Ταξιδια

August Voice: Η παράξενη κυρία Σοφία

«Όταν αργότερα μας διηγήθηκαν τι έγινε, μας έπιασαν τύψεις»

Παντελής Καψής
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

August Voice - Ημερολόγια Αυγούστου: Οι συνεργάτες της Athens Voice γράφουν για το δικό τους καλοκαίρι.

Η ταβέρνα της κυρίας Σοφίας ήταν το καλύτερο μέρος για φαγητό στο νησί. Μακριά από τις παραλίες και τα παραθεριστικά κέντρα, έξω από έναν σχεδόν έρημο οικισμό, το βράδυ φάνταζε σαν μια μικρή φωτεινή όαση μέσα στο σκοτάδι της ενδοχώρας. Είχες να διαλέξεις ανάμεσα σε τρία μενού: κόκκορας κοκκινιστός, ψάρι ψητό και αστακομακαρονάδα, πριν η τελευταία γίνει της μόδας. Το νησί φημιζόταν για τους αστακούς του. Φυσικά έπρεπε να τηλεφωνήσεις από το μεσημέρι και να κλείσεις όχι τόσο τραπέζι όσο το φαγητό, πάντα ανάλογα με τη διαθεσιμότητα. Δεν παρήγγελνες άλλωστε ό,τι ήθελες, έπρεπε να προηγηθεί μια μικρή διαπραγμάτευση.

Για την κυρία Σοφία κυκλοφορούσαν πολλές ιστορίες. Η συμπεριφορά της ήταν συχνά παράξενη. Μας είχε πει για παράδειγμα ότι ο άντρας της είχε πεθάνει. Όταν το είπαμε σε έναν ντόπιο όμως μας απάντησε «ποιος πέθανε, αυτός στην κουζίνα που καθαρίζει είναι ο άντρας της». Μια άλλη φορά πάλι είχαμε πάρει τηλέφωνο και είχαμε ζητήσει κόκορα, μας είχε πει ωστόσο ότι δεν έχει και θα μας έφτιαχνε ψάρι. Το βράδυ συναντήσαμε μια φιλική παρέα σε διπλανό τραπέζι που έτρωγαν, τι άλλο, κόκορα. «Μας πήρατε το πιάτο», τους είπαμε, η απάντηση τους όμως μας άφησε κόκαλο: «μα εμείς ψάρι ζητήσαμε και μας είπε ότι δεν έχει και θα μας φτιάξει κόκορα»!

Μια άλλη χρονιά πάλι ήρθε στο τραπέζι και μας είπε ότι είναι άρρωστη με καρκίνο. Όλη η παρέα πάγωσε, όταν απομακρύνθηκε αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε αν λέει αλήθεια ή αν είναι μια από τις ιστορίες που έβγαζε από το μυαλό της. Την επόμενη φορά είχαν πάει μόνες τους οι κοπέλες της παρέας, ήταν και αυτές που την γνώριζαν, ερχόντουσαν στο νησί πολλά χρόνια πριν από εμάς. Τις φώναξε στην κουζίνα και με πολύ σοβαρό ύφος τους είπε ότι θα τους δώσει κάτι για να τη θυμούνται, τώρα που θα φύγει από τη ζωή. Έβγαλε από ένα συρτάρι δύο χρυσές λίρες και τους τις έδωσε. Όταν αργότερα μας διηγήθηκαν τι έγινε, μας έπιασαν τύψεις.

Στην ταβέρνα τη βοηθούσε ο Σαλβατόρε, ένα μικρό παιδί από την Αλβανία. Κάθε χρόνο τον παρακολουθούσαμε να μεγαλώνει ώσπου έφτασε η ώρα, έδωσε εξετάσεις, πέρασε στο πανεπιστήμιο και έφυγε για την Αθήνα. Το επόμενο καλοκαίρι όμως, στις διακοπές του, ήταν πάλι στην ταβέρνα και βοηθούσε. Όταν τον ρωτήσαμε, μας απάντησε πως η κυρία Σοφία έκανε τόσα πολλά για να τον σπουδάσει. Δεν θα μπορούσε ποτέ να την αφήσει μόνη της τα καλοκαίρια που τον χρειάζεται.

Έχουμε πια πολλά χρόνια να πάμε στο νησί. Αν ζει, η κυρία Σοφία θα είναι πια πολύ μεγάλη. Ποτέ δεν μάθαμε αν αρρώστησε πραγματικά ή αν αυτό ήταν ο δικός της τρόπος να ξορκίζει το κακό.