TV + Series

Είναι ο Τζορτζ Γουάιτ ο πιο διεφθαρμένος κατάσκοπος του κόσμου;

Μια αποκλειστική συνέντευξη με τον Alistair Petrie, που στο «Deep State» δίνει τα ρέστα του

Στέφανος Τσιτσόπουλος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Δέκα λεπτά με τον «Κύριο Γουάιτ» πάει να πει πως, στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, μιλάμε με τον Alistair Petrie, από το καστ του «Deep State» του Fox. Μια καθηλωτική σειρά κατασκοπείας και ανθρωποκυνηγητού με πρωταγωνιστή τον Μαρκ Στρονγκ και φόντο την Αγγλία, τη Γαλλία, τη Βιρτζίνια, το Ιράν, τη Βηρυτό. Μυστικές υπηρεσίες, πυρηνικά προγράμματα, ντρον ανατινάξεις ή επίγειες επιχειρήσεις πρακτόρων που βρίσκονται σε έναν διαρκή πόλεμο, είναι το κάδρο του πίνακα όπου εντός του ο πρωταγωνιστής καλείται να επιζήσει. Και αυτός, μα και η οικογένειά του. Πολυεπίπεδο, περιπετειώδες, και με έναν ήρωα μετρ στο παιχνίδι της εξόντωσης και της επιβίωσης, το «Deep State» καθηλώνει. Και με την ιστορία που είναι τρομερά επίκαιρη, καθώς αυτές τις μέρες ο Ντόναλντ Τραμπ αποσύρεται από τη συμφωνία για τα πυρηνικά όπλα του Ιράν, μα και με τους άλλους ήρωες της σειράς, από τους οποίους εξαρτάται η ζωή του. Ένας τέτοιος είναι και ο Τζορτζ Γουάιτ, προϊστάμενος κάποτε του Μαξ Ίστον (που ερμηνεύει ο Μαρκ Στρονγκ) στην υπηρεσία M16. Ένας μοναχικός λύκος, που συνωμοτεί και ιντριγκάρει από το παρασκήνιο, καθώς κατευθύνει όχι μόνο τις αποστολές- επιχειρήσεις της βρετανικής αντικατασκοπείας, αλλά και στα χέρια του ανήκει η επιβίωση ή ο θάνατος του πρωταγωνιστή και της οικογένειάς του. Και ένας εξαιρετικός Alistair Petrie είναι αυτός που τον ερμηνεύει. Αλλά και περιμένει στην άλλη άκρη της γραμμής, στο Λονδίνο, κάποιες ερωτήσεις της A.V., που επίσης είναι καθηλωμένη στην οθόνη της κάθε που παίζει άλλο ένα επεισόδιο του «Deep State».

Αν πω πως το «Deep State», παρότι σειρά, μου φέρνει στο μυαλό την ταινία «Syriana» κι όχι τόσο κάποιους παλιούς κύκλους του «Homeland», που επίσης διαδραματίζονταν στη Μέση Ανατολή, θα το δεχτείτε; 
Ω, ναι, σίγουρα. Νομίζω πως το «Syriana», λόγω αυτού του απόλυτα ιλιγγιώδους σεναρίου, είναι κάτι που και ο Μάθιου (σ.σ. Μάθιου Πάρκχιλ, ο συνσεναριογράφος του «Deep State»), το είχε στο μυαλό του, όπως μου το εξομολογήθηκε. Αδύνατον να μιλήσεις για τη φλεγόμενη κατάσταση εκεί στη Μέση Ανατολή χωρίς να ανατρέχεις σε αυτή την ταινία.

Κι εσείς παίζετε τον Mr. White, έναν σάπιο, διεφθαρμένο και διαβολικό αρχηγό της βρετανικής μυστικής υπηρεσίας M16, που μοιάζει να μεταχειρίζεται τους «υπαλλήλους» του σαν πιόνια σε μια σκακιέρα θανάτου, χωρίς να νοιάζεται για την αξία της ανθρώπινης ζωής...
Χμ! Το «σάπιος» και «διεφθαρμένος» το ασπάζομαι απόλυτα. Το «διαβολικός» όχι, ίσως μοναχικός, τύπος που ζει αιώνια απομονωμένος. Χωρίς καμιά ελπίδα πως θα γυρίσει σπίτι και μετά τη δουλειά του η γυναίκα του θα τον ρωτήσει «Πώς τα πέρασες σήμερα αγάπη μου;». Ξέρετε, ο Mr. White είναι σαν εκείνους τους τύπους στις κατασκοπικές ταινίες που μετά τη δουλειά δεν αντέχουν να γυρίσουν στο σπίτι. Γι' αυτό τους συναντάς πάντα στα μπαρ των ξενοδοχείων να μεθούν. Αλλά και πάλι, όσο μεθυσμένοι κι αν είναι κι όσες κουβέντες να πιάνουν με τους συμπότες τους στην μπάρα, πάλι δεν μπορούν να μιλήσουν για τη δουλειά τους. Για το πόσο δύσκολη και επικίνδυνη είναι. Τα κρατούν όλα μέσα τους, με αποτέλεσμα να είναι συνεχώς σε μια κακή διέγερση. 

