Τεχνολογια - Επιστημη

Σαν σήμερα 12 Σεπτεμβρίου 1940 ανακαλύπτονται οι «Βερσαλλίες της Προϊστορίας» στο Σπήλαιο Λασκώ

Πώς τέσσερις έφηβοι και ένας σκύλος ξεσκέπασαν έναν μοναδικό αρχαιολογικό θησαυρό

Newsroom
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Σαν σήμερα 12 Σεπτεμβρίου: Το 1940 ανακαλύπτεται το Σπήλαιο Λασκώ - Χαρακτηρίστηκε η «Καπέλα Σιξτίνα των τοιχογραφιών» - Τα μοναδικά προϊστορικά του σχέδια.

Μια από τις συναρπαστικότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις έγινε σαν σήμερα το 1940 και οφείλεται σε τέσσερις Γάλλους εφήβους και πιθανώς έναν σκύλο.

Οι εκδοχές της ιστορίας διαφέρουν στις λεπτομέρειες, αλλά γεγονός είναι ότι οι Μαρσέλ Ραβιντάτ, Ζακ Μαρσάλ, Ζορζ Ανιέλ και Σιμόν Κενκάς βρήκαν μια τρύπα στο έδαφος σε δάσος της νοτιοδυτικής Γαλλίας. Το αν είχαν μαζί τους ένα σκυλί που ονομάζεται Ρομπότ και κυνήγησε ένα κουνέλι στην τρύπα είναι αβέβαιο.

Αυτό που εντόπισαν οι νεαροί ήταν το σπήλαιο Λασκώ, ένα από τα πλέον σημαντικά σπήλαια με παλαιολιθικής εποχής τοιχογραφίες, ιδιαίτερα διακρινόμενες όχι μόνον ως προς τον αριθμό τους αλλά και ως προς την αισθητική τους. Έχει αποκληθεί η «Καπέλα Σιξτίνα των τοιχογραφιών», «Βερσαλλίες της Προϊστορίας», καθώς και «Γαλλική Αλταμίρα».

Το σπήλαιο βρίσκεται κοντά στο χωριό Μοντινιάκ στην κοιλάδα του ποταμού Βεζέρ στον νομό Ντορντόνι στην περιοχή της Νέας Ακουιτανίας.  Αποτελεί μια από τις προϊστορικές τοποθεσίες ζωγραφισμένων σπηλαίων της κοιλάδας του Βεζέρ, οι οποίεες από το 1979, έχουν χαρακτηριστεί ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO.

Το σπήλαιο Λασκώ εμφανίζει σαφή υπεροχή απέναντι σε παρόμοια σπήλαια της Γαλλίας και της Ισπανίας, καθώς, εκτός του ότι είναι πολύ μεγαλύτερο από τα υπόλοιπα, οι τοιχογραφίες του είναι πολύ καλύτερα διατηρημένες.

Τοιχογραφίες ζώων στο Σπήλαιο Λασκώ © Wikimedia Commons

Σπήλαιο Λασκώ: Πώς οι προϊστορικοί ανθρωποι δημιούργησαν τέχνη πριν από 17.000 χρόνια

Τα τοιχώματα του Λασκώ είναι καλυμμένα με έγχρωμες εικόνες και χαρακτικά ζώων, τα οποία βρίσκονται σε ύψος που δύσκολα τα φθάνει κανείς. Οι μελετητές υπολόγισαν ότι το έδαφος του σπηλαίου πριν από 17.000 χρόνια είχε διαφορετική διαμόρφωση και έτσι ο προϊστορικός καλλιτέχνης μπορούσε να φθάνει τα τοιχώματα. Το έδαφος του σπηλαίου βαθμιαία καταβυθιζόταν, με συνέπεια τα ευρήματα σήμερα να είναι δυσπρόσιτα.

Το σπήλαιο ανακαλύφθηκε τυχαία από τους τέσσερις εφήβους στις 12 Σεπτεμβρίου 1940. Οι νεαροί μπήκαν στο σπήλαιο κρατώντας μια απλή λάμπα και χρειάστηκε να φθάσουν στο πρώτο στενό σημείο του περάσματος για να διακρίνουν τις τοιχογραφίες.

Επανήλθαν τις επόμενες ημέρες αλλά στο μεταξύ η ανακάλυψη έγινε γνωστή στο χωριό Μοντινιάκ και κατέφθασαν εκεί πολλοί χωρικοί. Αποφάσισαν να καλέσουν τους κορυφαίους ερευνητές της εποχής: Αρχικά ήλθε ο αβάς Ανρί Μπρέιλ και ακολούθησαν οι δρ. Σεϊνιέ, οι αδελφοί Μπουισονί και αργότερα ο Ντενί Πεϊρονί και ο Κόμης Μπεγκουέν.

Όταν ο Μπρέιλ εισήλθε στο σπήλαιο, διαπίστωσε ότι στα τοιχώματα υπήρχε ένα παχύ στρώμα κρυστάλλων ασβεστίτη με πολύ καλά διατηρημένες τοιχογραφίες σχεδιασμένες επάνω του. Όλες οι τοιχογραφίες έχουν διατηρηθεί επί χιλιάδες χρόνια, χωρίς να ξεθωριάσουν ή να αλλοιωθούν λόγω της φυσικής ανανέωσης του αέρα που συμβαίνει στο σπήλαιο. Οι τοιχογραφίες χρονολογήθηκαν με τη μέθοδο του άνθρακα - 14, και η ηλικία τους βρέθηκε ότι είναι 17.000 έτη, αν και υπολογίζεται ότι το σπήλαιο ήταν κατοικημένο για μια περίοδο περίπου 6.000 ετών.

