Τεχνολογια - Επιστημη

Εξομολογήσεις ενός εξαρτημένου από τα social media

Όταν συνειδητοποιείς ότι η διαγραφή και ο αποκλεισμός κάποιων apps είναι η μόνη λύση

Κυριάκος Αθανασιάδης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Βλέποντας ταινίες και ποδόσφαιρο αποσπασματικά: με το ένα χέρι (και το ένα μάτι) στο κινητό

Τις περισσότερες ταινίες που βλέπω τις βλέπω στον υπολογιστή. Κλείνω το φως του γραφείου, τη βάζω να παίζει, ρυθμίζω τον ήχο και τους υποτίτλους (τελευταία ελληνική ταινία που είδα ήταν το «Κοροϊδάκι της δεσποινίδος»), και κάθομαι όσο πιο αναπαυτικά μπορεί να κάτσει κανείς σε μια πολυθρόνα. Τώρα, εγώ δεν βλέπω Μπέργκμαν αλλά περιπέτειες, θρίλερ, ταινίες τρόμου, φαντασίας, και πολεμικών τεχνών. Πάνω-κάτω, τέτοια πράγματα. Και στα διαλογικά κομμάτια —για λόγους οικονομίας, όλες οι ταινίες έχουν διαλογικά κομμάτια, δεν μπορείς να το αποφύγεις αυτό— βαριέμαι σαν τον βάτραχο στο ποτάμι μια βροχερή ημέρα. Οπότε αυτά δεν τα βλέπω.

Θα προτιμούσα να έκανα οτιδήποτε άλλο εκείνη τη στιγμή, όπως ας πούμε να προσποιηθώ πως μαθαίνω δανέζικα στο Duolingo, να τσεκάρω τις τελευταίες προσφορές για μυγοπαγίδες στο Temu, ή να γράψω μία επιστολή στην Κέιτ Μπλάνσετ: «Βρε αγάπη μου, μπερδεύεσαι». Τέτοια. Δηλαδή, αλήθεια τώρα, όταν βλέπεις ένα ινδονησιακό ή ταϊλανδέζικο φιλμ με κλοτσοπατινάδα, και το βλέπεις μόνο και μόνο γι’ αυτό, και φτιάχτηκε μόνο και μόνο γι’ αυτό, πόσο ενδιαφέρον είναι να παρακολουθείς τον ήρωα που μέχρι πριν από λίγο έκανε κάμψεις με τα νύχια, να μιλάει με έναν φίλο του για κάτι που δεν γίνεται να σε νοιάζει ούτε στο ελάχιστο; Ας πούμε για το επικείμενο διαζύγιό του; Είναι σαν να παρακολουθείς θέατρο σκιών με καμένη λάμπα. Καλύτερα να γράψεις στην Μπλάνσετ περιμένοντας να σου απαντήσει: «Καιτούλα, εγώ πάντως σ’ αγαπώ ακόμα, παρ’ όλα αυτά».

Κι όχι να το παινευτώ, αλλά σόρι κιόλας, όταν έχεις δει τη σκηνή με την ντρεζίνα στο «Στάλκερ» πάνω από είκοσι φορές (και εννοώ ολόκληρη τη σκηνή με την ντρεζίνα, και εννοώ κυριολεκτικά ΠΑΝΩ από είκοσι φορές, και ξέρω πως κατέχω το παγκόσμιο ρεκόρ), δεν γίνεται να πέσεις τόσο χαμηλά. Ας πουν ό,τι θέλουν οι χριστιανοί στην εξωτική Κουάλα Λουμπούρ· αλλά όχι με εμένα μάρτυρα. Ας παίξουν εκεί χάμω ξύλο, να τελειώνουμε. Οπότε χαζεύω στο κινητό, που το έχω εκεί δίπλα, μέχρι να τους επιτεθεί ο επόμενος εχθρός, τσιρίζοντας βέβαια προηγουμένως, για να τον πάρει πρέφα ο πρωταγωνιστής και να τον πρήξει.

Τους τελευταίους μήνες βλέπω και τα ματς έτσι.

Ιδίως όταν βλέπεις reels με γκρίζλι αρκούδες να κάνουν τραμπολίνο ή μπάνιο σε ιδιωτικές πισίνες — τέτοια συναρπαστικά πράγματα που ο αλγόριθμος ξέρει ότι τα προτιμάς.

Το έχω ξαναπεί: η ομάδα μου δεν παίζει πάντα θεαματικό ποδόσφαιρο. Καμιά φορά οι παίχτες ξυπνούν στα μισά του δευτέρου ημιχρόνου, σαν να τους είχες ρίξει κάνα ξόρκι μέχρι τότε, που τους απαγόρευε να κάνουν, ή να θυμούνται, ακόμη και τα βασικά της μπάλας. Μάλιστα, συχνά αφηνιάζουν από το ογδόντα και μετά, ενώ είναι ικανοί να κάνουν (και να χάσουν) στα χασομέρια τόσες ευκαιρίες, όσες δεν είχαν κάνει (και χάσει) στα τελευταία πέντε πρώτα ημίχρονα μαζί.

Οπότε, όταν παίζουν χωρίς να παίζουν, χαζεύω στο κινητό.

