Ταξιδια

Εννιά μέρες στην Πόλη του Μεξικού

Οδοιπορικό στις Λεωφόρους των Νεκρών και της Ζωής
Ρωμανός Γεροδήμος
ΤΕΥΧΟΣ 906
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Ταξίδι και εντυπώσεις από την Πόλη του Μεξικού: Η ιστορία, η τέχνη, η κοινωνική διαστρωμάτωση, οι γειτονιές και οι άνθρωποι μιας μητρόπολης επικών διαστάσεων


Την πρώτη αίσθηση ότι κάτι δεν πήγαινε καλά την ένιωσα αφού το ταξί είχε κολλήσει ήδη για δέκα λεπτά στο ίδιο σημείο. Πίσω από ένα φορτηγό. Στον κεντρικό δρόμο του Τεπίτο. Ο οδηγός του uber, ένας μεσήλικας Ασιάτης που μάλλον δεν έκανε πολύ καιρό αυτή τη δουλειά, κλείδωσε τις πόρτες. Η κίνηση στο κέντρο της Πόλης του Μεξικού ήταν ασφυκτική. Σάββατο απόγευμα. Η χειρότερη ώρα της εβδομάδας. Είχα ήδη αργήσει να φύγω απ’ το διαμέρισμα, και το uber είχε χρειαστεί πάνω από 20 λεπτά για να διασχίσει μία απόσταση 300 μέτρων μέσα απ’ τις κατάμεστες λαϊκές αγορές.

Αυτό το κομμάτι της Πόλης του Μεξικού θυμίζει μια υπαίθρια Βαρβάκειο Αγορά, αν αυτή εκτεινόταν από την Ομόνοια μέχρι τα Πατήσια και αν μέσα σε αυτήν γινόταν ταυτόχρονα συγκέντρωση του Πασόκ της δεκαετίας του 1980 και το Πατρινό Καρναβάλι. Η ώρα της αναχώρησης της πτήσης μου για Λονδίνο πλησίαζε. Αυτό όμως ήταν το λιγότερο. Οι προειδοποιήσεις ήταν ξεκάθαρες: μην περάσεις από το Τεπίτο.

Η αλήθεια είναι ότι οι οδηγίες και οι προειδοποιήσεις είχαν αρχίσει εβδομάδες πριν ξεκινήσω απ’ το Λονδίνο. Πρόσεχε πού τρως. Μη φας φρέσκα φρούτα και λαχανικά. Μην κουβαλάς κάμερα. Μη συμπεριφέρεσαι σαν τουρίστας. Μην κυκλοφορείς τη νύχτα. Πρόσεξε τη νόσο του μεγάλου υψομέτρου (η Πόλη του Μεξικού απλώνεται σε μια κοιλάδα σε υψόμετρο 2.300 μέτρων∙ λίγο ακόμα και θα ήταν στο επίπεδο του Μύτικα). Και ό,τι και να γίνει: μην πιεις το νερό της βρύσης. Μην πλύνεις τα δόντια σου με το νερό της βρύσης. Μην ξεπλύνεις ούτε την οδοντόβουρτσα. Όταν κάνεις ντους έχε το στόμα σου κλειστό μην μπουν σταγόνες από το νερό της βρύσης (υπερβολή). Η κατάρα του Μοντεζούμα καραδοκεί. Όχι, η κατάρα αυτή δεν σε ρίχνει σε κωματώδη κατάσταση παραισθήσεων όπως στις Επτά Κρυστάλλινες Μπάλλες του Τεντέν. Πιο πιθανό είναι να σε στέλνει στην τουαλέτα κάθε είκοσι λεπτά.

Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής ποτέ δεν είχα κάποιον διακαή πόθο να πάω στο Μεξικό. Αν δεν είχαμε καλούς φίλους εκεί, αν δεν ήταν αυτός ο πρώτος σταθμός ενός εξάμηνου γύρου του κόσμου του συντρόφου μου, και –το βασικότερο– αν δεν είχε γυριστεί εκεί η εναρκτήρια σκηνή του Spectre, δεν θα είχα ιδιαίτερο λόγο να πάω. Τη μουσική των συνόλων Μαριάτσι τη βρίσκω σωματικά πιο επώδυνη κι από τις σκωτσέζικες γκάιντες. Το μεξικάνικο φαγητό μου φαίνεται άνοστο και μονότονο (τορτίγιες, νάτσος, γκουακαμόλε, φασόλια). Η αισθητική των σομπρέρο μου προκαλεί αλλεργία, ενώ, αν κρίνω από τις ταινίες, τις σειρές και τις ειδήσεις που βλέπουμε και ακούμε τα τελευταία 25 χρόνια, το Μεξικό είναι μια ηλιοκαμένη χωματερή με φαβέλες από άκρη σ’  άκρη, στις οποίες όλοι σκοτώνονται μεταξύ τους για τα ναρκωτικά. Θα έπρεπε βέβαια να έχω φανταστεί ότι όλα αυτά είναι σαν να έρχεσαι στην Ελλάδα και να περιμένεις ότι όλοι ζούμε σε παράγκες από ελενίτ, φοράμε φουστανέλες και τσαρούχια, παίζουμε κλαρίνο, σπάμε πιάτα και τρεφόμαστε αποκλειστικά με χωριάτικη σαλάτα.

Τις εννέα μέρες που προηγήθηκαν αυτής της κούρσας με το uber ξεδιπλώθηκε μπροστά μου μία πραγματικά σπουδαία μητρόπολη επικών διαστάσεων – γεωγραφικών, ιστορικών, πολιτισμικών.

Η ευρύτερη Πόλη του Μεξικού έχει 21 εκατομμύρια κατοίκους και είναι η δεύτερη πολυπληθέστερη μητρόπολη της αμερικανικής ηπείρου και πέμπτη στον κόσμο, μετά το Τόκιο, το Δελχί, τη Σανγκάη και το Σάο Πάολο. Η έκταση της πόλης είναι αχανής και δύσκολα συγκρίσιμη με τα δικά μας δεδομένα. Παρόλο που επί εννιά μέρες εξερευνούσαμε την πόλη από το πρωί μέχρι το βράδυ, τόσο με τα πόδια όσο και με ταξί, φύγαμε έχοντας την αίσθηση ότι δεν είχαμε δει παρα ένα μικρό κομμάτι της.

Εάν υπάρχει μία ιδιότητα που χαρακτηρίζει την Πόλη του Μεξικού είναι η ποικιλομορφία, η ποικιλία, η διαστρωμάτωση που είναι ορατή σε κάθε έκφανση του αστικού τοπίου και της ανθρωπογεωγραφίας. Κάθε μεγάλη δύναμη που κατέκτησε ή επηρέασε το Μεξικό, και κάθε κοινωνική ή εθνοτική ομάδα που πέρασε ή ενσωματώθηκε σ’αυτό, άφησε τα ίχνη της: από τους προκολομβιανούς πολιτισμούς των Αζτέκων μέχρι τους Ισπανούς του Ερνάν Κόρτες, τους Πορτογάλους, τους Εβραίους, τους Γάλλους του Ναπολέοντα, τους Αυστριακούς (ο Μαξιμιλιανός Ι των Αψβγούργων ήταν αυτοκράτορας της Δεύτερης Μεξικανικής Αυτοκρατορίας το 1864-1867), αργότερα τους Αμερικανούς και τώρα τις παγκοσμιοποιημένες ομάδες των τουριστών και των ψηφιακών νομάδων.