Τα ζώα που απεικονίζονται στις τοιχογραφίες ανήκουν σε διαφορετικά είδη: Βοοειδή, βίσωνες και άλογα. Παράλληλα υπάρχουν και ορισμένα ίχνη αναπαράστασης ανθρώπων στις εικόνες. Οι αναπαραστάσεις αυτές δεν έχουν ούτε την λεπτομέρεια ούτε την προσοχή με την οποία δημιουργήθηκαν οι εικόνες των ζώων. Ορισμένα ζώα, όπως κάποια άλογα, έχουν πραγματικά εντυπωσιακή αναπαράσταση στις τοιχογραφίες.

Λασκώ: Ο Μεγαλόκερως © Wikimedia Commons

Η «πράσινη ασθένεια» και η φθορά του Σπηλαίου Λασκώ

Το σπήλαιο Λασκώ δεν είναι επισκέψιμο σήμερα, καθώς το 1955 διαγιγνώσκονται τα πρώτα σημεία αλλοιώσεων: Προέρχονται κυρίως από το διοξείδιο του άνθρακα που παράγεται από τους επισκέπτες του σπηλαίου, παρά το γεγονός ότι εκτός από τον τεχνητό φωτισμό έχουν καταβληθεί σοβαρές προσπάθειες για την ορθή ανανέωση του αέρα με την τοποθέτηση κλιματιστικών και η είσοδος φράσσεται από μια μεγάλη χάλκινη θύρα.

Το 1957 εγκαθίσταται σύστημα σταθεροποίησης θερμοκρασίας και υγρασίας, αλλά ο φρενήρης ρυθμός επισκεπτών (περίπου 1.000 άτομα ανά ημέρα) έχει ως αποτέλεσμα σε μια «αίθουσα» του σπηλαίου να παράγονται υπερβολικά πολλά λίτρα διοξειδίου του άνθρακα και υδρατμών.

Το 1960 εμφανίζεται για πρώτη φορά η αποκαλούμενη «πράσινη ασθένεια»: Το διοξείδιο του άνθρακα, η υγρασία και ο τεχνητός φωτισμός αποτελούν ιδανικές συνθήκες για την ανάπτυξη φυκών στα τοιχώματα του σπηλαίου. Σχεδόν ταυτόχρονα εμφανίζεται και η «λευκή ασθένεια», που οφείλεται σε αλλοιώσεις του ασβεστίτη από την περίσσεια του διοξειδίου του άνθρακα και εμφανίζει λευκές αποθέσεις σε πολλά σημεία των τοιχωμάτων. Παρά την εγκατάσταση φίλτρων όζοντος και άλλων συσκευών, οι μικροοργανισμοί συνεχίζουν να αναπτύσσονται και, το 1963, ο τότε υπουργός πολιτισμού Αντρέ Μαλρώ αποφασίζει το κλείσιμο του Λασκώ για τους επισκέπτες.

Από το 1965 έως το 1967, τροποποιείται η ρύθμιση για την θερμοκρασία του περιβάλλοντος και τον έλεγχο της υγρασίας. Στόχος είναι να αναδημιουργηθούν οι συνθήκες κυκλοφορίας των αερίων μαζών που επέτρεψαν τη διατήρηση του σπηλαίου επί χιλιετίες.

Το 1970 ξεκινά η κατασκευή ενός «αντιγράφου» του σπηλαίου, προκειμένου το αρχικό να παραμείνει στις φυσικές του συνθήκες και να διατηρηθεί. Το αντίγραφο αυτό ονομάστηκε «Λασκώ ΙΙ» και ολοκληρώθηκε το 1983.

Το 2000 παρουσιάζεται νέο πρόβλημα στο σπήλαιο: Διαπιστώνεται ότι στο δάπεδο αναπτύσσεται ένα είδος μύκητα, ο οποίος είναι ιδιαίτερα ανθεκτικός στη φορμόλη που χρησιμοποιήθηκε επί δεκαετίες για την απολύμανση των ποδιών των επισκεπτών.

Το 2002 το γαλλικό υπουργείο πολιτισμού δημιουργεί μια ειδική διεθνή επιστημονική επιτροπή, η οποία αναλαμβάνει τη διαχείριση των προβλημάτων του σπηλαίου, τα οποία ωστόσο δε σταματούν εδώ: Το 2007 εμφανίζονται μαύρες κηλίδες, που οφείλονται σε δύο μύκητες. Η Επιτροπή προτείνει μια βιοκτόνο διαδικασία, η οποία έχει αποτέλεσμα σε εννέα από τα έντεκα σημεία που εμφανίστηκαν οι κηλίδες.

Το 2008 το σπήλαιο αφήνεται ολοσχερώς χωρίς καμία παρέμβαση επί τρίμηνο. Ο στόχος των ειδικών είναι να φέρουν εκ νέου το σπήλαιο στις συνθήκες που το διατήρησαν σχεδόν ανέπαφο επί δεκάδες χιλιάδες χρόνια. Το ίδιο έτος η UNESCO δεν θέλησε να προσθέσει το σπήλαιο στον κατάλογο των μνημείων που βρίσκονται σε κίνδυνο.

Στις 21 Ιανουαρίου 2010, ο υπουργός Πολιτισμού Φρεντερίκ Μιτεράν ανακοινώνει ότι ο παλαιοανθρωπολόγος Ιβ Κοπέν αναλαμβάνει την προεδρία του επιστημονικού συμβουλίου για τη διατήρηση του σπηλαίου.

Το Λασκώ εμφανίζει σαφή υπεροχή απέναντι σε παρόμοια σπήλαια της Γαλλίας και της Ισπανίας © Wikimedia Commons