- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Μυηθήκαμε στα μυστικά της μεξικάνικης πάλης με το Guacamelee! 2
Και ταξιδέψαμε στη μυθική Νέα Υόρκη του Unavowed και στα Μεξικό/ Σκανδιναβία των Guacamelee 2!/ Banner Saga 3
Η ιδέα μιας ομάδας προικισμένων ατόμων, το καθένα με τις δικές του ιδιαίτερες ικανότητες, να προστατεύει την ανθρωπότητα από υπερφυσικές απειλές έχει θρέψει γενιές από nerds, από τα βικτωριανά σοκάκια του Penny Dreadful ως τις γυμνασιακές αίθουσες της Buffy. Τι λογικότερο από μια απόπειρα να μεταφερθεί το concept στον χώρο των videogames και, συγκεκριμένα, στο καταλληλότερο είδος να διαχειριστεί πολύπλοκες αφηγήσεις και πληθώρα πρωταγωνιστών; Η Wadjet Eye, η εταιρεία που έχει κάνει περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη για να διατηρήσει ζωντανή την παράδοση των point 'n' click adventures, είναι αυτή που ανέλαβε το εγχείρημα με το Unavowed, μια γλυκόπικρη ιστορία δαιμονισμού, ξεπεσμένων θεοτήτων και πνευμάτων του αέρα που κατοικοεδρεύουν σε πολύχρωμες φιάλες.
Τοποθετημένο στην αγαπημένη πόλη της Wadjet Eye, την Νέα Υόρκη, η πρώτη συνάντησή μας με τους Unavowed γίνεται υπό μάλλον δυσάρεστες συνθήκες, κατά τη διάρκεια ενός εξορκισμού σε μια έρημη ταράτσα που ταλαιπωρείται, τόσο από την ακατάπαυστη νυχτερινή καταιγίδα όσο και από τις ριπές μαγικής ενέργειας που εκτοξέυονται από τα δάχτυλα του Eli, ενός από τα δύο βασικά στελέχη της ομάδας. Στο άλλο στέλεχος, την μισή γυναίκα-μισή τζίνι που αποκαλείται Mandana, ανήκει το ζευγάρι από πανίσχυρα χέρια που κρατάνε ακινητοποιημένο τον πρωταγωνιστή μας, ενώ ο Eli πασχίζει να βγάλει κάποιον επίμονο διάολο από μέσα του. Μόλις η επίπονη διαδικασία ολοκληρωθεί (και αφού επιλέξουμε έναν απ'τους τρεις διαθέσιμους χαρακτήρες οι οποίοι διαφοροποιούν ριζικά την εξέλιξη της ιστορίας), πληροφορούμαστε απ'το ντουέτο ότι είμαστε, έστω υπό δαιμονικό έλεγχο, υπεύθυνοι για την έξαρση υπερφυσικού εγκλήματος που μαστίζει την αμερικανική μητρόπολη εδώ και ένα χρόνο. Τι κάνεις μετά από αυτή την πληροφορία; Επιστρέφεις στη δουλίτσα σου σφυρίζοντας αμέριμνα ή ενώνεις δυνάμεις με τους Unavowed για να διορθώσεις μέρος απ'το κακό που'χεις κάνει;
Στις αποστολές που θ'ακολουθήσουν της σύντομης εισαγωγής θα μάθουμε περισσότερα για την αρχαία αυτή οργάνωση και θα προσελκύσουμε κι άλλα προικισμένα άτομα στις τάξεις τους. Το παιχνίδι έχει τη δομή τηλεοπτικής σειράς με σύντομα «επεισόδια» που εστιάζουν σε διαφορετικές απειλές και διαδραματιζονται σε διαφορετικές γειτονιές της πόλης, κάτι που με κάνει να υποψιάζομαι ότι αποτελεί τον πρώτο τίτλο σε franchise που φιλοδοξεί να αντικαταστήσει την εξαιρετική πενταλογία που έκανε γνωστή την Wadjet Eye, το Blackwell.