Εμένα πάλι μου μοιάζει και εντελώς κακομαθημένο παιδί, από αυτά που κάνουν συνειδητά το κακό, μην υπολογίζοντας τις συνέπειες, γιατί είναι σίγουρο πως δεν θα πιαστούν, ή και θα τη σκαπουλάρουν. Σαν να κάθεται στο παιδικό του δωμάτιο και να ανατινάζει τρενάκια, που όμως κουβαλούν αληθινούς ανθρώπους, μα δεν τον νοιάζει. 
Παρ' όλα αυτά, εγώ δεν τον δικαιολογώ, αλλά τον καταλαβαίνω. Δεν έχει τίποτα, άρα και τίποτα να χάσει όσο βουλιάζει στη διαφθορά, όπως προείπα. Ίσως η μοναξιά να είναι η εξήγηση, αλλά και σίγουρα η μεγαλομανία του, που τον κάνει τόσο απίστευτα σάπιο. 

Πώς αντιδράσατε όταν σας πρότειναν τον ρόλο; Πόσο σας πήρε για να τον δεχτείτε; 
Μία νύχτα! Ή μάλλον δύο ημίχρονα. Πήγαινα, ξέρετε, στο θέατρο για να παίξω όταν η ατζέντισσά μου επικοινώνησε και μου έστειλε το σκριπτ. Άρχισα να το διαβάζω και με ενθουσίασαν οι πρώτες σελίδες, αλλά έπρεπε να διακόψω για να ανεβώ στη σκηνή για την παράσταση. Μετά πήγα σπίτι και συνέχισα να διαβάζω, οπότε αργά το ίδιο βράδυ της τηλεφώνησα και ενθουσιασμένος είπα «οπωσδήποτε, οπωσδήποτε, αυτόν τον ρόλο τον θέλω».

Γιατί άραγε ο κόσμος, όχι μόνο αυτός που λάτρεψε το «Deep State», αλλά συνολικά, ελκύεται τόσο από τέτοιες ιστορίες παρασκηνίου και κατασκοπείας; 
Ίσως γιατί ειδικά αυτόν τον καιρό των fake news αλλά και της συνεχούς αίσθησης πως όλα συμβαίνουν πίσω από κλειστά γραφεία ή σε σκοτεινούς παρασκηνιακούς διαδρόμους, ο κόσμος μέσω αυτών των σειρών δικαιώνεται. Σαν σωστή δηλαδή αίσθηση αλλά και απόδειξη των θεωριών συνωμοσίας που μας κατακλύζουν. Νομίζω πως έτσι εξηγείται και η επιτυχία του «Deep State»: ο κόσμος βλέπει στο σενάριο και τη δράση κάτι σαν επιβεβαίωση αυτού που έχει την αίσθηση ότι συμβαίνει, πως δηλαδή τα αληθινά κέντρα αποφάσεων συνωμοτούν και πράττουν ερήμην και της αλήθειας μα και της δημοκρατίας. 

Αλήθεια, δεν ζηλέψατε στα γυρίσματα που ο Μαρκ Στρονγκ και το καστ ταξίδεψε τόσο πολύ στη Μεσόγειο, ενώ εσείς ερμηνεύετε τον ρόλο σας από την Αγγλία; 
Με πονάτε! Ειδικά όταν έκαναν αναρτήσεις ή μου έστελναν μηνύματα από πισίνες στο Μαρόκο ή από κοκτέιλ στη Βηρυτό, ένιωθα τρελή ζήλια. Σε σημείο που να πω του Μάθιου Πάρκχιλ πως θέλω, αν ξαναγράψει κατασκοπικό, πρώτον, να έχω κι εγώ ρόλο που κρατά πιστόλι, και δεύτερον, να περιλαμβάνονται και γυρίσματα στο εξωτερικό! 

Πάτε για δεύτερο κύκλο, σωστά; 
Ναι, η σειρά γνωρίζει μεγάλη επιτυχία.

Όπως και το τραγούδι της αρχής των τίτλων. Αυτή η απίστευτη διασκευή στον παλιό ύμνο των Talking Heads, το «Once in a lifetime». Ξέρετε, κάθε που το ακούω στο ξεκίνημα, μοιάζει με περίληψη ζωής για την ιστορία του πρωταγωνιστή. ( σ.σ. Η Fox στόχευε εξαρχής στη διασκευή και όχι στην ορίτζιναλ βερσιόν του τραγουδιού, γι' αυτό και αγόρασε τα δικαιώματα χρήσης)
Τόσο δραματικό! Και τόσο ωραίο! Ξέρετε, ήμουν πιτσιρίκι όταν άκουγα τους Talking Heads, μεγάλη μπάντα! Αλλά και τις προάλλες άκουγα τον Ντέιβιντ Μπερν στο ραδιόφωνο να εκθειάζει αυτή τη «μετατροπή» από τους Old Habbits.

Σας ευχαριστώ για την κουβέντα, Mr. White!
Η χαρά όλη δική μου, Mr. Stefanos.