Η πιο ιδιαίτερη γειτονιά της Πόλης του Μεξικού είναι το Ιστορικό Κέντρο με μεγάλα, επιβλητικά κτίρια όλων των περιόδων της ευρωπαϊκής και αποικιοκρατικής αρχιτεκτονικής, από την Αναγέννηση μέχρι και τον μοντερνισμό, εκ των οποίων 1.550 είναι διατηρητέα. Στο κέντρο της πόλης βρίσκεται η μεγάλη Πλατεία του Συντάγματος, το γνωστό Ζόκαλο, που είναι και η δεύτερη μεγαλύτερη πλατεία στον κόσμο μετά την Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας. Εκεί δεσπόζουν το Εθνικό Παλάτι (Προεδρικό Μέγαρο), ο Μητροπολιτικός Καθεδρικός Ναός και τα ερείπια του Μεγάλου Ναού των Μεσίκα (Αζτέκων).

Πέριξ της πλατείας εκτείνεται ένα ορθογώνιο πλέγμα μεγάλων λεωφόρων, δρόμων με ιστορία αιώνων και πεζοδρόμων που σφύζουν από ανθρώπους, χρώματα, μυρωδιές, τέχνη, εμπόριο, ζωή. Στο κέντρο, μαζί με τις ορδές ντόπιων και τουριστών, συνυπάρχουν και επιβιώνουν αμέτρητες οικογενειακές μικρομεσαίες επιχειρήσεις – μικρομάγαζα με όλων των ειδών τα αντικείμενα, νομίσματα, ρολόγια, μπαταρίες, φωτογραφικές μηχανές και φιλμ, τυπογραφεία, φαρμακεία, μπουτίκ – ενώ στα πεζοδρόμια απλώνονται οι αυτοσχέδιες καντίνες και τα καροτσάκια με το διάσημο ανά τον κόσμο μεξικάνικο «φαγητό του δρόμου» (street food). Παρά το χάος και την πανταχού παρουσία του φαγητού, οι δρόμοι της πόλης είναι εντυπωσιακά καθαροί. Υπάλληλοι της καθαριότητας δουλεύουν νυχθημερόν καθαρίζοντας επιμελώς δρόμους και πεζοδρόμια, βάζοντας τα γυαλιά στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες (για να μη μιλήσουμε για τη Νέα Υόρκη).

Ο δημόσιος αλλά και ο ιδιωτικός χώρος βάλλεται ηχητικά από παντού. Κάποια στιγμή ανοίγω το παράθυρο και κάνω μία λίστα με όλους τους ήχους και θορύβους που μπορώ να ακούσω ταυτόχρονα: εκτός από τις ομιλίες όλων των περαστικών και τις κόρνες των αυτοκινήτων, μια ομάδα μουσικών παίζουν δυνατά τύμπανα και κρουστά∙ παραδίπλα –και διάσπαρτοι σε όλη την πόλη– εθελοντές με χακί στολές στριφογυρίζουν τη μανιβέλα στο harmonipan, ένα παραδοσιακό όργανο σαν λατέρνα που βγάζει έναν ελαφρώς φρικιαστικό ήχο που θυμίζει θρίλερ σε λούνα παρκ∙ από τα ηχεία των καφέ βγαίνει ακόμη πιο φρικιαστική παγκοσμιοποιημένη ποπ μουσική με δυνατό ανατολίτικο μπιτ∙ στο βάθος ακούγονται οι σειρήνες των περιπολικών∙ από το ηχείο ενός καταραμένου καταστήματος που πουλάει κινητά τηλέφωνα ακούγεται, σε λούπα ενός λεπτού, δυνατά, συνεχώς και ασταμάτητα, από τις 10.30 το πρωί μέχρι τις 7 το βράδυ κάθε μέρα, η ίδια επαναληπτική τέκνο μουσική μαζί με την ηχογραφημένη φωνή ενός ενθουσιώδους πωλητή.