Όπως και στις τηλεοπτικές παραγωγές από τις οποίες έχει εμπνευστεί, έτσι κι εδώ η έμφαση δίνεται λιγότερο στον πόλεμο ενάντια στο υπερφυσικό και περισσότερο στις σχέσεις μεταξύ των χαρακτήρων όπως διαμορφώνονται μέσα απ'τον κοινή τους προσπάθεια. Οι διάλογοι πολλές φορές τείνουν προς την απλοικότητα και ίσως θα έπρεπε να έχουν δουλευτεί περισσότερο, αλλά η εμφανής τρυφερότητα του δημιουργού Dave Gilbert προς το ετερόκλητο cast του μ'έκανε να προσπεράσω την συγκεκριμένη ατέλεια. Ούτως ή άλλως, το μεγάλο επίτευγμα του Unavowed είναι ο τρόπος που εξανθρωπίζει μια ολόκληρη πόλη που θα εξερευνήσεις και τους κατοίκους της που θα συναναστραφείς: μια Νέα Υόρκη φτιαγμένη από βροχή, φρεσκοψημένα bagels, καλοπροαίρετους αγνώστους και τον περιστασιακό δολοφονικό δαίμονα.
Τίτλος: Unavowed
Εταιρεία Ανάπτυξης: Wadjet Eye
Πλατφόρμα: Windows, Mac
The Banner Saga 3
Δεν είμαι σίγουρος αν η τριλογία The Banner Saga είχε από την αρχή τα προβλήματα που διακρίνω στο πιο πρόσφατο (και καταληκτικό) μέρος της. Τα προσπέρναγα στις αρχές της, ενθουσιασμένος απ'την εντυπωσιακή παρουσίαση και τον πειστικό συνδυασμό αφήγησης και στρατηγικής; Ή, μήπως, φτάνοντας στο τέλος της εξαετούς πορείας για τη δημιουργία του σκανδιναβικού της έπους, η εταιρεία ανάπτυξης Stoic έχει μοιράσει την προσοχή της και σε άλλα projects; Σε κάθε περίπτωση, έχοντας ήδη επενδύσει συναισθηματικά στο cast από χαρακτήρες του (ένα συνονθύλευμα από δολοπλόκους βίκινγκς, πεισματάρηδες γίγαντες και ευερέθιστους μάγους που κατάφερα, στην πορεία, να διασώσω από δράκους, εσωτερικές έριδες και ορδές από χθόνια Dredge), ήθελα να δω την ιστορία να ολοκληρώνεται.
Μετά το δύσκολο ταξίδι του δεύτερου επεισοδίου, ήρωές μας (ο αριθμός των οποίων έχει αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό που συχνά χρειαζόταν να κοιτάζω στα βιογραφικά τους για να θυμηθώ από ποια βουνοκορφή μαζέψαμε τον καθένα και τι ρόλο βαράει) έχουν χωριστεί σε δύο ομάδες. Η μία έχει κουρνιάσει στριμωγμένη στην τελευταία πόλη των ανθρώπων, την Arberrang. Έξω από τα τείχη της συσσωρεύονται τα πέτρινα ανθρωποειδή Dredge με αβέβαιες προθέσεις, σπρωγμένα απ'το αφύσικο σκοτάδι που συνεχίζει να εξαπλώνεται από την ημέρα που ο ήλιος σταμάτησε να κινείται. Μέσα στην πρωτεύουσα τα πράγματα είναι εξίσου δύσκολα, με τον βασιλιά Meinolf να βρίσκεται στα τελευταία του και μια σειρά από αδίστακτες φράξιες να προετοιμάζονται να εκμεταλλευτούν το κενό εξουσίας. Η δεύτερη ομάδα, με μπροστάρηδες τους δύο πανίσχυρους μάγους Juno και Eyvind, κατευθύνεται προς τα έγκατα της γης κάνοντας πορεία μέσα στο σκοτάδι για να βρει την πηγή της σήψης και να την εξουδετερώσει.