Είναι ωραία φάση γενικά. Ιδίως όταν βλέπεις reels με γατάκια που έχουν το ένα μάτι μπλε και το άλλο γκρίζο ή καφέ, γκρίζλι αρκούδες να κάνουν τραμπολίνο ή μπάνιο σε ιδιωτικές πισίνες, αθλήτριες των ΜΜΑ να απειλούν η μία την άλλη πάνω στο ζύγισμα, έναν τύπο να φτιάχνει κέικ πορτοκαλιού με σαν φιστίκ μαζί με τον σκύλο του — τέτοια συναρπαστικά πράγματα που ο αλγόριθμος ξέρει ότι τα προτιμάς.

Και στο μεταξύ στην οθόνη του υπολογιστή παίζει εκείνη η ταινία από την Ταϊλάνδη, ξέρω γω, ή ο Άρης.

Νομίζω ότι αυτό λέγεται, ή τέλος πάντων είναι, η σκοτεινή πλευρά της εξάρτησης από τα σόσιαλ. Ή κάτι τόσο βαρύγδουπο. Βαρύγδουπο όμως ή μη, είναι έτσι. Είναι σκοτεινό, και είναι κακό. Αν υπάρχουν χειρότερα κακά σχετιζόμενα με τα ΜΚΔ; Ναι, ασφαλώς υπάρχουν. Και πλήττουν όλο τον κόσμο, όπου γης.

Δόξα τω Θεώ, ποτέ όλη αυτή τη δεκαπενταετία δεν ζήλεψα την πραγματικότητα των άλλων όπως φαίνεται στα σόσιαλ, καθώς δεν θέλω να έχω αυτά που έχουν ή να κάνω αυτά που κάνουν· είμαι πολύ απασχολημένος με τη δουλειά μου. Δεν έχω θέμα αυτοεκτίμησης ή άγχος σύγκρισης (when dressed), ούτε πρόβλημα στέρησης ύπνου. Ούτε με γοητεύει ακριβώς το μπλε φως της οθόνης του τηλεφώνου, που ξεγελά τον εγκέφαλό σου και τον θέλει πάντα σε μία ζομποειδή δήθεν εγρήγορση. Ούτε έβαλα βάρος επειδή χαζεύω στο κινητό: βάρος βάζω, και μάλιστα πολύ, επειδή μπορώ να ζω μόνο με ψωμί και γλυκά. Ούτε ένιωσα ποτέ μου την καταναγκαστική ανάγκη να καταγράφω και να μοιράζομαι κάθε μου στιγμή. Ούτε πιστεύω πως —τι μπούρδα— ο «πραγματικός» κόσμος είναι πλουσιότερος και πιο ικανοποιητικός από την «ψηφιακή ροή»: δεν είναι· και η ψηφιακή ροή είναι εξίσου πραγματική με τον… πραγματικό κόσμο, και 99 στις 100 φορές πολύ πιο συναρπαστική. Αυτά ούτε στις πανελλήνιες δεν μπαίνουν. Ούτε έγινα λιγότερο κοινωνικός από όσο ήμουν· ήμουν και είμαι ακοινώνητος, και θεωρώ φράσεις σαν κι αυτήν: «Περιτριγυριζόταν από ψηφιακούς “φίλους”, αλλά τού έλειπε η γνήσια ανθρώπινη σύνδεση» φληναφήματα ολκής. Αυτό που είναι, δηλαδή.

Αλλά πράγματι το εύρος της προσοχής μου συρρικνώθηκε και πράγματι η ικανότητά μου να συγκεντρώνομαι στη δουλειά μου για όσο χρόνο απαιτείται κάθε φορά αμβλύνθηκε. Κι αν η παραγωγικότητά μου δεν έπεσε, αυτό έγινε μόνο χάρη στις περισσότερες ώρες που απαιτούνται πλέον. Λες και μου περίσσευαν.

* * *

Το πρόβλημα δεν είναι καινούργιο. Η εξάρτηση ξεκινά από τον πρώτο μήνα. Μάλιστα, θυμάμαι καλά πως πριν από μια δεκαετία ήθελα να αγοράσω εκείνο τον distraction free φορητό υπολογιστή για συγγραφείς που σώζει μεν τα κείμενα στο cloud αλλά κατά τα άλλα δεν συνδέεται στο ίντερνετ. Όμως έκανε κάτι σαν 500 ευρώ. Πολλά λεφτά… Και πάντα με γοητεύουν τα καφέ-αναγνωστήρια που δεν έχουν σήμα παρά μόνο για να πιάνει το POS. Αν και εδώ που τα λέμε δεν πηγαίνω σε καφέ.

Αλλά πρέπει να παραδεχτώ ότι έχω πρόβλημα. Ότι το έχω εδώ και πολύ καιρό. Χρόνια. Ότι η άρνηση είναι πολύ ισχυρό πράγμα, και ότι όλοι αντιστεκόμαστε στην ταμπέλα του «εξαρτημένου». Ότι τα σημάδια είναι εδώ, και είναι αναμφισβήτητα. Ότι κανείς πρέπει να πάρει τον έλεγχο. Ότι ΕΓΩ πρέπει να πάρω τον έλεγχο. Ότι ίσως να χρειαστεί μια ψηφιακή αποτοξίνωση, ή αγρανάπαυση. Ότι ίσως η διαγραφή και ο αποκλεισμός κάποιων εφαρμογών να είναι μία λύση. Ή η μόνη λύση.

Όχι βέβαια για να παρακολουθώ τα διαλογικά μέρη στις ταινίες «καράτε». Αλλά για να βλέπω τον τοίχο.

H εικόνα είναι φτιαγμένη με το πρόγραμμα Copilot.