Σ’ αυτήν την πυκνή αστική ζούγκλα υπάρχουν πολλά καταφύγια. Οι πλατείες και τα πάρκα της πόλης λειτουργούν ως πνεύμονες και ως δημόσιος χώρος: τα ζευγάρια χορεύουν σάλσα, τα παιδιά παίζουν στο χώμα, οι τουρίστες βγάζουν σέλφι. Τα λαβυρινθώδη παλαιοβιβλιοπωλεία της οδού Donceles περιμένουν να τα εξερευνήσεις για να ανακαλύψεις κρυμμένα διαμάντια χωμένα στο χάος των βιβλίων που είναι στιβαγμένα από το πάτωμα μέχρι το ταβάνι. Τα μεγάλα μουσεία όπως το Εθνικό Μουσείο Τεχνών και το Παλάτι των Καλών Τεχνών στο κέντρο και τα Μουσεία Ανθρωπολογίας, Μοντέρνας και Σύγχρονης Τέχνης στο Πάρκο Τσαπουλτεπέκ είναι από μόνα τους σπουδαίες στιγμές της αρχιτεκτονικής, ενώ φιλοξενούν μέσα τους πλούσια εκθέματα.

Η Πόλη του Μεξικού είναι γεμάτη από τέχνη∙ τέχνη παντού: στα μουσεία και τις γκαλερί∙ στις λαϊκές αγορές και στα μαγαζάκια της πόλης∙ σε προσωρινές κατασκευές και σε παλιά μπαράκια∙ στους ακάλυπτους των πολυκατοικιών και στις προσόψεις των κτιρίων. Στα πανεπιστήμια, τις ταινιοθήκες και τα εργαστήρια της πόλης γίνεται συστηματική εργασία καταγραφής, συντήρησης και αξιοποίησης ταινιών, ενώ πολύ ζωντανή είναι και η κοινότητα του πειραματικού κινηματογράφου. Η «σκηνή» της σύγχρονης τέχνης και του κινηματογράφου στο Μεξικό είναι από τις πιο δυναμικές στον κόσμο: ο Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, ο Αλφόνσο Κουαρόν και ο Αλεχάντρο Γκονσάλες Ινιαρίτου είναι μόνο τρεις από τους πιο γνωστούς σκηνοθέτες που έχει «βγάλει» η εγχώρια παραγωγή.

Η εξαιρετική και πολυβραβευμένη ταινία Roma του Κουαρόν διαδραματίζεται στην ομώνυμη περιοχή, τη Ρόμα, που μαζί με την Κοντέσα είναι οι πιο όμορφες γειτονιές της Πόλης του Μεξικού. Μεγάλοι δενδρόφυτοι δρόμοι με μεγάλα πεζοδρόμια και πανέμορφα νεοκλασικά, πολυκατοικίες Αρ Νουβώ και άνετες μονοκατοικίες με στοιχεία Μπάουχαους, με εστιατόρια και βιβλιοπωλεία που σφύζουν από φοιτητές, οι γειτονιές αυτές θυμίζουν το Παλέρμο του Μπουένος Άιρες. Ο μεγάλος σεισμός του 1985 άλλαξε βίαια το αστικό τοπίο, οπότε στις γειτονιές αυτές, όπως και σε ολόκληρη την πόλη, το νεοκλασικό, το μοντέρνο και το πρόσφατο συνδιαλέγονται και διαγκωνίζονται.

Στο Roma παρακολουθούμε τη ζωή μιας μεσοαστικής οικογένειας σε μία όμορφη διώροφη μονοκατοικία, με μια πλατιά καμάρα στην πρόσοψη, με εσωτερική αυλή όπου παρκάρουν το αυτοκίνητο, με ξύλινα έπιπλα των μέσων του 20ού αιώνα –όμορφα και λιτά σαν κι αυτά που είχαμε κι εμείς στην Ελλάδα εκείνη την εποχή– και με εσωτερική σκάλα. Με μεγάλα παράθυρα και φυτά, και παιδιά που παίζουν με τα κατοικίδιά τους. Κατά σύμπτωση επισκέφτηκα ακριβώς ένα τέτοιο σπίτι φίλων, σχεδόν πανομοιότυπο με αυτό της ταινίας, στην ίδια γειτονιά. Ο χώρος ήταν οικείος όχι μόνο λόγω της ταινίας ή της παρουσίας των φίλων μου ή των επίπλων, αλλά λόγω του ηχοχρώματος, της υφής της καθημερινότητας στην Πόλη του Μεξικού που μοιάζει πολύ με τη μεσογειακή.