Η δομή, μάχη-ιντερλούδιο-μάχη, δεν διαφοροποιείται ουσιαστικά από αυτή των προηγούμενων παιχνιδιών αλλά μου φάνηκε υπερβολικά απλοική αυτή τη φορά. Οι turn-based μάχες του εξακολουθούν να σου τσιγκλάνε την εφευρετικότητα, επιτρέποντας σου να συνδυάσεις χαρακτήρες με ξεχωριστές ικανότητες και παραμένουν αγωνιώδεις όσο διαδραματίζονται στο όριο μεταξύ επικείμενης ήττας και ηρωικής ανατροπής (συχνό φαινόμενο καθώς οι κανόνες τους είναι «πειραγμένοι» για να ευνοούν τέτοιες εξελίξεις). Συχνά όμως αισθανόμουν ότι δεν ήταν σεναριακά δικαιολογημένες, σχεδόν σα να ζοριζόταν το παιχνίδι να βρει κάτι να με κρατά απασχολημένο. Όσο για τα σύντομα αφηγηματικά ιντερλούδια που τις ενώνουν (και μας παρουσιάζουν συνήθως κάποιο πρόβλημα ή διαμάχη που θα λύσουμε με επιλογές διαλόγου), ήταν πολλές φορές προβλέψιμα, ίσως επειδή τα περιθώρια για σεναριακές αποκλίσεις έχουν πια στενέψει με το ένα γκρουπ εγκλωβισμένο στην Arberrang και το άλλο να διασχίζει το ατελείωτο έρεβος.
Ήταν και πολλές οι μικρολεπτομέρειες που μου έδωσαν την άισθηση ότι η Stoic τελειώνει την επική τριλογία της στο ρελαντί. Τα αναρίθμητα τυπογραφικά λάθη, για παράδειγμα ή το αδιάφορο voice acting. Ακόμα και τα γραφικά, τομέας που τόσο είχαν εντυπωσιάσει τα προηγούμενα επεισόδια, κυρίως με τα, στατικά αλλά εξαιρετικά λεπτοδουλεμένα τοπία τους, εδώ βγάζουν μια αίσθηση προχειρότητας: μια μάχη μεταξύ δύο κολοσσιαίων πλασμάτων κοντά στον πυρήνα της γης που θα έπρεπε να μ'εντυπωσιάσει, με άφησε απορημένο για το τι ακριβώς αναπαριστούσαν οι δύο κινούμενες μουτζούρες που παρακολουθούσα. Έστω κι έτσι, οι δύο προκάτοχοί του, με έδεσαν με τη σειρά επαρκώς, ώστε, από αδράνεια και μόνο, να παίξω το Banner Saga 3 με πραγματικό ενδιαφέρον. Αλλά μάλλον καλύτερα που το έπος τελειώνει εδώ και η Stoic είναι ελεύθερη να επικεντρώσει το ενδιαφέρον της σε κάτι άλλο. Ίσως έτσι μας δώσει έναν τίτλο που θα εντυπωσιάσει όσο και ο πρώτος της σειράς.
Τίτλος: The Banner Saga 3
Εταιρεία Ανάπτυξης: Stoic
Πλατφόρμα: PS4, Xbox One, Switch, Windows, Mac
Η Indie Επιλογή του Μήνα: Guacamelee! 2
'Οπως και το άλλο το παιχνίδι, πώς το λένε, αυτό με το τόπι, έτσι και η επαγγελματική πάλη ξεκίνησε μεν από την Ευρώπη αλλά, κάνοντας τη μετάβαση στην Λατινική Αμερική των αρχών του 20ου αιώνα, απέκτησε έναν αέρα φαντεζί δημιουργικότητας κι έγινε θρησκεία. Μπορεί κι εμείς να'χαμε Σουγκλάκο αλλά τον βάζαμε να κάνει τον φουσκωτό κομπάρσο σε ταινίες του Θου-Βου. Στο Μεξικό είχανε Mil Mascaras και πρωταγωνιστούσε σε ολόκληρη σειρά από κινηματογραφικές επιτυχίες, όπου ξυλοφόρτωνε (ανάλογα με την εποχή και τις ανάγκες της εκάστοτε ταινίας) αζτέκικες μούμιες, φυγόδικους Ναζί, ή θρασύδειλους τεντιμπόηδες. Μια μορφή ψυχαγωγίας που αναμίχθηκε με τη μυθολογία και την κουλτούρα ενός ολόκληρου λαού, η κεντροαμερικάνικη εκδοχή του κατς αποτελεί κάτι περισσότερο από αφηγηματικό δεκανίκι για το platforming και τις μάχες του Guacamelee! 2, είναι ο βασικός άξονας γύρω απ'τον οποίο κινείται κάθε σχεδιαστική και αισθητική του επιλογή.
