούμε είναι πολύ σύνθετα. Και απαιτούν προσεκτική διαχείρηση με γνώση του ιστορικού perspective και όχι φωνές, καταγγελίες και λουδίτικες προσεγγίσεις. Όπου εισχωρεί το συναίσθημα, η αλήθεια υποχωρεί. Και το Social Dilemma επενδύει πολύ στο συναίσθημα, και αυτό δεν μου αρέσει». 

Τι νομίζω εγώ σαν θεατής; Πρώτα από όλα το παρακολούθησα με φοβερό ενδιαφέρον. Το ντοκιμαντέρ δεν είναι τεχνοφοβικό. Οι αφηγητές που μιλούν δεν είναι πρώην τεκ γκουρού σε ρόλο μετανιωμένου πλέον ή ανανήψαντα χριστιανού. Βέβαια, θα μπορούσαν να κατηγορηθούν ως πολυεκατομμυριούχοι που, αφού κεφαλαιοποίησαν το μερίδιο από τη συμμετοχή τους στο χτίσιμο της σόσιαλ αυτοκρατορίας, τώρα πουλάνε τρέλα ή εξαργυρώνουν τυχόν τύψεις τους. Πού να ξέρεις; Πάντως ερωτήματα θέτουν και πολύ συγκεκριμένες παρατηρήσεις κάνουν, όπως τις κάνει ή αναρωτιέται κι ο καθένας μας. Απλώς εκείνοι το προχωρούν ένα βήμα παραπέρα: Τι ακολουθεί μετά;

Μην ξεχνάς τις πρώτες «αθώες» μέρες της ιδρυτικής διακήρυξής τους: η επιθυμία των ανθρώπων να βλέπουν τι κάνουν οι άνθρωποι σαν αυτούς. Σαν εμάς. Βασισμένοι σε στυγνά μοντέλα συμπεριφορικής επιστήμης και χειραγώγησης που διδάσκονται στα μεγάλα πανεπιστήμια, οι αλγόριθμοι ξέρουν καλά τι πάει να πει «μιμητική επιθυμία». Εν τάχει: έχουμε ανάγκη από τροφή και στέγη και, μόλις αυτές οι επιθυμίες μας καλυφθούν, το επόμενο στάδιο είναι να δούμε τι επιθυμούν και οι άλλοι άνθρωποι γύρω μας προκειμένου να τους αντιγράψουμε – ο μέγας Γάλλος Rene Girard δεν μιλά στο «Social Dilemma», αλλά τον σκεφτόμουν συνεχώς και ελαφρά πανικόβλητος καθώς το ντοκιμαντέρ έτρεχε. Ο μιμητισμός είναι η βάση κάθε συμπεριφοράς, αφού ως όντα δεν έχουμε στιβαρές αξίες και πεποιθήσεις απόλυτα δικές μας, προς τους άλλους στρεφόμαστε για να αντλήσουμε, επιθυμώντας την επιθυμία τους και αντιγράφοντας την… αντιγραφή τους! 

Ποστ, κόμεντ, σέαρ, λάικ, εμότζις. Οι ομιλητές του «Social Dilemma» σε όλη τη διάρκεια του ντοκιμαντέρ υπενθυμίζουν πως τα δημοφιλή εργαλεία αναπαράγουν τα φέικ νιουζ, αρνούμενα να επέμβουν. Αφήνοντας έτσι ανεξέλεγκτα να διαχέονται οι θεωρίες των ακραίων ριζοσπαστών, είτε της ψεκασμένης δεξιάς είτε της τυφλωμένης αριστεράς, σύμφωνα με τις οποίες δεν υπάρχει αλήθεια παρά μόνον εκδοχές γεγονότων. Κι έτσι, συνεχίζουν, σκάνε οι σπονσοραρισμένες (από ποιους;) ιστορίες μέσα στη ροή των ειδήσεων αλλά και οι εντέχνως φυτεμένες «αναρτήσεις». Μέσω βιομετρικών παραμέτρων αντλημένων από τα προφίλ και τις συνήθειες των χρηστών, υποστηρίζουν πως ακυρώνεται στην ουσία κάθε ίχνος ή ψευδαίσθηση «δημοκρατικότητας» και «ηθικής» των μέσων. Το «Social Dillemma» κάνει λόγο για μέθοδο δράσης παρόμοια με τους κουλοχέρηδες του Λας Βέγκας – νομίζεις πως κυνηγάς το φρουτάκι, αλλά είναι που το φρουτάκι κυνηγάει εσένα για να σε γδύσει.

Μπαίνοντας στα άδυτα της Σίλικον Βάλεϊ μέσω ενός ρόστερ καλεσμένων που ξέρουν να τη λύνουν και να την επανασυνθέτουν όπως ο Ρούμπικ τον κύβο του, το «Social Dilemma» κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς είναι όντως σε μερικά σημεία σαν οι δημιουργοί του να μετανιώνουν για το τέρας που έφτιαξαν, παραθέτοντας ακριβή πειστήρια και αφήγηση για το πώς δουλεύουν οι μηχανές, πώς «παράγεται» η πληροφορία, πώς «διανέμεται» και πόσο αγκιστρωμένοι είμαστε από το καλάμι των μεγάλων «ψαράδων» κολοσσών. 

Να το δει κανείς ή να μην το δει, που θα αναρωτιόταν κι ο μπαρμπα- Σέξπιρ. Να το δείτε, λέω εγώ που το είδα, επειγόντως να το δείτε. Όχι επειδή το ρολόι του κόσμου ήδη χτυπάει μερικά δευτερόλεπτα πριν τα μαύρα μεσάνυχτα, όπως είπε τις προάλλες ο Νόαμ Τσόμσκι, αλλά για να ξεκινήσει ένας διάλογος για το μέλλον. Είναι πολύ παρηγορητικό πως κάποιοι από εκείνους που έβαλαν τα δυνατά τους για να χτίσουν αυτές τις πλατφόρμες, εν είδει ίσως και άφεσης των αμαρτιών τους, μιλούν με στοιχεία και τεκμαρτές αποδείξεις, που βοηθούν να ξαναπάρει μπρος η συζήτηση για το πού βαζίδουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. 

Επίλογος αλλά και αντίλογος ξανά από την ανάρτηση του Νίκου Δανδράκη: «Όμως αυτή η διαρκής στάση “διαμαρτυρίας” (που είναι τρομερά έντονη στο Social Dilemma) για την αδράνεια του Facebook στο να πάρει μέτρα, συσκοτίζει την ανάγκη των πολιτών να είναι και οι ίδιοι υπεύθυνοι και ώριμοι. Μόλις προχθές οι Financial Times έγραψαν ότι παρά το ανελέητο κυνηγητό που κάνει το Facebook, το Twitter και η Google στην απαίσια οργάνωση συνωμοσιολόγων Quanon, αυτοί συνεχίζουν να επεκτείνουν τη δράση τους και μάλιστα διεθνώς, αναδεικνύοντας ένα ισχυρό διεθνές κίνημα συνωμοσιολογίας. Απ’ ό,τι φαίνεται, για πολλούς λόγους που δεν είναι της παρούσης, τεράστιες μάζες φαίνεται να έλκονται από θεωρίες συνωμοσίας και άρνησης της πραγματικότητας, ανεξάρτητα του τι κάνουν τα Μέσα (κοινωνικής δικτύωσης ή παραδοσιακά). Στις κοινωνίες υπάρχουν τεράστια υπόγεια ρεύματα που η ύπαρξή τους δεν μπορεί να εξηγηθεί με τις όποιες αστοχίες του Facebook[…]».
 Η συνέχεια δικιά σας...