Ταξιδια

Λίζυ Τσιριμώκου: «Στην Αλόννησο από το 1965 ως σήμερα»

Η Ομότιμη Καθηγήτρια γενικής και συγκριτικής γραμματολογίας του ΑΠΘ, δοκιμιογράφος και μεταφράστρια γράφει για τα καλοκαίρια της ζωής της στο νησί

A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 924
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Αλόννησος: Η Λίζυ Τσιριμώκου γράφει για τον παραδείσιο πρωτογονισμό του νησιού, τις παραλίες και τις γαστριμαργικές ιδιαιτερότητες

Πρωτοπήγαμε στην Αλόννησο το 1965 – κι επιστρέφαμε εκεί επί δεκαετίες. Πρώτες διακοπές (εγώ κι ο μικρότερος αδελφός), χωρίς γονείς, σε ελεγχόμενο πάντως περιβάλλον. Το νησί σε παραδείσιο πρωτογονισμό: δίχως δρόμους της προκοπής για όλους τους οικισμούς, δίχως ηλεκτρικό – βραδιές με τα αλήστου μνήμης «λουξ» να κρέμονται στις κληματαριές και τις καλαμωτές.

Ο πρόσφατος δυνατός σεισμός είχε δημιουργήσει μεγάλες ζημιές στη Χώρα, το «παλιό χωριό», κτισμένο ψηλά σ’ έναν λόφο από όπου ο επισκέπτης έχει προνομιακή θέα σε όλο το νησί και τις γύρω νησίδες. Συνέπεια του σεισμού ήταν να αναπτυχθεί θεαματικά το επίνειο της Χώρας, το Πατητήρι, το κυρίως λιμάνι του νησιού και προορισμός των πλοίων της γραμμής (από Βόλο ή Εύβοια). Σήμερα, ο παραδοσιακός οικισμός στο παλιό χωριό έχει υποδειγματικά αποκατασταθεί και προσφέρει άνετη διαμονή για όλα τα γούστα.

Δίπλα στο Πατητήρι, οι παραλίες Μαρπούντα, από τη μια μεριά, και ο όρμος (και οικισμός) του Βότση, από την άλλη. Στους αλλεπάλληλους όρμους και ορμίσκους, εντοπίζεις όχι ακριβώς χωριά, αλλά μικρούς οικισμούς, με ενοικιαζόμενα δωμάτια ή και μικρά ξενοδοχεία και, οπωσδήποτε, καλά «φαγάδικα», συνήθως ψαροταβέρνες, μια και η περιοχή είναι σχεδόν ανεξάντλητος ψαρότοπος. Η δική μας βάση ήταν η Στενή Βάλα (Βάλα= όρμος): όπως το δηλώνει η ονομασία της είναι ένας στενός όρμος που εισχωρεί βαθιά στην ξηρά, σχηματίζοντας ασφαλές φυσικό λιμάνι για καΐκια, ιστιοφόρα και παντός είδους πλεούμενα.

Στη Στενή Βάλα κατοικούσαν 3-4 οικογένειες όλες κι όλες, με πιο δραστήρια τη φαμίλια του Κώστα Μαυρίκη. Ο γερο-Μαυρίκης με την ακαταπόνητη κυρά-Αγγελική έδιναν ζωή στον τόπο και ουσιαστικά ανέδειξαν ως τοπόσημο το γραφικό αυτό λιμανάκι στη μέση της ακτογραμμής που οδηγεί από το Πατητήρι ως τον Γέρακα, το βορειότερο άκρο του νησιού.

Οι Μαυρίκηδες ευτύχησαν να κάνουν παιδιά κι εγγόνια που έμειναν στον τόπο τους, αγάπησαν και δεν φοβήθηκαν τη δουλειά: η Κατίνα, η Τασία και ο Δημήτρης, και τα παιδιά τους, έβαλαν τα δυνατά τους να αξιοποιήσουν τη σερμαγιά των γονιών, επεκτείνοντας και βελτιώνοντας την επιχείρηση των ενοικιαζόμενων δωματίων και της ταβέρνας, επενδύοντας στη μαγειρική μαεστρία των κοριτσιών και την ψαρική δεινότητα του γιου, περίφημου ψαροτουφεκά. Υπήρξαν εποχές που μπορούσες να παραγγείλεις ό,τι ψάρι ορέγεσαι κι ο Δημήτρης να βουτήξει και να στο φέρει σπαρταριστό στο πιάτο.

Περνώντας στις γαστριμαργικές ιδιαιτερότητες, εννοείται ότι εδώ θα γευτεί κανείς φρέσκο ψάρι σε κάθε δυνατή παραλλαγή, ξεκινώντας από αλησμόνητες ψαρόσουπες-κακαβιές. Σήμα κατατεθέν σήμερα ο τόνος Αλοννήσου, προσφέρεται για ποικίλους γευστικούς συνδυασμούς. Οι αστακομακαρονάδες «της Τασίας» έχουν αφήσει εποχή. Δεν φεύγει κανείς από το νησί (όπως και από τη γειτονική Σκόπελο) δίχως να δοκιμάσει την περίφημη στριφτή τυρόπιτα ή (μιλώντας για γλυκά) δίχως να απολαύσει χαμαλιά (μυρωδάτα αμυγδαλωτά) ή φουσκάκια (λουκουμάδες).

Ένθεν και ένθεν της Στενής Βάλας, δύο μαγευτικές παραλίες: ο Άγιος Πέτρος και τα Γλυφά. Στη δαντελωτή ακτογραμμή που αναφέραμε παραπάνω, εντοπίζονται πάμπολλες παραλίες μοναδικής ομορφιάς: Ρουσούμ Γιαλός, Κοκκινόκαστρο, Χρυσή Μηλιά, Λεφτός Γιαλός, Καλαμάκια,  Άγιος Δημήτριος. Όρμοι και ορμίσκοι à volonté, αν διαθέτει κανείς σκάφος (ή νοικιάσει καΐκι για να τον μεταφέρει σε σχετικά ερημικές γωνιές).

Το μεγάλο ατού όμως της Αλοννήσου είναι ότι βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από τα λεγόμενα «ερημόνησα», την ακριβώς απέναντι Περιστέρα, τα Δυο αδέλφια, την Κυρα-Παναγιά, την Ψαθούρα, το Πιπέρι, τα Σκάντζουρα, τα Γιούρα. Μικρά ή μεγαλύτερα νησάκια, τα περισσότερα ακατοίκητα και σήμερα πλέον επιλεκτικά επισκέψιμα, καθ’ ότι ανήκουν στο περίφημο θαλάσσιο πάρκο Αλοννήσου όπου παρεπιδημούν φώκιες, θαλάσσιες χελώνες, σπάνιοι γλάροι, δελφίνια και άλλα είδη προστατευόμενης πανίδας.

Ορισμένα από τα νησάκια αυτά ανήκουν σε αγιορείτικες μονές – π.χ. η Κυρα-Παναγιά, με εντυπωσιακό μοναστήρι και δύο εκπληκτικά βαθύκολπα φυσικά λιμάνια, τον Πλανήτη και τον Άγιο Πέτρο, ή το Πιπέρι, όπου μόνασε για κάποια χρόνια ο Καισάριος Δαπόντες, λαμπρή φυσιογνωμία του ελληνικού Διαφωτισμού. Στα απόκρημνα Γιούρα, βλέπει κανείς τα κρι-κρι, αγριοκάτσικα, να ακροβατούν σε κατακόρυφα βράχια, ενώ στην επίπεδη νησίδα Ψαθούρα βρίθει ο τόπος από αγριοκούνελα.

Βαφτίζοντας ένα καΐκι, δεκαετία του ’70

* Η Λίζυ Τσιριμώκου είναι Ομότιμη Καθηγήτρια γενικής και συγκριτικής γραμματολογίας του ΑΠΘ, δοκιμιογράφος και μεταφράστρια. Τιμήθηκε πρόσφατα με το Μεγάλο Τιμητικό Βραβείο του «Αναγνώστη» για το σύνολο του έργου της.