Το πρώτο πράγμα που σου κάνει εντύπωση με το sequel ενός εκ των κορυφαίων metroidvania της τελευταίας δεκαετίας είναι η έκρηξη χρώματος και μελωδίας. Όπως και στον προκάτοχό του, έτσι κι εδώ η Drinkbox Studios απορρίπτει τις μουντές παλέτες και τα βαρύγδουπα synths που χαρακτηρίζουν τις, συχνά αδέξιες, προσπάθειες του είδους να αποκτήσει μια μοδατη cyberpunk χροιά. Αντιθέτως, επιλέγει κόκκινα του αίματος, πράσινα της ζούγκλας και το βαθύ μπλε του συννεφιασμένου ουρανού κατά τη διάρκεια ανθρωποθυσίας στην κορυφή ενός ζιγκουράτ, μια παράφορα παρδαλή αισθητική που αντανακλά ιδανικά το ανάλαφρο κλίμα του παιχνιδιού και με κάνει ν'αναρωτιέμαι γιατί άραγε άλλες εταιρείες να φοβούνται τόσο πολύ το χρώμα. Στο soundtrack έχουμε εξίσου ταιριαστά παραστρατήματα, με την μπάντα από σκελετωμένους μαριάτσι που συναντάμε συχνά στις περιπέτειές μας να δίνουν, με τις γρήγορες κιθάρες και τις παραπονιάρικες τρομπέτες τους, έναν πένθιμα εορταστικό τόνο στις προσπάθειές μας να σώσουμε το σύμπαν από τις μηχανορραφίες του μυστικιστή παλαιστή Salvador.
Τα platformers, πάντως, κρίνονται στην κίνηση και η κίνηση στο Guacamelee! 2 είναι ποίηση. Ξεκινόντας με στοιχειώδη άλματα και χτυπήματα, λίγο-λίγο ξεκλειδώνουμε νέες ικανότητες, όπως εναέριες βουτιές θανάτου και εκτινάξεις από τοίχο σε τοίχο, που κάνουν όλο και πιο ενδιαφέρουσες τις διαδρομές μας στο φανταστικό μεξικανικό του σύμπαν και που επιτρέπουν (κατά τις συμβάσεις των metroidvania) πρόσβαση σε νέες περιοχές. Η τακτική της Drinkbox για να μας ωθήσει σε ακροβατικά εξωφρενικής δυσκολίας με αλλεπάλληλα άλματα, εναλλαγές διαστάσεων και αλυσιδωτές επιθέσεις εν πτήσει, όλα πρωτού τα πόδια μας ξανακουμπήσουν έδαφος είναι δανεισμένη από τα αδυσώπητα lo-fi platformers τελευταίας γενιάς, όπως το VVVVVV και το Super Meat Boy: σου ζητάει να πετύχεις το ακατόρθωτο μόνο μια φορά. Μετά ανοίγεις το σεντουκάκι που σε περιμένει στο τέλος της σύντομης παράκαμψης και είσαι ελεύθερος να συνεχίσεις.
Στους εξαιρετικούς μηχανισμούς μάχης και περιπλάνησης, έρχεται να προστεθεί ένα μπαράζ από έξυπνες ιδέες για να σε κρατάνε σε διαρκή εγρήγορση: πλατφόρμες που εμφανίζονται και εξαφανίζονται πάνω από ποτάμια καυτής λάβας, γάντζοι που σ'εκτοξέυουν σε απρόσιτες κορυφές, ρεύματα αέρα που σου επιτρέπουν να προσγειωθείς με ακρίβεια αποφεύγοντας θανάσιμες παγίδες. Πασπαλίζοντας την δεκάωρη διάρκειά του με χαριτωμένες αναφορές στην ιστορία των videogames (ξεχώρισα την γκεστ σταρ εμφάνιση του αυτοκινήτου που σμπαραλιάζαμε στο Street Fighter II και μια αλλοπρόσαλλη προσέγγιση στο Pac-Man) το Guacamelee! 2 μπορεί να μην κάνει τίποτα ριζικά διαφορετικό απ'τον προκάτοχό του, αλλά δε σε αφήνει στιγμή να βαρεθείς. Ακόμα σημαντικότερο, πρόκειται για την σπάνια περίπτωση παιχνιδιού που σε βάζει να σώσεις τον κόσμο, όχι με μορφασμό, αλλά με χαμόγελο.
Τίτλος: Guacamelee! 2
Εταιρεία Ανάπτυξης: DrinkBox Studios
Πλατφόρμα: PS4, Windows