Ταξιδια

Ταξιδεύοντας στο Αιγαίο με το πλοίο της γραμμής

Αύγουστος, τουρίστες, αδειούχοι, κόσμος και κοσμάκης, ταλαιπωρία... Αλλά όταν φτάνεις στον προορισμό σου τα ξεχνάς όλα, σαν να μην έγιναν ποτέ

Μανίνα Ζουμπουλάκη
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Αν δεν έχεις κότερο ή ελικόπτερο για να πεταχτείς μέχρι τα νησιά με στιλ, αναγκαστικά μπαίνεις σε πλοίο της γραμμής μαζί με τον πολύ, μα πάρα πολύ κόσμο...

Το «γρήγορο» πλοίο είχε μια ώρα καθυστέρηση στον Πειραιά, επειδή άργησαν να μπούνε τα πάρα πολλά αμάξια: Αύγουστος, τουρίστες, αδειούχοι, κόσμος και κοσμάκης, κάμποσος με αμάξια που προσπαθούσαν να τα χώσουν στο πλοίο σαν υπόθετα. Μαμάδες με καροτσάκια, μπαμπάδες με άλλα καροτσάκια, παρέες πιτσιρικάδων στο τσακίρ κέφι, οικογένειες, ζευγάρια, φαντάροι, φοιτητές, μαθητές, ηλικιωμένοι, έγκυοι, Έλληνες και ξένοι είχαν ήδη ορμήσει δύο με τρεις ώρες νωρίτερα προκειμένου να βρούνε θέσεις, ιδανικά σε παράθυρο, στην ανάγκη όπου να ‘ναι. Η αναχώρηση ήταν για τις 6 μ.μ., εμείς φτάσαμε στις 5 και με το ζόρι βρήκαμε δύο πολυθρόνες στη μέση του σαλονιού, κάποιου σαλονιού, με έναν νεαρό απέναντί μας ο οποίος κοιμήθηκε σε όλη τη διαδρομή πολύ διακριτικά.

Η κόρη μου (15 στα 16) επέμενε ότι μπορούμε να κλείσουμε θέσεις «επιλεγμένες» από πριν, κάτι που δεν ήξερα γιατί είχα 15 με 16 χρόνια να μπω σε πλεούμενο-μη-φέριμποτ στο Αιγαίο. Αν δεν έχεις κλείσει την επιλεγμένη θέση από πριν, στέκεσαι όρθια και περιμένεις να ξεκινήσει το πλεούμενο ώστε να ανοίξει το ταμείο και να αγοράσεις τη θέση… Αλλά στο μεταξύ τσέκαρα τις «επιλεγμένες» θέσεις και μου φάνηκαν σιγά-τα-αυγά, στη μέση ακριβώς, σα λεωφορείο ΚΤΕΛ που το έχω πρόσφατο. Είχαμε βρει τις πολυθρόνες μας, αναπαυτικές, καθαρές και μετακινούμενες, κάτι που δεν έχει σημασία γιατί δεν σκοπεύαμε να αναδιακοσμήσουμε το σαλόνι, απλώς κουνιόντουσαν, και η πισινή μου σε κάποια φάση ακουμπούσε τα μαλλιά της στα μαλλιά μου. Ίου, όπως είπε και η κόρη.

©Eurokinissi / ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΙΣΙΝΑΣ

Η επίσημη ώρα άφιξης στο νησί ήτανε 12.30 τη νύχτα, αλλά σταματήσαμε σε άλλο νησί, τα αμάξια δεν έβγαιναν επειδή είχανε στουμπώσει στο μπάσιμο, καθυστερήσαμε, πιάσαμε Πάτμο με το καλό στις 3-3.30 τα χαράματα. Η άφιξη είναι σαν την αναχώρηση: πάρα μα πάρα πολύς κόσμος με καροτσάκια, εγκύους, ηλικιωμένους, πιτσιρικάδες που πλέον είναι ντίρλα, παρέες, ζευγάρια που έχουν γίνει σκατά, οικογένειες που έχουνε τσουμαδηθεί, κι αυτός ο πάρα πολύς κόσμος στριμώχνεται σε έναν διάδρομο που μοιάζει χωρίς τέλος, κατεβαίνει σκάλες που μοιάζουν θανατηφόρες, χτυπιέται να μαζέψει τη βαλίτσα του από τα ράφια στο γκαράζ που είναι ξεχειλισμένα βαλίτσες, και ακόμα περισσότερο κόσμο που παλεύει να βρει τη βαλίτσα του. Όλο αυτό κρατάει μισή ωρίτσα αλλά σου φαίνεται μισή μέρα, είσαι και κουδούνι από το ταξίδι. Οι καντίνες κλείνουν στις 12 οπότε είσαι ΚΑΙ νηστική στο καπάκι, με στόμα παπούτσι, αν δεν προνόησες να αγοράσεις τρόφιμα και νερό πριν πεινάσεις.

Πάτμος © ΑΠΕ-ΜΠΕ/Παντελής Σαίτας

Το προσωπικό πάντως είναι άψογο, σε κατευθύνει σωστά, σε πιάνει να μη σαβουρντιστείς, σε βοηθάει όσο μπορεί το καημένο κι αυτό. Φτάνεις στο ενοικιαζόμενο στις 4 τα χαράματα, κοιμάσαι όπως-όπως, σε ξυπνάει ο ήλιος το πρωί γιατί δεν έχει παντζούρια/τα παντζούρια ποτέ δεν κλείνουν εντελώς. Αλλά δε βαριέσαι, πας στη θάλασσα, αράζεις, κολυμπάς, συνέρχεσαι. Τα ξεχνάς όλα σα να μην έγιναν ποτέ.

Ανεμόμυλοι Πάτμου © Lorenzo Spoleti / Unsplash

Στην επιστροφή ο θεός με είχε φωτίσει κι είχα κλείσει καμπίνα δίκλινη – ώρα αναχώρησης ήταν 12.15 μεσάνυχτα, ώρα άφιξης 8 π.μ. Παραδόξως τηρήθηκαν και οι δύο ώρες σαν εγγλέζικες, η καμπίνα ήταν υπέροχη, πεντακάθαρη, με μίνι μπανάκι αριστούργημα, παγωμένη σα τη Σιβηρία όπως όλα τα πλοία που αρμενίζουν το Αιγαίο με το αιρκοντίσιον στην Ανταρκτική. Μας ξύπνησε ένας ευγενικός κύριος στις 7.30 το πρωί, στριμωχτήκαμε πάλι στον γνωστό διάδρομο, τις γνωστές σκάλες, τις γνωστές ραφιέρες με τις χιλιάδες βαλίτσες, την γνωστή έξοδο με τα ροδάκια της βαλίτσας να κάνουνε ξεβιδωμένα γκλάνκα-γκλάνκα στην πόρτα του πλοίου μέχρι να πατήσουν άσφαλτο στον Πειραιά…

Αλλά περάσαμε πέντε τέλειες μέρες σε υπέροχο νησί του Αιγαίου. Μακάρι να κάνουμε τα ίδια και του χρόνου, έστω και χωρίς ελικόπτερο/κότερο!