Στην παλιά πόλη του Κογιοακάν βρίσκεται η «ναυαρχίδα» της μοντέρνας τέχνης της χώρας, το Μουσείο της Φρίντα Κάλο – το Μπλε Σπίτι στο οποίο έζησε με τον Ντιέγκο Ριβέρα, και στο οποίο πέθανε. Σαν ένα μοναστήρι στο οποίο κάνουν ουρές τα πλήθη για να προσκυνήσουν, και του οποίου οι φράχτες σε απομονώνουν από τον περιρρέοντα θόρυβο, με ένα όμορφο κήπο με δέντρα, κάκτους και νερά, το Μπλε Σπίτι μας θύμισε την οικεία του Υβ Σεν Λοράν στο Μαρακές με τους κήπους Μαζορέλ. Τα υποδειγματικά εκθέματα μας βυθίζουν στην οικογενειακή ζωή της Φρίντα Κάλο και στον αγώνα που έδινε για μία ζωή, με το ίδιο της το σώμα αλλά κυρίως με τις κοινωνικές συμβάσεις και αντιλήψεις.

Λίγα τετράγωνα παραδίπλα το Σπίτι-Μουσείο του Λέοντος Τρότσκι στο οποίο έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του και στο οποίο δολοφονήθηκε από τον πράκτορα του Στάλιν, Ραμόν Μερκαντέρ. Στον κήπο-ησυχαστήριο ο τάφος του Τρότσκι και της οικογένειάς του. Οι μορφές των Φρίντα Κάλο, Ντιέγκο Ριβέρα και Λέων Τρότσκι, μεταξύ άλλων, τροφοδότησαν για δεκαετίες το φαντασιακό της αριστεράς και των φοιτητών στο Μεξικό, και είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς τον ψυχισμό και τις αξίες ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας χωρίς να λάβει υπόψη του τόσο τη φορτισμένη σύγχρονη πολιτική ιστορία της χώρας, όσο και την περίπλοκη σχέση αγάπης-μίσους και εξάρτησης-αντιπάθειας με τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και με άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής.

Το Μεξικό είναι η κοιτίδα του μεσοαμερικανικού πολιτισμού. Χίλια ολόκληρα χρόνια πριν τους Αζτέκους, πόσο μάλλον τους Ευρωπαίους, 40 χιλιόμετρα βόρεια της σημερινής Πόλης του Μεξικού, έσφυζε από ζωή μια άλλη πόλη, το Τεοτιουακάν με τις μεγάλες πυραμίδες του Ήλιου και της Σελήνης (αν και αυτοί οι όροι/ερμηνείες δόθηκαν πολύ αργότερα). Οι αρχαιολόγοι –οι οποίοι ακόμα και σήμερα συνεχίζουν τις ανασκαφές, έχοντας μόνο ανακαλύψει ένα μικρό τμήμα εκείνου του πολιτισμού– εκτιμούν ότι ήταν η έκτη μεγαλύτερη πόλη του κόσμου με 125.000 κατοίκους. Όχι μόνο οι πυραμίδες, αλλά ολόκληρη η τεράστια αρχαιολογική ζώνη του Τεοτιουακάν προκαλεί δέος.

Η ακμή και παρακμή ανθρώπων και ολόκληρων πολιτισμών είναι πράγματα ορατά στη μεξικανική κουλτούρα∙ μια κοινωνία της οποίας η ιστορία, οι ρίζες και οι πολιτισμικές αναφορές εκτείνονται στον χωροχρόνο και συνομιλούν ακομπλεξάριστα με τις πιο σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης φύσης. Κεντρική θέση στις αναπαραστάσεις της τέχνης και της ποπ κουλτούρας του Μεξικού κατέχουν τα κρανία και οι σκελετοί, ενώ παγκοσμίως γνωστή είναι πλέον η Μέρα των Νεκρών (αν και η μεγάλη παρέλαση στο κέντρο της πόλης ξεκίνησε μόνο μετά την επιτυχία της σχετικής σκηνής στην ταινία Spectre). Όπως δείχνει και η πολύ ωραία και συγκινητική ταινία κινουμένων σχεδίων Coco, οι Μεξικανοί έχουν μια διαφορετική αντίληψη για τις έννοιες της ζωής και του θανάτου: η γραμμή είναι αρκετά πιο πορώδης. Οι πιο σκληροί επικριτές ίσως να έλεγαν ότι η ζωή είναι λίγο πιο φθηνή: καρτέλ και οργανωμένο έγκλημα, απαγωγές και δολοφονίες δημοσιογράφων και ακτιβιστών, αστυνομική βία και αυθαιρεσία, μαχαιρώματα για μια χούφτα δολλάρια.

Στον δρόμο της επιστροφής από το Τεοτιουακάν το πούλμαν περνάει δίπλα από απέραντες παραγκουπόλεις, αλλά και από πυκνοκατοικημένα προάστια τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με τις δύο μεγαλύτερες γραμμές τελεφερίκ στον κόσμο∙ μια ευρηματική λύση για την απερίγραπτη κίνηση στους δρόμους η οποία παραμένει το πρώτο θέμα συζήτησης σε κάθε μπαρ και εστιατόριο.

Όλα αυτά σκεφτόμουν παγιδευμένος στην κίνηση όσο περίμενα να προχωρήσει το φορτηγό μπροστά μας. Κάποια στιγμή και ενώ έχω αρχίσει πλέον να αγχώνομαι τόσο ώστε να μοιραστώ την τοποθεσία μου με τον σύντροφό μου, ένας νεαρός που φέρει όλα τα σημάδια της ζωής και του θανάτου στο Τεπίτο πλησιάζει το ταξί.

Ο οδηγός κατεβάζει το παράθυρο τόσο όσο και του βάζει στη χούφτα μερικά χρήματα. Ξαφνικά εμφανίζονται άλλοι δύο νεαροί μπροστά μας. Ως διά μαγείας ο δρόμος στ’ αριστερά του φορτηγού κάπως ξανοίγει, λες και όλο αυτό ήταν ένα θεατρικό σκηνικό. Ο ταξιτζής βάζει μπρος, στρίβει το τιμόνι αριστερά και ανεβάζοντας το μισό ταξί στο πεζοδρόμιο προσπερνάει όχι το ένα αλλά τα δύο φορτηγά που βρίσκονταν μπροστά μας. Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: τα φορτηγά δεν έχουν οδηγούς, ούτε επιβάτες. Είναι παρκαρισμένα στη μέση του δρόμου. Μόλις πληρώσαμε ανεπίσημα διόδια για να προχωρήσουμε.

Ο δρόμος ανοίγει, η κίνηση εξαφανίζεται, η υπόλοιπη διαδρομή μέχρι το αεροδρόμιο κυλάει χωρίς απρόοπτα. Η Πόλη του Μεξικού, όπως κάθε μεγάλη πόλη του κόσμου, έχει τους δικούς της κανόνες.

Μια χαρτογράφηση-αποδόμηση της εναρκτήριας σκηνής του Spectre

Τρεις ταινίες & ένα βιβλίο για το Μεξικό

  1. Roma (2018)
  2. Coco (2017)
  3. Χαμένες αγάπες - Amores perros (2000)

  1. «Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά» του Λεονάρδο Παδούρα, εκδ. Καστανιώτη

Λεύκωμα 100 φωτογραφιών που συνοδεύει το οδοιπορικό
www.romangerodimos.com/photos/urban-landscapes-mexico

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου